Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

15.6.74: Τα τουρκικά άρματα περικυκλώνουν το λόχο του Πανικού Πέτσα στην περιοχή του χωριού Σκυλλούρα, στο δυτικό μέτωπο της Λευκωσίας και αρχίζουν να βάλλουν εναντίον τους

S-2308

55.8.74: ΤΑ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΑΡΜΑΤΑ ΠΕΡΙΚΥΚΩΝΟΥΝ ΤΟ ΛΟΧΟ ΤΟΥ ΠΑΝΙΚΟΥ ΠΕΤΣΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΣΚΥΛΛΟΥΡΑ ΣΤΟ ΔΥΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΒΑΛΛΟΥΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥΣ. ΕΛΑΧΙΣΤΟΙ ΔΙΑΦΕΥΓΟΥΝ ΕΝΩ Ο ΠΕΤΣΑΣ ΤΡΕΧΟΝΤΑΣ ΦΘΑΝΕΙ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΔΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΣΩΤΗΡΙΑ. (Το 5o μέρος του ημερολογίου του Πανίκου Πέτσα)

Ο Λόχος του Εθνοφρουρού Πανίκου Πέτσα καταλήγει ύστερα από πολλές περιπλανήσεις και αναμετρήσεις με τους τούρκους στην περιοχή του Πενταδακτύλου, στο χωριό Σκυλλούρα όπου περικυκλώνεται από τα τουρκικά άρματα τα οποία σαρώνουν τα πάντα. Μόνο λίγοι γλυτώνουν...

Αφηγείται ο Πανίκος Πέτσας στο τέταρτο και τελευταίο μέρος του ημερολογίου του:

ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΑΓΡΙΔΑΚΙ: "Στις 3 Αυγούστου ξεκινούμε γύρω στις 5 το απόγευμα. Κάνουμε σταθμό στον Κοντεμένο και στις 7.30 μ.μ. ξεκινούμε και πάλι. Στο Αγριδάκι φθάνουμε γυρω στις 9.30 το βράδυ.

Φεγγάρι δεν υπάρχει και στο χωριό έχει επιβληθεί συσκότιση. Ετσι κινούμαστε μέσα στο βαθύ σκοτάδι χωρίς να βλέπουμε και να γνωρίζουμε που πάμε. Μας καθοδηγούν οι στρατιώτες που θα αντικαταστήσουμε. Μας λέγουν ότι οι τούρκοι έβαλλαν εναντίον τους όλη μέρα. Το ίδιο κάνουν κάθε μέρα.

- Οταν είσαι καλυμμένος όμως δεν έχεις να φοβηθείς τίποτε, μου λέγει κάποιος.

Γύρω στα μεσάνυκτα βγαίνει το φεγγάρι. Και εντοπίζω για πρώτη φορά τις τουρκικές θέσεις. Είναι εντελώς κοντά μας και ασφαλώς θα ακούν ακόμα και τις ομιλίες μας μέσα στην ησυχία της νύκτας. Το άγνωστο προκαλεί περισσότερη ανησυχία και φόβο μαζί. Μένουμε ξύπνιοι μέχρι το πρωί. Και τα νεύρα μας βρίσκονται σε υπερένταση και νομίζουμε ότι οι τούρκοι θα μας επιτεθούν από στιγμή σε στιγμή. Είναι μια δραματική νύκτα, ίσως η πιο δραματική από όσες πέρασαν μέχρι σήμερα, παρά το γεγονός ότι βρέθηκα τόσες φορες στην πρώτη γραμμή.

Κάποτε ξημέρωσε η 4η Αυγούστου 1974. Απέναντι μας βλέπουμε ένα δρόμο που κατευθύνεται προς τον Αγιο Ερμόλαο και τις φάρμες του Πέλλα Παϊς. Ο δρόμος περνά δίπλα από τις θέσεις των τούρκων.

Αυτοί δεν γνοιάζονται. Λες και είναι σε άλλη χώρα που πολεμούν και δεν έχουν υπογράψει συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μαζί μας, αλλά με άλλους. Ομως εμείς προσπαθούμε να τηρήσουμε τη συμφωνία παρά τα θύματα που έχουμε και τη συνεχή πίεση που δεχόμαστε.

Ο Λοχαγός προσπαθεί να μας συγκρατήσει. Φωνάζει και βρίζει μάλιστα σε μερικές περιπτώσεις μερικούς που μη αντέχοντας, αναγκάζονται να προβολήσουν και να απαντήσουν στους τούρκους. Στο τέλος κάνουμε όλοι το ίδιο παρά τις φωνές του λοχαγού. Τους βάζουμε με τα ελαφρά και αργότερα με τα βαρέα. Μόνο αυτή τη γλώσσα καταλαβαίνουν αυτοί.

Οι τούρκοι όμως έχουν παρατηρητές στο πιο ψηλό βουνό της περιοχής και έτσι όπως μας έχουν περικυκλωμένους μας βλέπουν σαν τη μύγα που κολυμπά στο γάλα. Και μπορούν να βρουν τέλειο στόχο.

Το ολμοβολητό συνεχίζεται μέχρι τις 6 το απόγευμα. το Αγριδάκι διαλύεται σχεδόν από τις εκρήξεις. Ολονών μας έχουν σπάσει τα νεύρα και έχουμε πάθει νευρικό κλονισμό. Κάποτε βραδιάζει. Και ησυχάζουμε κάπως από το ολμοβολητό. Η ανησυχία μας όμως ότι από στιγμή σε στιγμή να δεχθούμε κάποια επίθεση δεν μας αφήνει να κλείσουμε μάτι ή να ησυχάσουμε έστω για λίγο.

Ενας άλλος λόγος που μας κάνει να ανησυχήσουμε είναι η πληροφορία που έρχεται σε μας αργά το βράδυ ότι κατά τη διάρκεια της ημέρας είχαμε πέντε νεκρούς και 15 τραυματίες που μεταφέρθηκαν στο Νοσοκομείο Λευκωσίας. Χάθηκαν πολύ καλοί φίλοι, πολύ καλά παιδιά, άνθρωποι με τους οποίους τόσες μέρες μοιραστήκαμε τις χαρές, τις επιτυχίες, αλλά και τις λύπες.

Η νύκτα περνά κάποτε και το πρωί της 8ης Αυγούστου, ημέρα Πέμπτη στις 8 το πρωί βλέπουμε ένα τουρκικό λαντ- ρόβερ με δυο τάνκς, να έρχονται κατ' ευθείαν προς το σημείο που βρισκόμαστε εμείς.

Είχαμε πληροφορίες από προηγουμένως ότι ο δρόμος είχε ναρκοθετηθεί και ότι δεν υπήρχε κίνδυνος από το σημείο αυτό. Βλέποντας όμως το αυτοκίνητο και τα άρματα να κατευθύνονται ολόισια προς τις θέσεις μας, είναι κάτι που μας κάνει να αγανακτούμε. Είχαμε συνηθίσει να μας λένε πράγματα τα οποία δεν έγιναν ή δεν θα εγίνοντο και αυτό μας κάνει να τρομάζουμε. Δεν είναι δυνατό να μας έχουν γελάσει και τωρα. Μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με το λαντ-ρόβερ αλλά με τα τανκς πως θα τα πάμε, διερωτώμαστε όλοι.

Αλλά ξαφνικά έγινε ο θαύμα. Το λαντ- ρόβερ καθώς κυλά προς τις θέσεις μας ανατινάσσεται στον αέρα και οι τέσσερις επιβάτες του σκοτώνονται. Αυτοί οι τέσσερις πληρώνουν γι' αυτούς που χάσαμε την προηγουμένη. Δεν μας είχαν γελάσει ώστε. Παίρνουμε θάρρος και περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει.

Επειδή όμως εμείς τηρούμε όσο μπορούμε τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός οι τούρκοι στρατιώτες από τα υψώματα κατεβαίνουν χωρίς προφυλάξεις και παραλαμβάνουν τους νεκρούς συναδέλφους τους. Είναι μόλις 20 μέτρα από το φυλάκιο μας. Εμείς μπορούμε να βάλουμε εναντίον τους με την ησυχία μας, αλλά αυστηρή διαταγή του λοχαγού είναι να μη βάλουμε.

Με την ανατίναξη του τζιπ τα τανκς οπισθοχωρούν και έτσι η υπόλοιπη μέρα περνά κάπως ήσυχα. Οι τούρκοι δεν ξαναδοκιμάζουν να μας επιτεθούν.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 9 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974

Το πρωί της Πσρασκευής 9 Αυγούστου επικρατεί πσράξενη και ανήσυχη ηρεμία. Είναι φανερό να υποπτευθούμε ότι οι τούρκοι ετοιμάζονται για επίθεση, γιατί εν τω μεταξύ βλέπουμε από μακρυά στο διπλανό ύψωμα, το πιο ψηλό της περιοχής, να προχωρούν σιγά, σιγά σε σημείο που σχεδόν μας κυκλώνουν.

Φαίνεται ότι η τύχη μου δεν θα με αφήσει ήσυχο. Ετσι σε λίγο φθανει διαταγή του λοχαγού να προωθηθεί η ομάδα μου με ένα τριαντάρι πολυβόλο για να καλύψουμε τον λοχο σε περίπτωση που θα αναγκασθεί να υποχωρήσει...

Προχωρούμε και στήνουμε μια ενέδρα. Μέσα μου με βασανίζει το ερώτημα. Και τι θα γίνει αν πραγματικά υπάρξει κίνδυνος και αναγκασθεί ο Λόχος να υποχωρήσει; Εμάς ποιος θα μας καλύψει;

Περιμένουμε για αρκετή ώρα τις θέσεις μας, αλλά ευτυχώς, όλο το βράδυ δεν έχουμε ατυχήματα. Η αγωνία σπάζει τα νεύρα. Αλλά μένουμε στις θέσεις μας, μέχρι και το Σάββατο 10 Αυγούστου.

Βρισκόμαστε σε πολύ μεγάλη απόσταση από τον υπόλοιπο λόχο και θα είναι δύσκολο να γλυτώσουμε αν συμβεί ο,τιδήποτε το απρόοπτο. Το ηθικό μας έχει πέσει στο μηδέν. Δεν μπορούμε να μείνουμε άλλο στις θέσεις αυτές.

Την Κυριακή 11 Αυγούστου γύρω στο απόγευμα ακούμε ότι θα μας αντικαταστήσουν με άλλο λόχο για ξεκούραση. Ξεκινούμε με τα λεωφορεία με σβηστά τα φώτα το βράδυ και σιγά, σιγά, περνούμε τον κίνδυνο. Κάποτε φθάνουμε στη Μύρτου, δηλαδή στον προορισμό μας.

Το βράδυ κοιμούμαστε εδώ και το πρωί καθαρίζουμε τον τόπο και ελπίζουμε σε μακροχρόνια παραμονή στο σημείο αυτό, ώστε να μπορέσουμε να ξεκουραστούμε, κάτι που έχουμε τόσο ανάγκη αυτές τις ώρες.

Γύρω στο μεσημέρι μας επισκέπτονται συγχωριανοί και άλλοι πολίτες και έτσι βρίσκω την ευκαιρία να ειδοποιήσω τους δικούς μου ότι είμαι και πάλι ασφαλής στη Μύρτου.

ΤΡΙΤΗ 13 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974

Επισκέψεις και σήμερα. Το απόγευμα πάμε με την παρέα μέχρι το Διόριος και το βράδυ επιστρέφουμε στη μονάδα μας όλο όρεξη και κάπως ξεκούραστοι. Το βράδυ της Τρίτης περνά και αυτό ήσυχα και τα νέα που ακούμε στο ραιδόφωνο μας κάνουν να ελπίζουμε ότι κάτι καλύτερο θα προέλθει τις επόμενες μέρες.

Αλλά τίποτε...

Ξημερώνει η 14η Αηυγούστου. Είμαι σκοπός από τις 4 μέχρι τις 5 το πρωί αλλά δεν σηκώνομαι από το στρώμα μου. Είμαι όμως ξύπνιος και προσέχω από εδώ που βρίσκομαι.

Γύρω στις 4.45 το πρωί σπρώχνω τον συνάδελφο που κοιμάται δίπλα μου να κινηθεί για λίγο για να μπορέσω να κοιμηθώ πιο άνετα. Σε λίγα λεπτά...η σκοπιά μου τελειώνει. Αυτός θυμωμένα φωνάζει και διαμαρτύρεται γιατί τον ξύπνησα. Ενώ τελειώνει την τελευταία του φράση μια έκρηξη από βλήμα συγκλονίζει την περιοχή.

Ολοι τρέχουμε έξω να δούμε τι συμβαίνει και παίρνουμε θέσεις στα χαρακώματα. Ακολουθεί σφυροκόπημα με πυροβολικό και όλμους από τα Πάναγρα. Απαντά το πυροβολικό μας που βρίσκεται στο Διόριος.

Παράλληλα κάμνουν την εμφάνιση τους τα τουρκικά αεροπλάνα που διενεργούν πτήσεις πάνω από το στρατόπεδο και μυδραλλιοβολούν ή ρίχνουν βόμβες ναπάλμ. Ο δεύτερος γύρος του πολέμου έρχεται τόσο ξαφνικά. Είναι κάτι που εμείς τουλάχιστον εδώ δεν το περιμέναμε.

Μέχρι το μεσημέρι μας σφυροκοπούν ανελέητα. Ευτυχώς δεν έχουμε θύματα. Μόνο πέντε ΟΗέδες δέχονται μια ναπάλμ ενώ κινούνται με το αυτοκίνητο τους και σκοτώνονται.

Τις εξελίξεις προσπαθούμε να τις πληροφορηθούμε από το ραδιόφωνο. Και αντιλαμβανόμαστε ότι οι δυνάμεις μας οπισθοχωρούν συνεχώς μπροστά στην αεροπορία και τα τανκς.

Το απόγευμα πηγαίνω με τέσσερις φίλους στο Διόριος για να βρούμε φαγητό και άλλες προμήθειες. Στην περιοχή δεν υπάρχουν συγκρούσεις. Ηδη έχει βραδυάσει.

Το βράδυ ακούμε τα νέα από την τηλεόραση μια και το ραδιόφωνο δεν λειτουργεί κανονικά. Ακούμε μετά λύπης μας ότι οι τούρκοι έχουν προχωρήσει και καταλάβει μάλιστα και την Ασσια, δίπλα από το χωριό μου, τη Λύση.

Το απόγευμα παίρνουμε διαταγή μετακινήσεως από τη Μύρτου στην Σκυλλούρα. Στόχος μας η προστασία του χωριού και επανακατάκτηση του φυλακίων μας στον Αγιο Ερμόλαο και Αγιο Βασίλειο.

Φθάνουμε στη Σκυλλούρα στις 7 το βράδυ. Εδώ βρίσκουμε έξη άρματα δικά μας. Από αυτά τα τέσσερα είναι Μπι Τι Αρ, δηλαδή άρματα μεταφοράς προσωπικού και τα άλλα δυο τουρκικά που είχαν καταληφθεί προηγουμένως στον Πενταδάκτυλο.

Ο Λοχαγός μας χωρίζει σε τρεις διμοιρίες και μας κατατοπίζει για το πως θα διενεργήσουμε την επίθεση στα δυο φυλάκια των τούρκων. Ολοι βρισκόμαστε σε υπερένταση περιμένοντας τη διαταγή αυτοκτονίας, αφού θα κάνουμε επίθεση με μαρτίνια εναντίον των τουρκικών αρμάτων.

Τα μεσάνυκτα περνούν και εμείς περιμένουμε την διαταγή ενώ τα άρματα τα δικά μας βάλλουν κατά των τουρκικών φυλακίων. Χαλασμός κόσμου. Μέσα μας κάτι μας λέγει ότι αν διενεργήσουμε την επίθεση ίσως κανένας να μη μπορέσει να προχωρήσει. Και όμως μένουμε στις θέσεις μας και περιμένουμε την ώρα που θα δοθεί η διαταγή.

Περνά μσή ώρα, μια, ενάμισυ ώρα μετά τα μεσάνυχτα. Και ξαφνικά ακούμε άρματα να κινούνται σε θέσεις πίσω από τις δικές μας. Κανένας δεν υποψιάζεται ότι είναι δυνατόν να είναι τουρκικά. Και η νύκτα περνά μέσα σε αυτή την ένταση.

Η 15η Αυγούστου 1974 ξημερώνει. Δεκαπενταύγουστο σήμερα. Μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης. Ομως οι καμπάνες της Σκυλλούρας δεν ακούονται αυτή τη μέρα. Ούτε στην άλλη μισή Κύπρο.

Τις εξελίξεις των συγκρούσεων τις πληροφορούμαστε από το ραδιόφωνο- όσο μπορούμε φυσικα γιατί και αυτό δεν μας αναφέρει πολλές λεπτομέρειες παρά μόνο για κανονική αναδίπλωση των δυνάμεων μας.

Ατνλαμβανόμαστε ότι τα χωριά της Μεσοαρίας πέφτουν το ένα μετά το άλλο στα χέρια των τούρκων. Την ίδια τύχη έχει και το Βαρώσι. Ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στην περιοχή της Αμμοχώστου στην περιοχή της Σκυλλούρας αρχίζει μια τρομερή μάχη.

Με την πτώση του Βραωσιού και τη συνένωση του θύλακα της πόλης με την υπολοιπη κατεχόμενη περιοχή οι τουρκικές δυνάμεις ρίχνουν όλο το βάρος της επίθεσης τους στην περιοχή Λευκωσίας.

Η επίθεση αρχίζει στις 4.45 την αυγή με στόχο να σπάσει η γραμμή της Σκυλλούρα και να προωθηθούν τα τουρκικά άρματα και το πεζικό προς τη Μόρφου.

Η τουρκική αεροπορία επιτίθεται κατά κύματα και αρχίζει να ρίχνει βόμβες και να πολυβολεί τις θέσεις μας οι οποίες καλύπτονται από ευκαλύπτους. Βρισκόμαστε μέσα στην κοίτη του ποταμού της Σκυλλούρας. Και εδώ προσπαθούμε να κρυφθούμε στο χώμα για να προστατευθούμε. Το πυροβολικό των τούρκων ρίχνει χιλιάδες οβίδες ενώ οι θεριστικές βολές των όλμων που πέφτουν κατά εκατοντάδες κατά λεπτό συγκλονίζουν κυριολεκτικά την περιοχή.

Κόλαση πυρός που συνεχίζεται μέχρι το μεσημέρι και δεν μας επιτρέπεται να πάρουμε ανάσα.

Γύρω στις 12.45 κουρασμένοι, τρομοκρατημένοι, διψασμένοι και νηστικοι (πού να σκεφθείς τέτοια πράγματα αυτές τις ώρες) εγώ μαζί με τρεις φίλους ζητούμε άδεια για να πάμε μέχρι το σφαγείο της Σκυλλούρας που βρίκεται 150 μέτρα από τις θέσεις μας για να φέρουμε νερό. Τα χείλη έχουν στεγνώσει από την δίψα. Και ο ήλιος καίει σκληρά.

Παίρνουμε τα παγούρι καθ' ον χρόνο τα τουρκικά αεροπλάνα μας έχουν εγκαταλείψει και βομβαρδίζουν τα χωριά Μάμμαρι και Αγία Μαρίνα της Σκυλλούρας. Απο μακρυά βλέπουμε τις πολλές εκρήξεις και υπολογίζουμε ότι πρόκειται για τις αποθήκες πυρομαχικών στο Μάμμαρι. Μπροστά μας βλέπουμε καπνό που σιγά, σιγά ανεβαίνει στον ουρανό λες και ο Θεός ετοιμάζεται να βρέξει.

Η μάζα του καπνού μεγαλώνει και δημιουργεί ένα πέπλος μπροστά στις θέσεις μας σε σημείο που να μη βλέπουμε τι γίνεται. Οι τούρκοι ρίχνουν καπνογόνες βόμβες.

Οπως δεν βλέπουμε και ανήξεροι για το τι συμβαίνει εγώ μαζί με ένα άλλο φίλο ξαπλώνουμε μέσα στο σφαγείο να ξεκουραστούμε. Αν και είναι τρομερά επικίνδυνο, διότι ο τόπος είναι γεμάτος από βλήματα του ΠΑΟ 106 και μια έκρηξη δυνατόν να αποβεί μοιραία για τους δυο μας.

Ξαφνικά βγαίνει ο συνάδελφος έξω για να δει τι γίνεται στις θέσεις μας. Φαίνεται κάτι έχει υποψιασθεί. Και ορμά μέσα. Είναι κατακίτρινος. Δεν μπορεί να βγάλει μιλιά από το στόμα του.

- Τι γίνεται, τον ρωτώ.

Αυτός δεν μπορεί να μου απαντήσει. Τρέχω έξω και τι να δω. Επτά τουρκικά άρματα έχουν περικυκλώσει τους άνδρες του λόχου μας και βάλλουν εναντίον τους. Η σκηνή είναι τρομερή. Τα πόδια μου λυγίζουν και δεν μπορώ να σταθώ από το αναπάντεχο αυτό γεγονός. Κανένας μας δεν περίμενε κάτι τέτοιο.

Χωρίς να σκεφτούμε τα όπλα μας ή τους άλλους συναδέλφους μας το βαζουμε στα πόδια. Τρέχουμε να γλυτώσουμε άοπλοι στο άγνωστο, ενώ τα άρματα βρίσκονται τόσο κοντά μας.

Εχουμε αντιληφθεί ότι πλησιάζει το τέλος. Η περιοχή είναι γυμνή και φαινόμαστε από πολύ μακρυά. Ομως τρέχουμε, τρέχουμε...Οι τούρκοι βάλλουν εναντίον μας. Οι σφαίρες σφυρίζουν αδιάκοπα δεξιά και αριστερά μας. Τα κανόνια ρίχνουν εναντίον μας οβίδες συνεχώς, που εκρήγυνται η μια δίπλα στην άλλη, πότε δεξιά και πότε αριστερά. Εμεις όμως τρέχουμε συνέχεια. Ο φόβος μας κάνει να μη γυρίζουμε ούτε πίσω. Τρέχουμε προς το άγνωστο με την ελπίδα ότι προς τα εκεί δεν έχουν ακόμα μετακινηθεί οι τούρκοι.

Η κούρσα μέσα στα χωράφια συνεχίζεται για μισή ώρα περίπου. Κάποτε φθάνουμε σε ένα μικρό λόφο που μας παρέχε μικρή κάλυψη από τις σφαίρες. Κάνουμε ένα σύντομο σταθμό και τότε στρέφουμε το κεφάλι προς τα πίσω για να δούμε τι γίνεται.

Και αυτό που βλέπουμε είναι τρομερό. Μόνο 4-συνάδελφοι έχουν καταφέρει να απομακρυνθούν από την περιοχή και τρέχουν και αυτοί προς τη δική μας κατεύθυνση. Οι άλλοι δεν φαίνονται. Αυτή τη στιγμή τα δάκρυα κυλούν από τα πρόσωπα μας. Εμείς σταθήκαμε τυχεροί. Οι άλλοι έχουν κυκλωθεί. Είδαμε τους τούρκους να βάλλουν εναντίον τους. Ποιος γνωρίζει τι απέγιναν. Ελπίζουεμ στο Θεό ότι θα σώθηκαν.

Ομως δεν έχουμε καιρό για χάσιμο. Πρέπει να φύγουμε. Οι μηχανές των αρμάτων λειτουργούν και ίσως αφού εκκαθαρίσουν τις θέσεις μας θα προχωρήσουν προς τα εδώ που βρισκόμαστε. Και κινδυνεύουμε άμεσα να συλληφθούμε.

Αρχίζουμε να περπατούμε γρήγορα με κατέυθυνση το ελληνικό χωριό Δένεια. Παντού ερημιά. Μόνο μερικούς γέροντες συναντούμε και αυτοί κάθονται στο καφενείο σκεφτικοί και μας ρωτούν τι γίνεται πιο κάτω.

- Φύγετε τους λέμε, διότι έρχονται οι τούρκοι.

Ενας γέροντας μου απαντά:

- Πού να πάμε. Εμείς γεννηθήκαμε εδώ και εδώ θα μείνουμε να πεθάνουμε.

Θαυμάζω το θάρρος αυτού του γέροντα, αλλά δεν τον αδικώ. Πού να πάει και να αφήσει αυτά που δημιούργησε για τόσα χρονια, αυτά για τα οποία μόχθησε

Εν τω μεταξύ αρχίζει να σκοτεινιάζει και μεις συνεχίζουμε να περπατούμε μέσα σε μια περιοχή που ελπίζουμε πως είναι ακόμη ελληνική. Κάποτε φθάνουμε στο Ακάκι στο δρόμο Λευκωσίας- Μόρφου. Εδώ συναντούμε την φιλοξενία των κατοίκων που μας προσφέρουν γενναιόδωρα φαγηγό, στέγη και ό,τι άλλο χρειαζόμαστε.

Ομως εμείς δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ. Και συνεχίζουμε την πορεία μας προς το χωριό Μένοικο όπου φθάνουμε αργά το βράδυ. Εδώ βρίσκουμε πολιτικά ρούχα. Κάποιος μας δίδει μάλιστα και χρήματα και φαγητό. Από μακρυά βλέπουμε τις συγκρούσεις και τις εκρήξεις που συνεχιζονται μέχρι τις 10 το βράδυ. από το σημείο αυτό η περιοχή αρχίζει να ησυχάζει.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1974

Κάποτε ξημερώνει και η Παρασκευή 16 Αυγούτου. Από τις 5 το πρωί βρισκόμαστε στο πόδι. Και αρχίζουμε την πορεία αναδιπλώσεως. Φθάνουμε στη Μονή Μαχαιρά. Πρόσφυγες έχουν κυτακλύσει τις περιοχές, τα βουνά, τα χωράφια, τα σπίτια και τα σχολεία των χωριών από όπου περνούμε. Και όπως είναι καλοκαίρι η σκιά ενός δένδρου είναι αρκετή.

Από τον Μαχαιρά καταλήγουμε στον Λυθροδρόντα όπου μας φιλοξενούν. Μετά από τόσο καιρό βρίσκουμε καθαρό νερό και παίρνουμε το πρώτο μπάνιο ύστερα από τόσες μέρες. Από εδώ φεύγουμε την επομένη για την Αραδίππου και από εκεί αρχίζω να προσπαθώ να βρω τους δικούς μου.

Τους βρίσκω τελικά ύστερα από αρκετές ταλαιπωρίες στο δασάκι της Αχνας όπου έχουν φύγει γύρω στις 35.000 πρόσφυγες από τα χωριά της περιοχής. Χαρές, συγκινήσεις και ευχαριστίες στο θεό που μας βοήθησε...