Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

1.8.74ΜιαΔιμοιρία στονΠενταδάκτυλο στην περιοχή των χωριώνΑγριδάκι καιΣύσκληπος προσπαθεί με τα δόντια να κρατήσει τα υψώματα,αλλά στην κρίσιμη στιγμή της τουρκικής προέλασης ανακαλύπτει ότι τα βλήματα που τους στάληκαν ήταν εκπαιδευτικά και όχι εκρηκτικά

S-2299

1.8.1974: ΜΙΑ ΔΙΜΟΙΡΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ ΠΕΝΤΑΔΑΚΤΥΛΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΑΓΡΙΔΑΚΙ ΚΑΙ ΣΥΣΚΛΗΠΟΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΜΕ ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΝΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙ ΤΑ ΥΨΩΜΑΤΑ ΑΛΛΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΙΜΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΠΡΟΕΛΑΣΗΣ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΕΙ ΟΤΙ ΤΑ ΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΣΤΑΛΗΚΑΝ ΗΤΑΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΚΡΗΚΤΙΚΑ. (ΤΟ 6ο ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΟΥ ΕΦΕΔΡΟΥ ΑΝΘΥΠΟΛΟΧΑΓΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΣΑΒΒΑ ΠΑΥΛΙΔΗ, ΑΠΟ ΤΟ ΛΑΡΝΑΚΑ ΤΗΣ ΛΑΠΗΘΟΥ)

Ο έφεδρος ανθυπολοχαγός των ΛΟΚ, δάσκαλος Σάββας Παυλίδης, βρίσκεται την 1η Αυγούστου 1974 στην περιοχή των χωριών Σύσκληπος και Αγριδάκι ψηλά πάνω στον Πενταδάκτυλο μαζί με μια διμοιρία και άλλους έφεδρους αξιωματικούς.

Συνεχίζει στο έκτο ημερολόγιο του για τις δραματικές μέρες που πέρασε η διμοιρία:

ΠΕΜΠΤΗ 1 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ, 1974

Είχαν κιόλας περάσει για καλά τα μεσάνυκτα όταν πήραμε τον δρόμο της επιστροφής στα υψώματα του Πενταδακτύλου με καρδιά βαρειά και αρνητική ψυχολογική διάθεση. Αλλοι στη θέση μας πιθανόν να ξεμάκραιναν πολύ περισσότερο από την εστία του κακού αντί να ξανάπαιρναν τον δρόμο της επιστροφής, προς την κόλαση. Ηταν όμως και το συναίσθημα της ευθύνης τόσο έναντι της θυσίας του Πίττα, όσο και έναντι των υπολοίπων συναδέλφων που αφήσαμε στον Πενταδάκτυλο. Γ' αυτό και δεν υπήρχε για μας καμμιά άλλη διέξοδος από την επιστροφή μας στη θέση μας. Αλλωστε ξέραμε καλά πως οι μάχες θα συνεχίζονταν το ίδιο πεισματικές και την επομένη.

Γύρω στις τρεις η ώρα μετά τα μεσάνυκτα φτάσαμε στον Κοντεμένο. Εδώ είχε την έδρα του ένας διοικητής.

Ζήτησα να τον συναντήσω πριν κατευθυνθώ προς τις θέσεις της διμοιρίας μας, κάπου 6-7 μίλια βορειότερα. Μου είπαν ότι κοιμόταν. Επέμενα να τον συναντήσω κι' έτσι οι στρατιώτες τον ξύπνησαν,.

Τον ενημέρωσα για την εξέλιξη της όλης καταστάσεως και ζήτησα να μας σταλούν ενισχύσεις, γιατί ύστερα από τις χθεσινές μάχες, το ηθικό των στρατιωτών μας είναι φυσικό να έπεσε, λόγω κυρίως των τραυματισμών και του θανάτου του Πίττα. Παραπονέθηκα μάλιστα γιατί δεν είχαμε ενισχύσεις την προηγουμένη παρά μόνο μια διμοιρία ανδρών που έφτασε μάλιστα την ώρα που κόντευε η μάχη να τελειώσει. Εμεινα κατάπληκτος από την απάντηση:

- Ξέρεις η διμοιρία που ήλθε χθες για να σας ενισχύσει κακώς οδηγήθηκε εκεί. Η αποστολή της είναι άλλη. Πρέπει να πάει στην περιοχή Λαπήθου. Γι' αυτό σε παακαλώ να πεις στον διμοιρίτη να πάρει τους άνδρες του και να φύγει αμέσως προς τη Λάπηθο.

Για να είμαι ειλικρινής θύμωσα με όσα άκουσα:

- Μα κύριε διοικητά, εγώ ήρθα εδώ για να ζητήσω ενισχύσεις κι' εσείς με διατάσσετε να διώξω κι' αυτούς τους λίγους άνδρες που ήλθαν για να μας βοηθήσουν; Αρνούμαι να διαβιβάσω τη διαταγή σας.

Τότε ο Διοικητής ξύπνησε ένα αρχιλοχία και τον διέταξε να πάει μαζί μας στις θέσεις της διμοιρίας με αποστολή να διαβιβάσει τη σχετική διαταγή στον διοικητή της διμοιρίας.

Φθάσαμε στο Αγριδάκι γύρω στις τέσσερις η ώρα το πρωί. Εδώ συναντήσαμε σε ένα υποστατικό τον υπολοχαγό Φακούρα, τον ανθυπολοχαγό Σολή και άλλους. Ξαπλώσαμε κι' εμείς να ξεκουραστούμε...

Πριν χαράξει το φως σηκωθήκαμε και κατευθύνθηκα στις θέσεις της διμοιρίας. Δεν είμαστε βέβαιοι τι μας επιφύλασσε η μέρα που ξημέρωνε. Αλλά προσωπικα περίμενα πως θα επαναλαμβανόταν όταν το χθεσινό κανονίδι. Γι' αυτό και κάλεσα τους άνδρες να είναι ετοιμοι για κάθε ενδεχόμενο.

Καθώς περιμέναμε τις εξελίξεις, είδα τον διμοιρίτη. Παρ' όλον ότι δίσταζα του ανέφερα τελικά για τη διαταγή. Αλλωστε είχα υποσχεθεί στον αρχιλοχία που ήλθε μαζί μας μέχρι το Αγριδάκι, πως θα διαβίβαζα στον διμοιρίτη τη διαταγή, για να τον απαλλάξω από τον κόπο να ανέβει ο ίδιος στο ύψωμα. Με αυτό τον τρόπο ήλπιζα ότι θα εξασφάλιζα από τον Διμοιριτη έστω και μια ομάδα στρατιωτών του για ενίσχυση μας. Και δεν είχα άδικο. Τελικά κατάφερα να μου αφήσει ο κ. Μπιτσάκης μια ομάδα υπό την διοίκηση του ανθυπολοχαγού Μαύρου που μας βοήθησε στην εξέλιξη της μάχης πάρα πολύ.

Πριν αποχωρήσει από την περιοχή ο Διμοιρίτης, μου ανέφερε ότι απουσίαζεν ένας στρατιώτης του και με παρεκάλεσε να τον κρατήσω κοντά μου με την ομάδα του ανθυπολοχαγού Μαύρου, όταν θα έπεστρεφε. Ευχηθήκαμε "καλή τύχη" ο ένας στον άλλο και ο Μπιτσάκης μάζεψε τους άνδρες του κι' έφυγε για τη Λάπηθο.

ΣΗΜ: (Ανεξακρίβωτες πληροφορίες μου αναφέρουν τελικά πως ο Μπιτσάκης σκοτώθηκε στην περιοχή Λαπήθου προσπαθώντας να καλύψει τους άνδρες του να υποχωρήσουν σε μια άνιση αναμέτρηση που είχαν με τους τούρκους.) Λίγη ώρα αργότερα έφθασε λαχανιασμένος κοντά μου ένας στρατιώτης.

- Κύριε ανθυπολοχαγέ μου λέγει. Ελάτε γρήγορα. Στην πλαγιά απέναντι είναι ένας κτυπημένος, ένας στρατιώτης. Φαίνεται ήδη ότι κτυπήθηκε αργά χθες το σούρουπο και δεν τον προσέξαμε.

Πλησίασα ανεβαίνοντας στην πλαγιά με δυο άλλους ανθυπολοχαγούς και έναν επιλοχία. Το θέαμα ήταν φρικτό. Ενας στρατιώτης βρισκόταν πεσμένος στο έδαφος, κρυμμένος πίσω από ένα βράχο. Καμμιά κίνηση, καμμιά ένδειξη ζωής. Τα χέρια του είχαν αγκαλιασμένα ακόμη τον μικρό βράχο, που τον προστάτευε την ώρα της μάχης. Το κεφάλι του βαρειά κτυπημένο και αγνώριστο ακουμπούσε στον βράχο σαν σε μαξιλάρι.

Ηταν φανερό πως ο συνάδελφος μας βρέθηκε στην πορεία κάποιας βολής πυροβόλου και είχε μείνει νεκρός από το βράδυ, χωρίς να γίνει αντιληπτός. Μαζέψαμε το τσακισμένο μικρό του ραδιόφωνο που βρισκόταν ριγμένο στα αριστερά του και το μισοκομμένο πραγματικά τυφέκιο του που βρισκόταν στα δεξιά του. Τελικά με μεγάλο κόπο τον κατεβάσαμε σε ένα μικρό οροπέδιο. Εκεί βρέθηκε ένα γαϊδούρι, τον φορτώσαμε με δυσκολία στο ζώο, τον σκεπάσμαε με κουβέρτες και αναθέσαμε στον λοχία Δικωμίτη να τον μεταφέρει στο χωριό Αγριδάκι και από εκεί σε κλινική ή σε νοσοκομείο.

Ετσι και έγινε.

Αργότερα διαπιστώσαμε ότι επρόκειτο για ένα στρατιώτη που έλειπε. Κατήγετο από την περιοχή Ευρύχου.

Πιο πέρα πληροφορήθηκα ότι κάτω από παρόμοιες συνθήκες βρέθηκε νεκρός και ο Νίκος Ελευθερίου από την Πεντάγια Μόρφου.

Ετσι ο απολογισμός της πρώτης ημερα των μαχών στην περιοχή Συσκλήπου - Αγριδακίου-Λάρνακα της Λαπήθου παρουσίαζε τρεις νεκρούς και αρκετούς τραυματίες. Η θυσία τους όμως δεν πήγε χαμένη. Ο εχθρός δεν κατάφερε να προελάσει. Αναγκάστηκε να υποχωρήσει στις αρχικές του θέσεις. Κι' ήταν αυτή η πρώτη ίσως φορά που οι τούρκοι συνάντησαν αντίσταση και έπαθαν πανωλεθρία. Κι' είχαν τόσα πολλά θύματα.

Η ιστορία μας όμως δεν τελειώνει εδώ. Ξημέρωσε ήδη καινούργια μέρα και μεις είχαμε κιόλας αναστατωθεί ψυχικά από όλα αυτά τα γεγονότα ενώ οι τούρκοι ετοίμαζαν νέα επίθεση. Κι' είχαμε μείνει τώρα λιγότεροι. Κανένας μας δεν ήξερε τι τύχη μας περίμενε. Οι ενισχύσεις που ζητήσαμε δεν φάνηκαν ακόμα. Κι' η κατάρα του πολέμου εξακολουθούσε ακόμα να μας απειλεί.

Σαν τακτοποιήσαμε τη μεταφορά της σορού του νεκρού, στρέψαμε την προσοχή μας στον εχθρό. Παρατηρήσαμε μερικές ύποπτες κινήσεις και καταλάβαμε πως οι τούρκοι θα δοκίμαζαν και πάλι να πραγματοποιήσουν επίθεση εναντίον μας.

Γι' αυτό και ενημέρωσα από τον ασύρματο τον διοικητή και ζήτησα και πάλι, ενισχύσεις που μας ήταν πια τόσο απατηλές μετά την αποχώρηση της διμοιρίας του κ. Μπιτσάκη. Ο διοικητής μου υποσχέθηκε πως δόθηκε κιόλας διαταγή να προωθηθεί ένας λόχος προς τις θέσεις μας.

Στο μεταξύ οι υπόλοιποι άνδρες της διμοιρίας μας πήρανε κατάλληλες θέσεις και περίμεναν. Παρά τις ταλαιπωρίες της προηγούμενης μέρας και παρά τα θλιβερά συμβάντα που έζησαν χθες το απόγευμα και σήμερα το πρωί με τον θάνατο του Πίττα και του Σκουφάρη και τους διάφορους τραυματισμούς των άλλων συναδέλφων μας, διατηρούσαν ακμαίο το φρόνημα και το ηθικό. Είχαν πια πάρει για καλά το βάφτισμα του πυρός και η πιθανότητα να ξαναζήσουν το δράμα της χθεσινής μέρας δεν τους τρόμαζε και τόσο. Αλλωστε οι τούρκοι βρίσκονταν σήμερα ένα χιλιόμετρο περίπου μακρυά μας και η θέση μας ήταν τέτοια, που μπορούσαμε να ελέγχουμε τις κινήσεις τους. Θα τους ήταν πολύ δύσκολο να προωθηθούν, αν επιχειρούσαν προέλαση.

Από την άλλη μεριά ήταν και οι διαβεβαιώσεις του Διοικητή, ότι σε λίγο θα είχαμε ενισχύσεις που έδιναν κουράγιο στους άνδρες της διμοιρίας.

Η κατάσταση αυτής της ανήσυχης αναμονής, δεν κράτησε για πολύ. Σε λίγο οι τούρκοι άρχισαν ξαφνικά να μας βομβαρδίζουν κυριολεκτικά με κάθε λογής βλήματα όπλων ευθυτενούς ή καμπύλης τροχιάς, έτσι που το ύψωμα μας να παρουσιάζει όψη ηφαιστείου εν ενεργεία. Εμείς καταφύγαμε και πάλι πίσω από τους πελώριους βράχους του Πενταδακτύλου, φροντίζοντας ο καθ'ένας μας να έχει και ένα ευρύ πεδίο οράσεως προς το μέρος του εχθρού.

Προσωπικά αναγκάστηκα να μείνω μαζί με τον ασυρματιστή σε ένα φυσικό βαθούλωμα για να μπορώ να παρακολουθώ από τη μια την εξέλιξη της μάχης και τους άνδρες της διμοιρίας και να επικοινωνώ από την άλλη τόσο με τον διοικητή όσο και με τον υπολοχαγό Φακούρα και το συνάεδεφο Σολή που βρίσκονταν αρκετά πιο πίσω από τις θέσεις της διμοιρίας μας, παρέχοντας μας υποστήριξη πυρός.

Η βροχή των βλημάτων που δεχόμαστε τόσο από τους όλμους, όσο και από τα πυροβόλα των αρμάτων και τα βαρειά πολυβόλα του εχθρού μετάτρεψαν τις θέσεις μας σε μια πραγματική κόλαση, όπου ήταν αδύνατο και να μιλήσεις ακόμα στον συνάδελφο σου, γιατί οι εκρήξεις και οι δαιμονισμένοι θόρυβοι ήταν τόσο εκκωφαντικό που κάλυπταν τις δικές μας ομιλίες.

Θυμούμαι πως κάθε τόσο αναγκαζόμουν να φωνάζω με όλη μου τη δύναμη καθώς ζητούσα από τους συναδέλφους μου ανθυπολοχαγούς Κέλλα, Αργύρη και Δημήτρη να εντοπίσουν το σημείο εκρήξεως των βλημάτων των όλμων, που έρριχνε προς το μέρος των τούρκων ο υπολοχαγός Φακούρας, ώστε- παίζοντας και τον ρόλο του παρατηρητή- να τον καθοδηγήσω μέσω του ασυρμάτου, να πετύχει τον στόχο.

Ομολογώ ότι ο ενθουσιασμός όλων μας ήταν απερίγραπτος, καθώς ο υπολοχαγός Φακούρας κατάφερε να ρίξει το τρίτο μόλις βλήμα του όλμου κάπου 10-15 μέτρα κοντά σε ένα τουρκικό άρμα που μας έβαλλε ανελέητα. Ολοι μας περιμέναμε με αγωνία πως το τέταρτο βλήμα θα πετύγχανε στην ακρίβεια τον στόχο με τις δορθώσεις και πληροφορίες που δώσαμε εμείς στον υπολοχαγό. Γι' αυτό και σαν μου ανεφέρθη από τον ασύρματο ότι ήταν έτοιμοι να ρίξουν το τέταρτο βλήμα όλοι μας παρακολουθούσαμε με έκδηλη αγωνία την εξέλιξη και περιμέναμε να πανηγυρίσουμε την πρώτη μεγάλη μας επιτυχία.

Η απογοήτευση μας όμως ήταν μεγάλη σαν βεβαιωθήκαμε ότι όχι μόνο δεν πετύχαμε τον στόχο, αλλά ούτε καν μπορούσαμε να επισημάνουμε το σημείο εκρήξεως του βλήματος μας.

Ακολούθησε πέμπτο, έκτο, έβδομο, όγδοο...βλήμα χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Και το χειρότερο και ανεξήγητο για μας ήταν το γεγονός ότι σε καμμιά από τις επόμενες περιπτώσεις ρίψεως βλημάτων δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε το σημείο εκρήξεως.

Η απορία μας αυτή λύθηκε αρκετές μέρες αργότερα όταν συναντηθήκαμε με τον υπολοχαγό Φακούρα.

- Πώς εξηγείς εκείνο το απογοητευτικό φαινόμενο να μην καταφέρεις να πετύχεις τελικά τα τουρκικά άρματα, όταν μάλιστα με το τρίτο κιόλας βλήμα πλησίασες τόσο πολύ στον στόχο, τον ρώτησα.

Και η απάντηση του με άφησε άναυδο:

- Τώρα μπορώ να σου το εκμυστηρευτώ μου είπε. Δυστυχώς όλα κι' όλα τα εκρηκτικά βλήματα που μας είχαν στείλει ήταν μόνο τρία. Ηταν αυτά που ρίξαμε στην αρχή. Ολα τα υπόλοιπα ήταν εκπαιδευτικά. Με προβλημάτισε και μένα η αποτυχία μας στο τέταρτο βλήμα και αφού παραμέρισα πιο πίσω άρχισα να περιεργάζομαι τα υπόλοιπα βλήματα, οπότε διαπίσωσα πως ήταν εκπαιδευτικά. Τι να έλεγα όμως στους στρατιώτες; Αν τους έλεγα την αλήθεια πιθανόν να το έβαζαν και στα πόδια. Γι' αυτό προτίμησα να κάνω το κορόιδο και τους άφησα να ρίχνουν. Γι' αυτό κι' εσύ από κει πάνω στο ύψωμα προσπαθούσες μάταια να εντοπίσεις το σημείο εκρήξεως.

Στο μεταξύ το ντουφεκίδι και ο βομβαρδισμός συνεχίζονταν ακατάπαυστα. Το ηθικό μας όμως ήταν ακμαίο. Παρακολουθούσαμε κάθε κίνηση του εχθρού και κάθε φορά που οι τούρκοι δοκίμαζαν να επετεθούν από τις θέσεις τους και να επιχειρήσουν προέλαση τους καθηλώναμε με τα πυρά μας.

Καθώς παρακολουθούσα τους άντρες της διμοιρίας να μάχονται, σχολιάζοντας φωνακτά κάθε τόσο τις κινήσεις των τούρκων, ένοιωθα περήφανος γι' αυτούς και τους καμάρωνα. Είχαν μετατρέψει τη μάχη σε πανηγύρι και είχαν το κουράγιο και να αστειεύονται ακόμα την ώρα που πολεμούσαν.

"Τον βλέπεις αυτόν εκεί, πίσω από τον βράχο κοντά στη χαρουπιά; Σκοπεύει να κινηθεί προς τα μπροστά. Ασε τον να τολμήσει και θα τον σερβίρω ζεστό λουκάνικο" έλεγε ο ένας.

"Δεν τον αφήνεις σε μένα; Θα τον περιποιηθώ καλύτερα από τη θέση μου. Βλέπεις είμαι επαγγελματίας σερβιτόρος", έλεγε ο άλλος.

Ολα φαίνονταν πως θα πηγαίναμε καλύτερα, σήμερα. Το σημαντικό ήταν πως αισθανόμαστε ισχυροί να μη επιτρέψουμε καμμιά προέλαση του εχθρού. Κι'είμαστε περήφανοι γιατί μέχρι τώρα, τρεις περίπου ώρες μετά την έναρξη της μάχης και παρά τον σφοδρό βομβαρδισμό που δεχόμαστε ασταμάτητα, οι άντρες μας κρατούσαν τις θέσεις τους δεν άφησαν τους τούρκους απέναντι να σηκώσουν κεφάλι. Τα πυρά υποστηρίξεως του υπολοχαγού Φακούρα κι' η ενίσχυση της διμοιρίας μας με μερικούς έστω άνδρες του Πεζικού υπό τον ανθυπολοχαγό Μαύρο μας βοήθησαν πάρα πολύ.

Εκείνο που με βασάνιζε συνεχώς ήταν το γεγονός ότι τα λιγοστά πυρομαχικά που εξασφαλίσαμε το προηγούμενο βράδυ, όλο και μας λιγόστευαν και οι ενισχύσεις που μας υποσχέθηκαν, δεν έλεγαν να φανούν. Γι' αυτό δεν έπαυα κάθε τόσο να παίρνω τον διοικητή στον ασύρματο και να ζητώ ενισχύσεις, ενημερώνοντας τον συνάμα για την εξέλιξη της μάχης. Το διαβεβαίωνα ότι είμαστε σε θέση να εμποδίσουμε προέλαση των τούρκων, αλλά ότι χρειαζόμαστε επιπρόσθετο και βαρύτερο οπλισμό καθώς και πυρομαχικά, γιατί κόντευαν να σωθούν.

Ο Διοικητής μου ανέφερεν ότι δυστυχώς η προώθηση ενισχύσεων προς το μέρος μας, δυνάμεως ενός λόχου που μου υποσχέθηκε κατέστη προβληματική και ότι τώρα καταβάλλονταν προσπάθειες να μας στείλουν έστω και μια διμοιρία για ενίσχυση. Ομολογώ ότι αυτή η κατάσταση μας ανησύχησε σοβαρά γιατί η δυσάρεστη θέση στην οποία θα βρισκόμαστε αν παρ' ελπίδα μας τέλειωναν τα πυρομαχικά, προτού φτάσουν οι ενισχύσεις. Υστερα αυτές οι πληροφορίες του διοικητή ότι ήταν προβληματική η πρώθηση ενισχύσεων ακόμη περισσότερο, μας ενέβαλαν σε υποψίες ότι πιθανόν "κάτι να μη πηγαίνει καλά" στις θέσεις των φιλίων τμημάτων σε άλλα μέτωπα.

Την ανησυχία μας αυτή ήλθε να επιτείνει και ένα δυσάρεστο γεγονός. Σε μια στιγμή, καθώς η μάχη συνεχιζόταν με την ίδια πάντοτε ένταση μια βολή από το πυροβόλο ενός άρματος πέρασε τόσο πολύ "ξυστά" από τις θέσεις μας, που τα αέρια επηρέασαν όλους μας, ώστε να νομίσουμε για μια στιγμή ότι βληθήκαμε καίρια.

Ευτυχώς σε λίγο συνήλθαμε όλοι, έκτος από τον συνάδελφο Γεώργιο Σάββα Γεωργίου από τον Λάρνακα Λαπήθου που έχασε τις αισθήσεις του κι'έμεινε αναίσθητος στα χέρια μας. Μάταια προσπαθούσαμε να τον συνεφέρουμε. Τελικά άρχισε να μισοανοίγει τα μάτια και τα ψιθυρίζει κάποιες ακαταλαβίστικες φράσεις. (Ο Γεωργίου ήταν έγγαμος και πατέρας δυο παιδιών). Διαπίστωσα ότι είχε υποστεί ένα είδος νευρικού κλονισμού. Γι' αυτό κάλεσα αμέσως δυο άντρες να τον φορτωθούν και να τον μεταφέρουν στο Αγριδάκι, από όπου να προωηθεί προς το Νοσοκομείο για ιατρική περίθαλψη. Ετσι λιγοστέψαμε και πάλι κατά τρία άτομα. Ευτυχώς που λίγη ώρα νωρίτερα είχε επιστρέψει στο ύψωμα ο λοχίας Δικωμίτης, που είχε μεταφέρει πρωί, πρωί τη σορό του Σκουφάρη στο Νοσοκομείο.

Το γεγονός αυτό του τραυματισμού του συναδέλφου όπως και μερικοί ακόμη τραυματισμοί άλλων συναδέλφων και αντρών του υπολοχαγού Φακούρα, αλλά η αίσθηση των στρατιωτών μας ότι τελικά δεν θα έφταναν ενισχύσεις στο ύψωμά μας, συνέβαλαν ώστε μερικοί άντρες να χάσουν την ψυχραιμία τους και να διερωτώνται, εάν θα ήταν σκόπιμο να συνεχίσουν για πολύ ακόμη την αντίσταση, βλέποντας ότι τα πυρομαχικά μας συνεχώς εξαντλούνται, παρά τις αιματηρές οικονομίες που κάναμε... Τους απασχολούσε πολύ το ενδεχόμενο να υποχρεωθούν αργότερα σε υποχώρηση, χωρίς να έχουν στη διάθεση τους πυρομαχικά.

Αυτές τις σκέψεις μου μετέφεραν δυο άντρες μιας υποομάδος 10-12 ανδρών του πεζικού που βρίσκονταν κάπως νοτιότερα από τις δικες μας θέσεις. Μου ανάφεραν μάλιστα πως οι άνδρες αυτοί είχαν κιόλας αποφασίσει να υποχωρήσουν όσο ήταν ακόμη καιρός.

Ανησύχησα παρά πολύ από την πληροφορία που πήρα. Επικοινώνησα και πάλι μέσω του ασυρμάτου, με τον Διοικητή και αφού τον ενημέρωσα, ζήτησα και πάλι ενισχύσεις. Παραπονέθηκα έντονα, γιατί ενώ η ώρα ήταν κιόλας δύο μετά το μεσημέρι, καμμιά ενίσχυσις δεν μας εστάλη.

Υστερα κατευθύνθηκα προς τις θέσεις της ομάδος των ανδρών πεζικού που σχεδίαζαν να υποχωρήσουν. Είχαν κιόλας μαζέψει τα μικροπράγματα τους και ετοιμάζονταν για αναχώρηση.

Κάθησα δίπλα τους αρκετή ώρα. Τους εξηήγησα πως είχε η όλη κατάσταση. Τους ανέφερα ότι ο Διοικητής ήταν ενήμερος και τους έπεισα ότι ήταν πολύ πιο επικίνδυνο να υποχωρήσουν μόνοι τους ατάκτως, διότι έτσι από τη μια θα σκορπούσαν την ηττοπάθεια, ανάμεσα στους συναδέλφους (και υπήρχεν ο κινδυνος να τους ακολουθήσουν όλοι, οπότε οι τούρκοι θα μας κατεδίωκαν) και από την άλλη ο κίνδυνος να βληθούν από τα εχθρικά πυρά ήταν μεγαλύτερος σαν θα βρίσκονταν σε κίνηση παρά όσος ήταν σαν θα παρέμεναν στις θέσεις τους. Σε λίγο ήλθε από μόνη της και η απόδειξη:

Καθώς κουβέντιαζα μαζί τους ένα εμπρηστικό βλήμα έπεσε πολύ κοντά στις θέσεις μας. (Προφανώς οι τούρκοι μας επεσήμαναν από τις κινήσεις μας). Αμέσως τα ξερά χόρτα πήραν φωτιά και η θέση μας έγινε πολύ δύσκολη. Καθαρίσαμε με τα χέρια τα ξερά χόρτα που ήταν δίπλα μας και ρίξαμε λίγο χώμα προς την κατεύθυνση της φωτιάς. Υστερα καλυφτήκαμε στις θέσεις μας. Ευτυχώς εκείνη την ώρα δεν φυσούσε αέρας και σαν κάηκαν τα ξερά χόρτα τριγύρω η φωτιά έχασε τη ένταση της και βρήκαμε έτσι την ευκαιρία να την σβύσουμε, χρησιοποιώντας κλαδιά των κυπαρισσιών που βρίσκονταν γύρω μας και παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις από τα εχθρικά πυρά που δεχόμαστε συνέχεια από απέναντι.

Σαν τελειώσαμε, εκμεταλλεύτηκα το συμβάν με τη φωτιά λέγοντας πως ο λόγος που δεχτήκαμε το εμπρηστικό αυτό βλήμα, ήταν ακριβώς γιατί μας επισήμαναν οι τούρκοι, καθώς πραγματοποιούσαμε άσκοπες κινήσεις. Ετσι πείστηκαν οι συνάδελφοι πως θα κινδύνευαν περισσότερο, αν δοκίμαζαν να υποχωρήσουν μόνοι τους.

Συμφωνήσαμε πως αν μελλοντικά θα παρίστατο ανάγκη για υποχώρηση, θα έπρεπε να υποχωρήσουμε οργανωμένα ώστε να μην διακινδυνεύουμε. Τους διαβεβαίωσα όμως πως δεν θα υπήρχε τέτοια περίπτωση, εφ' όσον θα κατέφθαναν σε λίγο ενισχύσεις...

Βοήθησα τους άντρες να βρουν καλύτερες θέσεις και αφού βεβαιώθηκα ότι αισθάνονταν πια αρκετά ψύχραιμοι, ξαναγύρισα με προφυλάξεις στη θέση μου.

Για άλλη μια φορά είχα καταλάβει πόσο σημαντικό είναι για τον στρατιώτη να νοιώθει ότι έχει επικεφαλής του κάποιον αξιωματικό, ο οποίος νοιάζεται γι' αυτόν και στην καθοδήγηση του οποίου να μπορεί να στηρίζεται.

Και αυτή τη στιγμή είχα συνειδοποιήσει ότι πολλές αποτυχίες που είχαμε σε άλλα μέτωπα σαν κυπριακή Εθνοφρουρά, οφείλονται κατά κύριο λόγο στην έλλειψη των επικεφαλής αξιωματικών οι οποίοι να εμπνέουν εμπιστοσύνη στους άντρες τους, με αποτέλεσμα οι εθνοφρουροί μας να άγονται και να φέρονται ακέφαλοι, σαν κοπάδι που εγκαταλείφθηκε από τον βοσκό του και αφέθηκε ανυπεράσπιστη λεία στη βουλιμία των κύκλων του Αττίλα...

Και διερωτήθηκα και πάλι αν αυτή η δυσάρεστη διαπίστωση οφειλόταν πραγματικά σε καθαρές οργανωτικές αδυναμίες, ή αν κάτω από την επιφάνεια αυτή δεν κρυβόταν η προδοσία...

Στο μεταξύ οι ώρες περνούσαν και η μάχη συνεχιζόταν με τον ίδιο ρυθμό και την ίδια ένταση. Εμείς κρατούσαμε τις θέσεις μας σθεναρά και μέχρι στιγμής εμποδίζαμε με επιτυχία κάθε ενέργεια των τούρκων να μετακινηθούν προς τις θέσεις μας εστω και ένα βήμα. Είχαμε καταφέρει να τους καθηλώσουμε στα χίλια μέτρα περίπου μακρυά στις θέσεις ακριβώς όπου τους αναγκάσαμε να υποχωρήσουν την προηγουμένη.

Το ηθικό των αντρών μας παρέμενε ικανοποιητικά ακμαίο, παρά τις μεταπτώσεις, από τις οποίες είχε διέλθει κατά την εξέλιξη των γεγονότων. Είχαμε πια πεισθεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι θα τα καταφέρναμε να κρατήσουμε την αντίσταση μέχρι το βράδυ, έστω και αν ακόμη δεν έφταναν μέχρι τότε οι ενισχύσεις που μας υποσχέθηκαν από το πρωί. Η οικονομία που κάναμε στα πυρομαχικά ήταν τέτοια που αν η μάχη συνεχιζόταν με τον ίδιο ρυθμό, ως το βράδυ, θα μας ήταν αρκετά για να κρατήσουμε άμυνα. Αλλωστε η ώρα ήταν κιόλας τέσσερις μετά το μεσημέρι.

Παράλληλα εξακολουθούσαμε να ζητούμε ενισχύσεις για κάθε ενδεχόμενο διότι η θέση μας θα ήταν πολύ δύσκολη, αν η μάχη έπαιρνε ξαφνικά διαφορετική και πιο δυναμική τροπή...

Εκεί όμως που αισιοδοξούσαμε ότι όλα θα πήγαιναν καλά, τουλάχιστον μέχρι το βράδυ, οπότε θα είχαμε την ευκαιρία να εφοδιαστούμε και με άλλα πυρομαχικά και συγχρόνως να ενισχυθούμε από άψυχο υλικό, η διαταγή που πήρα από τον διοικητή μου, μέσω του ασυρμάτου, γύρω στις τέσσερις και τριάντα το απόγευμα ανάτρεψε κυριολεκτικά τις προβλέψεις μας και σκόρπισε τελικά πανικό ανάμεσα στους στρατιώτες μας...

- Κύριε Ανθυπολοχαγέ, είναι αδύνατο να προωθήσουμε ενισχύσεις στις θέσεις σας. Η κατάσταση είναι πολύ επικίνδυνη. Κινδυνεύετε άμεσα. Γι' αυτό πρέπει να υποχωρήσεε το συντομότερο.

Εμεινα με ανοικτό το στόμα. Για μια στιγμή τα είχα χαμένα. Υστερα υψώθηκε μέσα μου έντονη η φωνή της διαμαρτυρίας:

- Μα κύριε διοικητά. Τα πράγματα δεν είναι και τόσο τραγικά, όπως τα παρουσιάζετε. Εμείς έχουμε καθηλώσει τους τούρκους στα χίλια μέτρα μακριά. Κι' αν ακόμα δεν είσαστε σε θέση να μας στείλετε τώρα ενισχύσεις, εμείς μπορούμε να κρατήσουμε άμυνα μέχρι το βράδυ, οπότε τα πράγματα θα είναι διαφορετικά.

- Η διαταγή που πήραμε κύριε ανθυπολοχαγέ, είναι να υποχωρήσετε αμέσως. Φροντίστε ώστε η υποχώρηση να γίνει ομαλά...

- Πιστεύω κύριε διοικητά, ότι δεν υπάρχει καμμιά πίεση για υποχώρηση αυτή τη στιγμή. Οι άνδρες της διμοιρίας έχουν ακμαίο το ηθικό. Μπορούμε να αντέξουμε ως το βράδυ. Αλλωστε έχω την γνώμη ότι υποχωρώντας τώρα κάτω από την βροχή των εχθρικών πυρών ο κίνδυνος να έχουμε θύματα είναι πολύ μεγαλύτερος, παρά ό,τι θα είναι αν μείνουμε στις θέσεις μας.

- Κύριε ανθυπολοχαγέ, όπως σου είπα και προηγουμένως πρόκειται για διαταγή. Δεν είναι δική μου δουλειά να συζητώ διαταγές. Ούτε και έχεις εσύ το δικαίωμα να αμφισβητείς τις διαταγές των ανωτέρων σου.

- Συμφωνώ κύριε διοικητά. Αλλά νομίζω ότι πιθανόν να αρθεί η αδικαιολόγητη αυτή διαταγή, αν εξηγήσετε στους ανωτέρους σας ότι η διμοιρία μας μπορεί να προβάλει αντίσταση για αρκετές ώρες ακόμη κι' ότι η διμοιρία μας μπορεί να προβάλει αντίσταση για αρκετές ώρες ακόμα κι' ότι στο διάστημα αυτό θα έχουμε αρκετό χρόνο στη διάθεση μας (άλλωστε μεσολαβεί σε λίγο η νύχτα) για ανεφοδιασμό και ενισχύσεις...

Ο Διοικητής ύψωσε τότε τον τόνο της φωνής του και φανερά εκνευρισμένος συνέχισε:

- Δεν νομίζω, κύριε ανθυποχαγέ, πως έχω το δικαίωμα να αμφισβητώ διαταγές των ανωτέρων μου. Και πολύ περισσότερο, δεν νομίζω ότι εσύ έχεις το δικαίωμα να κάνεις κριτική των διαταγών, που εκδίδονται, και να μπορείς να υπαγορεύεις εσύ διαταγές στους προϊσταμένους σου.

Τα λόγια αυτά με έκαναν να γίνω έξαλλος από θυμό. Με πολυ υψωμένο τόνο της φωνής μου απάντησα:

- Κύριε Διοικητά. Λίγα πιο κάτω από τις θέσεις μας είναι το χωριό μου και το σπίτι μου. Υποχωρώντας από εδώ είναι σαν να παραδίδουμε στον εχθρό τη γη των πατέρων μας αμαχητί.

Αλλωστε επαναλαμβάνω, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή κανένας λόγος που να μας αναγκάζει να υποχωρήσουμε. Και ύστερα ποια η σκοπιμότητα των τρομερών μαχών, που διεξαγουμε από χθες και ποιος ο σκοπός της θυσίας του Πίττα, του Σκουφάρη και του Ελευθερίου, αν ο επίλογος αυτών των προσπαθειών θα είναι εντελώς αδικαιλόγητη υποχώρηση;

Τότε ο διοικητής μου φώναξε από τον ασύρματο:

- Ο,τι είχα να πω το είπα κιόλας. Η διαταγή είναι να υποχωρήσετε αμέσως. Αυτό λεν οι διαταγές που πήρα κι' εγώ. Λίγα μέτρα νοτιότερα από το χωριό Αγριδάκι, καλυμμένα μέσα στους ελαιώνες, θα σας περιμένουν μερικά στρατιωτικα αυτοκίνητα για να σας παραλαάβουν.

Εμεινα και πάλι άναυδος. Είχα εκνευρισθεί σε τέτοιο βαθμό που αντί άλλης απάντησης φώναξα κι' εγώ το ίδιο άγρια:

- Κι' εγώ ένα έχω να σας πω. Προσωπικά αρνούμαι να δώσω στους άνδρες μου τέτοια διαταγή.

Υστερα άφησα τον ασύρματο και απομακρύνθηκα καταστενοχωρημένος. Αναμετρούσα μέσα μου τις ευθύνες μου, σε περίπτωση που η εξέλιξη της μάχης θα απέβαινε δυσάρεστη για μας. Διερωτήθηκα κατά πόσο η διαταγή για υποχώρηση ήταν αποτέλεσμα άλλων δυσάρεστων εξελίξεων σε άλλα μέτωπα, οπότε είχα υποχρέωση να υπακούσω ή κατά πόσο οφειλόταν σε λανθασμένες εκτιμήσεις της καταστάσεως που επικρατούσε στο δικό μας μέτωπο, οπότε είχα, κατά τη γνώμη μου, το δικαίωμα να αντιδράσω και να προσπαθήσω να ανασκευάσω την εντύπωση που δημιουργήθηκε. Το δίλημμα μπροστά στο οποίο βρισκόμουνα ήταν τρομερό.

Στο μεταξύ ο διοικητής μιλούσε στον ασυρματιστή Ουράνιο από την Βασίλεια και επανελάμβανε τις διαταγές για υποχώρηση. Σε κάποια στιγμή άκουσα τον ασυρματιστή να φωνάζει:

- Αν πρόκειται για μας, μη κουράζεστε. Εμείς είμαστε αποφασισμενοι να μείνουμε, αν χρειαστεί, είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε και την ζωή μας ακόμη. Φτάνει να εμποδίσουμε τους τούρκους να μη πάρουν τα χωριά μας.

Ομολογώ πως συγκινήθηκα ακούοντας τα λόγια του ασυρματιστή. Διαπίστωσα για άλλη μια φορά την αποφασιστικότητα των ανδρών της Διμοιρίας να κρατηθούν στις θέσεις τους έναντι οποιασδήοτε θυσίας.

Στη συνέχεια με ζήτησε στον ασύρματο ο συνάδελφος Σολής, που βρισκόταν με τον υπολοχαγό Φακούρα πιο πίσω, μάζί με τη δύναμη υποστηρίξεως. Είχε παρακολουθήσει τη συνδιάλεξη που είχα με τον διοικητή μέσω του ασυρμάτου και θεώρησε καλό να μου πει κι' αυτός τη γνώμη του παρεμβαίνοντας στη γραμμή.

- Καταλαβαίνα τις επιφάξεις σου και την άρνηση σου να διατάξεις οπισθοχώρηση. Ομως πρέπει να ξέρεις ότι δόθηκε κιόλας η διαταγή της υποχωρήσεως στους άντρες της δυνάμεως υποστηρίξεως οι περισσότεροι από τους οποίους έχουν κιόλας υποχωρήσει. Σε λίγο θα φύγουν και οι υπόλοιποι. Ετσι θα μείνετε εντελώς μόνοι εκεί στο ύψωμα, ξεκομμένοι από τους υπόλοιπους, χωρίς καμιά υποστήριξη και βοήθεια. Αλλωστε πρέπει να ξέρεις ότι τα βλήματα και τα πυρομαχικά των ανδρών έχουν κιόλας σωθεί. Ενας όλμος που είχαμε έχει καταστραφεί και ο χειριστής του τραυματίστηκε σοβαρά. Γι' αυτό νομίζω πως είναι καθαρή αυτοκτονία η άρνηση σας να μην υποχωρήσετε.

Εξήγησα στον συνάδελφο Σολή πως δεν υπήρχε λόγος να υποχωρήσουμε μια και είχαμε στα χέρια μας τον έλεγχο της καταστάσεως και είμαστε βέβαιοι πως θα μπορούσαμε να κρατηθούμε στις θέσεις μας, μέχρι το βράδυ τουλάχιστον έστω και χωρίς καμιά υποστήριξη πυρός. Ανάφερα ότι θα μπορούσαμε εύκολα να εκμεταλλευθούμε το σκοτάδι για ανεφοδιασμό και ενισχύσεις.

Τότε ο Σολής μου υπενθύμισε ότι η ευθύνη μου θα ήταν τέτια στην περίπτωση που οι εξελίξεις θα ήταν διαφορετικές από ότι υπολογίζαμε διότι ήταν σαν να έπαιρνα στα χέρια μου τη ζωή των ανδρών της διμοιρίας.

Τα τελευταία λόγια του συναδέλφου Σολή με έκαναν να ξανασκεφθώ το ζήτημα. Αυτό αλλωστε ήταν και το πρόβλημα που βασάνιζε τη σκέψη μου από τη στιγμή που πήρα τη διαταγή για υποχώρηση. Διερωτώμουν διαρκώς εάν είχα το δικαίωμα να θέλω να θέσω σε κίνδυνο τις ζωές τόσων ανθρώπων και μάλιστα παρά τη διαταγή που πήρα...

Τελικά πείσθηκα πως δεν είχα εκλογή. Σκέφθηκα όμως κάτι άλλο: Πώς ήταν δυνατό μερικοί τουλάχιστον άνδρες να μην ήθελαν να αποχωρήσουν... Ετσι κάλεσα κοντά μου όλους τους συναδέλφους ανθυπολοχαγούς και τους ενημέρωσα. Ανέφερα και τις δικές μου σκέψεις και απόψεις. Ανταλλάξαμε γνώμες για λίγη ώρα και τελικά αποφασίσαμε να αναγγείλουμε στους άνδρες τη διαταγή που πήραμε. Ελπίζαμε, ωστόσο, πως μερικοί τουλάχισον θα προτιμούσαν να μην υποχωρούσαν.

Γελαστήκαμε όμως. Ο πανικός που κατέλαβε τους πιο πολλούς στρατιώτες σαν άκουσαν τη διαταγή για υποχώρηση δεν περιγράφεται. Οι πιο πολλοί πίστεψαν πως για να δοθεί αναπάντεχα τέτοια διαταγή υπήρχε άμεσος κίνδυνος περικυκλώσεως μας από τους τούρκους. Ετσι όλοι σχεδόν το έβαλαν στα πόδια. Μάταια προσπαθούσα να τους κρατήσω και να τους πείσω πως έπρεπε τουλάχιστον να υποχωρήσουν οργανωμένα. Το θέαμα ήταν για μένα αποκαρδιωτικό. Φοβόμουνα περισσότερο το ενδεχόμενο να βληθούν θανάσιμα από τα εχθρικά βλήματα καθώς υποχωρούσαν άτακτα μέσα στην ανεμοζάλη της μάχης και καθώς ξεπετάγονταν από βράχο σε βράχο ή ακολουθούσαν εντελώς ακάλυπτοι τα φιδίσια μονοπάτια και τις δυσκολοπερπάτητες πλαγιές του Πεναδακτύλου... Απέμεινα να παρακολουθώ αυτή την άτακτη φυγή σαν χαζός. Το προοίμοιο της παράδοσης της πατρικής μας γης στους θρασείς εισβολείς, σε καιρό μάλιστα εκεχειρίας είχε αρχίσει...

Δεν θυμούμαι για πόση ώρα έμεινα να παρακολουθώ αυτό το δυσάρεστο θέαμα, ξεχνώντας πως γύρω, τριγύρω τα εχθρικά πυρά εξακολουθούσαν να ξερνούν καυτό το μολύβι της καταστροφής. Συνήλθα μόνο σαν διαπίστωσα ξαφνικά πως λίγα μέτρα δεξιότερα μου βρισκόταν άλλος ένας συνάδελφος ανθυπολαχαγός που παρακολουθούσε και αυτός με την ίδια αμηχανία το παράξενο κι'ανεπιθύμητο εκείνο θέαμα.

Ενοιωσα κάποια ανακούφιση. Σκέφτηκα πως μαζί μου ζούσανε κι' άλλοι το δράμα της επικείμενης καταστροφής. Η ανακούφιση μου μετατράπηκε σε λίγο σε παρηγοριά σαν διαπίστωσα πως στα αριστερά μου βρισκόταν και τρίτος συνάδελφος, ο ανθυπολοχαγός. Και ύστερα η παρηγοριά μετατράπηκε σε εμψύχωση και η εμψύχωση έγινε ενθουσιασμός, καθώς ανακάλυπτα σιγά, σγά, πως είχαν παραμείνει ακλόνητοι στις θέσεις τους όλοι οι συνάδελφοι ανθυπολοχαγοί, καθώς κι' ένας λοχίας. Εκείνη τη ώρα νοιώσαμε ένα παράξενο αίσθημα, εκτίμηση ο ένας για τον άλλο. Μια αόρατη δύναμη μας έδενε όλους αδελφικά, καθώς διαπιστώναμε την κοινή θέληση κι' απόφαση μας να μην εγκαταλείψουμε στα χέρια του εχθρού τις θέσεις αυτές που με τόσες θυσίες και τόσο ακριβό τίμημα μπορέσαμε να κρατήσουμε μέχρι τώρα. Αλλωστε ήταν ακόμη πολύ νωπό το αίμα των συντρόφων μας που πότισε άφθονο το αγιασμένο τούτο χώμα.

Πλησιάσαμε ο ένας τον άλλο. Μετρηθήκαμε.

Ανθυπολοχαγοί: Σάββας Παυλίδης, Τρύφωνας Παπατρύφωνος, Αργύρης Καλογήρου, Μιχαλάκης Κέλλας, Δημήτρης και Μαύρος.

Λοχίας: Γιώργος Δικωμίτης.

Μείναμε λοιπόν επτά. Ανταλλάξαμε στα γρήγορα μερικές σκέψεις και αποφασίσαμε να παραμείνουμε στο ύψωμα μέχρι το ηλιοβασίλεμα. Γνωρίζαμε πως κατά κανόνα οι τούρκοι δεν επιχειρούσαν προέλαση μέσα στο σκοτάδι. Ετσι σαν σουρούπωνε θα είχαμε την ευκαιρίαν κατεβούμε στα χωριά Αγριδάκι και Λάρνακα της Λαπήθου, όπου θα αναζητούσαμε ενισχύσεις και πυρομαχικά.

Στο μεταξύ θα έπρεπε να συγκεντρώσουμε όλα τα πυρομαχικά που εγκατέλειψαν στο ύψωμα στη βιασύνη τους να αποχωρήσουν καθώς και μερικά βλήματα που διαθέταμε. Την ίδια στιγμή θα έπρεπε να δώσουμε στους τούρκους την εντύπωση ότι παρά την αποχώρηση των ανδρών της διμοιρίας, παραμέναμε ακόμα αρκετοί στο ύψωμα γα να υπερασπιστούμε τις θέσεις μας. Γι' αυτό εφαρμόσαμε ένα κόλπο που βλέπουμε συχνά να εφαρμόζεται σε ταινίες Γουέστερν: Σαν έρριχνε μερικές βολές ο καθένας από τη θέση του τρέχαμε αμέσως και ρίχναμε από άλλες θέσεις, δημιουργώντας έτσι την εντύπωση ότι είμαστε αρκετοί σε αριθμητική δύναμη.

Παράλληλα επιστρατεύσαμε και πάλι το γαϊδούρι που βρέθηκε στο ύψωμα.

Σαν κόντευε να δύσει ο ήλιος, σαμαρώσαμε το γαϊδούρι και αφού μαζέψαμε όλα τα σκόρπια πυρομαχικά που εγκατελήφθησαν στο ύψωμα καθώς και κάθε τι που είχαμε φέρει μαζί μας, το φορτώσαμε στη ράχη του. Καθώς άρχισε κιόλας να δύει ο ήλιος, πήραμε κι' μείς το δρόμο προς το Αγριδάκι μέσα από τα απάτητα μονοπάτια των πλαγιών του Πενταδακτύλου. Φροντίζαμε να μη γίνουμε αντιληπτοί από τους τούρκους. Ελπίζαμε πως θα συναντούσαμε στον ελαιώνα, έξω από το Αγριδάκι τους συναδέλφους που έφυγαν πως θα τους πείθαμε να γυρίσουν στο ύψωμα. Είχαμε ακόμα την κρυφή ελπίδα πως θα έφταναν και πως θα μας έστελλαν πυρομαχικά ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την αντίσταση.

Η διάψευση όμως των προσδοκιών μας ήταν οικτρή. Σαν φτάσαμε στο Αγριδάκι ύστερα από μια κοπιαστική και επικίνδυνη πορεία, διαπιστώσαμε πως το χωριό είχε κιόλας εκκενωθεί εντελώς και πως κανένας στρατιώτης ή αξιωματικός δεν βρισκόταν εκεί.

Κατευθυνθήκαμε αμέσως στον ελαιαώνα όπου μας είχαν αναφέρει ότι θα μας περίμεναν στρατιωτικά αυτοκίνητα. Μάταια τους αναζητήσαμε. Συναντήσαμε μόνο ένα γνωστό μου γέροντα από το Αγριδάκι που τα είχε χαμένα και δεν ήξερε τι να κάνει. Επρόκειτο για τον πατέρα του ήρωα Πρόδρομου Ξενοφώντος, τον κύριο Ξενή. Τον ρώτησα αν είχε δικούς μας στρατιώτες ή αξιωματικούς να περιφέρονται στην περιοχή. Του εξήγησα πως έπρεπε να μας περιμένουν στον ελαιώνα. Η απάντηση που πήραμε ήταν αποκαρδιωτική:

- Πάνε σχεδόν δυο ώρες από την ώρα που φύγανε όλοι από εδώ... Το χωριό εκκενώθηκε. Δεν υπάρχει ψυχή...

Και τον πήραν τα δάκρυα...

Οδηγήσαμε τότε το φορτωμένο γαϊδούρι κοντά σε μια πετρόκτιστη δόμη και αφού σηκώσαμε τις πέτρες, κρύψαμε στο βάθος της όλα τα πυρομαχικά που κουβαλούσαμε. Υστερα ξαναβάλαμε τις πέτρες στη θέση τους κι' απελευθερώσαμε το γαϊδούρι που τόσο πολύ μας εξυπηρέτησε όλες αυτές τις μέρες, απαλλάσσοντας το από το σαμάρι του.

Σαν ασφαλίσαμε τα λιγοστά πυρομαχικά που μας περίσσεψαν και αφού κρατήσαμε για τους εαυτούς μας μόνο τα απαραίτητα πυρομαχικά που πιθανόν να μας φαίνονταν χρήσιμα κατευθυνθήκαμε προς τον Λάρνακα της Λαπήθου. Είμαστε ήσυχοι ότι δεν αφήσαμε πίσω μας τίποτε που να μπορούσε να το χρησιμοποιήσουν οι τούρκοι σε περίπτωση προελάσεως τους.

Η πορεία που αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε πεζοί ήταν η εξής:

Φεύγοντας δυτικά από τον Λάρνακα της Λαπήθου θα ακολουθούσαμε την πορεία του ποταμού που κατέληγε στα Πάναγρα αφού περνούσε βορειότερα απο το τουρκικό χωριό Καμπυλή, όπου διατρέχαμε και κίνδυνο. Οσαν φτάναμε κοντά στα Πάναγρα, θα στρίβαμε προς νότο και αφού παρακάμπταμε την Μύρτου από το βορρά, θα προχωρούσαμε δυτικότερα για να καταλήξουμε στο δάσος Διορίου κι' απ' εκεί θα κατευθυνόμαστε προς τη Μόρφου.

Ελπίζαμε όμως πως θα συναντούσαμε τους δικούς μας στον Λάρνακα της Λαπήθου. Δεν θέλαμε να πιστέψουμε πως μας είχαν εγκαταλείψει οριστικά.

Παίρνοντας μαζί μας και τον γέρο-Ξενή φτάσαμε με τα πόδια σον Λάρνακα Λαπήθου. Καταγόμουνα απ' εδώ και ήξερα καλά το δρόμο και τα μονοπάτια. Μαζί μας άλλωστε ήταν και ένας χωριανός μας, ο λοχίας Δικωμίτης καθώς και ο ανθυπολοχαγός Κέλας, που καταγόταν από το Διόριος.

Για άλλη μια φορά συγκλονίστηκα σαν αντίκρυσα εντελώς εγκαταλελειμμένο το χωριό μου. Οι δρόμοι ήταν έρημοι και τα σπίτια κατάκλειστα. Οι μόνοι άνθρωποι που συναντήσαμε στο χωριό ήταν ο ανάπηρος του Β Παγκοσμίου Πολέμου Σταύρος Φλουρέντζου και οι παλαίμαχοι του ιδίου πολέμου Παναγιώτης Κουρούγιαννης και Νεόφυτος Περικλής μαζί με μερικούς ακόμη υπερήλικες. (Τελικά και οι τρεις τους έμειναν εγκλωβισμένοι στο χωριό για ένα χρόνο περίπου).

Τους ρωτήσαμε τι συνέβη και μας πληροφόρησαν ότι όλοι οι στρατιώτες είχαν αποχωρήσει πριν από αρκετή ώρα. Κι' εδώ δεν έμεινε ψυχή.

Κατευθυνθήκαμε ύστερα στον σύλλογο "Μαυρομμάτης" του χωριού όπου παράμεναν πάρα πολλοί στρατιώτες από ημερών. Δεν βρήκαμε κανένα. Παρατηρήραμε πως κι' εδώ είχαν εγκαταλειφθεί κουβέρτες μερικά πυρομαχικά και άλλα είδη στρατιωτικού εξοπλισμού. Φωνάξαμε, ξαναφωνάξαμε αλλά μάταιαι. Ετσι αποφασίσαμε κνα ακολουθήσουμε το δρομολόγιο που αποφασίσαμε από πριν. Μαζί μας θα πήγαινε τώρα κ αι ο κ. Νεόφυτος Περικλής, αφού εξασφάλισε και αυτός ένα όπλο. Ο γέρο-Ξενής αποφάσισε να μείνει στο χωριό μαζί με τους υπόλοιπους χωριανούς μας.

Την ώρα όμως που ξεκινούσαμε, είδαμε ένα μικρό ιδιωτικό αυτοκίνητο να έρχεται προς το χωριό. Ηταν ο Λευτέρης Χριστοδούλου. Οταν μας πλησίασε μας είπε πως μας περίμενε από ώρες και πως ανησύχησαν πολύ για την τύχη μας. Μας ανέφερε ακόμα πως οι περισσότεροι στρατιώτες μεταφέρθηκαν κιόλας στον Κοντεμένο και πως οι τελευταίοι βρίσκονταν μέσα στα στρατιωτικά αυτοκίνητα στην έξοδο του χωριού και μας περίμεναν εκεί, έτοιμοι για αναχώρηση. Ο ίδιος είχε πάρει εντολή από τον διοικητή να μας παραλάβει και να μας μεταφέρει μέχρι τα αυτοκίνητα.

Μπήκαν μερικοί στο αυτοκίνητο και οι υπόλοιποι πήγαμε με τα πόδια μέχρι τα στρατιωτικά αυτοκίνητα. Εδώ ήταν και ο διοικητής που ζήτησε αμέσως να πληροφορηθεί γιατί καθυστερήσαμε τόσο πολύ.

Δώσαμε τις αναγκαίες εξηγήσεις και επιμέναμε πως δεν έπρεπε να υποχωρήσουμε. Αναφέραμε ότι είματε βέβαιοι πως οι τούρκοι δεν θα τολμούσαν να προχωρήσουν και να καταλάβουν τις θέσεις μας, γιατί φύγαμε με πολύ μεγάλες προφυλάξεις χωρίς να γίνουμε αντιληπτοί και γιατί άρχισε κιόλας να σουρουπώνει και όπως είχαμε διαπιστώσει οι τούρκοι δεν επιχειρούσαν προέλαση μέσα στη νύκτα.

Απάνω στη συζητηση νάσου και καταφθάνει ένας λοχαχός με τους άνδρες του.

- Πήρα διαταγή να ενισχύσω κάποια φίλια τμήματα που μάχονται στα υψώματα Λάρνακα Λαπήθου- Αγριδακίου- Συσκλήπου, είπε.

Επί τέλους. Οι ενισχύσεις που ζητούσαμε από διημέρου είχαν καταφθάσει. Κάλλιο αργά παρά ποτέ σκέφτηκα.

Ρώτησε τότε ο Διοιοκητής αν επιμέναμε στην άποψη ότι οι τούρκοι δεν θα είχαν κιόλας καταλάβει το υψωμά μας. Απαντήσαμε καταφατικά. Και τότε πήραμε εντολή να οδηγήσουμε τον λοχαγό στις θέσεις μας. Ετσι κι' έγινε. Μάλιστα υποδείξαμε και τον χώρο που είχαμε κρύψει τα πυρομαχικά για να τα χρησιμοποιήσουνε.

Οι προβλέψεις μας βγήκαν σωστές. Οι θέσεις μας ήταν ανέπαφες. Ετσι ο Λοχαγός με τους άνδρες του πήρε τις θέσεις μας. Και έμεινε εκεί μέχρι και την 15η Αυγούστου 1974, ημέρα της τελικής υποχώρησης των δυνάμεων μας που κατέστη αναπόφευκτη μετά την προέλαση των τουρκικών αρμάτων από τον δρόμο Γερολάκκου μέχρι τη Μόρφου.

Ομως πολλά ακόμα θα ακολουθούσαν.