Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

30.3.1926: Ομιλία τoυ βoυλευτή και Μητρoπoλίτη Νικόδημoυ Μυλωvά στo Νoμoθετικό Συμβoύλιo για τηv κατάργηση τoυ Φόρoυ Υπoτελείας (A Μέρoς)

S-409

30.3.1926: ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΜΥΛΩΝΑ ΣΤΟ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ (Μέρος Α)

Ο βουλευτής, Μητροπολτης κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς

Στις 30 Μαρτίου 1926 ο Μητροπολίτης Κιτίου και βουλευτής Νικόδημος Μυλωνάς σε μια μακρά ομιλία του ενώπιον του Νομοθετικού Συμβουλίου ζήτησε κατάργηση του Φόρου Υποτελείας που πλήρωναν οι Κύπριοι από το 1878 με την κατάληψη της Κύπρου από τη νήσο.

Το ποσό αυτό ανερχόταν στις 92,799 λίρες, 11 σελίνια και 3 πένες. (92,799.11.3 d).

Η αγόρευση του Νικόδημου Μυλωνά κυκλοφόρησε αργότερα και σε ειδικό βιβλιαράκι και διανεμήθηκε σε ολόκληρο τον Κυπριακό λαό κάτω από τον τίτλο ("Αγόρευσις του Μητροπολίτου Κιτίου βουλευτού διά τον 8ον Ε.Δ. εν τω Νομοθετικώ Συμβουλίω επί της ετησίας επιβαρύνσεως της Κύπρου εκ λιρών 92,799.11.3 κατά την συνεδρίαν της 30ης Μαρτίου"

Στο εγχειρίδιο αυτό ο Μυλωνάς σημείωνε:

"Η παρούσα αγόρευσις δημοσιεύεται ως προητοιμάσθη, διαφέρει κατ' ανάγκην εν τισι προς την εν τη Βουλή αγόρευσιν, η οποία εν μέρει συνετμήθη και εν μέρει εξετέθη αναλόγως".

Ανέφερε ο Νικόδημος Μυλωνάς στην ομιλία του:

"Είχον την τιμήν να υποβάλω από 18.12.1925 ενώπιον του Νομοθετικού Συμβουλίου την ακόλουθον επερώτησιν:

Γνωστού όντος ότι εκ του ποσού των λ.92,799.11.3d, όπερ ετησίως επεβάρυνε τον Προϋπολογισμόν της νήσου ως Φόρος Υποτελείας κατ' αρχάς και βραδύτερον ως μερίς της Κύπρου εις το Δημόσιον Οθωμανικόν Χρέος, από της αγγλικής κατοχής μέχρι σήμερον, μόνον λ. 81,752 διετίθεντο ετησίως διά τόκους του υπό της Αγγλίας και Γαλλίας ηγγυημένου δανείου του 1855, παρακαλείται η Εδρα όπως πληροφορήση το Συμβούλιον τούτο οποία η φύσις και θεσις του υπολοίπου, όπερ ετησίως ανήρχεετο εις λ. 11,047.11.3d".

Εις ην έσχον την ανεπαρκή απάντησιν παρά του τότε προσωρινού αποικιακού γραμματέως: "Δεν δύναμαι ν' απαντήσω αλλά το Εντιμον μέλος πρέπει να έχη υπ' όψιν αυτού ότι δεν πρόκειται περί 92 χιλ, λιρών αλλά περί 42 χιλ".

Η απάντησις δεν με ικανοποίησε και έφερα το ακόλουθον ψήφισμα ενώπιον του Συμβουλίου διά να δοθή αφορμή προς ευρυτέραν του ζητήματος ανάπτυξιν.

ΨΗΦΙΣΜΑ

Το Νομοθετικόν Συμβούλιον έχον υπ' όψει αυτού,

α). Οτι το ποσόν των λιρών 92,799. 11 σελινίων και 3 πενών, (92,799.11.3d) όπερ ετησίως από του 1878-1914 επιβαρύνει τον Προϋπολογισμόν της Νήσου ως Φόρος Υποτελείας πληρωτέος υπό της Αγγλίας προς την υψηλήν Πύλην, ουδέποτε εισεπράχθη υπό της τελευταίας αλλ' ότι διετίθεντο υπό της Αγγλίας εκ του ποσού τούτου λ. 81,752 διά τους τόκους του Οθωμανικού δανείου του 1855, του ηγγυημένου υπό των τότε συμμάχων της Τουρκίας, Αγγλίας και Γαλλίας.

β). Οτι το ετήσιον περίσσευμα εκ λιρών 11,047.11.3d δεν απεσύρετο ουδέ απεσύρθη ποτέ υπό της Τουρκίας της κατά την Συνθήκη δικαιούχου, αλλ' ότι εκρατείτο εις ιδιαίτερον ταμείον και εις διαταγήν της αγγλικής Κυβερνήσεως κατά την έκθεσιν την τεθείσαν υπό του Βρεττανικού Κοινοβουλίου κατά την 13ην Αυγούστου 1912.

γ). Οτι το ταμείον τούτο κατά την ειρημένην έκθεσιν ανήρχετο εις λ. 430,178.11.3d την 31ην Μαρτίου 1912, και ότι προστιθεμένου εις αυτό και του περισσεύματος του 1912-13 και 452,273.14.1d εκτός του τόκου αυτού μέχρι σήμερον και ποσού 24.803.4.4d όπερ κατά το 1882 και 1886 επληρώθη ως λύτρα γιά τον Captain Synge και τον Mr Suter.

Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος, 2012

δ). Οτι όλως αδίκως επεβαρύνθη η Κύπρος από της 5.11.1914 μέχρι σήμερον διά του αυτού ποσού των 92,799.11.3d ως ετησίου αυτής μεριδίου διά το δημόσιον Οθωμανικόν χρέος καθ' όσον η Συνθήκη του 1878 έπαυσεν υφισταμένη από της 5.11.1914 ουδεμία δι' ετέρου συνθήκη διεθνής επέβαλλε τούτο επί της Κύπρου.

ε). Οτι από του 1914 μέχρι σήμερον το ουσιαστικώς βαρύνον την νήσον ως εκ τούτου ποσόν είναι ετησίως λ.42,799.11.3d ήτοι μέχρι σήμερον πληρωθέν ουτωσί ποσόν λ. 470,795.3.9d πλην των τόκων οίτινες ενταύθα δεν υπολογίζονται.

ζ). Οτι ο τραγικός ούτος φόρος- φόρος αίματος- καλούμενος φόρος Υποτελείας, ο μεταμορφωθείς βραδύτερον εις μερίδιον της Κύπρου εις το Δημόσιον Οθωμανικόν χρέος απετέλεσε την κυριωδεστέραν αιτίαν της κακοδαιμονίας του τόπου τούτου, διότι εστέρησε τον τόπον και την Κυβέρνησιν αυτού των αναγκαίων χρηματικών πόρων διά την εκτέλεσιν έργων κοινωφελών και παραγωγικών της ευημερίας της Νήσου,

Ψηφίζει

1. Οπως το μέχρι του 1914 σχηματισθέν ταμείον ως η παράγραφος γ) εκ 452,273.14.1d και το αδίκως πληρωθέν από τον τόπον ποσόν ως η παράγραφος δ) των λιρών 470,795.3.9d

εν όλω 923.068.17.10d επί πλέον οι τόκοι των ποσών τούτων επιστραφώσιν εις τον μόνον δικαιούχον όστις είναι ο αφαιμαχθείς κυπριακός λάος.

2. Οπως διά του ποσοστού τούτου ιδρυθή γεωργική τράπεζα με πρόγραμμα υποβοηθήσεως της μόνης σχεδόν πλουτολογικής πηγής εν τη νήσω της γεωργίας, δι' απαλλαγής του γεωργού από την εκμετάλλευσιν της τοκογλυφίας και της παροχής εις αυτόν ευνοϊκωτέρων συνθηκών εν τη ενασκήσει του επαγγέλματος του.

3. Οπως παύση βαρύνουσα από τούδε και εις το εξής τον Κύπριον φορολογούμενον η υποχρέωσις της ετησίας υπ' αυτού πληρωμής λ.92,799.11.3d ως μεριδίου της Κύπρου εις το Δημόσιον Οθωμανικόν χρέος παύση δε ταυτοχρόνως και η προς την Κύπρον παροχή από μέρους του αγγλικού θησαυροφυλακίου του ετησίου βοηθήματος των 50.000 λιρών.

Διά του υπ' εμού προτεινομένου ψηφίσματος προς συζήτησιν ενώπιον του Νομοθετικού Συμβουλίου τίθεται και πάλιν διά πολλοστήν φοράν προς συζήτησιν εν τη αιθούση ταύτη ζήτημα, το οποίον πολλάκις απησχόλησε το Συμβούλιον τούτο, τους εκάστοτε Κυβερνήτας του τόπου, την Κεντρικήν Κυβέρνησιν και το Βεττανικόν Κοινοβούλιον, εμφανίζεται δε το ζήτημα ουχί μόνον υπό τας απόψεις αυτού, τας οποίας ενεφάνιζε προ της 5ης Νοεμβρίου 1914, αλλά και και τας νέας απόψεις, τας οποίας εμφανίζει κατόπιν του διατάγματος της 5ης Νοεμβρίου 1914, της Συνθήκης της Λωζάνης 30ης Ιανουαρίου και 24ης Ιουλίου 1923 και των Ανοικτών Γραμμάτων της 10ης Μαρτίου 1925, το δ' εγειρόμενον ζήτημα είναι η υπό της Κύπρου πληρωμή λ.92,799.11.3d ετησίως από της αγγλικής Κατοχής μέχρι σήμερον.

Από την εφημερίδα Φωνή της Κύπρου, 27 2 1926

Το ζήτημα τούτο και αι διάφοροι αυτού απόψεις θ' απασχολήσουν ημάς εφ' εξής εις γενικάς γραμμάς διά να κατανοηθή εις τας λεπτομερείας του το προτεινόμενον ψήφισμα και να ελκυσθή δεόντως η προσοχή όλων μας επί της μεγάλης σημασίας του ψηφίσματος του οποίου η επιψήφισις υπό του παρόντος Συμβουλίου και η αποδοχή από μέρους της Κεντρικής Κυβερνήσεως αποτελεί διά μεν το πρώτον ζήτημα καθήκοντος έναντι του λαού, τον οποίον αντιπροσωπεύει ενταύθα, διά δε τη δευτέραν ζήτημα επιτακτικής υποχρεώσεως προς μερικήν απόδοσιν δικαιοσύνης, προς τον Λαόν τον οποίον εξεμηδένισεν οικονομικώς το σφάλμα της Αγγλίας να δεχθή εν τη σπουδή αυτής την προς την Τουρκίαν πληρωμήν ετησίως υπερόγκου ποσού ως περισσεύματος των εσόδων υπέρ τας δαπάνας της Κύπρου και να επιβάλη ταύτην επί τον τράχηλον του φορολογουμένου Κυπριακού αγνοήσαντος και αγνοηθέντος τελείως κατά την σύναψιν της Συνθήκης του 1878.

Το όλον ζήτημα διακρίνεται εις τρεις περιόδους:

α). Την περίοδον από 4ην Ιουνίου 1878 μέχρι 5ης Νοεμβρίου 1914.

β). Την περίοδον από 5ης Νοεμβρίου 1914 μέχρι της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάνης (επικύρωσις της Συνθήκης).

γ) Από της επικυρώσεως της Συνθήκης της Λωζάνης και εφεξής ιδίως από της 10ης Μαρτίου 1925.

Α ΠΕΡΙΟΔΟΣ:

Το ζήτημα κατά την πρώτην περίοδον εμφανίζεται εφ' ας απόψεις πλειστάκις εξητάσθη εν τη αιθούση ταύτη και δι' υπομνημάτων των αντιπροσώπων του τόπου προς την Κεντρικήν Κυβέρνησιν. Συνεπώς δεν θα μακρυγορήσω επί της περιόδου ταύτης, ουδέ θα εκταθώ εκθέτων τα της νομικής υποχρεώσεως, την οποίαν υπείρχεν ο τόπος προς καταβολήν ενός τόσον τραγικώς αφαιμακτικού ποσού επί τόσα έτη, Θα αρκεσθώ μόνον ποιούμενος σύντομον ιστορικήν ανασκόπησιν του ζητήματος και θέλω επιμείνει περισσότερον επί της απόψεως του ζητήματος το οποίον εμφανίζουν αι παράγραφοι α, β και γ του ημετέρου ψηφίσματος.

Η Αγγλία κατόπιν της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, ως εκ της υπεραυξήσεως του γοήτρου της Ρωσσίας, βλέπουσα απειλούμενα σοβαρώς τα εαυτής συμφέροντα εν της Εγγύς Ανατολή, απεπειράθη ν' αντιδράση κατά του κινδύνου συνάπτουσα μετά της Τουρκίας την Συνθήκην της 4ης Ιουνίου 1878 μετά των παραρτημάτων αυτής Ι και ΙΙ της 1ης Ιουλίου και 14ης Αυγούστου του αυτού έτους. Η συνθήκη αύτη εξυπηρετούσα τόσον τα συμφέροντα της Αγγλίας, όσον και τα συμφέροντα της Υψηλής Πύλης, εξεχώρει εις την πρώτην την Κύπρον "ίνα κατέχηται και διοικήται υπό της Αγγλίας" η δε Αγγλία θα επλήρωνε τη Πύλη οιονδήποτε είναι το παρόν πλεόνασμα των εσόδων υπέρ τας δαπάνας εν τη Νήσω.

Το πλεόνασμα τούτο καθωρίσθη βαραδύτερον κατά την διάταξιν της προσθήκης Ι εις την Συνθήκην επί τη βάσει του μέσου όρου των πλεονασμάτων της τελευταίας πενταετίας προ της Αγγλικής κατοχής οριστικώς δε καθωρίσθη ως εξής:

Πλεόνασμα λ.87,686.0.0

Φαρικά λ.113.11.35

Διά τα εισοδήματα

του Στέμματος λ. 5,000. 0. 0

Το όλον λ.92,799.11.3d

Αποστακτήριο ροδελαίου στον Κύκκο (Απο τη Γεωργική Εφημερίδα ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ του 1926)

Το ποσόν τούτο ευθύς εξ αρχής επεβάρυνε τα εισοδήματα του τόπου παρά την ρητήν διάταξιν της Συνθήκης, η οποία έλεγεν ότι η Αγγλία θα πληρώνη τη Πύλη και όχι η Κύπρος, δηλονότι η Αγγλία υποχρέωσιν αναληφθείσαν υπ' αυτής χάριν των ιδίων εν τη η ανατολή συμφερόντων μετεφόρτωσεν επί του ισχνού και δυνάστου τραχήλου του Κυπρίου φορολογουμένου, ούτω δε επεβαρύνθη ο τόπος δι' ετησίας πληρωμής δυσβαστάκτου ποσού χωρίς ούτε η γνώμη αυτού, ούτε η συγκατάθεσις να ληφθή προς τούτο.

Δεν θα θελήσω την στιγμήν αυτήν να εκκαθαρίσω διά πλειόνων το ζήτημα τις των δύο ή Αγγλία ή η Κύπρος υπείχε νομικήν ευθύνην διά την πληρωμήν του ποσού τούτου, διότι αρκούντως ανεπτύχθη το ζήτημα εν τη αιθούση ταύτη και εκτός αυτής, δι'υπομνημάτων των αντιπροσώπων του τόπου με συμπέρασμα ακλόνητον, ότι η υποχρέωσις αύτη επεβάρυνε τόσον συμβατικώς όσον και ηθικώς την συνάψασαν την συνθήκην εκείνην Αγγλίαν και όχι τον Κυπριακόν λαόν, όστις έπαιξε βωβόν πρόσωπον εν τη όλη υποθέσει. Την αντίληψιν ταύτην έσχον και υπεστήριξαν άλλως τε επιφανή της Αγγλίας τέκνα εν τε τω Κοινοβουλιω και εκτός αυτού και διά τούτο έρχομαι να τονίσω δι' ολίγων την καταστρεπτικήν επίδρασιν, ην έσχεν επί της οικονομικής τύχης του τόπου η επιβάρυνσις αύτη, η οποία ανελήφθη αλογίστως και εν σπουδή υπό της Αγγλίας και καθωρίσθη εις τόσον μέγα ποσόν, ως εκ της αδεξιότητος του τότε Αρμοστού Βίδωλφ, μη δυνηθέντος να κατανοήση επακριβώς τα λογιστικά σημειώματα, τα οποία ετέθησαν ενώπιον αυτού υπό των υπαλλήλων της Τουρκίας, εκμεταλλευθέντων την άγνοιαν αυτού προς καθορισμόν του μέσου πλεονάσματος των 5 τελευταίων ετών προ της Αγγλικής Κατοχής.

Εάν υπήρξε διαφωνία περί του τις ήτο ο υπόλογος εις πληρωμήν του ποσού τούτου μεταξύ Αγγλίας και Κύπρου, υπήρξεν όμως ομοφώνως δεκτόν και εντεύθεν και εκείθεν, ότι η τραγική αύτη αφαίμαξις κατά τα πρώτα έτη της αγγλικής Κατοχής καλύπτουσα το 50% των εισοδημάτων της Νήσου, υπήρξεν η μοναδική αφορμή, ώστε να μη γίνη τι σοβαρόν επί μακρά έτη και ελάχιστον μόνον κατά τα τελευταία έτη όσον αφορά την ανάπτυξιν και πρόοδον του τόπου, διότι είναι αλήθεια αναμφισβήτητος ότι η Αγγλία υπισχνουμένη κατά τας πρώτας ημέρας της Κατοχής εν τω μέσω των ατμών της μέθης και του ενθουσιασμού, ότι θα ανεδείκνυε την Κύπρον πρότυπον ευνομουμένης πολιτείας και παράδεισον της ανατολής, πολύ ενωρίς συνησθάνθη την παγίδα, εις ην ενέπεσε, και ότι ήτο αδύνατος η εκτέλεσις της υποσχέσεως της, συνυφισταμένης και της υποχρεώσεως των 92 χιλιάδων λιρών. Θα έπρεπεν ή να τηρήση τον λόγον της, ώστε να κάμη την Κύπρον παράδεισον της ανατολής καινα καταβάλη αυτή η ιδία εκ του Θησαυροφυλακίου της τας 92 χιλιάδας λίρας ή να αφήση την Κύπρον εις την τύχην της και να αποφύγη και η ιδία την πληρωμήν του ποσού τούτου.

Προυτίμησε το δεύτερον, αφού άλλως τε πολύ συντόμως κατελάμβανε την Αίγυπτον, τόπον προσφορώτερον διά την εξυπηρέτησιν των συμφερόντων της, η δε Κύπρος απολέσασα ούτω την σημασίαν αυτής, κατείχετο άλλως τε και υπό μορφή προσωρινότητος.

Ριφθείς ο τόπος και η τοπική Κυβέρνησις εις ένα φαύλον κύκλον αλληλοπροστριβών εξηντλήθησαν επί τριακονταετίαν εις αγώνας στείρους της Τοπικής Κυβερνήσεως υπό το επιτακτικόν πρόσταγμα του Λονδίνου ενεργούσης αυστηράς οικονομίας δαπανών διά να ασφαλίζη ετήσιον περίσσευμα όσον το δυνατόν πσερισσότερον και μειώνη την ζημίαν του αγγλικού Θησαυροφυλακίου εις το ελάχιστον, της δε αντιπροσωπείας του τόπου αγωνιζομένης αφ' ενός μεν κατά πάσης αυξήσεως φορολογίας, αφ' ετέρου δε επιζητούσης αύξησιν των δαπανών διά δημόσια έργα κοινής ωφελείας και τούτο διά να ελαττωθή εις το ελάχιστον το περίσσευμα, το οποίον θα συνεπλήρου, ως η συνήθεια, το αγγλικόν Θησαυροφυλάκιον. Τα πράγματα ήλλαξαν οπωσδήποτε από του 1907, ότε το ετήσιον χορήγημα εκ του αγγλικού Θησασυροφυλακίου επαγιώθη εις λ. 50,000 και ψηφίζεται έκτοτε ετησίως.

Την θλιβεράν αυτήν κατάστασιν αντελαμβάνοντο κάλλιστα οι αντιπρόσωποι της Αγγλίας εν τω τόπω και εξ ιδίας αντιλήψεως ως οι αμέσως υπεύθυνο κι εν τη διακυβρνήσει του τόπου και εξ όσων διά ψηφισμάτων, αγορεύσεων, υπομνημάτων και λοιπών ενεργειών του τόπου και της αντιπροσωπείας αυτού επληροφορούντο ούτοι. Αλλά οι εν Αγγλία συναισθανόμενοι κατά βάθος την αδικίαν την προσγινομένην εις τον τόπον ωχυρούντο εις την ύπαρξιν της Συνθήκης του 1878 και έδιδον εκάστοτε την απάντησιν, οποίαν έδωκεν εις τα ελληνικά αιρετά μέλη του Συμβουλίου κατά το 1907 ο Mr Winston Churchill ως υφυπουργός επισκεφθείς τότε προσωπικώς την Κύπρον. Ούτος είπε: "Το ζήτημα του φόρου της υποτελείας έχει δύο όψεις, την πολιτικήν και την οικονομικήν. Από της πολιτικής απόψεως είναι φανερόν, ότι η πληρωμή θα ηδύνατο να παύση άμα τη καταργήσει της συνθήκης, διά της οποίας η Κατοχή της Νήσου παρεχωρήθη, η δε Κυβέρνησις της Αυτής Μεγαλειότητος δεν μελετά κατάργησιν της Συνθήκης". Και ταύτα ελέγοντο εκάστοτε καθ' ην στιγμήν εν αυτώ τω Αγγλικώ Κοινοβουλίω εκηρύττετο ως ακυρωθείσα εις τας βάσεις αυτής η Συνθήκη του 1878 διά στόματος Υπουργών, Υφυπουργών και άλλων πολιτευομένων.

Υπό τοιαύτας δυσμενείς συνθήκας εκύλιε τον ογκόλιθον της αθλιότητος του ως άλλος Σίσυφος ο Κύπριος, μη δυνηθείς παρά ελάχιστα βήματα εν τη προόδω να κάμη και τούτο ως εκ της αφαιμακτικής εκροής τόσον τεραστίου ποσού εις το εξωτερικόν, πράγμα το οποίον ημπόδιζε την ανάληψιν και εκτέλεσιν δημοσίων έργων προαγωγικών του τόπου, συνέτεινε δε εις το να φθίνη η οικονομική κατάστασις αυτού διά της κατά πόσον ποσόν αυξήσεως της εξαγωγής χρυσού υπέρ την εισαγωγήν. Και μόνη η ανανέωσις των αριθμών του ποσού, το οποίον διά την πληρωμήν ταύτην εξήχθη του τόπου είναι αρκετή να προκαλέση ίλιγγον εις τον κάθε αναγνώστην και να τον κάμη να συγκαταρασθή μαζί μου την μαύρην ώραν μαθ' ην υπεγράφετο η τόσον διά την Κύπρον καταστρεπτικήν συνθήκην εκείνην. Κατά την Αρμοστειακήν έκθεσιν του 1924 το ποσόν, το οποίον επληρώθη ως Φόρος Υποτελείας μέχρι της 31.12.1924 είναι λ. 4,304,134, το Grand in aid 1,787,085, υπόλοιπον λ. l,2,557,049.

Ας αναλογισθή τις, εάν θα ήτο πράγματι παράδεισος της Ανατολής η Κύπρος σήμερον εφ' όσον το ποσόν τούτο δεν θα εξήρχετο της Νήσου, αλλά θα εδαπανάτο αυτή εις έργα παραγωγικά.

Και ταύτα μεν όσον αφορά το ζήτημα εν τη γενική αυτού μορφήν και ως εμφανίζεται κατά την πρώτην περίοδον.