Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

4 .7.1978: Το Ανώτατο Δικαστήριο στο οποίο προσφεύγει ο Γώγως Κακογιάννης υποστηρίζοντας ότι είναι αντισυνταγματικός ο Νόμος για την "Κάθαρση", εκδίδει προσωρινό διάταγμα αναστολής των διαδικασιών του Πειθαρχικού Συμβουλίου για την Κάθαρση.

S-2136

4.7.1978: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΡΟΣΦΕΥΓΕΙ Ο ΓΩΓΩΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΝΤΑΣ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΣ Ο ΝΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ, ΕΚΔΙΔΕΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΤΟΥ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΣΗ

Στις 11 Μαϊου 1977 ο υπουργός Δικαιοσύνης Γεώργιος Ιωαννίδης πληροφόρησε τη Βουλή που ασκούσε πιέσεις στην Κυβέρνηση για προώθηση της κάθαρσης από τη Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία και τους Ημικρατικούς Οργανισμούς, ότι πολύ σύντομα θα διορίζονταν τα σώματα για την κάθαρση σύμφωνα με τον σχετικό Νόμο που ενέκρινε η Βουλή.

Την πρόθεση της Κυβέρνησης ανακοίνωσε στη Βουλή ο Πρόεδρος του Σώματος Σπύρος Κυπριανού κατά τη διάρκεια της συζήτησης έκθεσης της Επιτροπής Εσωτερικών του Σώματος για το θέμα της κάθαρσης.

Ο Σπύρος Κυπριανού ανακοίνωσε επίσης ότι τις τελευταίες ημέρες εντάθηκαν οι καταγγελίες εναντίον πραξικοπηματιών και ότι μέχρι τη στιγμή εκείνη είχαν γίνει 1800 καταγγελίες.

Η συζήτηση στη Βουλή έγινε ύστερα από κατάθεση πρότασης από τους βουλευτές Χριστόφορο Χριστοφίδη, Ανδρέα Φάντη και Δώρο Θεοδώρου με την οποία παρεχόταν στον Υπουργό Δικαιοσύνης το δικαίωμα να δέχεται καταγγελίες εναντίον υπαλλήλων και μετά την εξάμηνη παράταση που πρόβλεπε ο Νόμος που είχε εγκρίνει η Βουλή στις 20 Ιανουαρίου, αν έκρινε τούτο αναγκαίο.

Το θέμα του χρόνου της υποβολής καταγγελιών εναντίον πραξικοπηματιών θεωρείτο σημαντικό για τη Βουλή και αποτέλεσε αιτία κάποιων προστριβών γιατί η Κυβέρνηση πίστευε ότι οι έξη μήνες ήταν αρκετοί ώστε να μη παραταθεί το όλο θέμα.

Κατά τη συζήτηση στη Βουλή οι διάφοροι βουλευτές και από τα τρία κόμματα (ΕΔΕΚ, ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ) εξέφρασαν την ανησυχία τους για την καθυστέρηση που παρατηρείτο στην προώθηση της κάθαρσης.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΑΚΕΛ Εζεκίας Παπαϊωάννου επανέλαβε ότι ο λαός δικαιολογημένα ανησυχεί για την καθυστέρηση διότι ενώ παρήλθαν τέσσερις μήνες δεν άρχισε ακόμα η λειτουργία του μηχανισμού της κάθαρσης.

Ο Βάσος Λυσσαρίδης τόνισε ότι άνθρωποι που απελύθησαν από τους πραξικοπηματίες δεν έχουν ακόμα προσληφθεί.

Αυτά όλα, είπε, δημιουργούν την απορία ότι η κυβέρνηση δεν θέλει την κάθαρση.

Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΔΗΚΟ Αλέκος Μιχαηλίδης ανέφερε ότι δεν επιδιώκεται η θυματοποίηση κανενός "αλλά και δεν είμεθα διατεθειμένοι να ξαλαφρώσουμε τους λίγους από το βάρος της προδοσίας".

Ο υπουργός Δικαιοσύνης τήρησε το λόγο του και το Υπουργικό Συμβούλιο διάλεξε μια σημαδιακή ημέρα, τη 15η Ιουλίου 1977, για να δημοσιεύσει τον διορισμό των μελών των δυο Σωμάτων για την κάθαρση.

Η απόφαση λήφθηκε η Πορηγουμένη κατά την συνεδρία του Σώματος υπό τη προεδρία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.

Τα μέλη των δυο σωμάτων που διορίστηκαν (Πειθαρχικό Σμβούλιο και Επιτροπή έρευνας) ήταν τα ακόλουθα:

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ:

Γεώργιος Λαδάς, δικηγόρος από τη Λευκωσία Πρόεδρος και μέλη Φρίξος Πετρίδης από τη Λευκωσία, Λάμπρος Πελεκάνος, δικηγόρος από τη Λευκωσία, Μάριος Ηλιάδης, δικηγόρος από τη Λεμεσό, Χρίστος Δερμονοσιάδης, δικηγόρος από την Αμμόχωστο, Κώστας Κυπρίδημος, δικηγόρος της Δημοκρατίας, Χρίστος Μελετίου ιατρός από τη Λευκωσία, Χρίστος Πετρώνδας, από τη Λευκωσία και Λοϊζής Χριστοδούλου από τη Λευκωσία.

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΡΕΥΝΑΣ:

Σάββας Νικολαϊδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας Πρόεδρος και Μέλη Ανδρέας Μάγος, δικηγόρος από τη Λευκωσία, Ανδρέας Δημητριάδης, δικηγόρος από την Πάφο, Αντώνιος Σκορδής, δικηγόρος από την Αμμόχωστο, Μιχαήλ Βασιλείου δικηγόρος από τη Λευκωσία και Νίκος Κλεάνθους δικηγόρος από τη Λάρνακα.

Προτού καν η Διερευνητική Επιτροπή για την κάθαρση πιάσει δουλειά αποφασίστηκε ενίσχυση της με άλλα πρόσωπα για να μπορεί να εξετάζει περισσότερες υποθέσεις Δημοσίων υπαλλήλων που υπήρχαν εναντίον τους καταγγελίες ότι αναμίχθηκαν στο πραξικόπημα.

Το όλο θέμα παραπέμφθηκε στο υπουργικό το οποίο καλείτο να εγκρίνει σχετικό τροποποιητικό νομοσχέδιο του βασικού Νόμου καθώς η Νομική Υπηρεσία άρχισε να διατυπώνει κατηγορίες εναντίον δημοσίων υπαλλήλων.

Παράλληλα η Πειθαρχική Επιτροπή παρουσίασε μερικούς φακέλους ενώπιον του Υπουργικού το οποίο αποφάσισε (Αγών 5.5.78) παραπομπή τους ενώπιον της Πειθαρχικής Επιτροπής.

Ωστόσο μόλις άρχισε η εκδίκαση των πρώτων υποθέσεων αξιωματικών της αστυνομίας (7.6.1978) ο συνήγορος υπεράσπισης Λεύκος Κληρίδης με προδικαστική του ένσταση χαρακτήρισε το Πειθαχικό Συμβούλιο για την Κάθαρση ως αντισυνταγματικό δικαστήριο και προειδοποίησε ότι με τη διαδικασία που ακολουθείται η Εκτελεστική Εξουσία παρεμβαίνει στην αρμοδιότητα της δικαστικής Εξουσίας.

Την άποψη ότι το Συμβούλιο αποτελούσε Δικαστήριο υποστήριξε και ο δικηγόρος Γεώργιος Κακογιάννης, ο οποίος τόνισε ότι αν αυτό δεν ήταν αλήθεια τότε οι λέξεις άρχισαν να χάνουν τη σημασία τους.

Στους ισχυρισμούς των δυο δικηγόρων απάντησε ο Κλαύδιος Αντωνιάδης, δικηγόρος της Δημοκρατίας, ο οποίος είπεν ότι πρόκειται για Πειθαρχικό Συμβούλιο που θα λειτουργεί με διαδικασία Πειθαρχικού Συμβουλίου και έχει

εξουσίες, όπως και τα ποινικά δικαστήρια. Οι ποινές που θα επιβάλλει το Συμβούλιο είναι καθαρώς πειθαρχικές, είπε.

Στις προδικαστικές ενστάσεις ο Λεύκος Κληρίδης που παρουσιάστηκε με τη δ. Νικολάου για τους Χριστόδουλο Αργυρού και Γιάγκο Λάμπρου, είπε ότι ο Νόμος που προβλέπει τη σύσταση του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι αντισυνταγματικός και δεδομένου ότι υπάρχει ήδη Νόμος και Κανονισμός που δεν καταργήθηκαν και που προβλέπουν ότι οι αστυνομικοί διώκονται πειθαρχικώς από το Πειθαρχικό Σώμα της Αστυνομίας.

Ακόμα είπε ότι η σύνθεση της Επιτροπής Ερευνας και του Πειθαρχικού Συμβουλίου δεν συνάδει με τους κανονισμούς φυσικού δικαίου δεδομένου ότι της επιτροπής και του Συμβουλίου προεδρεύουν δυο δικηγόροι της Δημοκρατίας, ενώ τρίτος παρουσιάζεται ενώπιον του Συμβουλίου σαν κατηγορούσα αρχή.

Ο Λεύκος Κληρίδης είπε ότι η διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου είναι παράνομη και άκυρη διότι ο Νόμος προβλέπει ότι το υπουργικό αφού του διαβιβασθεί ο φάκελος από την Εισαγγελία αποφασίζει κατά πόσον θα παρουσιασθεί ενώπιον της Επιτροπής οποιαδήποτε υπόθεση.

Το υπουργικό, πρόσθεσε, δεν έχει καμιά εξουσία να παρεμβαίνει ή επεμβαίνει διότι έτσι υπεισέρχεται η Εκτελεστική Εξουσία στη Δικαστική.

Ο Λεύκος Κληρίδης ολοκλήρωσε την αγόρευση του λέγοντας ότι το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελεί ειδικό ή έκτακτο δικαστήριο που είναι αντισυνταγματικό και κατέληξε με την αξίωση όπως οι πελάτες του εφοδιασθούν με τις έγγραφες καταθέσεις που υπάρχουν εναντίον τους, ώστε να γνωρίζουν πως να αντιμετωπίσουν τις κατηγορίες.

Ο Γώγος Κακογιάννης παρουσιάστηκε για τους Δήμο Ζένιο και Γιαννάκη Χαραλάμπους είπε ότι χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων του για τη σύνθεση του Δικαστηρίου τη συνταγματικότητα και τη δικαιοδοσία του να δικάσει τα αδικήματα που κατηγορούνται οι πελάτες του ζήτησε όπως οι υποθέσεις μη προχωρήσουν εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του Ανωτάτου προσφυγές που σχετίζονται με την παρούσα υπόθεση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Λάμπρος Πελεκάνος): Υπάρχει η εντύπωση ότι δεν είμαστε δικαστήριο.

ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Οχι. Είστε δικαστήριο. Αν μου πείτε ότι δεν είσθε τότε θα πάρω τα βιβλία μου και θα φύγω. Ο Νόμος μιλά για Πειθαρχικό Συμβούλιο και για διαδικασία επιβολής ποινών. Αν δεν είναι δικαστήριο αυτό τότε οι λέξεις άρχισαν να χάνουν τη σημασία τους.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο Νόμος έχει εκχωρήσει ορισμένες εξουσίες.

ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Δεν είμαι διατεθειμένος να μιλώ για τους τοίχους. Θα ήθελα ό,τι λέγεται να γράφεται.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η θέση μου είναι ότι ασκούμε διοικητική εξουσία.

ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Ποίου η θέση, του Γενικού Εισαγγελέα; Ξέρετε καλά ότι εγώ δεν είμαι πραξικοπηματίας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είμαστε ανεξάρτητο σώμα. Εχουμε την εντύπωση ότι είμαστε δικοικητικό όργανο. Μπορείτε αν θέλετε να προχωρήσετε. Είναι η πρώτη συνεδρία και θέλουμε όλων την βοήθεια. Ουδέποτε διενοήθημεν ότι η υπεράσπιση είναι τοποθετημένη πολιτικά.

ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Παρακαλώ να κρατούνται πρακτικά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δόθηκαν ήδη οδηγίες.

ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Οι πελάτες μου πήραν γραπτή επιστολή από τον Υπουργό Εσωτερικών με την οποία πληροφορούντο ότι προήγοντο σε ανώτερο βαθμό. Αργότερα ο υπουργός, λόγω ορισμένων παρεμβάσεων τους ειδοποίησε ότι αποστέλλεται η προαγωγή μέχρι διευκρινήσεως πληροφοριακών στοιχείων που ελήφθησαν εναντίον τους. Τα στοιχεία αυτά είναι τα ίδια με εκείνα που στήριξαν προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Πόσο άδικο θα ήταν αν στο μέσο της διαδικασίας έλθει το δικαστήριο αυτό και αποφανθεί κατά πόσο οι κατηγορίες ευσταθούν. Αυτό δεν θα αποτελέσει πλήγμα και θα δέσει τα χέρια του δικαστή που δικάζει την υπόθεση εκείνη; Δυνάμει του Νόμου δικαιούσθε σε υποβιβασμό ενός δημοσίου υπαλλήλου. Ερωτώ: Αν αποφασίσετε να τους υποβιβάσετε ποίος είναι ο βαθμός στον οποίο θα στηριχθείτε; Μήπως από τη θέση που βρίσκονται σήμερα ή από τη θέση στην οποία προήχθησαν από τον υπουργό Εσωτερικών και τον μετέπειτα υποβιβασμό τους, ενέργεια για την οποία έγινε προσφυγή στο ανώτατο; Στο παρόν στάδιο δεν αμφισβητώ τη συνταγματικότητα του Συμβουλίου που είναι δικαστήριο και ζητώ όπως σταματήσει η διαδικασία ενώπιον του μέχρι να αποφανθεί το ανώτατο για τις προσφυγές.

Οι ενστάσεις δεν γίνονται ενώπιον διοικητικού σώματος, αλλά ενώπιον δικαστηρίου και αυτό το μαρτυρεί το γεγονός ότι παρουσιάζομαι σαν δικηγόρος και όχι σαν φίλος των πελατών μου πράγμα που σημαίνει ότι ακολουθείται δικαστικής φύσης διαδικασία.

ΚΛΑΥΔΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ: Αν το Συμβούλιο αποφασίσει ότι δεν είναι δικαστήριο, αλλά Πειθαρχικό Συμβούλιο,τότε δεν υπάρχει κίνδυνος η απόφαση να επηρεάσει τις εκκρεμούσες προσφυγές στο Ανώτατο.

ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ: Με εκπλήττει ο ισχυρισμός ότι δεν ευρίσκομαι ενώπιον δικαστηρίου παρά μόνο ενώπιον Διοικητικού Σώματος. Διοικητικά σώματα αποτελούνται από μέλη της διοίκησης και όχι από άτομα που ασκούν ελεύθερο επάγγελμα και έχουν διορισθεί. Δηλαδή είναι σαν να λέμε εμείς εδώ δεν είμαστε άνθρωποι, αλλά ζώα, αλλά ο νόμος μας ονομάζει ανθρώπους.

Το Συμβούλιο έκρινε ότι ήταν αρμόδιο να ασχοληθεί με τις υποθέσεις των δυο αστυνόμων ενώ απέρριψε την ένσταση του Κακογιάννη και αυτός προσέφυγε στο Ανώτατο.

Εναντίον των αστυνόμων Δήμου Ζένιου και Γιαννάκη Χαραλάμπους απαγγέλθηκαν διάφορες κατηγορίες για ενέργειες κατά το πραξικόπημα.

Ο Ζένιος αρνήθηκε να απαντήσει στις κατηγορίες ενώ ο Χαραλάμπους ζήτησε πίστωση χρόνου.

Ενώπιον του Συμβουλίου για την Κάθαρση παρουσιάστηκαν επίσης οι υποθέσεις των υπαστυνόμων Αυγουστή Ευσταθίου, Αργύρη Θεοφάνους και Γεώργιου Ράφτη πέραν των υποθέσεων των Χριστόδουλου Αργυρού και Γιάγκου Λάμπρου, αλλά όταν οι συνήγοροι τους Λεύκος Κληρίδης και Ανδρέας Παπαχαραλάμπους υπέβαλαν προδικαστική ένσταση αξιώνοντας αναστολή των διαδικασιών, εν όψει της εκκρεμούσης αίτησης του δικηγόρου Γώγου Κακογιάννη στο Ανώτατο με την οποία υποστήριζε ότι το Συμβούλιο ήταν αντισυνταγματικό.

Ωστόσο το Πειθαρχικό απέρριψε και αυτή την ένσταση υποστηρίζοντας ότι δεν είναι δικαστήριο αλλά Διοικητικό όργανο.

Την ιδια άποψη για αντισυνταγματικότητα του Νόμου υποστήριξε ο Γεώργιος ή Γώγος Κακογιάννης κατά την αγόρευση του στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Δεν παρεμβάλλω εμπόδια στην κάθαρση, είπε ο Κακογιάννης, αλλά πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην επικράτηση της νομιμότητας και συνταγματικής τάξης, τα οποία είναι εχέγγυα της δημοκρατίας.

Αν αφεθεί η καταπάτηση του νόμου και της συνταγματικής τάξης πολύ πιθανόν να διατρέξουμε κίνδυνο δευτέρου πραξικοπήματος είπε προσθέτοντας ότι ο εκπρόσωπος του Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος παρουσιάζεται στις υποθέσεις ως Κατηγορούσα Αρχή δεν δικαιούται να εμφανίζεται και στο Ανώτατο Δικαστήριο ως εκπρόσωπος του Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου γιατί έτσι έρχεται σε αντίφαση ο ρόλος ου.

Κι' αυτό όπως είπε γιατί όπως φαίνεται όλοι οι ρόλοι-κατηγόρου, ερευνητή και δικαστή- συγκεντρώνονται στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα.

Τα όσα ανέφερε ο Κακογιάννης προσπάθησε να ανατρέψει ο Αντωνιάδης προσθέτοντας ότι ο Γενικός Εισαγγελέας έχει δικαίωμα να υπερασπίζεται όλες τις δίκες ύπερ ή κατά της Δημοκρατίας.

Ο διορισμός, πρόσθεσε, Δικηγόρων της Δημοκρατίας, σε θέσεις στα Σώματα της Καθάρσεως έγινε με βάση την προσωπική τους ιδιότητα.

Στις 4 Ιουλίου 1978 το Ανώτατο διέταξε με προσωρινή απόφαση του αναστολή των διαδικασιών του Πειθαρχικού Συμβουλίου για την Κάθαρση που ασχολείτο με την υπόθεση των δυο Αστυνόμων, μέχρι τις 26 του μήνα που θα ακούσει τις πλήρεις απόψεις του Γώγου Κακογιάννη για τις ενστάσεις του για αντισυνταγματικότητα του Συμβουλίου.

Ωστόσο το Ανώτατο απέρριψε ένσταση του Κακογιάννη ότι ο δικηγόρος της Δημοκρατίας δεν δικαιούται να εκπροσωπεί το Πειθαρχικό Συμβούλιο στο Ανώτατο.

Με την απόφαση του Ανωτάτου για αναστολή των εργασιών του Πειθαρχικού διαφώνησε ο δικαστής Ανδρέας Λοϊζου.

Η απόφαση του Δικαστηρίου εκδόθηκε καθώς το Σαββατοκυρίακο 1-2 Ιουλίου 1978 άγνωστοι αποπειράθηκαν να δκαρρήξουν το κτίριο στο οποίο στεγαζόταν το Πειθαρχικό Συμβούλιο.

Η Αστυνομία πίστευε ότι στόχος των επίδοξων διαρρηκτών ήταν οι φάκελοι και τα τεκμήρια που βρίσκονταν στους φακέλους για την κάθαρση.

Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και στο Πειθαρχικό που συνήλθε στις 6 Ιουλίου 1978 για τις υποθέσεις των Υπαστυνόμων Αυγουστή Ευσταθίου, Αργύρη Θεοφάνους, Γεωργίου Ράφτη, Χριστόδουλου Αργυρού και Γιάγκου Λάμπρου με συνηγόρους τους Λεύκο Κληρίδη και Ανδρέα Παπαχαραλάμπους.

Το Πειθαρχικό Συμβούλιο απέρριψε ενστάσεις της υπεράσπισης και αρνήθηκε να εξετάσει προδικαστικές ενστάσεις τονίζοντας ότι είναι Πειθαρχικό Συμβούλιο και όχι δικαστήριο.

Παράλληλα το Σώμα όρισε διάφορες ημερομηνίες μέσα στον Αύγουστο για ακρόαση των υποθέσεων των πέντε υπαστυνόμων.

Οι Λεύκος Κληρίδης και Ανδρέας Παπαχαράλμπους ακολούθησαν, ωστόσο, την ενέργεια του Γώγου Κακογιάννη και στις 14 Ιουλίου προσέφυγαν κι' αυτοί στο Ανώτατο Δικαστήριο και με αίτηση τους ζήτησαν αναστολή των διαδικασιών του Πειθαρχικού Συμβουλίου Καθάρσεως μέχρι να ξεκαθαρίσει το θέμα των αρμοδιοτήτων τ