Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

16.7.1974: Ο Νίκος Σαμψών αναφέρει ότι με προσωπική παρέμβαση του συνέβαλε ώστε να σωθεί ο υπεύθυνος του Τμήματος Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων, ανακριτής Κύπρος Μουρουζίδης, που κρυβόταν στο Καϊκακλί.

S-2106 (A)

16.7.1974: Ο ΝΙΚΟΣ ΣΑΜΨΩΝ ΑΝΑΦΕΡΕΙ ΟΤΙ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΕΒΑΛΕ ΩΣΤΕ ΝΑ ΣΩΘΕΙ Ο ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΩΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ, ΑΝΑΚΡΙΤΗΣ ΚΥΠΡΟΣ ΜΟΥΡΟΥΖΙΔΗΣ ΠΟΥ ΚΡΥΒΟΤΑΝ ΣΤΟ ΚΑΙΜΑΚΛΙ

Στις "αναμνήσεις" του από το πραξικόπημα στη διάρκεια της "προεδρίας" του ο Νίκος Σαμψών περιέγραψε διάφορες παρεμβάσεις του για να βοηθήσει, όπως αναφέρει, στη διάσωση διαφόρων αξιωματικών της Αστυνομίας.

Εγραψε ο Νίκος Σαμψών στην εφημερίδα του ΜΑΧΗ στις 6 Οκτωβρίου 1974 (4 συνέχειες) κάτω από τον τιτλο "γιατί δέκτηκα την προεδρίαν":

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΦΟΝ

" Αργά το απόγευμα (της Τρίτης 16η Ιουλίου) με επληροφόρησε ο Αρχηγός της Αστυνομίας κ. Μιχαλάκης Παντελίδης ότι ο υπαστυνόμος Δημητράκης Δημητράκης Κωνσταντινίδης ευρίσκετο εις την Παναγιά της Πάφου μαζί με τους λοχαγούς του Εφεδρικού Σώματος κ.κ. Παπακώστα και Παστελλόπουλον και με άνδρες του εν εν λόγω Σώματος. Του ετηλεφώνησεν και εζήτησεν να ομιλήση εις τον Πρόεδρον. Εδωσα εντολήν όπως επικοινωνήσουν στο τηλέφωνον της Παναγιάς και να ζητήσουν τον Υπαστυνόμον κ. Δημ. Κωνσταντινίδην. Πράγματι σε λίγην ώραν μιλούσα μαζί του.

Ο κ. Δημ. Κωνσταντινίδης ανέφερεν ότι εις την Παναγιάν ευρίσκοντο άνδρες του Εφεδρικού, οπλισμένοι, έχοντας επικεφαλής τους λοχαγούς Παπακώστα και Παστελλόπουλον.

Μου ανέφερεν επίσης ότι ήθελαν να παραδοθούν, αλλά εφοβούντο διά την ζωήν τους. Και ήθελαν να μιλήσουν μαζί μου, διά να τους εγγυηθώ ότι δεν θα εκινδύνευεν η ζωή τους.

Διαβεβαίωσα τον υπαστυνόμον ότι ουδένας κίνδυνος υπήρχεν και ότι έδωσα σχετικές διαταγές κανένας να μη πάθη τίποτε. Ούτω να κακοποιηθή και φυσικά να φονευθή.

Ο Υπαστυνόμος Δ. Κωνσταντινίδης εδέχθη τον λόγον μου, αλλά μου είπεν να τα πω και εις ένα εκ των δυο λοχαγών του Εφεδρικού. Ετσι μίλησα και με τον ένα εξ αυτών. Είλικρινώς δεν θυμάμαι με ποίον εκ των δύο. Κάτι θα συνέβη, κάτι έκτακτον και ξέχασα να γράψω στο σημειωματάριον μου, με ποίον εκ των δύο λοχαγών συνωμίλησα. Πάντως τον διαβεβαίωσα διά την ασφάλειαν των δύο λοχαγών, των ανδρών τους και του υπαστυνόμου Δημ. Κωνσταντινίδη. Τους έδωσα σχετικές οδηγίες διά την παράδοσιν τους και πως θα επραγματοποιείτο και έσπευσα εις το γραφείον επιχειρήσεων, όπου ανέφερα την συνομιλία που είχα με την Παναγιά.

Εδωσα και πάλιν σχετικήν εντολην όπως τύχουν πεπολιτισμένης συμπεριφοράς. Πράγματι άπαντες οι προαναφερθέντες παρεδόθησαν. Φυσικά ουδείς τους εκασκοποίησεν καθ' οιονδήποτε τρόπον.

Ο ΦΟΝΟΣ ΤΟΥ Δ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

" Την Τρίτην 16ην Ιουλίου 1974, συνέβη ένα τρομερόν γεγονός εις την επαρχίαν Αμμοχώστου, το οποίον έθεσεν δυναμίτιδα εις τα θεμέλια των υπερανθρώπων, προσπαθειών μου να εμποδίσω τα αντίποινα και την ανδελφοκτόνον αιματοχυσίαν. Ητο ο φόνος του αγωνιστού της ΕΟΚΑ Δημητράκη Παπαδοπούλου, εκ Πυργάς Αμμοχώστου, νυμφευμένου και πατρός τριών ανηλίκων τέκνων, από οπαδούς του ανατραπέντος Προέδρου Μακαρίου.

Είχα μεταβή δι' ολίγον χρονικό διάστημα την ημέραν εκείνην εις το γραφείον Δημοσίων Πληροφοριών. Ξαφνικά ηκούσθησαν φωνές και κραυγές πολλών προσώπων. Εξήλθα αμέσως από το γραφείον του κ. Σπύρου Παπαγεωργίου. Ευρέθην ενώπιον πολλών ενόπλων μελών της ΕΟΚΑ Β. Απαντες ήσαν από την επαρχίαν Αμμοχώστου. Ησαν όλοι έξαλλοι και μερικοί έκλαιαν. Τους φώναξα να ηρεμήσουν και να μου πουν τι συνέβαινε. Τελικώς ηρέμησαν και κάποιος μου ανέφερεν ότι εδολοφονήθη ο Δημητράκης Παπαδόπουλος από την (τα) Πυργά.

Πραγματικώς συνεκλονίσθην από το άκουσμα του θλιβερού μαντάτου. Ο φονευθείς ήτο συμμαθητής μου, συμμαχητής μου εις την ΕΟΚΑ εις Αμμόχωστον και κουμπάρος μου. Μου ανέφεραν τα ονόματα αυτών που τον επυροβόλησαν και εζητούσαν εκδίκησιν. Ελεγαν ότι θα εφόνευαν τον κ. Νίκον Μακρίδη, εκ Λευκονοίκου. Ισχυρίζοντο ότι όταν ο Δημητράκης Παπαδόπουλος είχε τραυματισθή από τους πυροβολισμούς και ήτο πεσμένος ζωντανός εις το έδαφος, οι φονείς του τον περιέλουσαν με ασίτ και τον έκαυσαν.

Μπόρεσα όμως να συγκρατήσω και τα νεύρα μου και τα αισθήματά μου. Είδα ότι μπορούσαν να τιναχθούν εις τον αέρα οι προσπάθειες μου να συγκρατήσω την κατάστασιν και να αποφευχθή η αιματοχυσία. Είδα και πάλιν μπροστά μου να ορθώνεται το απαίσιον φάσμα των εκδικήσεων και αντεκδικήσεων και κατ επέκτασιν του εμφυλίου πολέμου. Κατάλαβα ότι ότι υπήρχεν κίνδυνος να σφαγούν και οι Μακαριακοι Αμμοχώστου, που ήσαν αμέτοχοι του φόνου του Δημητράκη Παπαδοπούλου.

Με δάκρυα εις τους οφθαλμούς μου, μίλησα εις τους άνδρες της ΕΟΚΑ Β και ζήτησα να μη προβούν σε καμμίαν εκδίκησιν και αντεκδίκησιν. Υποσχέθηκα ότι οι ενεχόμενοι εις την δολοφονίαν θα συνελαμβάνοντο και θα εδικάζοντο από τη Δικαιοσύνη. Τους είπα ότι δεν μπορούσαν να πάρουν εκείνοι τον νόμον εις τα χέρια τους και ότι υπήρχεν κράτος.

Υποσχέθηκα ότι θα μετέβαινα προσωπικά εις την κηδείαν του και θα εκηδεύετο με όλες τες τιμές. Είπα, όμως, ότι λόγω της καταστάσεως δεν μπορούσεν να γίνη αμέσως η κηδεία. Και διέταξα να τον ταριχεύσουν. Διέταξα να ταριχεύσουν τον Δημητράκη Πααδόπουλον, με δυνατά φάρμακα, ώστε η ταφή του να γίνη μετά από είκοσι με εικοσιπέντε ημέρες εις ημερομηνίαν που θα καθώριζα, εν συνεννοήσει μαζί τους, αργότερα.

Το έπραξα τούτο, ώστε να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να μη γίνουν αντεκδικήσεις. Ολοι πλην ενός συνεφώνησαν μαζί μου. Εις εξ αυτών εκ Πυργάς, απήντησεν ότι εκείνος θα σκότωνε τον Νίκον Μακρίδην και άλλους, και δεν τον ένοιαζε τι έλεγα.

Χωρίς χρονοτριβήν διέταξα τον αφοπλισμόν του, πράγμα που έγινεν επί τόπου. Επίσης διέταξα να τεθή ούτος σε απομόνωσιν, πράγμα που έγινεν.

Ετσι μπόρεσα νκαι συνεκράτησα την έκρυθμον κατάσασιν. Από το Γραφείον Δημοσίων Πληροφοριών έσπευσα πάραυτα εις το ΓΕΕΦ. Μετέβηκα εις την αίθουσαν των επιχειρήσεων. Και έδωσα ρητή διαταγή προστασίας της ζωής του εκ Λευκονοίκου Νίκου Μακρίδη και των ανθρώπων του, οι οποίοι συνελήφθησαν σε λίγο. Απαντες οι συλληφθέντες απελύθησαν την 20ην Ιουλίου ημέρα Σάββατον, ότε έδωσα γενικήν αμνηστίαν.

Το βράδυ της Τρίτης 16ης Ιουλίου επικοινώνησα με το σπίτι μου. Ητο η δευτέρα φορά που επικοινωνούσα με την οικογένειά μου, από την ώρα που έφυγα από το σπίτι μου διά να μεταφέρω εις το ΓΕΕΦ τους τέσσερις στρατιώτες που ξέκοψαν παρά την ξυλοσχιστικήν μηχανήν της οδού Τσερίου.

Η πρώτη επικοινωνία εγένετο απο την σύζυγον μου ή οποία μου ζήτησε το προηγούμενο βράδυ και έστειλα αυτοκίνητον της αστυνομίας να μεταφέρη ιατρόν εις την ασθενούσαν αδελφήν του βουλευτού κ. Τάσου Παπαδοπούλου, Νίτσαν.

Μετά την επικοινωνία με την οικογένειά μου, ξάπλωσα να κοιμηθώ σ' ένα κάμπετ εκαστρατείας. Μόλις με πήρεν ο ύπνος ξύπνησα από τις ριπές πολυβόλων που έβαλλαν κατά του ΓΕΕΦ και την πολυκατοικίαν "Καλησπέρα". Η ανταλλαγή πυρών συνεχίσθη μέχρι των αυγινών ωρών. Και πάλιν πήρα χάπι διά να διώξξω την ανάγκην του ύπνου.

Το πρωϊ της Τετάρτης 17ης Ιουλίου, μου ανεκοινώθη από την ηγεσίαν του Στρατεύματος ότι η καστάστασις είχε τεθή υπο έλεγχον καθ' άπασαν την νήσο.

Εξαίρεσις ήσαν τρία σημεία αντιστάσεως. Τα εξής:

1. Περιοχή Πολυκατοικίας "Καλησπέρα" (βράδια)

2. Περιοχή Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας.

3. Περιοχή Πενταδρόμου εις Καϊμακλί.

Η τρίτη περίπτωσις ήτο και η σοβαρωτέρα.

ΠΑΡΑΔΟΣΙΣ-ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΜΟΥΡΟΥΖΙΔΗ

Την Τρίτην 16ην Ιουλίου ένας Ταγματάρχης της Εθνικής Φρουράς εμπιστευτικώς μου ανέφερεν ότι έγινε σύσκεψις αξιωματικών που εξήτασε την πολιτικήν που εφήρμοζα. Μου είπεν ότι κατά την σύσκεψιν εκείνην απεφασίσθη όπως υπακούουν εις τες διαταγές μου ως Προέδρου, αλλά οι διαταγές μου εκείνες δεν θα ετηρούντο διά δύο ειδικώς άτομα.

Ο εν λόγω Ταγματάρχης μου ανέφερε τα ονόματα δυο ατόμων. Ησαν οι εξής: Αστυνομόμος Κύπρος Μουρουζίδης και ο υφιστάμενος του Ανδρέας Σεϊμένης. Μου είπεν ότι θα τους εσκότωναν. Μου ανέφερεν επίσης ότι η σύσκεψις δεν ήτο υψηλού επιπέδου. Πάντως, συνέχισεν, θα τους πιάσουν και θα τους κάμουν κομματάκια.

Την πρωϊαν της Τετάρτης 17ης Ιουλίου, ειδοποοίησα τους κυρίους Υπουργούς ότι θα μετέβαινα να επιθωρήσω τα Υπουργεία τους. Πέρασα πρώτα από το Υπουργείον Εξωτερικών. Ευθύς ως ετερματίσθη η επιθεώρησις του προαναφερθέντος Υπουργείου κατηυθύνθην εις το Υπουργείον Εσωτερικών.

Εκεί συνήντησα και τον Διευθυντήν του Υπουργείου Οικονομικών. Ητο εκεί και είχε συνεργασία με τον κ. Παντελή Δημητρίου. Μόλις επεράτωσα την επίσκεψιν μου εις το εν λόγω Υπουργείον και εξερχόμην του προθαλάμου του γραφείου του κ. Υπουργού συνήντησα τον δικηγόρον κ. Λουκήν Παπαφιλίππου.

Αφού ανταλλάξαμεν θερμήν χειραψία, ο κ. Λουκής Παπαφιλίππου μου ανέφερεν ότι ήθελε να μη δη επειγόντως και ιδιαιτέρως. Είπα στους παρευρισκομένους να εξέλθουν και μείναμε μόνοι. Τότε ο κ. Παπαφιλίππου εξήγαγεν από την τζέπην του ένα χαρτί και μου το διάβασεν.

Ητο σημείωμα του Αστυνόμου κ. Κυπρου Μουρουζιδη προς τον κ. Παπαφιλίππου. Το σημείωμα ανέφερε περίπου τα εξής:

"Αγαπητέ μου Λουκή. Είμαι κρυμμένος. Μερίμνησε να παραδοθώ εν ασφαλεία. θα σε οδηγήση κοντά μου ο φέρων το σημείωμά μου. Με αγάπη Κύπρος".

Ρώτησα τον κ. Παπαφιλίππου να μου πη πού ήτο κρυμμένος ο κ. Μουρουζίδης. Μου εξήγησε και προσεφέρθη να μας οδηγήση εκεί ο ιδιος.

Λόγω του ότι εγνώριζα ότι η ζωή του Κύπρου Μουρουζιδη διέτρεχεν ύψιστον κίνδυνον, εάν τον έπιαναν απεφάσισα να μεταβώ προσωπικώς και να τον θέσω κάτω από την προσωπικήν μου προστασίαν.

Φώναξα τον υπεύθυνον της φρουράς μου και του είπα ότι θα μετεβαίναμεν να πάρωμεν τον Μουρουζίδην. Του εξήγησα τους κινδύνους που διέτρεχεν η ζωή του, έαν έπιπτεν σε χέρια αποφασισμένων να τον σκοτώσουν. Του είπα ότι όταν θα τον παίρναμεν μαζί μας εις το ΓΕΕΦ έπρεπεν οι άνδρες της Φρουράς μου να σχηματίσουν πέριξ μας κλοιόν και να κάνουν χρήσιν των όπλων τους, εάν κανένας τολμούσε να θέση εν κινδύνω την ζωή του Μουρουζιδη.

Τότε ο υπεύθυνος της Φρουράς μου με ρώτησε πού ήτο η οικία που εκρύβετο ο κ. Μουρουζίδης. Του εξήγησεν ο κ. Παπαφιλίππου την διεύθυνσιν. Ητο κοντά εις τον Πεντάδρομον του Καϊμακλίου. Εκεί που τα βράδυα είχεν εκδηλωθή μεγάλη ένοπλος αντίστασις.

Ο υπεύθυνος της φρουράς μου, μου είπεν τότε τα εξής: Είναι παρακινδυνευμένο να πάτε εκεί εσείς προσωπικά κ. Πρόεδρε. Μπορεί να σας σκοτώσουν. Απήντησα ότι άξιζεν τον κόπον να πάω εγώ διότι θα έσωζα τη ζωή του κ. Μουρουζίδη. Εάν με σκοτώσουν, είπα, θα πέσω εξυπηρετώντας το σκοπόν της ενότητος. Πράγματι μετέβημεν εις το σπίτι που εφιλοξενείτο ο κ. Κύπρος Μουρουζίδης. Δίπλα μου εις το αυτοκίνητον εκάθητο ο δικηγόρος κ. Λουκής Παπαφιλίππου. Από το αυτοκίνητον κατήλθαμεν μαζί με τον κ. Παπαφιλίππου. Ο κ. Μουρουζίδης ίστατο σχεδόν εις την πόρτα. Του φώναξα να έλθη χωρίς να χρονοτριβούμεν. Μπήκαμε και οι τρεις μέσα εις το αυτοκίνητον που ξεκίνησεν ολοταχώς διά το ΓΕΕΦ.

Διαβεβαίωσα τον κ. Μουρουζίδην ότι δεν θα επέτρεπα όχι μόνο να κινδυνεύση η ζωή του, αλλά ούτε μπάτσο να φάη. Καθ' οδόν με παρεκάλεσεν να παράσουμε από το σπίτι του, διά να αφήση μίαν σημείωσιν στη σύζυγο του να μην ανησυχή. Διέταξα αμέσως τον οδηγόν και μας πήρεν εις το σπίτι του κ. Μουρουζίδη. Απ' εκεί τραβήξαμεν κατ' ευθείαν διά το ΓΕΕΦ.

Οταν εφθάσαμεν εις τον περίβολον του κτιρίου είπα εις τον οδηγόν, να οδηγήση το αυτοκίνητον όσο μπορούσε πιο κοντά εις την είσοδον, ώστε η απόστασις που θα περπατούσαμεν να ήτο ολιγώτερη.

Η αυλή ήτο γεμάτη από ενόπλους στρατιώτες, εφέδρους αξιωματικούς και άνδρες της ΕΟΚΑ Β. Αρκετοί από αυτούς μισούσαν θανασίμως τον Αστυνόμον Κύπρον Μουρουζίδη. Επρεπε να περάσωμεν μέσα εις το κτίριον, άνευ ουδεμιάς καθυστερήσεως. Μόλις το αυτοκίνητον σταμάτησε ώρμησαν από τα δυο άλλα αυτοκίνητα συνοδείας οι ένοπλοι αστυνομικοί φρουροί μου. Εσχημάτισαν πέριξ μας κλοιόν ασφαλείας και είχαν τα δάκτυλα εις την σκανδάλην. Τότε μόνον βγήκαμεν από το αυτοκίνητον. Αγκάλιασα τον Αστυνόμον Μουρουζίδην και προχωρήσαμε προς την είσοδον του κτιρίου.

Μερικοί αντελήφθησαν ότι το πρόσωπον που είχαν αγκαλιασμένο προστατευτικά ήτο ο Αστυνόμος Κύπρος Μουρουζίδης. Ακουσα πίσω μας φωνές. Οι φρουροί μου όμως κατώρθωσαν να τους κρατήσουν σε απόστασιν.

Εισήλθομεν εις το εισόγειον του κτιρίου, το οποίον ήτο κατάμεστον ενόπλων στρατιωτών, εφέδρων και μελών της ΕΟΚΑ Β. Επίσης οι σκάλες που ωδηγούσαν μέχρι τον Β όροφον ήσαν κατάμεστες από ενόπλους. Ο κίνδυνος ήτο πολύ μεγάλος. Ετσι όμως που είχα αγκαλιασμένον τον Αστυνόμον Μουρουζίδην εάν επυροβολούσαν, έπρεπε να με κτυπήσουν και μένα.

Οι φρουροί μου ήνοιξαν δίοδον και περάσαμεν. Την στιγμήν που μπαίναμεν εις την είσοδον του Β ορόφου, όπου ευρίσκετο το αρχηγείον της Εθνικής Φρουράς και το Προεδρικό προσωρινό γραφείο μου, κάποιος αξιωματικός με επληροφόρησεν ότι εις την περιοχήν του αεροδρομίου Λευκωσιας επυροβολήθη εν ψυχρώ με πιστόλι, εξ εγγυτάτης αποστάσεως και εφονεύθη ελλαδίτης αξιωματικός.

Μου ανέφερεν ότι ο δολοφόνος συνελήφθη επί τόπου και ότι ευρίσκετο εις το υπ' αριθμόν 7 γραφείον του ΓΕΕΦ.

Μόλις ετελείωσεν η αναφορά του θλιβερού περιστατικού του αεροδρομίου, εσυνέχισα την πορείαν μου με τον κ. Μουρουζίδην προς το γραφείον μου. Μόνον όταν εισήλθαμεν μέσα ένιωσα ότι ξεπερασάσμεν κάθε κίνδυνον. Του πρόσφερα κάθισμα και τσιγάρο. Εστειλα ένα από τους φρουρούς μου να μας φέρη καφέδες. Και είπα εις τον Αστυνόμον Μουρουζίδην, ότι θα μετέβαινα εις το γραφείον του φερομένου αρχηγού της επαναστάσεως και του αναφέρω περί της παραδόσεως-συλλήψεως υπ εμού του κ. Μουρουζίδη.

Είπα ωσταύτως εις τον Αστυνόμον ότι θα καθιστούσα τον φερόμενον ως αρχηγόν υπεύθυνον διά την ασφάλεια του Κύπρου Μουρουζίδη.

Προτού εξέλθω του γραφείου μου ετοποθέτησα τρεις ενόπλους αστυνομικούς της προσωπικής μου ασφλαείας εντός του γραφείου με ρητήν εντολήν να προστατεύσουν τον κ. Μουρουζίδην, εάν οιοσδήποτε κατώρθωνεν να εισέλθη μέσα εις το γραφείον μου. Επίσης ετοποθέτησα έτερους δύο εις το διπλανόν γραφείον και εκλείδωσα την πόρτα που συγκοινωνούσε με το δικό μου γραφείο. Πήρα μαζί μου το κλειδί.

Ετοποθέτησα ωσαύτης έξω από το γραφείον έτερους τρεις φρουρούς και τους διέταξα να μην αφήσουν κανένα να εισέλθη εφ' όσον απουσίαζα. Τότε μόνον εγκατέλειψα τον Κύπρον Μουρουζίδη.

Μετέβηκα αμέσως στο γραφείον του φερομένου ως αρχηγού του πραξικοπήματος. Τον βρήκα πολύ θυμωμένον διά τον φόνον του αξιωματικού εις το αεροδρόμιον. Μόλις με αντίκρυσεν μου είπε: "Ιδού τί κάνουν αυτοί. Ενώ ημείς τους προσταστεύουμεν αυτοί δολοφονούν τους αξιωματικούς μας εν ψυχρώ".

Του απήντησα ότι δεν πρέπει να χάσωμε την ψυχραιμίαν μας και να παίξωμεν το δικό τους παιγνίδι. Τελικώς τον ηρέμησα. Και τότε του ανήγγειλα ότι είχα φέρει εις το γραφείον μου τον Κύπρον Μουρουζίδην.

Του ανέφερα ωσαύτως ότι ευρίσκετο κάτω από την προσσωπική μου προστασία και ότι τον καθιστούσα υπεύθυνον διά να μη πάθη το παραμικρόν. Του ετόνισα ότι δεν επιθυμούσα να δεχθή ο κ. Μουρουζίδης ούτε ένα χαστούκι.

Ο φερόμενος ως αρχηγός του πραξικοπήματος με κοίταξε εις τα μάτια με το βαρύ του βλέμμα και μου είπε: "Είσαι πολύ μεγαλόψυχος άνθρωπος. Θα γίνη και αυτό. Πάμε μαζί να δω και εγώ αυτό το μούτρο".

Σε δυο λεπτά είμεθα εις το γραφείον μου. Εν τω μεταξύ ως αστραπή διεδόθη η είδησις της συλλήψεως-παραδόσεως του Αστυνόμου Κύπρου Μουρουζίδη.

Οταν μπήκαμε μέσα εις το Γραφείον ο κ. Μουρουζίδης σηκώθηκε από το κάθισμά του και χαιρέτησε. Πίσω μας εισήλθεν έτερος αξιωματικός της Εθνικής Φρουράς. Ο τελευταίος ήτο πολύ θυμωμένος. Αρχισε να λέη στον Μουρουζίδη διά τα βασανιστήρια που εγένοντο εις το Τμήμα Ανιχνεύσεως Εγκλημάτων. Και είπεν εις τον Μουρουζίδην ότι έπρεπε να είχε γίνει ήδη κομματάκια. Επίσης ήρχισε να φωνάζη σε μένα διότι πήγα και έπιασα τον Μουρουζίδην και τοιουτοτρόπως θα εσώζετο.

Απάντησα ότι έπραξα απλώς το καθήκον μου. Εξ άλλου έπραξα σύμφωνα με τους όρους που έθεσα διά να δεχθώ να ακναλάβω την προεδρία. Και ετόνισα ότι δεν ήμουν διατεθειμένος να δεχθώ την παρέμβασιν ουδενός εν τη προσπαθεία μου να επιτευχθή η ενότης ολοκλήρου του λαού.

Επενέβη τότε ο φερόμενος ως αρχηγός του πραξικοπήματος ο οποίος είπε τα εξής:

"Κύριε Μουρουζίδη, βαρύνεσαι με πολλα. Εάν δεν επενέβαιναν ο κύριος Πρόεδρος θα ήσουν ήδη νεκρός. Εσώθης χάρις εις την μεγαλοψυχίαν του κυρίου Προέδρου".

Ο Αστυνόμος κ. Μουρουζίδης απήντησεν ως εξής: "Το αναγνωρίζω και ευγνωμονώ τον κ. Πρόεδρον".

Εν συνεχεία ο φερόμενος ως αρχηγός του πραξικοπήματος διέταξε τον αξιωματικόν που είχεν εκφράσει την αντίθεσιν του εν σχέσει με τη διάσωσιν του Αστυνόμου Μουρουζίδη, να εξέλθη εκ του γραφείου μου, πράγμα που έπραξεν αμέσως.

Προσέφερα εις τον φερόμενον ως αρχηγόν του πραξικοπήματος, όπως και εις τον Μουρουζίδην τσιγάρο. Αναψα κι' εγώ ένα. Η έντασις είχε περάσει. Ο φερόμενος ως αρχηγός του πραξικοπήματος και ο Αστυνόμος Μουρουζίδης άρχισαν να συνομιλούν. Σε κάποια στιγμή ο φερόμενος ως αρχηγός του πραξικοπήματος είπε προς τον συνομιλητήν του: "Ο νέος Πρόεδρος απεδείχθη πολύ μεγαλόψυχος. Κάνει το παν να παρεμποδίση πάσαν κακοποίησιν και αντεκδικήσεις. Και να σου πω κάτι που κανείς δεν γνωρίζει. Με τη μεγαλοψυχία που τον διακρίνει έσωσε τη ζωή του Μακαρίου εις την Πάφον".

Δεν περίμενα την αποκάλυψιν αυτού του μυστικού από τον φερόμενον ως αρχηγόν του Πραξικοπήματος εις τον Αστυνόμον Μουρουζίδη. Εγω δεν μίλησα καθόλου. Εβλεπα και άκουα την στιχομυθία των δυο ανδρών που ευρίσκοντο εις δύο αντίθετα στρατόπεδα.

Αντήλλαξαν ακόμη λίγα λόγια και ο φερόμενος ως αρχηγός ετου πραξικοπήματος εξήλθε του γραφείου μου. Μείναμεν μόνοι. Τότε θυμήθηκα ότι εις το γραφείον υπ' αριθμόν επτά εκρατείτο ο αυτουργός του φόνου του Ελλαδίτου αξιωματικού εις το αεροδρόμιον.

Και πάλιν ετοποθέτησα φρουράν εις το γραφείον και μετέβηκα εκεί που εκρατείτο ο φονεύς του Ελληνος αξιωματικού. Μπήκα μέσα. Ητο ένας νεαρός λεπτής σωματικής διάπλάσεως. Εφερεν χειροπέδες. Τον ηρώτησα πως τον λέγανε και μου είπε το όνομά του. Μετά τον ρώτησα να μου πη διατί σκότωσεν εν ψυχρώ τον Ελλαδίτην αξιωματικόν και μου απήντησεν ως εξής: "Δεν ξέρω, έτσι μου ήλθε".

Του είπα: "Είσα ακατανόητος παιδί μου". Και συνέχισα τις ερωτήσεις μου εν σχέσει με την εργασίαν του και το χωριό του. Μου απήντησεν ότι ήτο από τη Μόρφου και ότι ήτο φοιτητής, Και επρόσθεσεν: Δεν είμαι κουμμουνιστής, είμαι του συνδυασμού "Παλμός".

Του ανέφερα ότι κακώς έπραξεν να δολοφονήση τον αξιωματικόν και του ανέφερα διά την προσπάθειαν μου διά την ενότητα. Πάντως του είπα ότι θα τύγχανε πάσης διευκολύνσεως να υπεραπσίση τον εαυτόν μου του ενώπιον του δικαστηρίου.

Ανέφερα εις τον νεαρόν ότι πριν λίγο συνελήφθη ο Κύπρος Μουρουζίδης και τον ηρώτησα εάν είχεν υπ πόψιν του, ποίος ήτο;

Μου απήντησε καταφατικώς. Του είπα ότι ουδείς τον πείραξε. Και ο νεαρός απήντησε: "Μα είναι δυνατόν";

Τότε πήγα εις το γραφείον μου και έφερα μαζί μου τον Κύπρον Μουρουζίδην. "Νάτον", του είπα "και ρώτησε τον να σου πη ο ίδιος".

Εξήγησα εις τον Αστυνόμον τι έκανεν ο νεαρός. Και ρώτησα τον φοιτητή εάν εκείνος είχε κακοποιηθή. Μου απήντησεν "όχι, διότι εμένα θα με παρουσιάσουν στο δικαστήριο". Του είπα ότι απατάται εάν πιστεύη ότι δεν εκακοποιήθη διότι ήτο θέμα δικαστηρίου.

Μετά μετέβηκα μαζί με τον Μουρουζίδην εις το γραφείον μου. Εδωσα εντολήν και σε λίγον ήλθεν ο Αρχηγός της Αστυνομίας κ. Μιχαλάκης Παντελίδης. Χαιρετιστήκανε με τον κ. Μουρουζίδην. Του τον παρέδωσα και του είπα να επιληφθή ο ίδιος προσωπικώς της υποθέσεως. Του τόνισα ότι ο κ. Μουρουζίδης ήτο κάτω από την προστασία του.

Η ΔΙΑΣΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΕΙΜΕΝΗ

ΕΝ σχέσει με την διάσωσιν του γνωστού ανακριτού του Τμήματος Ανιχνεύσεως Εγλημάτων Λευκωσίας υπαστυνόμου Ανδρέα Σεϊμένη, που τόσα και τόσα του καταμαρτυρούσαν τα ανακριθέντα και βασανισθέντα μέλη της ΕΟΚΑ Β, εδώ να αναφέρω τα ακόλουθα: Οταν φθάσαμεν εις το γραφείον μου, με τον Αστυνόμον κ. Κύπρον Μουρουζίδην και τον δικηγόρον κ. Λουκήν Παπαφιλίππου, ηρώτησα τον Αστυνόμον κ. Μουρουζιδην να μου πη που εκρύβετο ο υφιστάμενος του υπαστυνόμος κ. Ανδρέας Σεϊμένης διά να φροντίσω να σωθή από την οργήν και πιθανώς την εκδικητικήν μανίαν εκείνων που του καταμαρτυρούσαν ότι τους εβασάνισεν.

Ο κ. Μουρουζίδης μου ανέφερεν ότι εκρύβετο εις κάποιον σπίτι εις το Καϊμακλί. Ανέθεσα τότε εις τον δικηγόρον κ. Λουκήν Παπαφιλίππου, όπως αναλάβη να μεταβή εις την διεύθυνσιν που του ανέφερεν ο Αστυνόμος Μουρουζίδης και να μεταφέρη εν ασφαλεία τον υπαστυνόμον κ. Ανδρέα Σεϊμένην και τον παραδώση εις τον Αστυνομικόν διευθυντήν Λευκωσίας κ. Ανδρέαν Ρήγα. Ταυτοχρόνως έδωσα εντολή και ήλθεν εις το γραφείον μου ο κ. Ρήγας. Του ανέφερα περί της επικειμένης παραδόσεως του υπαστυνόμου κ. Σεϊμένη και της μεταφοράς του εις αυτόν. Ετόνισα εις τον κ. Ρήγα ότι επιθυμία μου ήτο να διασωθή ο Σεϊμένης. Τέλος είπα εις τον Αστυνομικόν Διευθυντήν Λευκωσίας ότι τον καθιστούσα υπεύθυνο, εάν εφονεύετο ο υπαστυνόμος Ανδρέας Σεϊμένης.

Τότε ο δικηγόρος κ. Λουκής Παπαφιλίπου, μου ανέφερε ότι ο ίδιος δεν μπορούσε προσωπικώς να μεταβή εις την οικίαν όπου εκρύβετο ο Σεϊμένης, λόγω κάποιας εργασίας που είχεν, πλην όμως θα έστελλεν κάποιον άλλον δικηγόρον, διά να παραλάβη τον υπαστυνόμον Σεϊμένην και να τον παραδώση εν ασφαλεία εις τον κ. Ανδρέα Ρήγα.

Εν συνεχεία ο κ. Παπαφιλίππου μου ανέφερεν το όνομα του δικηγόρου που θα του ανέθετεν να αναλάβη την παραλαβήν του Σεϊμένη. Ητο ο δικηγόρος κ. Ρογήρος Κωνσταντινίδης. Πράγματι ο κ. Κωνσταντινίδης μετέβη εις το Καιμακλί και παρέλαβε τον υπαστυνόμον κ. Σεϊμένη και εν ασφαλεία τον μετέφερεν και τον παρέδωσεν εις τον Αστυνομικόν διευθυντήν Λευκωσίας κ. Ρήγα, ο οποίος έθεσεν αυτόν υπό την προστασία του.

Εν συνεχεία ο κ. Ανδρέας Ρήγας μου ανέφερεν ότι η διαταγή μου εξετελέσθη και ότι ο υπαστυνόμος κ. Σεϊμένης ευρίσκετο εν απολύτω ασφαλεία.

Εις το σημείον αυτό θα ήτο παράλειψις μου να μην αναφέρω ότι ο κ. Ανδρέας Ρήγας έπραξε παν το δυνατόν να φέρη εις πέρας το έργον του, να προστατεύση τα ανθρώπινα δικαιώματα και να συμβάλη μεγάλως εις την προσπάθειαν μου ως και της Κυβερνήσεως μου να αποτρέψωμεν την αιματοχυσίαν, τις εκδικήσεις και αντεκδικήσεις και να σώσωμεν τον τόπον μας ασπό τπν εμφύλιον σπαραγμόν.

ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ Κ. ΧΑΤΖΗΗΡΑΚΛΗ

Σε λίγα λεπτά ήλθεν εις το γραφείον μου αξιωματικός του Γραφείου Πληροφοριών και μου ανεκοίνωσε ότι ο βουλευτής κ. Ηρακλής Χατζηηρακλέους εξ Αμμοχώστου, επιθυμούσε να με ιδή. Με ηρώτησεν εάν ήθελα να τον δεχθώ. "Μα βεβαίως" απήντησα. "Οδηγήσατε τον αμέσως εις το γρφείον μου".

Πραγματικώς σε πέντε λεπτά ο βουλευτής κ. Ηρακλής Χ" Ηρακλέους ευρίσκετο εις το γραφείον μου. Ηπιαμεν καφέδες αι εκουβεντιάσαμεν επί μακρόν. Συνεζητήσαμεν την κατάστασιν. Ο κ. Χ" Ηρακλεους μου εζήτησεν να τον κλείσω εις τες Κεντρικές Φυλακές διά λόγους ασφαλείας, διότι ως μου ανέφερεν, εις την Αμμόχωστον δεν ένοιωθεν ασφάλεια. Του εξήγησα ότι ήτο αδύνατον να σταλή εις τες Κεντρικές Φυλακές. Του πρότεινα να τον στείλω να διαμείνη εις το ξενοδοχείον Χίλτον.

Του εξήγησα ωσαύτως την απόφασιν μου να μη διαλύσω την Βουλή. Παρεκάλεσα τον κ. Χ" Ηρακλέους να παραμείνη επ ολίγον εις το γραφείον μου διότι θα επήγαινα να διευθετήσω διά την μεταφοράν του εις το ξενοδοχείον Χίλτον.

Εφθασα εις τον προθάλαμον του φερομένου ως αρχηγού του πραξικοπήματος και πρόσεξα ένα ιερωμένον να κάθεται εις καρέκλαν. Πήγα κοντά του και τον χαιρέτησα. Ητο ο Μητροπολίτης Λάρνακος κ. Χρυσόστομος. Εισήλθα εις το γραφείον του φερομένου ως αρχηγού του Πραξικοπήματος και τον παρεκάλεσα να μου παραχωρήση το γραφείον του διά να δεχθώ τον Μητροπολίτην Λάρνακος. Μου το παρεχώρησεν ευχαρίστως. Και εκεί εδέχθηκα τον Μητροπολίτην. Μου ανέφερεν ότι ήλθεν ειδικώς διά να με συναντήση. Και με ηρώτησεν τι έπρεπε να κάμη. Του είπα ότι σκοπός μου ήτο να ενώσω την δοκιμαζομένην Εκκλησίαν και να αποκαταστήσω τους πάντες εις τας θέσεις των.

Με ηρώτησε εν συνεχεία εάν επιθυμία μου ήτο να πάη να εγκατασταθή εις Μονήν. Τον ηρώτησα ποίαν Μονήν είχε υπ' οψιν του. Μου απήντησεν εις την Μονήν Μαχαιρά. Οχι είπα, δεν θα πάτε εις την Μονήν Μαχαιρά, ούτε εις άλλην Μονήν. Θα σας αποστείλω να παραμείνετε εις το ξενοδοχείον Χίλτον Εκεί θα μεταβή και ο βουλευτής Αμμοχώστου κ. Ηρακλής Χατζηηρακλέους.

Μετά βγήκαμε εις τον προθάλαμον. Του προσέφερα κάθισμα και του είπα να παραμείνη εκεί μέχρι να μεριμνήσω διά την μεταφοράν του εις το Χίλτον.

Επανήλθα αμέσως εις το γραφείον μου, όπου επερίμενεν ο βουλευτής κ. Χατζηηρακλέους. Του είπα ότι συνήντησα τον Μητροπολίτη Λάρνακος και ότι θα τον έστελνα και εκείνον να μείνη εις το Χίλτον. Παρεκάλεσα τον κ.Χ "Ηρακλέους να με ακολουθήση.

Συνοδευόμενοι από τη φρουράν μου τον μετέφερα εις το Αρχηγείον της Αστυνομίας, όπου ανέθεσα εις τον ανώτερον αστυνόμον κ. Γεώργιον Γεωργιάδη να μεριμνήση διά την εγκατάστασιν του κυρίου βουλευτού και του Μητροπολίτου Λάρνακος εις το Χίλτον.

Μετά συνώδευσα τον Μητροπολίτην Λάρνακος εις το Αρχηγείον της Αστυνομίας. Και ετόνισα εις τον κ. Γεωργιάδην και τους άλλους αξιωματικούς της Αστυνομίας ότι τόσον ο βουλευτής κ. Χ" Ηρακλέους όσον και ο Μητροπολίτης Λάρνακος, ήσαν ελεύθεροι, αλλά διά λόγους ασφαλείας των, επεθύμουν η αστυνομία να μεριμνήση να τους συνοδεύση μέχρι το ξενοδοχείον Χίλτον, όπου θα έμεναν δι όσον καιρόν ήθελαν.

Διέταξα ωσαύτως την Αστυνομίαν να ευρίσκεται σε τηλεφωνικήν επικοινωνίαν μαζί τους και να τους εξυπηρετήση δι ό,τι την εχρειάζοντο.

Πράγματι τόσον ο βουλευτής κ. Χ" Ηρακλέους όσο και ο Μητορπολίτης Λάρνακος κ. Χρυσόστομος εγκατεστάθησαν εις το Χίλτον.

Ο ΚΛΗΡΙΔΗΣ ΔΕΧΕΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΟΜΙΛΙΩΝ

Την ίδιαν ημέραν ο κ. Δεκλερής μου ανεκοίνωσεν την απόφασιν του Προέδρου της Βουλής κ. Γλαύκου Κληρίδη, νυν Προέδρου της Δημοκρατίας, ότι απεδέχετο την πρότασιν μου να συνεχίση τες ενδοκυπριακές συνομιλίες με τον Τουρκοκύπριον ηγέτην κ. Ραούφ Ντενκτάς.

Περί της συνεχίσεως των ενισχυμένων ουσιαστικών συνομιλιών και της αποφάσεως του Προέδρου της Βουλής ανεκοινώσαμεν τόσον από ραδιοφώνου όσον και από τηλεοράσεως.

Αξιον σημειώσεως είναι ότι την 15ην και 16ην Ιουλίου 1974 ο τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Ραούφ Ντενκτάς, εις δηλώσεις του είπεν ότι το πραξικόπημα ήτο εσωτερική υπόθεσις των Ελλήνων της Κύπρου και ότι δεν επηρεάζετο η τουρκοκυπριακή κοινότης, η οποία όπως παρεδέχθη ο κ. Ντενκτάς δεν είχεν ενοχληθή καθόλου.

Τα ίδια περίπου επανέλαβεν και ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας Μπουλέντ Ετζεβίτ.

Μέχρι την 2 μ.μ. μετέβηκα για πρώτη φορά, από την ώρα που μετέφερα τους στρατιώτες εις το ΓΕΕΦ εις την οικίαν μου. Και ήτο η πρώτη φορά από το πρωϊ της Δευτέρας. Παρέμεινα κοντά εις την οικογένειάν μου μίαν περίπου ώρα και επέστρεψα πάλι εις το ΓΕΕΦ.

Στες 4 μ.μ. είχα συνεργασία με Υπουργούς της Κυβερνήσεως. Απεφασίσαμεν να δεχθούμε την επομένην τες πολλές ομάδες ξένους δημοσιογράφους που είχαν κατακλύσει την Κύπρον. Επίσης θα απαντούσα εις τες ερωτήσεις των Κυπρίων συναδέλφων των.

Κατά τη δημοσιογραφικήν εκείνην διάσκεψιν απεφασίσθη να παρουσιάσωμεν και μερικά εκ των βασανισθέντων μελών της ΕΟΚΑ Β που είχαν συλληφθή και υποφέρει από τα βασανιστήρια. Η απόφασις περί παρουσιάσεως των θυμάτων, εκ των φρικτών βασανιστηρίων, ελήφθη διά να πληροφορηθή η Παγκόσμιος Κοινή Γνώμη διά την κατάφωρον παραβίασιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που εγένετο εις Κύπρον υπό του ανατραπέντος καθεστώτος. Αργότερον την ίδιαν ημέραν εδέχθην αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς, οι οποίοι μου ανέφεραν επί των εξελίξεων. Μου ανήγγειλαν ωσαύτως ότι η κατάστασις είχεν τεθή εξ ολοκλήρου υπό έλεγχον

Μου επεσήμαναν ταυτοχρόνως τον κίνδυνον εκ των διαδόσεων των πεμπτοφαλαγγιτών, οι οποίοι προσπαθούσαν να δημιουργήσουν κλίμα φοβίας μεταξύ του λαού. Η δράσις αυτών των ανθρώπων επεσημάνθη περισσότρον εις την πόλιν της Λευκωσίας. Επίσης μου ανεφέρθη ότι διάφοροι διαρρήκτες εκμεταλλεύοντο την κατάστασιν και επεδίδοντο εις διαρρήξεις Διέταξα να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα διά να προστατευθή το κοινόν.

ΤΗΛΕΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΣ

Από την ώραν της αναγγελίας περί αναλήψεως της προεδρίας υπ εμού, ήρχισαν να καταφθάνουν εκατοντάδες τηλεγραφήματα και μηνύματα συμπαραστάσεως από οργανώσεις, σωματεία, χωρία, συλλόγους και άτομα. Η συμπαράστασις του λαού ήτο αυθόρμητος και πηγαία.

Εχω εις χείρας μου όλα τα συγχαρητήρια μηνύματα και επιστολές. Πολύ ελάχιστα, εν συγκρίσει με τον αριθμόν του μετεδόθησαν από ραδιοφώνου ή τηλεοράσεως. Η τουρκική απρόκλητος επιδρομή δεν επέτρεψεν να μεταδοθούν.

Μερικοί που σήμερον παρουσιάζονται ως επικριτές του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 1974, ήσαν από τους πρώτους που απέστειλαν αυθορμήτως συγχαρητήρια τηλεγραφήματα. Δεν θα τα δώσω επί του παρόντος εις την δημοσιότητα. Θα τα κρατήσω εις τα αρχεία μου. Δεν θα διστάσω όμως να τα δώσω εις την δημοσιότητα, εάν συνεχίσουν να παριστάνουν τους επικριτές. Διά να πληροφορηθή η κοινή γνώμη ποίοι εμπαίζουν τον λαόν. Και εμπαίζουν αυτόν τον λαόν, τον μάρτυρα λαόν μας, συστημαστικά και άνευ οιασδήποτε εντροπής.

Θα κρατήσω, επί του παρόντος εις τα αρχεία μου πολλά έγγραφα και ντοκουμέντα, διά το καλόν της ενότητος του λαού μας. Θα πράξω το παν να βοηθήσω και πάλιν να μη διαταραχθή η ενότης του λαού μας. Θα αγωνισθώ και πάλιν με όλες μου τες δυνάμεις διά το καλόν της Κύπρου. Θα κρύψω εις τα πλουσιώτατα πλέον αρχεία μου πολλά έγγραφα και ενοχοποιητικά δι' ωρισμένους ντοκουμέντα, χάριν πάντοτε της ενότητος που τόσο χρειάζεται η Κύπρος μας. Εύχομαι εις τον Θεόν να μην με αναγκάσουν να τα δώσω εις την δημοσιότητα. Και ο νοών νοείτω.

Την επομένην έδωσα δημοσιογραφικήν διάσκεψιν και αντιμετώπισα τες εχθρικές ερωτήσεις του αγγλικου κυρίως τύπου και παρουσίασα με απτά παραδείγματα την κατάστασιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εις την Κύπρον από το ανατραπέν καθεστώς. Εις την διάσκεψιν εκείνην παρουσιάσθησαν και ωμίλησαν μάλλον απήντησαν σε ερωτήσεις των ξένων και κυπρίων δημοσιογράφων που αξιωματικοί του Εφεδρικού Σώματος κ.κ. Παντελάκης Πανταζής, Ευτύχιος Σαλάτας και Τακης Τσαγγάρης.

Η δημοσιογραφική διάσκεψις εσημείωσεν καθ' ομολογίαν εχθρών και φίλων μεγάλην επιτυχία.

Αξιον σημειώσεως είναι ότι Αγγλος δημοσιογράφος, γνωστός διά τα αισθήματά του έναντι μου, ηκούσθη λέγων: Θεέ μου δίδει διπλωματικές απαντήσεις.

Η ΟΜΙΛΙΑ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΣΤΑ ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ

Χάριν της ενότητος αυτού του λαού, δεν επιθυμώ να σχολιάσω την ομιλία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου εις τα Ηνωμένα Εθνη (19.7.1974). Την ομιλίαν του εκείνην θα την κρίνη η αδέκαστος Ιστορία. Ρν τούτοις όμως δεν μπορώ να μην αναφερθώ εις το ειδικόν εκείνο μέρος που με ονόμασε κοινόν κακούργον. Είμαι βέβαιος ότι ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος θα μετανόησε διά τον χαρακτηρισμόν που μου έδωσεν. Γνωρίζει εκείνος καλύτερον παντός άλλου, ότι έσφαλεν. Πολέμησα δι' αυτόν τον τόπον επί εικοσιένα συνεχή χρόνια. Οι αποικιοκράτες αφού μου έβγαλαν τα νύχια και με βασάνισαν με τα χειρότερα βασανιστήρια με καταδίκασαν δις εις θάνατον. Το 1963 εις το προσκλητήριον της πατρίδος μας απήντησα παρών. Και γνωρίζει ο λαός μας τες θυσίες μου και την προσφοράν μου.

Περσσότερον όμως, παντός άλλου, τα γνωρίζει ο ίδιος ο Μακάριος. Είμαι βέβαιος ότι μετενόησε δι' ότι ισχυρίσθη εις τα Ηνωμένα Εθνη.

Πικραμένος είμαι. Δεν του κρατώ όμως κακίαν διά ότι ισχυρίσθη προσωπικώς εναντίον μου. Την προσφοράν μου προς την Κύπρον θα την κρίνη επίσης η αδέκαστος Ιστορία.

Η επομένη ημέρα, Παρασκευή 19η Ιουλίου, πέρασε με θέματα τρεχούσης φύσεως. Το βράδυ της ημέρας, το πέρασα εις το σπίτι μου, μαζί με την οικογένειαν μου.

Την επομένην ημέρα, αυγινές ώρες άρχιζεν η απρόκλητος Τουρκική εισβολή εις την Κύπρον.

Δια το πως πολεμήσαμεν και διά το θαύμα της αντιστάσεως μας διά την αμνηστίαν που έδωσα την πρωίαν του Σαββάτου, την παραίτησιν μου της 23ης Ιουλίου, την ορκωμοσίαν του κ. Γλαύκου Κληρίδη ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, την προδοσίαν που εγένετο εναντίον της Κύπρου και από ποίους εγένετο και τα σχέδια Αττίλας Ενα, Αττίλας Δύο και Γκιουνές, θα ασχοληθώ εις άλλην σειράν άρθρων μου. Κλείω το παρόν με την εξής δήλωσιν:

Ημουν και παραμένω πιστός εις το ιδεώδες της ενότητος του Κυπριακού λαού. Δέν έλαβα γνώσιν ή συμμετέσχα καθ' οιονδήποτε τρόπον εις την οργάνωσιν του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου. Εκ συμπτώσεως ευρέθην εις το ΓΕΕΦ και διά να αποφευχθή ο εμφύλιος πόλεμος και οι εκδικήσεις, ανέλαβα εις τους ώμους μου το βαρύ φορτίον του Προέδρου της Δημοκρατίας, πιστεύοντας ότι εξυπηρετούσα και πάλιν την Κύπρον και τον λαόν μας.

Πίστευα και πιστεύω ότι εμείς οι Κύπριοι, πρέπει να συνεργαζώμεθα με τις εκάστοτε ελληνικές Κυβερνήσεις ανεξαρτήτως εάν είναι της αρεσκείας μας και διά να εξυπηρετήται η ιδιαιτέρα μας πατρίδα.

Ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του λαού μας, πιστεύω εις την Δημοκρατίαν και τα ιδιεώδη της. Διά τα Δημοκρατικά ιδεώδη αγωνίσθηκα και με πολλές μάλιστα θυσίες.

Εάν κατά τη διάρκεια της θητείας μου, ως Προέδρου συνέβησαν ωρισμένα γεγονότα εκδικήσεων και αντεκδικήσεων, ταύτα δεν περιήλθαν ποτέ εις την αντιληψιν μου. Τας καταδικάζω εκ βάθους ψυχής και πιστεύω ότι τοιαύτα εγκλήματα καταδικάζονται από πάντα νουνεχή άνθρωπον.

Πιστεύω ότι οι εκδικήσεις και αντεκδικήσεις είναι και θα είναι καταστροφικές διά την Κύπρο μας.

Πιστεύω ωσαύτως ότι καταστροφική διά την νήσον μας και την ιερή μας υπόθεσιν είναι η βία και η τρομοκρατια, οθεν δήποτε προέρχεται.

Ως Ελλην Κύπριος αγωνίστής και πολιτικός άνδρας, τείνω χείρα φιλίας και συνεργασίας προς άπαντας τους Ελληνες Κυπρίους, ανεξαρτήτως κομματικής τοποθετήσεως και πεποιθήσεων. Πιστεύω εις την ψυχικήν ενότητα και ομόνοιαν του Λαού μας και διά το καλόν και μόνον της Κύπρου μας, πρέπει να εργασθούμε μονιασμένοι και αδελφωμένοι, παραμερίζοντας μίση και πάθη, διαφορές και πικρίες.

Είμαι διατεθειμένος να δώσω το χέρι μου και σ αυτόν τον Αρχιεπίσκοπον Μακάριον διά να συμβάλω εις την ενότητα ολοκλήρου του λαού μας.

Δεν είναι πλέον καιρός τα πάθη, μίση, κακίες μνησικακίες και πικρίες. Παρ όλην την πικρία που νοιώθω όπως εδήλωσα και πιο πάνω, προσφέρομαι να συνεργασθώ με τους πάντες και του Μακαρίου συυμπεριλαμβανομένου, διά να σωθή η Κύπρος μας".