Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

15.7.1974: Ο Νίκος Μακρίδης πολέμησε τους πραξικοπηματίες στο Λευκόνοικο

S-2099

15.7.1974: Ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΚΡΙΔΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣΕ ΤΟΥΣ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΙΕΣ ΣΤΟ ΛΕΥΚΟΝΟΙΚΟ.

Ο Επαρχιακός Γραμματέας του ΔΗΣΥ Αμμοχώστου Νίκος Μακρίδης ήταν γνωστός μακαριακός παράγοντας

και θα μπορούσε να λεχθεί ότι στην περίοδο της δράσης της ΕΟΚΑ Β αποτελούσε βασικό σύνδεσμο του Κόμματος αυτού και ιδιαίτερα του προέδρου του Γλαύκου Κληρίδη με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο.

Ηταν επίσης προσωπικός φίλος του Πολύκαρπου Γιωρκάτζη και συνεργάτης του στην κομματική και πολιτική του δράση.

Κατά το πραξικόπημα ο Νίκος Μακρίδης ηγήθηκε της αντίστασης στην περιοχή Λευκονοίκου και έχασε ένα γιο, τον Αντρο, που είχε τραυματισθεί στον πόλεμο, αλλά εξαφανίστηκε από το κρεβάτι όπου νοσηλευόταν στο νοσοκομείο.

Οταν ο Μακρίδης κλήθηκε από τους πραξικοπηματίες να παραδώσει τον οπλισμό του αρνήθηκε όπως αρνήθηκε να υψώσει τα χέρια όταν του ζήτησαν οι ένοπλοι απειλώντας τον να τον σκοτώσουν αν δεν το έκαμνε.

"Δεν παραδιδόμεθα, θα πολεμήσουμε μέχρις εσχάτων ανέφερε ο Νίκος Μακρίδης σύμφωνα με την εφημερίδα "Ο ΑΓΩΝ" της 15ης Ιουλίου 1975 σαν κλήθηκε από τον υπεύθυνο αξιωματικό της Εθνικής Φρουράς το χωριό του να παραδοθεί.

Πρόσθετε η ίδια εφημερίδα σε σχετικό ρεπορτάζ της:

" Ο κ. Μακρίδης (μετέπειτα βουλευτής του ΔΗΣΥ) πολέμησε όσον κανένας άλλος γενναία εναντίον των πραξικοπηματιών. Ητο ο άνθρωπος που η ΕΟΚΑ Β κατέστρωσε σχέδια για δολοφονία του. Και όταν ακόμη συνελήφθη και εκλείσθη σε κρατητήριο στον αστυνομικό σταθμό Αμμοχώστου ο κ. Μακρίδης δεν ελύγισε παρά τα βασανιστήρια που υπέστη από τους πραξικοπηματίες".

Ο Νίκος Μακρίδης είχε τους δικούς του ανθρώπους που παρακολουθούσαν τους πραξικοπηματίες πριν ακόμα εκδηλωθεί το πραξικόπημα. Οι πληροφορίες του για επικείμενο πραξικόπημα ήταν σαφείς. Ιδιαίτερα τα μέτρα εντάθηκαν μετά τη δολοφονία του Ανδρέα Μαραγκού από την ΕΟΚΑ Β στις παραμονές του πραξικοπήματος.

Οι πληροφορίες του ήταν ότι η ΕΟΚΑ Β είχε οδηγίες να ανατινάξει το μετασχηματιστή που μετέφερε ηλεκτρικό ρεύμα στο χωριό. Και οι άντρες του φύλαγαν κάθε βράδυ για να αποτρέψουν κάτι τέτοιο.

Την ώρα που εξερράγη το πραξικόπημα ο Νίκος Μακρίδης βρισκόταν στο τηλέφωνο το οποίο ξαφνικά νέκρωσε.

Προσθέτει σε σχετικό ρεπορτάζ της μια άλλη εφημερίδα η "Δημοκρατική" στις 21 Ιουλίου 1975:

Την ίδια στιγμή καταφθάνει στο σπίτι του ο Παναγιώτης Φωτίου, υπάλληλος του Τμήματος Υδάτων, από την Ασσια που πήγαινε για δουλειά στην Ακανθού.

Ηταν ανήσυχος:

- Κύριε Μακρίδη το ραδιόφωνο σταμάτησε και μεταδίδει εμβατήρια.

Και ύστερα από λίγο ειδοποιούν τον Μακρίδη από την Αστυνομία Λευκονοίκου:

- Εγινε πραξικόπημα. Ο Πανταζής συνελήφθη, το εφεδρικό διαλύθηκε, ο Μακάριος σκοτώθηκε.

- Μαζευτείτε φώναξε ο Μακρίδης. Ειδοποιείστε όσους μπορείτε.

Στο μεταξύ στο στρατόπεδο του Λευκονοίκου 200 μέτρα από το σπίτι του Μακρίδη είχε σημάνει συναγερμός. Οι εκατοβητατζήδες του χωριού βγήκαν στους δρόμους και ούρλιαζαν, απειλούσαν και έβριζαν.

Ο Μακρίδης προσπαθούσε να συγκεντρώσει τουλάχιστο άντρες γνωρίζοντας ότι αυτό ήταν ήδη δύσκολο με την κατάσταση που δημιουργόταν.

Κι' εκείνη την ώρα φθάνουν στο σπίτι του με τα όπλα τους ο λοχίας της αστυνομίας Ανδρέας Κ. Παστός, μαζί με τους Λεοντή Κυριακίδη, Παύλο Μαλά και Φαίδωνα Ραουνά. Είχαν ξεκόψει από την Αμμόχωστο και ζήτησαν να ενωθούν με τον Μακρίδη.

Μαζί μ' αυτούς έγιναν συνολικά δεκαεπτά: Οι τρεις γιοι του Μακρίδη Σωκράτης, Ισίδωρος και Παύλος και οι Χαράλαμπος Λούκα, Λευτέρης Κουλουμπρής, Φωκάς Ριρής, Φώτος Φωτίου, Νίκος Παπαδημητρίου, Παναγής Χήρας, Ανρέας Κωνσταντίνου και άλλοι δυο.

Στο μεταξύ ο διοικητής του στρατοπέδου λοχαγός Βασίλης Αγόρος έστειλε στρατιώτες κι' απέκοψε τους δρόμους προς την Ακανθού και προς την Πηγή.

Και ταυτόχρονα τηλεφωνεί στον Μακρίδη (γιατί το δίκτυο μέσα στο χωριό λειτουργούσε) και του πρότεινε να παραδοθεί με τον οπλισμό του:

- Δεν σε συμφέρει, να αρνηθείς, είπε ο Αγόρος, είσαι κυκλωμένος.

- Τα όπλα μου φίλε είναι ιερά και δεν συνηθώ να τα παραδίδω απάντησε ο Μακρίδης. Αν είσαι παλικάρι κόπιασε να τα παρεις.

Ο Αγόρος άρχισε να ετοιμάζεται. Από το στρατόπεδο έστησε ένα μπράουνιγκ και σημάδευε το σπίτι του Μακρίδη, στο οποίο βρισκόταν και η γυναίκα του και η κόρη του.

Μαζεύει τους δικούς του ο Μακρίδης και τους εξηγεί τι συμβαίνει. Και διατάσσει:

- Εσείς οι έξη να κτυπήσετε τους στρατιώτες που βρίσκονται στο δρομο της Ακανθούς. Και σεις τους άλλους στο δρόμο της Πηγής. Μη τους σκοτώσετε. Τα παιδιά είναι δικά μας. Ζητείστε τους να παραδοθούν και θα παραδοθούν.

Οι δυο ομάδες όρμησαν. Τέσσερις στρατιώτες που βρισκόντουσαν προς την Ακανθού σήκωσαν τα χέρια και παραδόθηκαν με τον οπλισμό τους. Μεταφέρθηκαν στο σπίτι του Μακρίδη.

Οι άλλοι στον δρόμο της Πηγής υποχώρησαν τρέχοντας εγκαταλείποντας τις θέσεις τους.

Ο Μακρίδης το σπίτι του πλησίασε τους τέσσερις "αιχμαλώτους" στρατιώτες. Τους είπε δυο λόγια. Και οι νεαροί είπαν:

- Είμαστε μαζί σας.

Ο Λοχαγός Αγόρος όταν είδε τι έπαθαν οι άνδρες ξεκίνησε ο ίδιος να δώσει μάχη. Και χρησιμοποίησε το ιδιωτικό του αυτοκίνητο έχοντας μέσα τρεις άλλους.

Τον άφησαν να πλησιάσει και τον κτύπησαν. Μια ριπή ποειδοποιητική πέρασε πάνω από το κεφάλι του.

Ο Αγόρος σταμάτησε το αυτοκίνητο και άρχισε να τρέχει προς τα πίσω. Ενας ξεροπόταμος που είναι εκεί τον διευκόλυνε κι' αυτόν και τους άνδρες του να φύγουν.

Το αυτοκίνητο του όμως έμεινε εκεί. Ενας ακόμη "αιχμάλωτος" με πολλή διαπραγματευτική βαρύτητα.

Πέρασαν λίγα λεπτά μόνο και το τηλέφωνο του Μακρίδη κτύπησε. Ηταν ο Αγόρος που έλεγε απελπισμένα:

- Το αυτοκίνητο μου κύριε Μακρίδη και τα μάτια σου. Τι φταίω εγώ, ας πούμε, θα μου το δώσετε δεν θα μου το δώσετε; Κανούργιο είναι...

Τον άφησε να παρακαλεί για κάμποση ώρα ο Μακρίδης. Και ύστερα του είπε σταθερά.

- Δεν θα πάρεις το αυτοκίνητο. Θα το κατατρέψω ή μάλλον θα το πάρεις αλλά να κάνεις κι' εσύ κάτι. Να λύσεις την πολιορκία του χωριού και να εξαφανίσεις το Μπράουνιγκ. Και πρόσεχε, σε βλέπω.

Τη στιγμή που ο Μακρίδης τηλεφωνούσε δυο εοκαβητατζήδες περνούσαν με μια μοτοσυκλέττα από το σπίτι για ανίχνευση. Πιάστηκαν κι' αυτοί αιχμάλωτοι. Κι' ήταν χρήσιμοι.

Κι' αυτό γιατί ο Αγόρος δέχτηκε τους όρους. Ελυσε την πολιορκία. Κι έπρεπε να του σταλεί το αυτοκίνητο. Το οδήγησε ο ένας από τους δυο αιχμαλώτους.

Ο Μακρίδης τώρα αποχαιρετούσε τη γυναίκα και την κόρη του κι'έβγαινε στα βουνά με τους άντρες του για να αποτελέσει τον πρώτο πυρήνα στην περριοχή μιας δυναμικής αντιστάεως.

Από τον ασύρματο που είχαν παρακολουθούσαν την κατάσταση στην επαρχία. Σε πολλές περιπτώσεις έδωσαν οδηγίες στον σταθμό της Αμμοχώστου που όμως δεν κράτησε. Παραδόθηκε χωρίς μάχη.

Κι' αυτό δυσκόλεψε τα πράγματα. Γιατί δεν έδωσε την ευκαιρία να συγκεντρώσει ο Μακρίδης δυνάμεις. Με την γρήγορη παράδοση της Αμμοχώστου οι πραξικοπηματίες στράφηκαν αμέσως στις συλλήψεις. Και ξεκαθάριζαν την ύπαιθρο αποστερώντας τον Μακρίδη από βοήθεια.

Με τον ασύρματο επεκοινώνησε με την Κερύνεια. Εκεί παρατηρήθηκε το αντίθετο. Ο αστυνομικός σταθμός δεν έπεσε. Κίνησαν λοιπόν για την Κερύνεια.

Πέρασαν από το Μερσινίκι χωρίς εμπόδιο. Εφτασαν στο σταυροδρόμι Κερύνειας- Ακανθούς και προχώρησα προς την Κερύνεια. Πέρασαν τον Αγιο Αμβρόσιο κι' έφτασαν στην περιοχή Πλατύ Μάτι.

Εκρυψαν τα αυτοκίνητα στο δάσος κι' έστειλαν δυο άντρες ν' ανιχνεύσουν την περιοχή και να συγκεντρώσουν πληροφορίες.

Οταν οι δυο άντρες γύρισαν πίσω είπαν πως ο κεντρικός δρόμος ήταν γεμάτος στρατό και πως υπήρχαν τανκς στην περιοχή. Αλλά ήδη δοκίμασαν να επικοινωνήσουν με τη Κερύνεια με τον ασύρματο και κατάλαβαν ότι η πόλη είχε καταληφθεί.

Γιατί, αντί να τους απαντήσουν στο σύνθημα του ασυρμάτου, τους έβρισαν χυδαία. Βρισιά σήμαινε πραξικοπηματίας.

Αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν στο δάσος. Τα ξημερώματα θα επέστρεφαν στην επαρχία τους, όπου γνώριζαν πρόσωπα και πράγματα κι' ήταν λιγότερο δύσκολος ένας μυστικός πια πόλεμος.

Εφαγαν από ένα κομμάτι ψωμί και λίγο χαλλούμι κι' ήπιαν νερό από ενα τάγκι. Την αυγή ξεκίνησαν για την επιστροφή. Σταμάτησαν στα περιβόλια του Αγίου Αμβροσίου για λίγο νερό.

Προτού ακόμη ξημερώσει πάντα το σταυροδρόμι της Ακανθούς και πήραν το δρόμο του Δαυλού εσβησμένα τώρα. Προχώρησαν προς την Κωμη Κεπήρ και κατέληξαν σο λατομείο Μακρίδη.

Τοποθέτησαν τα τέσσερα αυτοκίνητα τους σε ένα "σκαφτό", έβαλαν φρουρές και οι άλλοι πλάγιασαν να ξεκουραστούν. Ηξεραν όμως καλά πως πεινούαν και δεν είχαν τρόφιμα. Επρεπε να εξασφαλίσουν.

Ο μεγαλύτερος γιος του Μακρίδη, ο Σωκράτης ανέλαβε αυτή την αποτολή. Θα πήγαινε στην Κώμη Κεπήρ δυόμισυ μίλια, θα έβλεπε πως ήταν εκεί η κατάσταση και θα έφερνε προμήθειες.

Στην Κώμη Κεπήρ ο Σωκράτης συνάντησε ένα φίλο του και κουμπάρο του, τον Αντωνα και του είπε πως έγινε το πραξικόπημα κι' έκοψε μόνος στο λατομείο.

- Θέλω τρόφιμα, για λίγες μέρες, του είπε.

Κι' ο Σωκράτης πήρε τρόφιμα. Αλλά τον είδαν εκεί οι χαφιέδες της ΕΟΚΑ Β κι' έτρεξαν να τον καταδώσουν.

Οταν ο Σωκράτης που όλοι ήξεραν πως εργαζόταν πολλές φορές στο λατομείο έφυγε, ο Αντωνας του είπε:

- Θάρτω το απόγευμα στο λατομείο για συντροφιά. Πάμε πρώτα να σου δώσω και λίγα ρούχα.

Κι έτσι ο Σωκράτης γύρισε στο λατομείο. Εφαγαν κι' άκουσαν σταθμούς από το ραδιόφωνο.

Και στο μεταξύ ο ασύρματος τους πληροφόρησε ότι ο Μακάριος ήταν ζωντανός στην Πάφο. Αυτό το άκουσαν προτού ακόμη φύγουν από το Λευκόνοικο. Και πήραν θάρρος. Ηταν πια αποφασισμένοι για όλα. Αλλά έβλεπαν ότι στις άλλες πόλεις η αντίσταση σταμάτησε.

Τότε ο Παστός με τον Μαλά έρριψαν το σύνθημα να πάνε στην Πάφο. Είχαν και σχέδιο. Από τα λιμάνια της Ακανθούς ή του Δαυλού να πάρουν μηχανοκίνητες βάρκες και να ανοικτούν για την Πάφο.

Ο Μακρίδης είπε:

- Εγώ δεν φεύγω, θα μείνω στην επαρχία μου και να οργανώσω αντίσταση. Τι να κάμω στην Πάφο;

Κουβεντιάζοντας τέλειωσε το φαγητό κι' ήταν έτοιμοι να αλλάξουν φρουρές όταν άκουσαν αυτοκίνητο να φτάνει από τον ανατολικό δρόμο.

Εκείνοι βρισκόντουσαν στη βόρεια πλευρά κρυμμένοι στο δάσος. Ο Σωκράτης μπήκε στο αυτοκίνητο να πάει προς την πλατεία του λατομείου για να παραλάβει όπως νόμιζαν τον Αντωνα, αλλά μόλις ο Σωκράτης έφτασε στην πλατεία ακούστηκαν οι πρώτες ριπές αυτομάτων.

Οι επισκέπτες έπαιρναν θέσεις με μπρεν και αυτόματα.

Ο Σωκράτης σταμάτησε αμέσως το αυτοκίνητο. Επεσε χάμω και άρχισε να κατρακυλά στον γκρεμό. Ξέφυγε.

Οι σύντροφοί του από ψηλά δεν καθυστέρησαν ούτε λεπτό. Απάντησαν στα πυρά κι' έπεσε νεκρός ο Δημήτρης Παπαδόπουλος από τα Πυρκά. Οι άλλοι τόβαλαν στα πόδια και χάθηκαν.

Μετα το επεισόδιο αυτό οι εφτά από τους άντρες με επικεφαλής τον λοχία Παστό πήραν τα αυτοκίνητα τους και κατέβηκαν στο λιμανάκι της Ακανθούς. Από εκεί με βάρκα πήγαν στην Πάφο.

Ο Μακρίδης έμεινε εκεί χωρίς επαρκή οπλισμό πια. Μόνο τα πιστόλια και παλιά αυτόματα έτοιμα να σπάσουν.

Ο γέροντας αντάρτης έβλεπε καλά πόσο δύσκολη ήταν η κατάσταση για όλους. Μάχη δεν μπορούσαν πια να δώσουν. Επρεπε να κρύβονται.

Τη νύκτα ήρθαν σε επαφή με τον Αντωνα στην Κώμη Κεπήρ. Τους φιλοξένησε και τους περιποιήθηκε. Και την αυγή τους οδήγησε στο Πατρίκι.

Στο δρόμο συνάντησαν στρατιώτες και κρύφτηκαν σε μια θυμωνιά. Ενας γέροντας ήρθε να φορτώσει. Εμπηγε το δικράνι και φόρτωνε. Και εκείνοι κρυμμένοι δεν έβγαλαν άχνα.

Στο Πατρίκι βρήκαν φιλοξενία. Η μια ομάδα δηλαδή με τους γιους του Μακρίδη χωρίστηκαν. Η άλλη με επικεφαλής το Νίκο Μακρίδη διανυκτέρευσε στο Γεράνι και την Τετάρτη (17.7.74) το πρωί ξεκίνησαν για το Λευκόνοικο.

Τα πράγματα ήταν τώρα διαφορετικά. Ο Μακάριος είχε φύγει για το εξωτερικό όπου άρχισε μάχη σε άλλα επίπεδα.

Κι' ο Μακρίδης πίστευε πως για να μπορέσει να αντισραθεί πια θα έπρεπε να φανερωθεί. Τον ρωτήσαμε:

- Δεν φοβηθήκατε ότι θα σας σκοτώσουν;

- Απάντησε:

- Στα φανερά όχι. Είναι δειλοί.

Ο Μακρίδης, ο Χαράλαμπος ο Φωκάς κι' ο Χήρας ξεκίνησαν. Κοντά στην Ακανθού τους τέλειωσε η βενζίνη. Ενα αυτοκίνητο ερχόταν από απέναντι. Ηξεραν τον οδηγό. Ηταν χωριανός. Και "φίλος". Του είπαν να πάει στην Ακανθού στο πρατήριο του Ονησίφορου και να τους πάρει βενζίνη. Εκείνος υποσχέθηκε. Αλλά έτρεξε και τους κάρφωσε.

Γύρισε και τους είπε πως δεν βρήκε βενζίνη. Αφησαν το αυτοκίνητο τους στο περιβόλι του Καγιά και ξεκουράστηκαν. Ηπιαν καφέ και του εζήτησαν να τους πάει στο Λευκόνοικο. Ετσι κι' έγινε. Αλλά στο δρόμο του χωριού κοντά στο δημοτικό σχολείο τον περίμενε οδόφραγμα με πάνοπλους εοκαβητατζήδες.

- Ψηλά τα χέρια τους φώναξαν προτάσσοντας τα όπλα.

Ο Μακρίδης δεν τα σήκωσε. Τους κοιτούσε με περιφρόνηση. Απείλησαν να τον σκοτώσουν αν δεν σήκωνε τα χέρια.

- Δεν έχετε ψηυχή τους είπε. Εμπρός πυροβολάτε, δεν τα σηκώνω.

Ο Εοκαβητατζής επικοινώνησε με το στρατόπεδο και ρώτησε:

- Τί να τους κάνω.

- Φέρτε τους εδώ.

Πέρασαν περπατητοί από τους δρόμους του χωριού. Στητός, περήφανος ο αντάρτης χαιρετούσε τον κόσμο και προωχρούσε.

Αφού ταλαιπωρήθηκε ο Μακρίδης μεταφέρθηκε σε κελλί στον Αστυνομικό σταθμό Αμμοχώστου.

Σε διπλανό κελλί κρατείτο επίσης ο Τάσσος Παπαδόπουλος.

Η εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ στην έκδοση της, της 14 Ιουλίου 1975 έγραφε σχετικά.

"Στο διπλανό κελλί του Τάσσου Παπαδόπουλου είχαν βάλει τον Νίκο Μακρίδη. Ψηλός, ρωμαλέος, άφοβος, δεν υπέκυψε ούτε στιγμή.

Τους φώναζε σχίζοντας το πουκάμισο να φανεί το στήθος του:

- Μια ζωή είναι τούτη. Παίξετε με, ρε π... να πάει. Εχω γιους. Ενας θα ζήσει και θα εκδικηθεί".