Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

10.4.1929: Ευρεία σύσκεψη στηv Αρχιεπισκoπή για λήψη απoφάσεωv για τηv πoρεία τoυ αγώvα τoυ Κυπριακoύ λαoύ.

S-465

10.4.1929: ΕΥΡΕΙΑ ΣΥΣΚΕΨΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΓΙΑ ΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΛΑΟΥ

 

Ο Μητροπολίτης Κυρηνείας, ο οποίος διενήργησε έρανο για ενίσχυση της αεροπορίας της Ελλάδας. Κάτω το αεροπλάνο που αγοράστηκε

Η Πολιτική Οργάνωση που είχε ιδρυθεί το 1921 είχε υπερφαλαγγισθεί στα τέλη της δεκαετίας του 1920 από τις διχογνωμίες και τις αλλαγές που είχαν επέλθει στα χρόνια που μεσολάβησαν ως και τον "αγώνα" επικράτησης των βουλευτών από τη μια και της Εκκλησίας και των Δημάρχων από την άλλη.

Ανάμεσα στους κυπρίους είχαν διαφανεί διαφορές στην τακτική του αγώνα. Αλλοι επέμεναν στην Ενωση και μόνο, άλλοι στην παροχή συνταγματικών ελευθεριών που θα οδηγούσαν στην ένωση και άλλοι όπως το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου τάχθηκαν ανοικτά εναντίον της Ενωσης και υπέρ της συνεργασίας Ελλήνων και Τούρκων σε μια ανεξάρτητη Κύπρο.

Ακόμη και ανάμεσα στους παλαιοπολιτικούς και τους γνωστούς εθνικιστές υπήρχαν διαφορές τακτικής. Αλλοι ήθελαν να βρίσκονται κάτω από την ηγεσία της Εκκλησίας-Εθναρχίας και άλλοι, όπως οι βουλευτές, ήθελαν να καταστούν ανεξάρτητο σώμα και δρουν, με δική τους πρωτοβουλία, μια και ήσαν εκλεγμένοι και υπόλογοι έναντι του λαού.

Οι διαφορές οξύνονταν και ο Αγγλος Κυβερνήτης Σερ Ρόναλντ

Στορρς εύρισκε τον τρόπο εκμεταλλευόμενος πότε τις διαφορές μεταξύ των Ελλήνων και πότε τις διαφορές Ελλήνων και Τούρκων για να προωθεί την πολιτική του.

 

Ετσι τα τέλη της δεκαετίας του 1920 οι φωνές για δημιουργία μιας πραγματικής Εθνικής Οργάνωσης που θα αναλάμβανε το συντονισμό των ενεργειών όλων αυτών των τάσεων, εξαιρουμένων των Κομμουνιστών (όπως συνέβη αργότερα στη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59), είχαν αρχίσει να ακούονται πιο δυνατά τώρα.

Οταν τα πράγματα είχαν πια ωριμάσει με την ιδέα αυτή, ο Αρχιεπίσκοπος συγκάλεσε ευρεία σύσκεψη στην Αρχιεπισκοπή τον Απρίλη του 1929 για να διαπιστώσει τις προθέσεις των βουλευτών κυρίως σύμφωνα με την εφημερίδα "Ελευθερία" (10.4.1929):

"Ως είχομεν προαναγγείλει την μεταμεσημβρίαν του παρελθόντος Σαββάτου εγένετο εν Αρχιεπισκοπή συνάντησις των μελών της Ιεράς Συνόδου μετά των Ελλήνων βουλευτών προς ανταλλαγήν γνωμών και λήψιν αποφάσεων περί της οργανώσεως του εθνικού αγώνος. Κατά την σύσκεψιν ταύτην αρχίσασαν την 3ην μ.μ. και παραταθείσαν μέχρι της 7 ώρας παρήσαν ο Μ. Αρχιεπίσκοπος και οι Παν. Μητροπολίται Πάφου, Κιτίου και Κυρηνείας ως και όλοι οι Ελληνες βουλευταί.

Εν αρχή ο Μ. Αρχιεπίσκοπος λαβών τον λόγον ανέπτυξε τον σκοπόν της τοιαύτης προσκλήσεως και συναντήσεως ειπών ότι αι παρούσαι κρίσιμοι περιστάσεις ας διέρχεται η χώρα επιβάλλουσι την ανάγκην οργανώσεως του εθνικού αγώνος, ίνα από κοινού εργάζονται εν τω μέλλοντι η Ι.Σύνοδος και οι Ελληνες βουλευταί και ουχί έκαστον Σώμα μεμονωμένως όπως ατυχώς συμβαίνει σήμερον, εάν βεβαίως αι απόψεις των συνταυτίζονται με τας των της Ι. Συνόδου.

Τινές των βουλευτών έλαβον τότε τον λόγον και εδήλωσαν ότι αι απόψεις των τείνουν πάντοτε προς την ένωσιν, αλλ' είναι διατεθειμένοι να συνεχίσωσι την συνεργασίαν των μετά της Κυβερνήσεως και θα αποδέχωνται ευχαρίστως πολιτικάς ελευθερίας και αυτοδιοίκησιν εάν τοιαύτα τινά ήθελον προσφερθή. Υπέρ της αρχής αυτής εκηρύχθησαν οι
βουλευταί κ.κ. Σταυρινάκης, Ρωσσίδης και Μ. Κιτίου, αντετάχθη δ' ερρωμένος εις τας απόψεις των ταύτας ο Π. Μητροπολίτης της Κυρηνείας κηρυχθείς αδιαλλάκτως υπέρ της ενώσεως και μόνον της ενώσεως, καθόσον πάσα άλλη κατεύθυνσις θα μας απεμάκρυνε του σκοπού.

Ο Μ. Αρχιεπίσκοπος και ο Παν. Μητροπολίτης Πάφου παρεκάλεσαν τους κ. βουλευτάς- επιθυμούντας να εξακριβώσωσι την γνώμην των συνοδικών μελών ως προς το ζήτημα της Ενώσεως και της αυτονομίας- να υποβάλωσι τας σκέψεις των εγγράφως προς την Ι.Σύνδον, οπότε αύτη θα ήτο εις θέσιν διά να μελετήση ταύτας και απαντήση κατά πόσον είναι σύμφωνος ή μη.

 

Εφημερίδα «Ελευθερία» 14 7 1928

Αλλ' επειδή οι βουλευταί δεν έστεργον να πράξωσι τούτο, τότε ο Μ. Αρχιεπίσκοπος εδήλωσεν ότι σκοπός της προσκλήσεως των κ. βουλευτών δέν ήτο διά να εξακριβώσωσιν ούτοι τας γνώμας της Ι. Συνόδου επί του εθνικού ζητήματος, αλλά προς σύσκεψιν διά την οργάνωσιν του αγώνος ης άνευ δεν είναι δυνατόν να χωρήση απροσκόπτως το έργον, ηναγκάσθη δε να κηρύξη την λύσιν της συνεδρίας αποχωρήσας αμέσως".

 

(Μεταγλώττιση)

"Οπως είχαμε προαναγγείλει το περασμένο Σάββατο μετά το μεσημέρι έγινε στην Αρχιεπισκοπή συνάντηση των μελών της Ιεράς Συνόδου με τους Ελληνες βουλευτές προς ανταλλαγή γνωμών και λήψη αποφάσεων για την οργάνωση του εθνικού αγώνα. Κατά τη σύσκεψη αυτή που άρχισε στις 3 μ.μ. και παρατάθηκε μέχρι τις 7 ώρας παρέστησαν ο Μ.

Αρχιεπίσκοπος και οι Παν. Μητροπολίτες Πάφου, Κιτίου και Κυρηνείας ως και όλοι οι Ελληνες βουλευτές.

Στην αρχή ο Μ. Αρχιεπίσκοπος αφού πήρε το λόγο ανέπτυξε τον σκοπό της πρόσκλησης και συνάντησης λέγοντας ότι οι παρούσες κρίσιμες περιστάσεις τις οποίες διέρχεται η χώρα επιβάλλουν την ανάγκη οργάνωσης του εθνικού αγώνα, για να εργάζονται από κοινού στο μέλλον η Ι.Σύνοδος και οι Ελληνες βουλευτές και όχι κάθε Σώμα μεμονωμένα όπως ατυχώς συμβαίνει σήμερα, εάν βεβαίως οι απόψεις τους συνταυτίζονται με εκείνες της Ι. Συνόδου.

Μερικοί από τους βουλευτές έλαβαν τότε το λόγο και δήλωσαν ότι οι απόψεις τους τείνουν πάντοτε προς την ένωση, αλλά είναι διατεθειμένοι να συνεχίσουν τη συνεργασία τους με την Κυβέρνηση και θα αποδέχονται ευχαρίστως πολιτικές ελευθερίες και αυτοδιοίκηση εάν προσφερθούν. Υπέρ της αρχής αυτής κηρύχθηκαν οι βουλευτές κ.κ. Σταυρινάκης, Ρωσσίδης και Μ. Κιτίου, αντιτάχθηκε δε ερρωμένα στις απόψεις τους αυτές ο Π. Μητροπολίτης της Κυρηνείας που κηρύχθηκε αδιάλλακτα υπέρ της ένωσης και μόνο της ένωσης, καθόσον κάθε άλλη κατεύθυνση θα μας απομάκρυνε από τον σκοπό.

Ο Μ. Αρχιεπίσκοπος και ο Παν. Μητροπολίτης Πάφου παρακάλεσαν τους κ. βουλευτές- που επιθυμούν να εξακριβώσουν τη γνώμη των συνοδικών μελών ως προς το ζήτημα της ένωσης και της αυτονομίας- να υποβάλουν τις σκέψεις τους εγγράφως προς την Ι.Σύνοδο, οπότε αυτή θα ήταν σε θέση για να μελετήσει αυτές και απαντήσει κατά πόσον είναι σύμφωνος ή όχι.

Αλλ' επειδή οι βουλευτές δεν έσπευδαν να κάμουν κάτι τέτοιο, ο Μ. Αρχιεπίσκοπος δήλωσε ότι σκοπός της πρόσκλησης των κ. βουλευτών δέν ήταν για να εξακριβώσουν αυτοί τις γνώμες της Ι. Συνόδου στο εθνικό ζήτημα, αλλά προς σύσκεψη για την οργάνωση του
αγώνα χωρίς την οποία δεν είναι δυνατό να χωρήσει απρόσκοπτα το έργο, αναγκάστηκε δε να κηρύξει τη λήξη της συνεδρίας και αποχώρησε αμέσως".

Συνηγορώντας υπέρ των απόψεων του Αρχιεπισκόπου ο παλαιοπολιτικός Θεοφάνης Θεοδότου, σε άρθρο του στην ίδια εφημερίδα στις 24 του ίδιου μήνα τόνιζε:

"Πάντες είμεθα σύμφωνοι ότι δέον να οργανωθώμεν πολιτικώς με ενιαίον μέτωπον και με ωρισμένην πολιτικήν κατεύθυνσιν. Το ζήτημα τούτο προσέκρουσε διότι τινές θέλουν να φθάσωμεν εις την ένωσιν διά της αυτονομίας και άλλοι απ' ευθείας άνευ διαμέσων σταθμών, νυν δε καταβάλλεται πάσα δυνατή προσπάθεια όπως εξευρεθή τρόπος κοινού πολιτού προγράμματος του κυπριακού αγώνος.

Το επ' εμοί εφρόνουν και φρονώ ότι σκοπός της πολιτικής οργανώσεως, πρέπει να είνε εις ενιαίος και μοναδικός, η πάση θυσία και όλαις δυνάμεσι επιδιώξεις της ενώσεως της Κύπρου μετά της Ελλάδος. Την επί του ζητήματος τούτου γνώμην μου εδικαιολόγησα και άλλοτε και νυν δράττομαι της παρουσιασθείσης ευκαιρίας όπως υποβάλω εις το κοινόν της Κύπρου ότι η αυτονομία είναι ενδεχόμενον να γείνη αφορμή πολιτικών διαιρέσεων και πολιτικών κομμάτων, ένεκεν μάλιστα του φυλάρχου χαρακτήρος του Ελληνος, τα οποία να συντελέσωσι εις το να χαλαρώσωσι το εθνικόν αίσθημα και να παραβλάψωσι την εθνικήν ιδέαν.

Δεν πρέπει να διαλάθη την προσοχήν των υπέρ της αυτονομίας ταχθέντων το λεχθέν εις τον μακαρίτην Αραούζον υπό του υπουργού των Αποικιών, ότε ούτος εζήτησεν ευρυτέρας ελευθερίας, ή διοικητικόν σύστημα παραπλήσιον του της Μάλτας. Ο κ. Αμερι απήντησε κυνικώς εις το αίτημα του κ. Αραούζου και είπεν: "Η Μάλτα δεν έχει εθνικάς βλέψεις", δηλαδή δια να μας δώσουν αυτονομίαν πρέπει να παραιτηθώμεν πάσης ενωτικής ιδέας. Κατόπιν τούτου νομίζω ότι ομιλούντες περί αυτονομίας κινδυνεύομεν να εκληφθώμεν ως αδιαφόρως έχοντες προς την ένωσιν.

Εγώ τουλάχιστον δηλώ από τούδε ότι απολύτως αδυνατώ να συνταχθώ με τους αυτονομιστάς και θα εξακολουθήσω την αδιάλλακτον ενωτικήν πολιτικήν άνευ διαμέσων σταθμών ομού με τους ομόφρονας βουλευτάς, συνοδικούς και λοιπούς αρχηγούς του λαού. Δεν με λανθάνει ότι η αδιάλλακτος πολιτική έχει βαρείας τας ευθύνας και ότι απαιτεί τας μεγίστας των υλικών και ηθικών θυσιών, όπως καρποφορήση. Τρέφω όμως την ακράδαντον πεποίθησιν ότι ο ελληνικός κυπριακός λαός, καταλλήλως μάλιστα διαπαιδαγωγούμενος θα υποβληθή εις πάσαν θυσίαν όπως συντελέση την εθνικήν αυτού αποκατάστασιν".

Οι δημόσιες φωνές για ίδρυση μιας οργάνωσης επαναλήφθηκαν και τους επόμενους μήνες, ενώ στο παρασκήνιο οι προσπάθειες είχαν φθάσει σε κάποιο αποτέλεσμα.

Ο νεαρός δικηγόρος Αχιλλέας Αιμιλιανίδης (μετέπειτα Γ ραμματέας της Οργάνωσης) σε τρία άρθρα του, το Νοέμβριο του 1930, στην εφημερίδα "Ελευθερία" που αποτελούσε μια από τις βασικές εφημερίδες της εποχής, και η οποία μπορεί να λεχθεί ότι απηχούσε και τις απόψεις της Εκκλησίας, αναφερόμενος στην ανάγκη ίδρυσης Πολιτικής Οργάνωσης ανέφερε ότι η οργάνωση αυτή έπρεπε να κινηθεί σε δυο μέτωπα: Στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.

Ιδιαίτερα για τη δράση στο εξωτερικό ο Αιμιλιανίδης εισηγείτο διεθνή προβολή του προβλήματος των Κυπρίων στο Λονδίνο, τη Γενεύη και την Αθήνα και πρόσθετε ότι η φωνή των κυπρίων δεν ξεπερνούσε την αιγιαλίτιδα ζώνη του νησιού, παρά τις ωραίες ομιλίες κατά τις εθνικές γιορτές και πανηγύρεις.

Στο εσωτερικό θα έπρεπε η οργάνωση όπως τόνιζε ο Αιμιλιανίδης, να συστράτευε το λαό στην πορεία προς την Ενωση.

Επίσης ανέρερε ότι για να είχε το απαραίτητο γόητρο έπρεπε να είχε ως αρχηγό της τον Εθνάρχη της Κύπρου επικεφαλής.