Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

28.10.1979: Σε δικαστήριο των Αθηνών αναφέρεται ότι η διαταγή για να μη βάλουν τα αντιαεροπορικά στις 22.7.74 εναντίον των ελληνικών αεροπλάνων που μετέφεραν ενισχύσεις στο αεροδρόμιο Λευκωσίας εκδόθηκε την ώρα που αυτά ετοιμάζονταν να προσγειωθούν

S-2285

28.10.1979: ΣΕ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΟΤΙ Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΒΑΛΟΥΝ ΤΑ ΑΝΤΙΑΕΡΟΠΟΡΙΚΑ ΣΤΙΣ 22.7.1974 ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΑΕΡΟΠΛΑΝΩΝ ΠΟΥ ΜΕΤΕΦΕΡΑΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΑΥΤΑ ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΝ ΝΑ ΠΡΟΣΓΕΙΩΘΟΥΝ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΟΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΕΣ ΤΟΥ ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΟΥ ΝΑ ΜΗ ΠΡΟΛΑΒΟΥΝ ΝΑ ΕΝΗΜΕΡΩΘΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ ΚΑΤΑΡΡΙΨΟΥΝ

Οι δραματικές στιγμές κατά την κατάρριψη των ελληνικών αεροπλάνων που μετέφεραν ενισχύσεις στην Κύπρο στο αεροδρόμιο Λευκωσίας τις πρωϊνές ώρες της 22ας Ιουλίου 1974 ξετυλίχθηκαν σε δικαστήριο των Αθηνών που εκδίκασε, ύστερα από πέντε χρόνια, αγωγή που κίνησαν οι γονείς ενός από τους φονευθέντες, του Δεκανέα Ευάγγελου Τσάκωνα από την Τραχειά Αργολίδος.

Ταυτόχρονα το δικαστήριο (Εφετείο Αθηνών) επιδίκασε αποζημίωση 400.000 δραχμών και μηνιαία σύνταξη 6.000 δραχμών στους γονείς του Τσάκωνα.

Η απόφαση του Δικαστηρίου ισοδυναμούσε σύμφωνα με την αθηναϊκή εφημερίδα "Βραδυνή" της 22ας Οκτωβρίου 1979 έμμεσο άνοιγμα του φακέλου της κυπριακής τραγωδίας.

Σύμφωνα με την εφημερίδα σύμφωνα με απόφαση (του Πρωτοδικείου πρώτα και αργότερα του Εφετείου) "υφίσταται απόλυτη ευθύνη του Ιωαννίδη και των υπηρετούντων στην Κύπρο Διοικητού της Εθνοφρουράς Γεωργίτση, του Γιαννακοδήμου και άλλων 102 αξιωματικών που έλαβαν μέρος στην συνωμοσία και το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου το οποίο έδωσε την ευκαιρία στους τούρκους να πραγματοποιήσουν εισβολή".

Ακόμα ανέφερε η "Βραδυνή" υφίστατα επίσης απόλυτη ευθύνη "του Γενικόύ Επιτελείου και ειδικώτερα του Ιωαννίδη και Μπονάνου γιατί διέταξαν την μεταφοράν στρατού στην Κύπρο χωρίς προηγουμένως να ενημερώσουν τις εκεί στρατιωτικές μας δυνάμεις για την άφιξη των αεροσκαφών και του Διοικητού του αεροδρομίου Σούδας διότι διέταξε την απογείωση και ανααχώρηση για τη Λευκωσία 14 αεροσκαφών με 800 επιλέκτους στρατιώτες χωρίς να έχει στείλει εγκαίρως ειδικό σήμα για την ακριβή ώρα αφίξεως ικαι προσγειώσεως των αεροσκαφών, του τότε Διοικητή της ΕΛΔΥΚ και της Εθνικής Φρουράς που δεν είχαν ενημερώσει την Ελλαδα για την κατάσταση που επικρατούσε στο αεροδρόμιο".

Στην πλήρη απόφαση του Εφετείου αναφέρεται ότι στις 22 Ιουλίου απογειώθηκε από τη βάση της Σούδας ένα ελληνικό πολεμικό αεροσκάφος για να μεταφέρει Λοκατζήδες στη Λευκωσία.

Ο διοικητής όμως της βάσης της Σούδας παρέλειψε να ενημερώσει τον διοικητή του αεροδρομίου της Λευκωσίας ότι στέλλονται εκεί με αεροσκάφος δυνάμεις των ΛΟΚ. Ετσι μόλις το ελληνικό μεταγωγικό έφθασε πάνω από τη Λευκωσία οι ελληνοκύπριοι στρατιώτες το εξέλαβαν ως τουρκικό (μαζί με τα άλλα αεροσκάφη) και το κατέρριψαν. Αποτέλεσμα ήταν να σκοτωθούν οι λοκατζήδες μεταξύ των οποίων ήταν και ο δεκανεύς Ευάγγελος Τσάκωνας.

Το πλήρες κείμενο της απόφασης του Εφετείου, το οποίο επεδίκασε τις αποζημιώσεις στην οικογένεια του Ευάγγελου Τσάκωνα, έχει ως εξής:

"Αριθμός 2658/1979.

Το δικαστήριον των εν Αθήναις Εφετών Α Τμήμα τακτικής συγκείμενον εκ των δικαστών Κωνσταντίνου Βαρδάκη, Προέδρου, Δημητρίου Σταματοπούλου και Αναστασίου Ατματζίδη Εισηγητού Εφετών,

Συνεδριάσαν δημοσία και εν τω ακροατηρίω του την 27ην Φεβρουαρίου 1978, παρουσία και του Γραμματέως του Πολυχρονοπούλου, ίνα δικάσει μεταξύ

Του εκτελούντος Ελληνικού δημοσίου νομίμως εκπροσωπουμένου υπό του Υπουργοού των Οικονομικών προεδρεύοντος εν Αθήνας παραστάντος διά της πληρεξουσίου των δικηγόρου Κλαίρης Παλαιολόγου, των εφεσιβλήτων. 1). Ανδρέου Τσάκαωνα, 2) Δήμητρας συζ. Ανδρ. Τσάκωνα, το γένος Ιωάν. Τζανέτου, 3 ) Αλεξάνδρας θυγ. Ανδρέου Τσάκωνα, νομίμως εκπροσωπουμένης, 4) Ιωάννου Ανδρέου Τσάκωνα, νομίμως εκπροσωπουμένου κατοίκων Τραχείας Αργολίδος, παραστάντων διά του πληρεξουσίου δικηγόρου Μιχ. Παπαβασιλείου.

Επί της από 7 Δεκεμβρίου 1976 νομίμως κατατεθείσης περί διατροφής αποζημιώσεως ψυχικής οδύνης των εναγόντων ήδη εφεσιβλήτων απευθυνομένης ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών εξεδόθησαν η υπ' αρ. 12089/77 προδικαστική ως και η υπ'αρ.14289/1978 οριστική απόφασις του αυτού ως άνω δικαστηρίου δεχθεί τα εν μέρει την αγωγήν.

Την ως άνω οριστικήν απόφασιν εξεκάλεσεν ενώπιον του δικαστηρίου δεχθείσα εν μέρει την αγωγήν.

Την ως άνω οριστικήν απόφασιν εξεκάλεσεν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το καλούν διά της από 13ης Ιανουαρίου 1979 νομίμως κατατεθείσης υπ' αρ. 554 εφέσεως του αιτησομένου το εν τω αιτητικώ αυτής.

Την ώς άνω οριστικήν απόφασιν εξεκάλεσεν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτο το εκκαλούν διά της από 13ης Ιανουαρίου 1979 νομίμως κατατεθείσης υπ' αρ.554 εφέσεως του αιτησομένου το εν τω αιτητικώ αυτής.

Η ως άνω έφεσις αχθείσα προς συζήτησιν κατά την εν αρχή της παρούσης αναφερομένην συνεδρίασιν και εκφωνηθείσα κατά την σειράν του οικείου πινακίου συνεζητήθη παρισταμένων των διαδίκων ως άνω σημειούται. Ακούσαν των πληρεξουσίων δικηγόρων των διαδίκων αναφερθέντων εις τας κατατεθείσας εγγράφως προτάεις των,

Ιδόν την δικογραφίαν,

Σκεφθέν κατά τον Νόμον

Επειδή νομίμως εφέρετο προς συζήτησιν ενώπιον του δικαστηρίου τούτου η εκπροθέσμως και προσκόντως ασκηθείσα υπό κρίσιν έφεσις του αναγομένου δημοσίου κατά της υπ' αρ. 14289/78 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών δι' ης μετ' εκτίμησιν των τεθεισών αποδείξεων εγένετο εν μέρει δεκτή η από 7/12/76 νόμιμος αγωγή των εφεσιβλήτων αυτών γονέων και αδελφών του κατά την 22.7.1974 εν Κύπρω θανόντος δεκανέως Ευαγγ. Τσάκωνα και αιτησομένων την πληρωμήν των εν αυτή χρηματικών ποσών προς αποκατάστασιν της ζημίας (στέρησις διατροφής) και ικανοποίησιν της φυσικής οδύνης ην υπέστησαν ούτοι εκ του θανάτου του ρηθέντος Ευαγγ. Τσάκωνα προκληθέντος εκ παρανόμων παραλείψεων των αρμοδίων στρατιωτικών οργάνων του εγκαλούντος. Ούτω τύποις δεκτή καθίσταται η έφεσις και ως τοιαύτη εξεταστέα κατ' ουσίαν αποβαίνει.

Επειδή εκ των κατατεθέντων των ενόρκως εξετασθέντων μαρτύρων των εναγόντων του εναγομένου ουδένα μάρτυρα εξετάσαντος νομίμως ληφθεισών επί των θεμάτων αποδείξεων της οικείας προδικαστικής αποφάσεως και περιεχομένων εις την πρσκομίζουσαν υπ' αρ. 4464/77 εισηγητικήν έκθεσιν του Πρωτοδικείου Αθηνών, εκτιμωμένων εν τω συνόλω των και εν συνδυασμώ προς τα πάντα τα εκατέρωθεν νομίμως προσαγόμενα και επικαλούμενα ως τεκμήρια έγγραφα (πιστοποιητικόν κοινότητος, το από 24.10.1974 πόρισμα προανακρίσεως η από 18.2.1978 κατάθεσις του μόνου διασωθέντος του στρατιώτου Αθ. Ζαφειρίου, απεδείχθησαν ως αληθή τα εξής πραγματικά περιστατικά. Δυνάμει της συνθήκης της Ζυρίχης, η Ελλάς, η Τουρκία και η Αγγλία ανέλαβον ως εγγυήτριαι δυνάμεις την υποχρέωσιν όπως απαγορεύσουν πάσαν δράσιν σκοπούσαν εις την προώθησιν είτε της ενώσεως της Κύπρου με οιονδήποτε άλλο κράτος είτε του διαμελισμού της νήσου και γενικώς ηγγυήθησαν την ανεξαρτησίαν και ασφάλειαν της δημοκρατίας της Κύπρου. Κατά το πρώτον δεκαήμερον του Ιουλίου 74 ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος έχων βασίμους πληροφορίας ότι μερικοί εκ των εν Κύπρω υπηρετούντων Ελλήνων αξιωματικών (ΕΛΔΥΚ- Εθνοφρουρά) συνωμότουν εις βάρος της Κύπρου και της προσωπικής του ζωής, εζήτησαν από την τότε Κυβέρνησιν Ανδρουτσοπούλου, διορισθείσα από τον δικτάτορα Ταξίαρχον Δημ. Ιωαννίδην την αντικατάστασιν τούτων δι' ετέρων αξιωματικών. Ομως αντί άλλης επισήμου απαντήσεως εξεδηλώθη την 15.7.1974 το παγκοίνως κατά Μακαρίου πραξικόπημα του Δ. Ιωαννίδη, με συνεργούς τους Μιχ. Γεωργίτσην, Διοικητήν Εθνοφρουράς, Παν. Γιαννακοδήμον, Ταξίαρχον και άλλους 102 αξιωματικούς οίτινες αφού διά των όπλων και των αφρόνων πράξεων των κατέλαβον το Προεδρικόν Μέγαρον όπερ και εκάη του Προέδρου Μακαρίου διασωθέντος ως εκ θαύματος και έλυσαν το συνταγματικόν καθεστώς της Κύπρου διώρισαν προσωρινόν Πρόεδρον Κύπρου τον Νικ. Σαμψών, όστις διά την συνέργειαν του ταύτην ετιμωρήθη εν έτει 1976 από το Κακουργιοδικείον της Λυκωσίας.

Οι τούρκοι δραττόμενοι της μοναδικής ως άνω ευκαιρίας προέβησαν την 20.7.1974 στρατιωτικήν απόβασιν εις Κύπρον (Κυρήνεια) οπότε αι ελληνοκυπριακαί δυνάμεις στρατιωτικοί ήρξαντο αμυνόμεναι διά το πάτριον έδαφος και εζητήθησαν ενισχύσεις εξ Αθηνών. Την 22αν Ιουλίου 1974 κατόπιν διαταγής ο δεκανεύς των ΛΟΚ Ευάγγελος Τσάκωνας υιός και αδελφός των εναγόντων, επεβιβάσθη μετά συναδέλφων του εις σταρατιωτικόν αεροσκάφος της αεροπορικής Μονάδας Σούδας-Κρήτης όπερ αφιχθέν εν καιρώ νυκτός άνωθεν του αεροδρομίου Λευκωσίας και λαβόν διάταξιν προσγειώσεως εβλήθη εκληφθέν ως τουρκικόν διά πυρών προερχομένων εκ της ελληνοκυπριακής φρουράς του αεροδρομίου με αποτέλεμα να καταπέσει επί του εδάφους και να θανατωθούν από ελληνικά πυρά άπαντες οι επιβαίνοντες (πλην ενός) εν οις και ο Ε. Τσάκωνα. Η πτώσις του αεροσκάφους και η εντεύθεν θανάτωσις του Ε. Τσάκωνα οφείλεται κατ' αιτιώδη συνάφειαν εις τας παρανόμους παραλείψις των εν διατεταγμένη υπηρεσία τελούντων στρατιωτικών οργάνων του εναγομένου δημοσίου κατά δε την εποχήν εκείνην μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας δεν εγένετο πόλεμος, όστις συμφώνως προς την Γ Σύμβασιν της Χάγης του 1907 αποτελεί και νομικήν κατάστασιν ήτις προϋποθέτει την κήρυξιν του πολέμου με τα γνωστά επακόλουθα διά τους ιδιώτας και τους εμπολέμους οπότε και μόνον λόγω ανωτέρας βίας τας εν καιρώ πολέμου προκληθείσας εις βάρος ιδιωτών ζημίας δεν ευθύνεται το δημόσιον. Ειδικότερον αποδείχθη ότι ο διοικητής του αεροδρομίου Σούδας καίτοι, εγνώριζεν ή ώφειλε απαραιτήτως να γνωρίζει ότι μεταγωγικά αεροπλάνα προσεγγίζοντα εις το αεροδρόμιον Λευκωσίας, εκινδύνευον να καταρριφθούν από αντιαεροπορικά πυρά εν τούτοις επέτρεψε την εκ μονάδος αναχώρησιν του αεροσκάφους με τους οπλίτας χωρίς προηγουμένως να συνεννοηθεί με την διοίκησιν του αεροδρομίου Λευκωσίας περί της επικειμένης αφίξεως του αεροσκάφους, συνεπεία δε της τοιαύτης ουσιώδους παραλείψεως το αεροσκάφος εξελήφθη υπό των αρχών του αεροδρομίου Λευκωσίας ως τουρκικόν και κατερρίφθη υπό των ελληνοκυπριακών δυνάμεων ασφαλείας του αεροδρομίου με τα περιγραφέντα τραγικά αποτελέσματα.

Επειδή ο κυβερνήτης του καταπεσόντος αεροσκάφους επεχείρησε την προσγείωσιν του εις το αεροδρόμιον Λευκωσίας άνευ γνώσεως της εκεί κρατούσης επικινδύνου καταστάσεως και χωρίς να ενημερώσει τον Πύργον Ελέγχου πτήσεων περί της αφίξεως του. Ωσαύτως αμέλεια βαρύνει τους επικεφαλής των ελληνοκυπριακών δυνάμεων αξιωματικούς, οίτινες δεν παρέσχον πληροφορίας προς τους υπευθύνους του αεροδρομίου Σούδας ή προς το Αρχηγείον Στρατού περί της επικρατούσης εις το αεροδρόμιον Λευκωσίας καταστάσεως και των δυσχερειών προσγειώεως αυτών των εκ Σούδας προερχομένων αεροσκαφών. Και τέλος τον Αρχηγείον Στρατού (Μπονάνος- Ιωαννίδης) βαρύνεται με την μη έγκαιρον αποτολήν κρυπτογραφημένου σήματος προς τας αρχάς του αεροδρομίου Λευκωσίας περί της ακριβούς ώρας αφίξεως των αεροσκαφών ώστε να ενημερωθούν εγκαίρως περί αυτού οι φρουροί του αεροδρομίου Λευκωσίας ένθα δεν εγένοντο εχθροπραξίαι μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Και ναι μεν την 01.30 ώραν της 22.7.74 εξεδόθη αστραπιαίον σήμα διατάσσον την δέσμευσιν αντιαεροπορικών όπλων του αεροδρομίου Λευκωσίας, πλην όμως την αυτήν χρονικήν στιγμήν (ώραν 01.30 ήρξαντο προσεγγίζοντα εις τον διάδρομον προσγειώσεως του αεροδρομίου Λευκωσίας τα εκ Σούδας αεροσκάφη και επομένως το εν λόγω σήμα εξεδόθη όλως ακαίρως εξ αμελείας των οργάνων του εναγομένου, αφού ήδη το πρώτον αεροσκάφος εντός του οποίου ευρίσκετο ο Ευάγγ. Τσάκωνας εβάλλετο υπό των φρουρών του αεροδρομίου μη ειδοποιηθέντων εγκαίρως περί της αφίξεως του.

Οθεν δεχθείσα η εκκαλουμένη απόφασις ότι η αμελής συμπεριφορά των αρμοδίων στρατιωτικών οργάνων του εναγομένου επέφερε τον τραγικό θάνατο του δεκανέως Ευαγγ. Τσάκωνα δι' ον και ευθύνεται το Δημόσιον κατ' άρθρο 105. Εισ. Π.ΑΚ ουδόλως εσφάλη εις την ακτίμησιν των προσαχθεισών αποδείξεων και οι τ' αντίθετα υποστηρίζοντες σχετικοί λόγοι της εφέσεως είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

Επειδή εκ του αυτού ως άνω αποδεικτικού υλικού απεδείχθη ότι ο θανών Ευαγγ. Τσάκωνας προ της στρατεύσεως του ήτο οικοδόμος απολυόμενος δε εκ των τάξεων του στρατού την 1.8.75 θα έζη εν όψει της αρίστης υγείας του της ηλικίας του (ετών 22) και κατά την συνήθη πορείαν των πραγμάτων οπωσδήποτε κατά το από 1.8.75 έως 1.8.1978 επίδικον διάστημα καθ' ο εργαζόμενος ως οικοδόμος θα απεκέρδαινε μηνιαίως 12.000 δραχμές. Ούτος θα παρείχε ως διατροφήν εις τους ενάγοντες γονείς του, κατοίκους Τραχειάς Αργολίδος, απόρους και ανικάνους προς εργασίαν του μεν πατρός του πάσχοντος εκ καρδιακού νοσήματος (έμφαγμα) της δε μητρός του υποστάσης ψυχικόν κλονισμόν εκ της κατά τα ανωτέρω θανατώσεως του υιού της και ως εκ τούτου μη δυναμένους να διαθρέψουν εαυτούς, μηνιαίως εις έκαστον δρχ 2.500, ποσόν όπερ είναι ανάλογον προς την κοινωνικήν θέσιν των και την οικονομικήν του υιού των κατάστασιν αφαιρουμένης όμως της εις τον ενάγοντα πατέρα καταβαλλομένης υπό του δημοσίου συντάξεως. Επίσης θα παρείχε ο θανών διατροφήν εις την ενάγοντα ανήλικον αδελφόν του (έτος γεννήσεως 1959) μη εργαζόμενον ουδέ περιουσίαν έχοντα και επομένως αδυνατούντα να διαθρέψει εαυτόν, εν όψει και της αδυναμίας των γονέων του όπως τον διαθρέψουν ποσόν δρχ 1000 μηνιαίως όπερ τυγχάνει ανάλογον προς την κοινωνικήν του θέσιν και την οικονομικήν κατάστασιν του αποβιώσαντος υποχρέου αδελφού του. Πάντα ταύτα προκύτπουν εκ της σαφούς καταθέσεως του μάρτυρος αποδείξεως Πέτρου Ματζαβάλου, δημ. υπαλλήλου και συνάδουν προς τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής. Οθεν αύτα δεχθήσα και η εκκαλουμένη απόφασις ουδόλως εσφάλη εις την εκτίμησιν των προκληθεισών αναδείξεων και ο περί του εναντίον σχετικός λόγος της εφέσεως είναι απορριπτέος και αβάσιμος.

Επειδή στο τέλος και το δικαστήριον τούτο λαμβάνουν υπ' όψιν του τας ρηθείσας τραγικάς συνθήκας του θανάτου του Δεκανέως των ΛΟΚ Ευάγγ. Τσάκωνα, τον βαθμόν του πταίσματος των οργάνων του εναγομένου, την περιουσιακήν κατάστασιν των διαδίκων και το ψυχικόν άλγος των εναγόντων, κρίνει ότι ανάλογον προς χρηματικήν ικανοποίησιν της ψυχικής οδύνης εκάστου των εναγόντων και ηθικήν αυτών παρηγορίαν είναι το ποσόν των 150.000 δραχμών δι' έκατον γονέα και δρχ. 50.000 δι' εκατον αδελφόν, ως ορθώς εδέξατο και η εκκαλουμένη απόφασις και ο τ'αντίθετα υποστορίζων σχετικός λόγος της εφέσεως ήτοι ότι υπερβολικά τυγχάνουν τα επιδικασθέντα ποσά απορριπτέος ως αβάσιμος ελλέγχεται της δικαστικής δαπάνης του παρόντος αριθμού συμψηφιζομένης διά το εύλογον της εκατέρωθεν αμφιβολίας περί την εκβασιν της δίκης των.

Διά τούτο

Δικάζον αντιμαλία των διαδίκων,

Δέχεται τύποις και απορρίπτει κατ' ουσίαν την υπό κρίσιν έφεσιν, και

Συμψηφίζει ολοσχερώς την του παρόντος βαθμού δικαστικήν δαπάνην των διαδίκων.

Εκριθη και απεφασίσθη εν Αθήναις τη 21 Μαρτίου 1979 και εδημοσιεύθη δ' αυτόθι τη 23η Μαρτίου ιδίου έτους.