Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

14.3.1971: Ο Πρόεδρoς Μακάριoς σε oμιλία τoυ στη Γιαλoύσα επιστρέφει στηv Εvωση καθώς συvεχίζovται oι εvδoκυπριακές συvoμιλίες για τρία χρόvια πρoκαλώvτας με τov τρόπo αυτό έvτovες αvτιδράσεις από τoυρκικής πλευράς και ιδιαίτερα τov Ραoύφ Ντεvκτάς.

S-1869

14.3.1971: Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΣΕ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΤΗ ΓΙΑΛΟΥΣΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΚΑΘΩΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΝΔΟΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΓΙΑ ΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΠΡΟΚΑΛΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΑΥΤΟ ΕΝΤΟΝΕΣ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΛΕΥΡΑ ΚΑΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΤΟΝ ΡΑΟΥΦ ΝΤΕΝΚΤΑΣ. ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ Ο ΝΙΧΑΤ ΕΡΙΜ

Νιχάτ Ερίμ

Στις 12 Μαρτίου 1971 η Κυβέρνηση του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ καταψηφίστηκε στην Αγκυρα και ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να παραιτηθεί σε μια περίοδο που οι συνομιλίες στην Κύπρο συνεχίζονταν στο πλαίσιο του τέταρτου γύρου για τρίτη χρονιά

Ο άνθρωπος που ήλθε στην πρωθυπουργία δεν ήταν άγνωστος στους Κυπρίους. Ηταν ο συνταγματολόγος Νιχάτ Ερίμ, που είχε πάρει μέρος στην ετοιμασία του συντάγματος της κυπριακής Δημοκρατίας του 1960 ως μέλος της Συντονιστκκής Επιτροπής,

Η παραίτηση του Ντεμιρέλ ήταν το αποτέλεσμα τελεσιγράφου των στρατιωτικών που ανέλαβαν την εξουσία στα παρασκήνια.

Ετσι με τη νέα κρίση ο Ραούφ Ντενκτάς έφυγε για την Αγκυρα για συναντήσεις με την τουρκική κυβέρνηση και εκεί ετοιμάστηκε και η αναμενόμενη τουρκική απάντηση για το θέμα της τοπικής διοίκησης, ένα μακροσκελές έγγραφο που ο Ντενκτάς επέδωσε στις 27 ΑπριλΊου 1971.

ΑΓΩΝ 22 4 1971

Ο δημοσιογράφος Πέτρος Πετρίδης έγραψε σχετικά στην Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου, Περίοδος 1960-74 τόμος Β):

Στο έγγραφο του ο Ραούφ Ντενκτάς ζητούσε να επαναβεβαιωθούν και πάλι οι όροι εντολής των συνομιλητών, ότι δηλαδή θα έκαμναν διερευνητικές συνομιλίες με σκοπό να βρεθεί μια μόνιμη λύση ανεξαρτησίας και όχι μια λύση στην οποία θα χρησιμοποιούσε οποιαδήποτε από τις δυο πλευρές για να επιτύχει εθνικούς σκοπούς και επιδιώξεις.

Ο λόγος για την αξίωση αυτή όπως ανέφερε στο έγγραφο του, ήταν ωρισμένες "πρόσφατες δηλώσεις" σχετικά με τις τελικές επιδιώξεις της ελληνοκυπριακής πλευράς,

Οι δηλώσεις στις οποίες αναφερόταν ο Ντενκτάς ήταν κυρίως μια ομιλία που έκαμε ο Πρόεδρος Μακάριος στη Γιαλούσα στις 14 Μαρτίου 1971.

Βασικά η ομιλία του Προέδρου Μακαρίου αποτελούσε απάντηση στις τουρκικές θέσεις για την λύση του κυπριακού και επανάλυψη της δηλώσεως ότι η Κυβέρνηση δεν θα δεχόταν ποτέ λύση καντονίων ή ομοσπονδίας. Ο Αρχιεπίσκοπος πρόσθεσε ότι:

"... Ακεραίαν παρελάβομεν την Κύπρον και ακεραίαν θα την παραδώσωμεν εις την Μητέρα Πατρίδα".

Στο επίσημο κείμενο της ομιλίας του προέδρου Μακαρίου που δόθηκε στη δημοσιότητα από το Γραφείο Δημοσίων Πληροφοριών είχε απαλειφθεί το επίμαχο αυτό σημείο, ωστόσο μεταδόθηκε ηχογραφημένο στα ραδιοφωνικά επίκαιρα την επομένη.

Περίληψη της πολυσυζητημένης ομιλίας του Προέδρου Μακαρίου όπως δόθηκε παό το ΓΔΠ δημοσίευσε η εφημερίδα " Κύπρος" στις 15 Μαρτίου 1971. Εγραψε η εφημερίδα:

" Ο Πρόεδρος Μακάριος διεκήρυξε χθες ότι επίπονος και μακρός προβλέπεται ο αγώνας του Κυπριακού Ελληνισμού. Ομιλών εις Αιγιαλούσαν κατά την τελετήν αποκαλυπτηρίων της προτομής του ήρωος Σταύρου Στυλιανίδη εχαρακτήρισε τας τορκοκυπριακάς προτάσεις ως ερχομένας "κατά παραγγελίαν εξ Αγκύρας" και εκάλεσεν εις παραμερισμόν "των διενέξεων κομματισμών, παθών και άλλης προσωπικής φύσεως υπολογισμών διότι "η εκ των έσω υπόσκαψις του μετώπου θα έχη μοιραίον αποτέλεσμα διά το μέλλον της Κύπρου"

ΑΓΩΝ 22 5 1971

Ο Μακαριώτατος εν αρχή έπλεξε το εγκώμιον του ήρωος Στυλιανίδη, ειπών ότι "η διά θυσιών πορεία συνεχίζεται και θα συνεχισθή διότι δεν επραγματοποιήθησαν εισέτι τα ιδανικά, διά τα οποία ο Στυλιανίδης και οι άλλοι ήρωες του αγώνος μας έδωσαν την ζωήν των".

Αναφερόμενος εις την σημερινήν φάσιν του αγώνος ο Μακαριώτατος είπεν:

" Εκ των μέχρι τούδε εξελίξεων των ενδοκυπριακών συνομιλιών δεν διαφαίνεται επικειμένη αισία έκβασις της. Και ο Κυπριακός Ελληνισμός πρέπει να γνωρίζη ότι ο αγών του είναι επίμονος και μακρός, θα είναι αγών αντοχής και καρτερίας επιμονής και υπομονής, θάρρους και ευψυχίας.

Η τουρκική αδιαλλαξία τροφοδοτείται πιθανώς, από την αντίληψιν ότι πιέσεις και εκφοβισμοί θα κάμψουν την αντοχήν και την αντίστασιν μας. Οχι, δεν θα υποκύψωμεν εις πιέσεις, δεν θα λυγίσωμεν εις εκβιασμούς. Ορθιοι απτόητοι και αλύγιστοι θα παραμείνωμεν επί των επάλξεων. Τα ομοσπονδιακά και άλλα διχοτομικής φύσεως σχέδια είναι απορριπτέα. Και δεν υπάρχει πιθανότης αποδοχής τους. Και δεν υπάρχει δυνατότης επιβολής των. Αι κατά παραγγελίαν εξ Αγκύρας προτάσεις των κατοίκων κατά τας συνομιλίας μαρτυρούν πασιφανώς απωτέρας βλέψεις της Τουρκίας επι του Κυπριακού εδάφους. Και εις πρόσφατον παρελθόν εζήτησε βάσιν γνωστού σχεδίου το έδαφος της Καρπασίας διά να μετατρέψη εις βάσιν τουρκικήν, αλλά το σχέδιον προσέκρουσεν ες την αντίδρασιν μας.

Επί της γης της Καρπασίας υψούνται προτομαί ηρώων και υπό τα χώματα της υπάρχουν τάφοι εθνομαρτύρων. Τα σπλάχνα της γης της Καρπασίας και της όλης Κύπρου περικλείουν λείψανα και μαρτύρια πανάρχαια και νέα διαλαλούν την Ελληνικότητα της νήσου μας. Ελληνική ήτο η Κύπρος από της αυγής της Ιστορίας μας και ελληνική θα παραμείνη. Αι επ' αυτής βλέψεις και αι επ' αυτής επιβουλαί και σχέδια θα προσκρούσουν πάντοτε εις την αντίστασιν μας. Και το τείχος της αντιστάσεως μας ουδεμία έξωθεν δύναμις είναι ικανή να εξαναγκάση εις υποχώρησιν, εφόσον δεν υποσκάπεται τούτο έσωθεν. Οιαδήποτε εκ των έσω υπόσκαψις θα έχη αποτελέσματα μοιραία διά το μέλλον της Κύπρου. Και υπάρχουν δυστυχώς δείγματα υποσκάψεως την οποίαν επιφέρουν διενέξεις και κομματισμοί πάθη και άλλοι ταπεινής φύσεως υπολογισμοί.

Ενότητα δυνάμεων, συντονισμόν δυνάμεων υπαγορεύει η κρισιμότης των καιρών. Η δικαίωσις του αγώνος μας, ο οποίος προβλέπεται μακρόπνοος, η πραγμάτωσις των στόχων και σκοπών δια τους πολλούς ηγνοήθησαν και εθυσιάσθησαν οι ήρωες μας, απαιτεί την ψυχικήν συνοχήν του Κυπριακού ελληνισμού. Και την εν ενότητι συνέχισιν της εθνικής πορείας του".

Και προηγουμένως οι τούρκοι είχαν διαμαρτυρηθεί για παρόμοιες δηλώσεις για την ένωση, κυρίως του υπουργού Εσωτερικών Επαμεινώνδα Κωμοδρόμου, αλλά τώρα είχαν ισχυρότερο πρόσχημα για να σκληρύνουν την στάση τους.

Ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών δήλωσε στην Αγκυρα στις 16 Μαρτίου 1971 ότι "τέτοιες δηλώσεις αποδεικνύουν γιατί σημειώνουν αποτυχία μέχρι τώρα οι διακοινοτικές συνομιλίες".

Δυο μέρες αργότερα ο Ντενκτάς σε ομιλία του στην Αμμόχωστο έθεσε σαν προϋπόθεση για την επιτευξη "ραλιστικής λύσης" την αποκήρυξη της ένωσης.

Ο Ντενκτάς διατύπωσε έμμεσα την απειλή της διακοπής των συνομιλιών λέγοντας ότι ήταν "ιστορική απόφαση" των τουρκοκυπρίων για τη συνέχιση τους.

Είπε ο Ραούφ Ντενκτάς (εφημερίδα "Ο Φιλελεύθερος" 19.3.1971:

"Εάν αποκλεισθεί η ένωση θα είναι δυνατή η επίτευξη λύσης με βάση την αρχή της ανεξαρτησίας "νοουμένου ότι θα εξευρεθεί φόρμουλα, η οποία θα προνοεί για την προστασία της ζωής και της περιουσίας της τουρκυπριακής κοινότητας και η οποία δεν θα περιοριζει την οικονομική ανέλιξη των τουρκοκυπρίων και δεν θα επηερεάσει την συνεταιριστική τους ιδιότητα".

Ακόμα κατηγόρησε την ελληνική πλευρά ότι η υπονομεύει τις ενδοκυπριακές συνομιλίες και ότι καταβάλλει προσπάθειες για τη δημιουργία συνθηκών οι οποίες θα εμφανίσουν τους τούρκους ως υπεύθυνους για την αποτυχία των συνομιλιών αυτών.

Πρόσθεσε:

ΑΓΩΝ 16 7 1971

"Οι τουρκοκύπριοι ενεργούν με ψυχραιμία και όχι συνασθηματικά, διότι έτσι θα έδιδαν στους Ελληνες την αφορμή την οποία επιζητούν. Εμείς δεν έχουμε προσπαθήσει να διακόψουμε τις συνομιλίες. Και η ελληνοκυπριακή ηγεσία αφού εκνευρίσθηκε ως εκ της στάσεως αυτής των Τούρκων και αφού απέτυχε να επιφέρει διάσπαση μεταξύ της τουρκοκυπριακής κοινότητας άρχισε να ακολουθεί διπλοπρόσωπη πολιτική. Καθ' όν χρόνο οι ελληνοκύπριοι ηγέτες αποκαλύπτουν με τις δηλώσεις τους τους πραγματικούς τους σκοπούς, οι οποίοι σύγκεινται στην πραγματοποίηση της Ενωσης. Εχουν επίσης εντείνει τις προσπάθειες τους για να κατηγορήσουν τους τουρκοκύπριους για στρατιωτικές προετοιμασίες, συνωμοσίες, για τη δημιουργία ταραχών και για εδαφικές βλέψεις της Αγκυρας επί της Κύπρου".

Θεωρούμε καθήκον μας να καλέσουμε την ελληνοκυπριακή ηγεσία, η οποία έχει εκτιμήσει εσφαλμένα την κατάσταση να εκλέξει την οδό της λογικής και του ανθρωπισμού. Πιστεύουμε ότι όλες οι χώρες οι οποίες δαπανούν χρήματα και καταβάλλουν προσπάθειες για ειρηνική λύση του κυπριακού καθώς και τα Ηνωμένα Εθνη δεν θα επιτρέψουν επανάληψη των αιματηρών γεγονότων του 1963 και επί πλέον να έχουν αντιληφθεί καλώς υπό το φως των αποκαλυτικών δηλώσεων των ελληνοκυπρίων ηγετών, γιατί οι ενδοκυπριακές συνομιλίες δεν επέτυχαν να δώσουν αποτέλεσμα.

Θέλουμε ειρήνη, πιστεύουμε ότι μια ρεαλιστική λύση είναι δυνατό να ευρεθεί στο κυπριακό με ειρηνικά μέσα, αλλά για την επίτευξη μιας τέτοιας λύσης είναι επιτακτικό όπως αποκλεισθή η πιθανότητα της Ενωσης και η ενωτική πολιτική της οποιας έδει δημιουργήσει το χάσμα μεταξύ των δυο κοινοτήτων, τα γεγονότα και οι πρόσφατες δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου καταδεικνύουν ότι η ελληνοκυπριακή ηγεσία δεν έχει τα μέσα να εκλέξει την οδό που υπαγορεύει η κοινή λογική αι ότι οι ελληνοκύπριοι ηγέτες τελούν υπό τον έλεγχο των εξτρεμιστικών ενόπλων πυρήνων τους οποίους δημιουργήθησαν οι ίδιοι για την εφαρμογή της ενωτικής αυτής πολιτικής. Εφ' όσον όμως η ειρηνική λύση του προβλήματος εξαρτάται από τον αποτελεσματικόν αποκλεισμόν της ένωσης βαρειά ευθύνη πέφτει στους ώμους της Ελλάδας στο θέμα αυτό. Η Ελλάδα οφείλει από μέρους της ελληνοκυπριακής ηγεσίας να κλείσει σταθερά την θύρα προς την Ενωση.

Μια ιστορική και ειρηνική απόφαση πρέπει να ληφθεί και η απόφαση σ' αυτή θα πρέπει να διακηρυχθεί με θάρρος προς την ελληνοκυπριακή κοινότητα, η οποία υποφέρει από ετών διότι παρασύρθηκε στην ενωτική περιπέτεια. Εάν η Ελλάδα διακηρύττει ότι θέλει ειρηνική λύση και ότι ευνοεί συνέχιση των διμερών συνομιλιών, αλλά τηρεί σιγήν ενόψει των ανοικτών δηλώσεων του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για Ενωση, ασφαλώς θα ενταθούν οι υποψίες μας ότι η Ελλάδα κρυφά υποστηρίζει την Ενωση".

Κατέληξε ο Ντενκτάς:

"Οι προτάσεις τις οποίες υποβάλλουν οι τουρκοκύπριοι με σκοπό την περιφρούρηση των δικαιωμάτων τους απορρίπτονται από τους Ελληνες και αυτό διότι εάν γίνουν δεκτές θα κλείσουν την οδόν προς την Ενωση".

Τέλος κάλεσε την ελληνοκυπριακή ηγεσία να εγκαταλείψει γρήγορα την πολιτική προώθησης της Ενωσης και ζήτησε από τα Ηνωμένα Εθνη "να επαυξήσουν την ηθική τους πίεση επί του Αρχιεπισκόπου διά να επιτρέψουν νέαν καταστροφήν".

Επίσης κάλεσε την Ελλάδα να επέμβει για διευθέτηση του θέματος. Η Ελλάδα, είπε, μπορεί να πράξει τούτο. Διότι σε περίπτωση νέας επίθεσης και σφαγών η χώρα η οποία θα έχει να αντιμετωπίσει πραγματικές δυσχέρειες μαζί με την Κύπρο είναι η Ελλάδα. Και το κλειδί βρίσκεται στα χέρια της Ελλάδας".

ΑΓΩΝ 7 7 1971

Οι απόψεις αυτές του Ραούφ Ντενκτάς ήταν εκείνες που πρόβαλλε στο εξής στις διακοινοτικές συνομιλίες και κυρίως σε επιστολή του που έστειλε στον Γλαύκο Κληρίδη στις 26 Μαρτίου 1971.

Σε άλλο έγγραφο του, με ημερομηνία 29 Απριλίου 1971 ο Ντενκτάς υπέβαλλε λεπτομερείς αντιπροτάσεις και διατύπωνε τη θέση ότι εκείνο που συζητούσαν, κατ' αντίθεση προς όσα είχε υποστηρίξει στο παρελθόν, ήταν η επίτευξη συμφωνίας πάνω σε ορισμένα σημεία και η διατήρηση των βασικών στοιχείων του συντάγματος του 1960.

Τα σημεία που κατά την τουρκική άποψη έπρεπε να συζητηθούν και να συμφωνηθούν, θα έπρεπε βασικά ν' αφορούν την κατοχύρωση των τουρκοκυπρίων και ωρισμένες άλλες πρόνοιες που ήταν φανερά άδικες.

Για τους λόγους αυτούς επέμενε σ' όλες εκείνες τις πρόνοιες του συντάγματος που θα "κατοχύρωναν τους τουρκοκύπριους και θα διατηρούσαν την "ομοσπονδιακή δομή" του κράτους όπως για παράδειγμα η διατήρηση της θέσεως του αντιπροέδρου, των Κοινοτικών Συνελεύσεων (ή Βουλών) η στάθμευση τουρκοκυπρίων αστυνομικών στις περιοχές όπου η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν τούρκοι κλπ.

Κυρίως όμως ο Ντενκτάς επιζητούσε την "κατοχύρωση" μέσω της τοπικής διοικήσεως και της δημιουργίας κοινοτικής αστυνομίας και κοινοτικών δικαστηρίων, κάτω από τον έλεγχο των οργάνων τοπικής διοικήσεως.

Στις λεπτομερείς του προτάσεις, σ' απάντηση των προτάσεων της Κυβερνήσεως, ο Ντενκτάς δεχόταν ωρισμένες από αυτές βασικά εκείνες που ήταν ευνοϊκές για την τουρκική πλευρά, αλλά και πάλι ζητούσε ανταλλάγματα σε άλλα σημεία.

Το πιο επίμαχο σημείο εξακολουθούσε να είναι εκείνο της Τοπικής Διοικήσεως. Στις προτάσεις του ο Ραούφ Ντενκτάς επέμενε ότι η Βουλή δεν θα έπρεπε να έχει δικαίωμα να εγκρίνει νόμους για θέματα Τοπικής Διοικήσεως που αντίθετα θα έπρεπε να κατοχυρώνονται άμεσα από το σύνταγμα. Σαν επιχείρημα για υποστήριξη της απόψεως του επικαλέστηκε το γεγονός ότι στο παρελθόν η Βουλή είχε αρνηθεί να εγκρίνει τους νόμους για την δημιουργία χωριστών δημαρχείων.

Ακόμα επέμενε στις απόψεις του για τους φορείς της τοπικής Διοικήσεως, δηλαδη για τις κεντρικές αρχές τις οποίες οι τοπικές μονάδες θα ήταν υπόλογες.

Ο Ντενκτάς υπέβαλε τρεις διαζευτικές εισηγήσεις για τα κεντρικά σώματα της Τοπικής Διοικήσεως, κάπως τροποποιημένες από προηγούμενες θέσεις του, αλλά απαράδεκτες για την Κυβέρνηση που έκρινε ότι υιοθέτηση τους ωδηγούσε τελικά στη δημιουργία δύο κρατών με σύνδεση συνομοσπονδίας.

Με βάση τις προτάσεις των Τούρκων οι κεντρικές αρχές θα έπρεπε να ήταν:

1. Η ελληνική Κοινοτική Συνέλευση για την Ελληνική Τοπική Διοίκηση και η Τουρκική Κοινοτική Συνέλευση για την Τουρκική.

2. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επιτροπή από εκλελεγμένους Ελληνες τοπικούς άρχοντες για την Ελληνική Τοπική Διοίκηση και ο Αντιπρόεδρος και επιτροπή από εκλελεγμένους τούρκους τοπικούς άρχοντες για την Τουρκική Τοπική Διοίκηση, ή

3. Ελληνας Υπουργός και Τούρκος Υπουργός που θα ήταν αντίστοιχα υπεύθυνοι για την ελληνική και τουρκική τοπική διοίκηση θα ήταν υπόλογοι στον Πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας αντίστοιχα.

Τις διαζευτικές αυτές προτάσεις του Ντενκτάς ανάλαβε η Αγκυρα να προωθησει μέσω του καθεστώτος των Αθηνών.

ΑΓΩΝ 1 6 1971

Θα πρέπει να ληφθεί υπ' όψη το γενικώτερο πλαίσιο της καταστάσεως στην Τουρκία και την Ελλάδα, μέσα στο οποίο διεξάγονταν οι συνομιλίες στην περίοδο αυτή και που ήταν το υπόβαθρο της υποβολής των τουρκικών προτάσεων.

Μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία, που εξανάγκασε τον Ντεμιρέλ να παραιτηθεί, την ουσιαστική διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβαν οι στρατιωτικοί που κατηύθυναν τις ενέργειες της κυβερνήσεως από τα παρασκήνια υπαγορεύοντας την γραμμή τους μέσω των αποφάσεων του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας.

Νέος πρωθυπουργός ανέλαβε ο Νιχάτ Ερίμ, που σχημάτισε Κυβέρνηση τεχνοκρατών και πολιτικών, έτσι που να δίδεται η μορφή πολιτικής δημοκρατικής διακυβερνήσεως, στην ουσία όμως υπήρχε στρατιωτικό κεθεστώς.

Ο Τούρκος Πρόεδρος Στρατηγός Σουνάϊ με την ευκαιρία του σχημαστισμού της νέας Κηβερνήσεως στις 26 Μαρτίου 1971 "κάλεσε" τους αρχηγούς των κομμάτων να την υποστηρίξουν.

Στην Ελλάδα υπήρχε ήδη το στρατιωτικό καθεστώς του Γεωργίου Παπαδόπουλου, του οποίου η πολιτική φιλοσοφία ήταν ο σύσφιγξη των σχέσεων Ελλάδας και Τουρκίας με κάθε θυσία. Η πολιτική του αυτή διαφαίνεται από τις δηλώσεις Παπαδόπουλου που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα "Μιλλιέτ" στις 30 Μαϊου 1971 στην οποία έκαμε την "διαπίστωση" πως οι εξελίξεις "οδηγούν εις μίαν ομοσπονδίαν Τουρκίας και Ελλάδος".

Ο Παπαδόπουλος είπε ακόμα επί λέξει:

"Θα ήτο δυνατόν να διαβεβαιώσετε τον αξιότιμον πρωθυπουργόν κ. Ερίμ ότι εις την Αθήναν υπάρχουν φίλοι, οι οποίοι επιθυμούν διακαώς την απόλυτον και στενήν συνεργασίαν μετά της Τουρκίας".

Σε άλλο σημείο των δηλώσεων του έλεγε πως αν η ελληνική και η τουρκική κοινότητα στην Κύπρο γνώριζαν πως οι "γονείς" τους δεν ήταν διατεθειμένοι να παρουν τα όπλα και να πολεμήσουν για χατήρι τους, θα προσπαθούσαν να επιλύσουν ειρηνικά τις διαφορές τους.

Ανέφερε ακόμα:

"Δεν πρόκειται να επιτρέψουμε στον ισχυρότερον να κακομεταχειρισθή τον ασθενέστερον. Εάν έλθουν εις ρήξιν, δεν θα διστάσωμεν να προχωρήσωμεν εις μίαν νέαν επέμβασιν προς την πλευράν των ιδικών μας. Και δεν θα τους είπωμεν κάνετε ό,τι θέλετε. Θα αποφασίσωμεν διά κάθε τι εν πνεύματι συνεργασίας, αμοβαίας εμπιστοσυνης και καλής θελήσεως". Ο κ. Ερίμ θα γνωρίζει πως ό,τι λέγει ο κ. Παπαδόπουλος αυτό σκέπτεται και αυτό θα πράξη... Και ο κ. Παπαδόπουλος θα είναι εξίσου βέβαιος διά τον κ. Ερίμ".

Επομένως, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος δεν ήταν διατεθειμένος να πολεμήσει για την Κύπρο και ήθελε να βρεθεί με κάθε θυσία λύση του Κυπριακού, για να συσφιγθούν οι σχέσεις με την Τουρκία, υποστήριζε κάθε τρόπο ή μέθοδο για την επίτευξη λύσεως. Και ο μόνος τρόπος που υπήχε ήταν οι συνομιλίες.

Για τον λόγο αυτό το κεθεστώς των Αθηνών υποστήριζε με κάθε τρόπο τις συνομιλίες- παρ' όλο που οι πιο σκληροί στρατιωτικοί τις υπονόμευαν συστηματικά.

Για να προωθήσει λύση μέσω των συνομιλιών, η Κυβέρνηση Παπαδοπούλου εισηγήθηκε στην Κυπριακή Κυβέρνηση να αποδεχθεί την τουρκική πρόταση για τη δημιουργία κεντρικών φορέων τοπικής διοικήσεως και συγκεκριμενα τον διορισμό δυο υπουργών.

Ο Πρόεδρος Μακάριος, όμως, δεν ήταν διατεθειμένος να την δεχθεί. Και έκαμε σαφή αναφορά στην αντίθεση του αυτή κατά την επίσκεψη του στην Σοβιετική Ενωση στις αρχές Ιουνίου 1971. Στις 4 Ιουνίου έδωσε γεύμα προς τιμή του σοβιετικού Προέδρου Νικολάϊ Ποτγκόρνι και είπε ότι στις συνομιλίες του πληροφόρησε την σοβιετική ηγεσία ότι υπάρχει κίνδυνος επιδεινώσεως της καταστάσεως:

"Σήμερον, θα περιορισθώ να τονίσω ότι είμεθα απολύτως αποφασσμένοι να προβώμεν εις κάθε θυσίαν και να αντισταθωμεν εις κάθε απόπειραν, η οποία θα γίνει εκ των έξω, διά την επιβολήν λύσεων εις οιονδήποτε από τα προβλήματα μας. Θ' αντισταθώμεν εις κάθε προσπάθειαν επιβολής λύσεως η οποία θα οδηγή εις την πολιτκή ή γεωγραφικήν διχοτόμησιν της νήσου μας. Ούτε και θα αποδεχθώμεν περιορισμόν της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας της Κύπρου".

Οι σοβιετικοί ηγέτες επανέλαβαν- όπως αναφερόταν και στο κοινό ανακοινωθέν των συνομιλιών- την υποστήριξη της χώρας τους για την ανεξαρτησία, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου, αλλά και υποστήριξη προς τις προσπάθειες για εύρεση λύσεως με συνομιλίες και αντίθεση "σε κάθε παρέμβαση, επέμβαση, χρήση βίας ή απλής χρήσεως βιαίας σε βάρος της Κύπρου".