Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

10.8.1971: Ο Πρόεδρoς Μακάριoς απoκαλύπτει ότι oι εvδoκυπριακές συvoμιλίες, ύστερα από τρία χρόvια, βρίσκovται σε αδιεξoδo

S-1873

10.8.1971: Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΕΙ ΟΤΙ ΟΙ ΕΝΔΟΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ, ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ

Ο ειδικός Αντιπρόσωπος του Ου Θαντ στην Κύπρο Οσόριο Ταφάλ αναχωρεί τον Οκτώβριο του 1971 στο εξωτερικό με τη σύζυγο του. Τους αποχαιρετά ο διοικητής της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στρατηγός Τσιαντ

Λίγες μέρες μετά την απειλή του Γεώργιου Παπαδόπουλου στον Πρόεδρο Μακάριο ότι θα λάμβανε "πικρά μέτρα" εναντίον του αν δεν υπέβαλλε προτάσεις στους τούρκους για τον διορισμό τούρκου υπουργού υπεύθυνου για την τοπική διοίκηση (26.6.1971) η κυπριακή Κυβέρνηση προχωρούσε στις αποφάσεις της και χωρίς να πολυλαμβάνει υπόψη τα όσα εισηγείτο η χούντα, αλλά και ιδιαίτερα γνωρίζοντας τις τοπικές συνθήκες, υπέβαλλε μέσω του Γλαύκου Κληρίδη τις νέες της προτάσεις με τις οποίες απέρριπτε κατηγορηματικά τις διαζευτικές εισηγήσεις του Ραούφ Ντενκτάς για τα Κεντρικά Οργανα Τοπικής Διοίκησης με το επιχειρημα ότι αυτό θα δημιουργούσε προστριβές και θα έκαμνε το σύστημα ανεφάρμοστο, ενώ παράλληλα θα υπήρχαν διπλές υπηρεσίες που θα στοίχιζαν πολύ στο κράτος (Ιστορικη Εγκ. Κυπρου περίοδος 1960-74 τόμος Β σελ 88).

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 4 9 1971

Προστίθετο επίσης παράλληλα με άλλες νεότερες πληροφορίες και δηλώσεις:

"Τόνιζε επίσης ότι ότι σκοπός της τοπικής διοικήσεως ήταν η αποκέντρωση των διοικητικών υπηρεσιών και όχι η αφαίρεση εξουσιών από την Κεντρική Κυβέρνηση και τη Βουλή.

Για το λόγο αυτό επέμενε στον έλεγχο των οργάνων τοπικής διοικήσεως από τους επάρχους που θα αποτελούσαν εγγύηση εναντίον καταχρήσεως εξουσιών με την άρνηση τους να επικυρώσουν αποφάσεις που θα βρίσκονταν έξω από την αρμοδιότητα των τοπικών αρχων. Φυσικα οι έπαρχοι δεν θα ήταν ανεξέλεγκτοι γιατί τα όργανα τοπικής διοικήσεως θα είχαν το δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Κατά συνέπεια στις προτάσεις συνοψίζονταν τα ακόλουθα σημεία:

" 1. Η Βουλή θα νομοθετούσε για θέματα Τοπικής Διοικήσεως και με βάση τους νόμους αυτούς, οι τοπικές αρχές θα είχαν το δικαίωμα να εκδίδουν κανονισμούς και δευτερογενή νομοθεσία.

2. Επιπρόσθετα θα είχαν διοιητικές εξουσίες στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους.

3. Κάθε τουρκικό χωριό θα απατελούσε μια μονάδα τοπικής διοικήσεως.

4. Το Τουρκικά χωριά θα μπορούσαν να σχηματίσουν ομάδες τοπικής διοικήσεως και κάθε ομάδα θα βρισκόταν υπό τον έλεγχον ενός συμβουλίου Τοπικής Διοικήσεως.

Στα άλλα θέματα οι προτάσεις πλησίαζαν στις θέσεις των Τούρκων.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 5 10 1971

Η Ελληνική πλευρά δεχόταν την εισήγηση για τη σύσταση Ανωτάτου Δικαστηρίου από έξη Ελληνες και τρεις Τούρκους δικαστές που θα διορίζονταν από τον Πρόεδρο, στην περίπτωση των τούρκων δικαστών θα διώριζε εκείνους που θα εισηγείτο ο Αντιπρόεδρος.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 5 9 1971

Πλησιάζοντας την τουρκική θέση η Κυβέρνηση δεχόταν να υπάρχει προαιρετικό δικαίωμα των διαδίκων να ζητούν να δικασθούν από δικαστή της κοινότητας τους και ακόμα δεχόταν να υπάρχουν επίτιμοι δικαστές για να δικάζουν υποθέσεις παραβιάσεως κανονισμών της τοπικής διοικήσεως με τον όρο όμως ότι οι διορισμοί θα γίνονταν από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 16 10 1971

Για την αστυνομία προτεινόταν συμμετοχή των τούρκων σε αναλογία 20% και η διατήρηση της θέσεως του αντιπροέδρου που θα εκλεγόταν από την τουρκική Κοινότητα. Ομως ο αντιπρόεδρος δεν θα είχε δικαίωμα αρνησικυρίας (βέτο) σε θέματα εξωτερικής πολιτικής άμυνας και εσωτερικής ασφάλειας, αλλά θα είχε αρμοδιότητα να εισηγείται στον Πρόεδρο τον διορισμό τουρκοκυπρίων υπουργών, δικαστών και ανεξάρτητων αξιωματούχων, όπως και δικαίωμα να προσφεύγει στο ανώτατο δικαστήριο εναντίον οποιασδήποτε αποφάσεως της Βουλής και του Προϋπολογισμού για λόγους δεσμενούς διακρίσεως κατά της τουρκικής κοινότητας ή αν υπήρχε σύγκρουση αρμοδιοτήτων με την τουρκική Κοινοτική Συνέλευση ή άλλα όργανα.

Εκεί που υπήρχε πλήρης συμφωνία ήταν στο θέμα της Νομοθετικής Εξουσίας, η Βουλή θα είχε 75 μέλη, 60 Ελληνες και 15 Τούρκους, που θα εκλέγονταν αντίστοιχα από τις δύο

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 19 9 1971

κοινότητες. Ο Πρόεδρος και δύο Αντιπρόεδροι από τους οποίους ο ένας θα ήταν τούρκος, θα εκλέγονταν από κοινού από όλους τους βουλευτές και οι αποφάσεις θα λαμβάνονταν με απλή πλειοψηφία εκτός του εκλογικού Νόμου και των τροποποιήσεων του και της τροποποιήσεως συνταγματικών διατάξεων. Ακομα σε περίπτωση τροποποιήσεως προνοιών που θα κατωχύρωναν τουρκικά δικαιώματα, στην αυξημένη πλειοψηφία των δύο τρίτων θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στο ένα τρίτο των τούρκων βουλευτών.

Δικαιολογημένα στο τέλος του μακροσκελούς εγγράφου που είχε ετοιμάσει μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών Σπύρο Κυπριανού, ο Γλαύκος Κληρίδης ανέφερε ότι οι δυο πλευρές είχαν κατορθώσει να γεφυρώσουν σημαντικά τις διαφορές τους πλήρως στο θέμα της Νομοθετικής Εξουσίας και σε βαθμό που επέτρεπε πλήρη συμφωνία στα θέματα της Δικαστικής Εξουσίας και της Αστυνομίας.

Ο Ντενκτάς όμως στην απάντηση του που επέδωσε στις 9 Αυγουστου 1971 δεν συμφωνούσε με αυτή τη διαπίστωση. Αντί να ασχοληθεί με τα συγκεκριμένα θέματα που έθιγε το ελληνικό έγγραφο επιδόθηκε σε μια ανασκόπηση της προόδου των συνομιλιών. Και αντιστρέφοντας τα γεγονότα, παρατηρούσε ότι εκεί όπου σημειώθηκε πρόοδος, όπως στο θέμα της Νομοθετικής Εξουσίας της Δικαστικής Εξουσίας και της Αστυνομίας και της Εκτελεστικής Εξουσίας, αυτό έγινε δυνατό γιατί η Τουρκική πλευρά είχε κάμει παραχωρήσεις από τα "δικαιώματα " της.

Ειδικά για το θέμα της τοπικής διοικήσεως, το έγγραφο του Ντενκτάς ανέφερε ότι εκείνο που ήθελε η πλευρά του ήταν να επιτύχει ένα ελάχιστο βαθμό προστασίας των τουρκοκυπρίων, μέσω της τοπικής διοικήσεως. Γι' αυτό επιζητούσε ένα σύστημα "διακοινοτικής ισορροπίας" ένα συνεταιριστικό κεθεστώς με ίσα δικαιώματα των δύο κοινοτήτων. Και διατύπωνε τη θέση ότι έπρεπε να επινοηθεί ένα σύστημα "λειτουργικής ομοσπονδίας" σύμφωνα με τον "διακανονισμό" της Ζυρίχης.

Για τον λόγο αυτό επέμενε σε δυο ξεχωριστούς κεντρικούς φορείς της τοπικής Διοικήσεως και υποστήριζε ότι τα οικονομικά ζητήματα δεν έπρεπε να λαμβάνονται υπ' όψη.

Σ' αυτό, τόνιζε, δεν μπορούσε να υπάρξει συμβιβασμός, και επέμενε σε διευθετήσεις που να κατοχυρώνουν την ασφάλεια των τουρκοκυπρίων επαναλαμβάνοντας τις αξιώσεις για διατήρηση των προνομίων του αντιπροέδρου, για τοπική αστυνομία και για το δικαίωμα κατωχυρωμένο από το σύνταγμα, να δικάζονται οι υποθέσεις από δικαστές της κοινότητας των διαδίκων, όπως ήταν διατυπωμένο στο άρθρο 159 του συντάγματος.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 7 10 1971

Οι διακοινοτικές συνομιλίες φαίνονταν να οδηγούνται για άλλη μια φορά σε αδιέξοδο. Αυτό πιστοποίησε στις 10 Αυγούστου, 1971 ο Πρόεδρος Μακάριος παραλαμβάνοντας τα διαπιστευτήρια του πολωνού πρεσβευτή:

"Αι από τριετίας αρξάμεναι συνομιλίες", είπε, "δεν κατέληξαν εις θετικόν αποτέλεσμα και από της χθες εδημιουργήθη αδιέξοδο".

Ωστόσο πρόσθεσε:

"Αλλά θα συνεχίσωμεν τας προσπαθείας μας με υπομονήν και ανοχήν δι' ειρηνικήν λύσιν του προβλήματος μας, καίτοι κατέστησαν συχνότεραι αι έξωθεν απειλαί κατά της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητος της χώρας μας, Περιττόν να είπω ότι εάν αι απειλαί πραγματοποιηθούν είμεθα αποφασισμένοι να αντισταθώμεν έχομεν δε την βεβαιότητα ότι εις την αντίστασιν αυτήν θα έχωμεν την συμπαράστασιν όλων των φιλελευθέρων λαών".

Στις αποκαλύψεις και υποσχέσεις του Μακαρίου για αδιέξοδο και αγώνα απάντησε αμέσως ο Φαζίλ Κουτσιούκ στις 12 Αυγούστου:

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 9 10 1971

"Πληροφορηθήκαμε από τη δήλωση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ότι οι συνομιλίες εισήλθαν σε αδιέξοδο, σε αυτό δεν συμβάλαμε ούτε ευθυνόμαστε εμείς. Αρχίσαμε τις συνομιλίες με καλή θέληση και μέχρι ήμερα καταβάλαμε συγκεκριμένες προσπάθειες για επίτευξη ειρηνικής λύσης. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε τις προσπάθειες μας προς την κατεύθυνση αυτή. Για να επιτύχουμε γρήγορη ειρηνική λυση υποδείξαμε όλα τα ζητήματα στα οποία θα μπορούσαμε να δεχθούμε τις αξιώσεις των ελληνοκυπρίων.

Ομως υπάρχει ένα ζήτημα στο οποίο δεν μπορούμε να υποχωρήσουμε. Και αυτό είναι να προβούμε σε παραχωρήσεις στα θεμελειώδη δικαιώματα και το καθεστώς της τουρκοκυπριακής κοινότητας.

Δεν μπορούσαμε να προβούμε σε παραχωρήσεις στο ζήτημα αυτό, διότι οι παραχωρήσεις από τα δικαιώματα μας στην ανεξαρτησία, ακεραιότητα και κυριαρχία της Κύπρου είναι κύριος στόχος της ελληνοκυπριακής ηγεσίας η οποία επιθυμεί να εξαλείψει την ανεξαρτησία της νήσου και να την προσαρτήσει στην Ελλάδα.

Στον αγώνα που διεξάγουμε για οκτώ χρόνια είμαστε η πλευρά, η οποία προστάτευσε την ανεξαρτησία της Κύπρου, έναντι της πολιτικής της ελληνοκυπριακής ηγεσίας να την προσαρτήσει στη Ελλάδα.

Μια σύντομη ανασκόπηση των δηλώσεων του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και των δραστηριοτήτων του που κορυφώθηκαν για την Ενωση, αποδεικνύουν την αναγκαιότητα για τη λήψη προστατευτικών μέτρων για την ανεξαρτησία της νήσου έναντι της ελληνοκυπριακής κοινότητας.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 21 9 1971

Εάν δεν υπήρχαν οι εγγυήσεις στις συμφωνίες του 1960 οι οποίες προφύλαξαν την ανεξαρτησία, η Κύπρος προ καιρού θα καθίστατο ελληνική αποικία. Διότι ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος που έκαμε το παν για να καταστρέψει την ανεξαρτησία μας, παρά τις υφιστάμενες εγγυήσεις, διακηρύττει κατά το τρίτον έτος των διαπραγματεύσεων, ότι δεν πρόκειται να υπογράψει σημφωνίαν, η οποία να αποκλείει την ένωσιν. Αυτό είναι επαρκής ένδειξη των πραγματικών προθέσεων της ελληνικής Κυπριακής πλευράς.

Η Ελληνική Κυπριακή ηγεσία η οποία στο όνομα της ένωσης οδήγησε την Κύπρο από συμφορά σε συμφορά από το 1955 προπαγανδίζει τώρα, ότι διατρέχει από κινδύνους από έξω η ανεξαρτησία της Κύπρου. Αυτό δεν συμβιβάζεται με την αλήθεια. Ο κίνδυνος κατά της ανεξαρτησίας προέρχεται από την ελληνικήν κυπριακήν Ηγεσίαν, η οποία ορκίσθηκε να προσαρτίσει την Κύπρο στην Ελλάδα.

Οταν απέτυχαν να ππαγματοποιήσουν την ένωση με ένοπλες επιθέσεις τους, τον οικονομικό αποκλεισμό, την απάνθρωπη μεταχείρηση των τούρκων και με την υφαρπαγήν των τουρκικών δικαιωμάτων προσπάθησαν να την επιτύχουν με τις συνομιλίες. Η επαγρύπνηση και η αντίσαση μας κατά της τακτικής αυτής έχει σώσει την ανεξαρτησία της Κύπρου μέχρι αυτή την ημέρα.

Οι προσπάθειες μας για την προστασία της ανεξαρτησίας μας εναντίον της κατάπαυσης δράσης των Ελλήνων Κυπρίων υπέρ της ένωσης, μας κόστισε πολλά. Δεν προτιθέμεθα να εγκαταλείψουμε τις προσπάθειες αυτές, αλλά αισθανόμαστε ότι θα ήταν επωφελές να υποδείξωμεν το ρήγμα του διαχωρισμού το οποίον εδημιούργησε στην Κύπρο η πολιτική της ένωσης.

Εάν δεν αποδοθούν στους τουρκοκύπριους τα δικαιώματα τους και εάν η μόνιμη ανεξαρτησία με το ισοζύγιο του καθεστώτος που βασίζεται στο συνεταιρισμό μας δεν εξασφαλισθεί με ενισχυμένες εγγυήσεις, ο διαχωρισμός θα συνεχίσει να καθίσταται βαθύτερος.

Ο καθένας πρέπει να πιστέψει ότι υπό οιεσδήποτε συνθήκες η γενναία τουρκοκυπριακή κοινότητα θα πράξει το καθήκον της για να αποκτήσει τα δικαιώματα της και για να προασπίσει την ανεξαρτησία της Κύπρου και δεν θα υποκύψει στις προτάσεις τις οποίες μέχρι τούδε υπέβαλε η ελληνική Κυπριακή ηγεσία και οι οποίες ισοδυναμούν προς κλήση για άνευ όρων παράδοση.

Επιθυμούμε ειρήνην. Είμαστε έτοιμοι να πράξουμε ό,τι πρέπει για να επιτύχουμε ειρήνη, αλλά η ειρήνη αυτή πρέπει να είναι έντιμη και μόνιμη, σύμφωνα προς τα διακιώματα μας που καθορίστηκαν και το καθεστώς μας".

Ωστόσο η ελληνική πλευρά ετοίμασε την απάντηση της στο έγγραφο του Ντενκτάς που επέδωσε ο Κληρίδης στη συνάντηση που είχαν στις 24 Αυγούστου 1971.

Στην Ελληνική απάντηση διατυπωνόταν ευθύς εξ αρχής διαφωνία για τον τρόπο που αντιμετώπιζε η τουρκική πλευρά την τοπική διοίκηση και προ πάντων για την επιδίωξη της να δημιουργηθεί ένα καντονιακό σύστημα.

Η τουρκική πλευρα διατύπωνε τις θέσεις της για τοπική αυτονομία με γενικότητες, χωρίς να συζητά τις λεπτομέρειες. Στην απάντηση που επέδωσε ο Γλαύκος Κληρίδης στον Ντενκτάς

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 26 10 1971

τονιζόταν ότι έπρεπε να συζητούν για συγκεκριμένα θέματα, όπως η οικονομία κάθε περιοχής, το κόστος, τα τοπικά δεδομένα, δηλαδή οι παραδόσεις, η μορφολογία του εδάφους κλπ όπως επίσης και το γεγονός ότι υπήρχαν μικτές περιοχες.

Εκείνο, δηλαδή που τόνιζε η ελληνική απάντηση, ήταν ότι το θέμα θα έπρεπε να αντιμετωπισθεί πρακτικά, χωρίς να δίδεται μεγάλη σημασία στην ονομασία που θα είχε το σύστημα της αυτοδιοικήσεως. Επίσης επέμενε στον έλεγχο του κράτους πάνω στις τοπικές αρχές σε ικανοποητικό επίπεδο.

Το οικονομικό πρόβλημα ήταν ένα άλλο θέμα, στο οποίο αναφερόταν η απάντηση. Και σαν επιχείρημα ανέφερε την οικτρή οικονομική θέση στην οποία βρέθηκαν τα δημαρχεία στις περιοχές που είχαν κάτω από τον έλεγχο τους, οι τούρκοι, μετά τον διαχωρισμό του 1963. Επρεπε, όπως ανέφερε, να αποφευχθεί η πολλαπλότητα των υπηρεσιών για χάρη της αποτελεσματικής λειτουργίας τους και για να μη επέλθει περαιτέρω διαχωρισμός των κοινοτήτων.

Η απάντηση διατύπωνε ακόμα διαφωνία προς την άποψη του Ντενκτάς για εξελικτική συνένωση, γιατί μια και θα πρέκυπτε διαχωρισμός και μάλιστα με τη μορφή των δύο Κεντρικών Εξουσιών τοπικής διοικήσεως, με εξουσίες να νομοθετεί η κάθε μία και να εκδίδει κανονισμούς δεν θα ήταν δυνατό να υπάρξει επιστροφή και εξελικτική επανένωση.

Μετά την επισημοποίηση του αδιεξόδου στις διακοινοτικές ο Πρόεδρος Μακάριος πήγε στην Αθήνα για συνομιλίες με την ελληνική Κυβέρνηση, που λίγες μέρες προηγουμένως είχε ανασχηματισθεί.

Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος διατήρησε το υπουργείο Εξωτερικών αλλά τις εξωτερικές υποθέσεις χειριζόταν ο υφυπουργός Εξωτερικών Χριστιανός Ξανθόπουλος- Παλαμάς.

Η επίσκεψη που έγινε απο τις 3 μέχρι τις 6 Σεπτεμβρίου ενώ δε ο Μακάριος πήγαινε στην Αθήνα, στην Κύπρο υπήρχε ένας άλλος επισκέπτης που έφθανε μάλιστα μυστικά στην Κύπρο για τρίτη φορά με τον ίδιο τρόπο: Ο Γεώργιος Γρίβας Διγενής.

Παρά το ουσιαστιακό αδιέξοδο στις συνομιλίες, οι συναντήσεις Κληρίδη- Ντενκτάς συνεχίστηκαν ύστερα από ανάπαυλα ενός μηνός,

Στις 20 Σεπτεμβρίου 1971 ο Ντενκτάς επέδωσε στον Κληρίδη μακροσκελές έγγραφο, από 33 σελίδες, το οποίο περιείχε τις τουρκικές απαιτήσεις στη θέση της Κυβερνήσεως ότι ο διαχωρισμός θα ήταν επιζήμιος, τόσο οικονομικά όσο και απόψεως αποτελεσματικότητας υπηρεσιών τοπικής διοικήσεως.

Σαν παράδειγμα ανέφερε τον διαχωρισμό των Δημαρχείων στις πόλεις μετά το 1963 και υποστήριζε ότι στην πράξη είχε λειτουργήσει, παρά το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά είχε αποκόψει κάθε οικονομική βοήθεια προς τα τουρκικά Δημαρχεία, αυτή η νοοτροπία της ελληνικής πλευράς, δηλαδή να αφεθούν μόνοι οι τούρκοι να σηκώσουν τα οικονομικά τους βάρη, ήταν η πραγματική αιτία των προστριβών μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων και αυτή ανάγκασε τους τούρκους να καταφύγουν στον διαχωρισμό, υποστήριζε ο Ντενκτάς. Και επαναμβάνει με βάση την "πείρα" των δημαρχείων, τις αξιώσεις για χωριστές περιοχές, κεντρικό όργανο για κάθε τοπική διοίκηση αρμοδιότητες να νομοθετούν τα όργανα τοπικής διοικήσεως και ευρείες εκτελεστικές διοικητικές και δικαστικές εξουσίες, όπως επίσης και χωριστή αστυνομία.

Ωστόσο ο Ντενκτάς στο έγγραφο του έκαμνε εισήγηση να παραμερισθεί το θέμα της τοπικής δοικήσεως και να συνεχισθούν οι συνομιλίες πάνω σε άλλα θέματα. Αυτά ήταν:

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 25 9 1971

1. Τα άρθρα του Συντάγματος 6-35 τα οποία αναφέρονται στα ανθρώπινα δικαιώματα.

2. Το δικαίωμα της τουρκικής Κοινοτικής Συνελεύσεως να επιβάλλει φορολογία πάνω στους τουρκοκυπρίους για θέματα παιδείας, όπως καθορίζεται στο άρθρο 108 του συντάγματος.

3. Η διατήρηση του δικαιώματος της Τουρκικής Κοινοτικής Συνελεύσεως να δέχεται επιχορηγήσεις από την Τουρκία, όπως καθορίζεται στις συμφωνίες της Ζυρίχης.

4. Η ύπαρξη δύο Κοινοτικών Συνελεύσεων και όχι μόνο Τουρκικής. Ο Ντενκτάς παρατηρούσε ότι η κατάργηση της Ελληνικής Κοινοτικής Συνελεύσεεως δημιούργησε δυσκολίες στην κοινότητα του, ζητούσε να επανασυσταθεί η ελληνική Κοινοτική Συνέλευση, με αρμοδιότητες, όπως καθορίζονταν στο σύνταγμα, έστω και αν σ' αυτή θα διδόταν άλλο όνομα. Επίσης είχε ζητήσει να καταργηθεί το υπουργείο Παιδείας που είχε αναλάβει μέρος των αρμοδιοτήτων της συνελεύσεως.

5. Η επανεξέταση άλλων άρθρων του συντάγματος, την διατήρηση των οποίων ζητούσε η τουρκική πλευρά.

6. Η καταβολή αποζημιώσεων προς πρώην τούρκους δημοσίους υπαλλήλους και η επανεγκατάσταση τούρκων που είχαν φύγει από τα σπίτια τους.

Το έγγραφο αυτό αποτελούσε ένα διπλωματικό ελιγμό του Ντενκτάς. Αφού κατόρθωσε να αναποφύγει την συζήτηση πάνω σε συγκεκριμένα θεάματα όπως ζητούσε η ελληνική πλευρά και μετέβαλε τις διακοινοτικές συνομιλίες σε θεωρητική συζήτηση, φαινόταν να εγκαταλείπει το επίμαχο θέμα της τοπικής διοικήσεως και να προτείνει σηζήτηση άλλων συγκεκριμένων θεμάτων σε μια προσπάθεια να φανεί ότι η τουρκική πλευρά ήθελε συνέχιση των συνομιλιών.

Ομως ο ραδιοσταθμός φωνή της Κύπρου που εξέπεμπε από το Ανεμούρι της Τουρκίας και αποτελούσε ανεπίσημο όργανο του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, του οποίου απηχούσε "ανεπίσημα" τις απόψεις είχε μεταδώσει στις 27 Αυγούστου 1971:

"Σε ανεπίσημη ενημερωτική σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στην Αγκυρα για το κυπριακό συμφωνήθηκε ότι είναι ανάγκη να τερματισθούν οι ενδοκυπριακές συνομιλίες και ότι θα ήταν περισσότερο χρήσιμο να συνεχισθούν οι συνομιλίες μεταξύ των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Τουρκίας".

Η θέση αυτή είχε τη σημασία της. Γιατί άρχισε να ενισχύεται η θέση για διεύρυνση των συνομιλιών με τη συμμετοχή αντιπροσώπων από την Ελλάδα και την Τουρκία καθώς ένας νέος παίκτης θα έμπαινε στο παιχνίδι: Ο νέος Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Κουρτ Βάλντχαϊμ σε διαδοχή του Ου Θαντ από την 1η Ιανουαρίου 1972.