Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

8.10.1971: Ο Σπύρoς Κυπριαvoύ καταγγέλλει τov Ξαvθόπoυλo- Παλαμά σε μια δραματική συvάvτηση τoυς στα Ηvωμέvα Εθvη ότι κατέληξε σε μυστική συμφωvία με τηv Τoυρκία για τις εvδoκυπριακές συvoμιλίες.

S-1874

8.10.1971: Ο ΣΠΥΡΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΕΙ ΤΟΝ ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟ- ΠΑΛΑΜΑ ΣΕ ΜΙΑ ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΑ ΗΝΩΜΕΝΑ ΕΘΝΗ ΟΤΙ ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΣΕ ΜΥΣΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΝΔΟΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ. ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΛΟΓΟΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΟ ΧΩΡΕΣ ΘΑ ΜΕΤΕΧΟΥΝ ΤΕΛΙΚΑ ΣΤΙΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ

Οι υπουργοί Εξωτερικών της Κύπρου Σπυρος Κυπριανού ( αριστερά) και της Ελλάδας Ξανθόπουλος- Παλαμάς σε μια φιλική συνάντηση τους

Οπως είχε συμφωνηθεί στη Λισσαβώνα τον Μάιο του 1971 μεταξύ του υφυπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας Ξανθόπουλου- Παλαμά και του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Ολτζιάϋ, οι δύο άνδρες είχαν την πρώτη τους συνάντηση στη Νέα Υόρκη στις 2 Οκτωβρίου 1971, στο πλαίσιο των εργασιών της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.

Ο Πέτρος Πετρίδης στη μελέτη του για την πορεία των ενδοκυπριακών συνομιλιών έγραψε στη Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου (περίοδος 1960-74,τόμος Β):

"Η πρώτη συνάντηση Παλαμά -Ολτζάι έγινε στις 2 Οκτωβρίου. Την επομένη ο υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου Σπύρος Κυπριανού συναντήθηκε με τον Παλαμά για να ενημερωθεί για τις συνομιλίες.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 21 11 1971

Ο Παλαμάς, είπε, εισηγήθηκε στον Ολτζάι ότι η λύση του Κυπριακού θα έπρεπε να στηρίζεται στο ενιαίο του κράτους, αλλά ο τούρκος υπουργός πρόβαλε την αξίωση για ομοσπονδία, στην παρατήρηση του Παλαμά ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά έκαμε υποχωρήσεις, ο τούρκος υπουργός υπέβαλε την αξίωση για μετάθεση του διαλόγου στο επίπεδο των Κυβερνήσεων Ελλάδος- Τουρκίας.

Ο Παλαμάς, πάντα κατά τον ίδιο, αντέταξε ότι η διαδικασία αυτή δεν θα ήταν πρόσφορη, γιατί έστω και νάβρισκαν κάποια λύση, η Ελληνική Κυβέρνηση δεν θα είχε τη δυνατότητα να την επιβάλει στην Κύπρο.

Οι Κυπριανού και Παλαμάς συζήτησαν στην συνέχεια την ιδέα να ζητηθεί η πρωτοβουλία του Ου Θαντ. Συμφώνησαν ότι θα ήταν σκόπιμο να ανακοινώσει ο ίδιος ο Ου Θαντ στους υπουργούς Εξωτερικών Ελλάδος και Τουρκίας, ότι θα αναλάμβανε πρωτοβουλία, χωρίς όμως να καθορίσει πού θα απέβλεπε.

Οταν ο Σπύρος Κυπριανού έκαμε την εισήγηση, ο Ου Θαντ δέχθηκε πρόθυμα γιατί, όπως είπε, ήθελε ν' αφήσει μια καλή κληρονομιά για το Κυπριακό επειδή επρόκειτο ν' αποχωρήσει από τη θέση του στο τέλος του 1971.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 14 11 1971

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 16 11 1971

Ο Ου Θαντ βολιδοσκόπησε τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και πληροφόρησε τον Κυπριανού ότι οι αντιδράσεις ήταν ευνοϊκές. Ολοι επικρότησαν την ιδέα του για την σύσταση μιας τετραμελούς Επιτροπής από αντιπροσώπους των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ακόμα και η Αμερικανική Κυβέρνηση υποσχέθηκε υποστήριξη, παρ' όλο που η στάση της ήταν χλιαρή.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 25 11 1971

Ο Ου Θαντ αποκρυστάλλωσε την εισήγηση του: Η μεσολαβητική επιτροπή θα τελούσε κάτω από την προεδρία της Γαλλίας ως μονίμου μέλους και είχε ήδη αποδεχθεί τον ρόλο αυτό. Τα άλλα τρία μέλη της θα προέρχονταν από μη μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Στο μεταξύ όμως, μεσολάβησε δεύτερη συνάντηση Παλαμά- Ολτσιάϊ στις 5 Οκτωβρίου. Ο υπουργός Εξωτερικών Σπύρος Κυπριανού έστειλε έκθεση στον πρόεδρο Μακάριο στις 7 Οκτωβρίου 1971 στην οποία ανέφερε ότι ο Παλαμάς απέφυγε να τον ενημερώσει για τη συνομιλία του με τον Ολτζάι. Ακόμα έλεγε ότι ο Παλαμάς επιχείρησε να αποθαρρύνει τον Ου Θαντ στην ανάληψη της πρωτοβουλίας του, με το πρόσχημα ότι αυτό θα ωδηγούσε σε αντιδικία Ελλάδος- Τουρκίας και ακόμα ότι η πρωτοβουλία θα κατέληγε τελικά στο Συμβούλιο Ασφαλείας.

Ετσι ο Ου Θαντ εγκατέλειψε την πρόθεση του και προσανατολίστηκε- ύστερα από εισήγηση του Παλαμά- στην ιδέα να επανασυγκαλέσει τις διακοινοτικές συνομιλίες με συμμετοχή αντιπροσώπου του και αντιπροσώπων της Ελλάδος και της Τουρκίας.

Στις 8 Οκτωβρίου έγινε νέα συνάντηση Κυπριανού -Παλαμά που ήταν δραματική. Ο Κυπριανού κατηγόρησε τον Παλαμά ότι έκαμε μυστική συμφωνία με τον Ολτζιάι, χωρίς να τον

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 25 11 1971

ενημερώσει και ότι διοχέτευε στους διαδρόμους των Ηνωμένων Εθνών και τους διπλωματικούς κύκλους κατηγορίες εναντίον του πως ήταν αδιάλλακτος και επέρριψε την ελληνική Κυβέρνηση.

Ο Παλαμάς αντί να απαντήσει, τον κατηγόρησε ως αδιάλλακτο και τον επέκρινε για τη στάση του έναντι της χούντας.

Ο Κυπριανού ρώτησε γιατί ο Παλαμάς δεν τον είχε ενημερώσει για τη συμφωνία που όπως υποψιαζόταν είχε κλείσει από την πρώτη συνάντηση Παλαμά-Ολτζιάι.

Η δικαιολογία του Παλαμά ήταν ότι δεν είχε... ζητήσει να ενημερωθεί και πως είχε αναλάβει "υποχρέωση" έναντι του Ολτζιάι να μη αποκαλύψει τίποτε για το περιεχόμενο των συνομιλιών τους.

Ο Παλαμάς παραδέχθηκε ακόμα στην Λυσσαβώνα είχαν συμφωνήσει σε ομοσπονδιακή λύση και αποκλεισμό της Ενώσεως.

Σε άλλη ενημερωτική έκθεση του στις 9 Οκτωβρίου ο Κυπριανού πληροφορούσε τον Πρόεδρο Μακάριο πως ο Παλαμάς είχε πληροφορήσει τον Ου Θαντ πως συμφώνησε με τον Ολτζάϋ στην επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών, με συμμετοχή αντιπροσώπων της Ελλάδας και της Τουρκίας και εκπροσώπου του Γενικού Γραμματέως.

Στις 10 Οκτωβρίου έγινε νέα συνάντηση Κυπριανού-Παλαμά με συμμετοχή του αντιπροσώπου της Ελλάδος στα Ηνωμένα Εθνη Δημήτρη Μπίτσιου, του Γενικού Γραμματέως του υπουργείου Εξωτερικών Βύρωνος Θεοδωρακόπουλου και του αντιπροσώπου της Κύπρου στον ΟΗΕ Ζήνωνα Ρωσσίδη.

Στη συνάντηση αυτή επιβεβαιώθηκε η πλήρης διαφωνία που υπήρχε, το μόνο σημείο συμφωνίας ήταν ότι δεν έπρεπε να γνωσθεί η διαφωνία.

Ο Παλαμάς επέμενε ότι η συμμετοχή εκπροσώπων της Ελλάδος και της Τουρκίας στις συνομιλίες δεν ήταν μειονέκτημα και παρατήρησε ότι η Ελλάδα δεν ήθελε ούτε καν πολιτική αναμέτρηση με την Τουρκία.

Ο Κυπριανού υπογράμμισε την αντίφαση μεταξύ της συμφωνίας ότι το σύνταγμα της Κύπρου έπρεπε να καταρτισθεί από τους Κυπρίους με την συμμετοχή εκπροσώπων της Ελλάδος και της Τουρκίας. Και είπε ότι από την συνομιλία που είχε με τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Ρότζερς, σχημάτιζε την εντύπωση πως οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδος και Τουρκίας ζήτησαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να ασκήσουν πίεση στον πρόεδρο Μακάριο να δεχθεί τη νέα μορφή των διακοινοτικών.

Η σύσκεψη έληξε με την ψυχρή παρατήρηση του Παλαμά:

"Αν βρήτε καλύτερη λύση που να την δεχθούν οι τούρκοι, τότε θα τη δεχθούμε και μεις".

Μετά το ναυάγιο της προσπάθειας του να διορισθεί μεσολαβητική Επιτροπή του Συμβουλίου Ασφαλείας και την συμφωνία Παλαμά -Ολτζιάι για την διεύρυνση των συνομιλιών, ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ κυκλοφόρησε στις 18 Οκτωβρίου 1971 υπόμνημα με την εισήγηση για την επανάληψη των διακοινοτικών συνομιλιών και προτάσεις για να γίνουν πιο αποτελεσματικές.

Συγκεκριμένα, εισηγήθηκε να διεξάγονται οι συνομιλίες στην παρουσία του ειδικού αντιπροσώπου του Παπιάνο Οσόριο Ταφάλ και με συμμετοχή συνταγματικών εμπειρογνωμόνων από την Ελλάδα και την Τουρκία "υπό συμβουλευτική ιδιότητα".

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 25 11 1971

Στις 30 Νοεμβρίου 1971 ο Ου Θαντ υπέβαλε την περιοδική έκθεση στο Συμβούλιο Ασφαλείας για το προηγούμενο εξάμηνο (με εισήγηση για ανανέωση της θητείας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ για άλλους έξη μήνες) στην οποία αναφερόταν στις διαβουλεύσεις που είχε για την επανάληψη των συνομιλιών.

Ανέφερε ο Γενικός Γραμματέας:

"Ως αποτέλεσμα των συνομιλιών αυτών ο Γενικός Γραμματέας υπέβαλε εισήγηση με σκοπό να αναζωογονήσει και να κάμει πιο αποτελεσματικές τις ενδοκυπριακές συνομιλίες.

Παρ' όλο που μερικές πτυχές της εισηγήσεως δεν έγιναν αμέσως αποδεκτές από όλες τις πλευρές, η πρόταση σαν σύνολο, όπως πιστεύει ο Γενικός Γραμματέας δίδει νέα βάση για την επίτευξη των αποτελεσμάτων που έχουν υπ' όψη όλα τα μέρη. Για τον λόγο αυτό ο Γενικός Γραμματέας αισθάνεται ότι θα ήταν χρήσιμο να υποβάλει την εισήγηση αυτή γραπτώς για την ευκολία και συνεχή μελέτη από τα μέρη.

Η εισήγηση του Γενικού Γραμματέα είναι ότι, για διευκόλυνση της μελλοντικής διεξαγωγής των ενδοκυπριακών συνομιλιών, ο ειδικός αντιπρόσωπος του στην Κύπρο Παπιάνο Οσόριο ταφάλ, κατά την ενάσκηση των καλών υπηρεσιών του Γενικου Γραμματέα, συμμετέχει στις συνομιλίες μεταξύ των αντιπροσώπων των δύο κοινοτήτων, γίνεται επίσης εισήγηση ότι οι κυβερνήσεις της Ελλαδας και της Τουρκίας πρέπει να παραχωρήσουν από ένα συνταγματολόγο για να παρίστανται στις συνομιλίες υπό συμβουλευτική ιδιότητα".

Ο Ου Θαντ διευκρίνησε κατηγορηματικά ότι "δεν υπήρχε πρόθεση όπως ο ειδικός αντιπρόσωπος του ενεργεί ως μεσολαβητής ή υποβάλλει ουσιαστικές προτάσεις, σχετικά με τη λύση του προβλήματος".

Η Ελληνική Κυβέρνηση αποδέχθηκε αμέσως την εισήγηση του Ου Θαντ χωρίς καμμιά επιφύλαξη.

Αντίθετα η τουρκική Κυβέρνηση διατύπωσε όχι μόνο επιφυλάξεις και παρατηρήσεις, αλλά υπέβαλε όρους και αξίωσε να γίνουν δεκτοί εκ των προτέρων πριν αρχίσουν οι συνομιλίες.

Οι παρατηρήσεις και επιφυλάξεις της Τουρκίας αφορούσαν τον ρόλο του αντιπροσώπου του Γενικού Γραμματέα. Ζητούσε συγκεκριμένα διαβεβαιώσεις ότι ο Οσόριο Ταφάλ δεν θα επικαλείτο την έκθεση Πλάζα για το Κυπριακό, ούτε και ψήφισματα των Ηνωμένων Εθνών.

Οι τουρκικοί όροι τους οποίους ζητούσε όπως γίνουν αποδεκτοί εκ των προτέρων από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ήταν:

1. Οι διακοινοτικές συνομιλίες θα είναι διερευνητικής φύσης.

2. Οι διακοινοτικές θα περιορίζονται μόνο στα συνταγματικά θέματα και την εσωτερικήν διάρθρωση του κράτους.

3. Η αναζωγόνηση των συνομιλιών πάνω σε διευρυμένη βάση δεν θα επηρεάσει με κανένα τρόπο την εγκυρότητα των συνθηκών συμμαχίας και εγγυήσεως.

4. Συμμετοχή των δύο κοινοτήτων πάνω σε ίση βάση και αναγνώριση της αρχής του συνεταιρισμού των δυο κοινοτήτων.

5. Συνέχιση της ανεξαρτησίας του Κυπριακού κράτους.

6. Οι συνταγματικοί Σύμβουλοι της Ελλάδος και της Τουρκίας θα συμμετέχουν στις συνομιλίες στα πλαίσια της προσφοράς των καλών υπηρεσιών των χωρών τους, όπως ακριβώς

1ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 30 12 1971

και ο αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέως θα συμμετέχει στα πλαίσια της προσφοράς καλών υπηρεσιών.

Ο τελευταίος όρος είχε καταφανή σκοπό να αποκλείσει το ενδεχόμενο ο αντιπρόσωπος του Γενικού Γραμματέα να διαδραματίσει κατά οποιονδήποτε τρόπο μεσολαβητικό ή άλλο ρόλο, υποβάλλοντας δικές του προτάσεις.

Ο ελληνοκύπριος συνομιλητής Γλαύκος Κληρίδης απάντησε στο υπόμνημα του Ου Θαντ στις 30 Νοεμβρίου 1971 από μέρους της ελληνικής κοινότητας με αποδοχή της εισηγήσεως για την παρουσία του ειδικού αντιπροσώπου στις συνομιλίες.

Στις 17 Νοεμβρίου 1971 ο υπουργός Εξωτερικών Σπύρος Κυπριανού, εκ μέρους της Κυβερνήσεως υπέβαλλε πρόσθετες παρατηρήσεις και διαζευτικές εισηγήσεις.

Συγκεκριμένα υπέδειξε ότι οι συνομιλίες έπρεπε να ασχοληθούν μόνο με την εσωτερική πτυχή του προβλήματος και ότι σ' αυτές θα μπορούσαν να προσφέρουν τεχνικές συμβουλές εμπειρογνώμονες που θα διώριζε ο Γενικός Γραμματέας είτε από το προσωπικό των Ηνωμένων Εθνών είτε από χώρες που δεν είχαν άμεση ανάμιξη στο κυπριακό.

Οι διεθνείς πτυχές όμως η ανεξαρτησία, κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και ασφάλεια της Κύπρου θα μπορούσαν να εξετασθουν σε κυβερνητικό επίπεδο στα Ηνωμένα Εθνη.

Ο τουρκοκύπριος αντιπρόεδρος Φαζίλ Κουτσιούκ, στην απαίτηση του, επαναλάμβανε ουσιαστικά τις θέσεις της τουρκικής κυβερνήσεως.

Τελικά ο υπουργός Εξωτερικών Σπύρος Κυπριανού ανακοίνωσε στις 20 Δεκεμβρίου, την αποδοχή των προτάσεων του Ου Θαντ στο σύνολο τους, με την επιφύλαξη ότι η διεύρυνση των συνομιλιών δεν θα σήμαινε με κανένα τρόπο, απομάκρυνση του Κυπριακού από τα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών.

Η τουρκική πλευρά όμως καθυστερούσε την απάντηση της και ο τουρκοκύπριος συνομιλητής Ραούφ Ντενκτάς πήγε επανειλημμένα στην Αγκυρα για συνομιλίες με την τουρκική Κυβέρνηση που επέμενε στην εκ των προτέρων αποδοχή των όρων της.

Στο μεταξύ ο Ου Θαντ αποχώρησε από τη θέση του και από την 1.1.1972 ανέλαβε ως Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών ο Αυστριακός διπλωμάτης Κουρτ Βάλντχαϊμ.