Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

17.8.1974: Το Λευκόνοικο πέφτει στα χέρια των εισβολέων οι οποίοι το εκκενώνουν για να μεταφέρουν σ' αυτό κουβαλητούς τουρκοκύπριους από τις ελεύθερες περιοχές.

S-2229

17.8.1974: ΤΟ ΛΕΥΚΟΝΟΙΚΟ ΠΕΦΤΕΙ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΕΙΣΒΟΛΕΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΤΟ ΕΚΚΕΝΩΝΟΥΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΕΡΟΥΝ Σ' ΑΥΤΟ ΚΟΥΒΑΛΗΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΟΥΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

Το χωριό Λευκόνοικο είναι ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Μεσοαρίας μαζί με την Κυθρέα, τη Λύση και την Αθηαίνου νοτιότερα.

Το Λευκόνοικο βρίσκεται γύρω στα 30 χιλιόμετρα βόρεια της Αμμοχώστου και του νέου δρόμου Λευκωσίας Κερύνειας.

Είναι σε μια περιοχή που κυριαρχούν τουρκοκυπριακά χωριά όπως τα Κνώδαρα και ο Ψυλλάτος (δυτικά) και τα μικτά χωριά Γούφες (Βόρεια), Γέναγρα (νότια) και νοτιοδυτικά τα αμιγή τουρκικά χωριά Μάραθα, Σανταλάρης και Αλόα, αλλά και τα ελληνικά χωριά Γύψου, Πηγή, Περιστερώνα στα ανατολικά και Γέναγρα (δυτικά).

Το πρωί της 15ης Αυγούστου, επομένης της κατάρρευσης του μετώπου Μιάς Μηλιάς, παρά τη Λευκωσία, τα τουρκικά άρματα φθάνουν στο Λευκόνοικο.

Με τα κανόνια τους τα άρματα βάλλουν εναντίον του σπιτιού του Γιαννακού Πίττα, το οποίο και μισογκρεμίζεται. Αλλά οι Τούρκοι εισβολείς αφού περιπολούν για λίγο στους δρόμους μετακινούνται στην άκρη του χωριού.

Γνωρίζουν ότι μέσα στο χάος που επικρατεί και ο απλός περίπατος τους στο χωριό είναι ικανός να τρομοκρατήσει τους κατοίκους ή αυτούς που τυχόν κρατούν όπλα, για να τα κρύψουν και να μη προβάλουν καμιά αντίσταση. Γιατί το παιχνίδι είναι πια χαμένο και η πλάστιγγα έχει γύρει για καλά προς την πλευρά τους και δεν χρειάζεται να δίνουν μάχες για να καταλάβουν τη γραμμή που έχει καθορισθεί μέχρι την Αμμόχωστο.

Ηδη οι περισσότεροι κάτοικοι του Λευκονοίκου έχουν απομακρυνθεί και στο χωριό έχουν απομείνει περί τους εκατό γέροντες, που είτε δεν έχουν βρει μέσο για να φύγουν είτε προτιμούν να μείνουν κοντά στα ζώα τους και τις περιουσίες τους ελπίζοντας ότι οι τούρκοι δεν θα τους βλάψουν.

Λίγο μετά την άφιξη των τουρκικών αρμάτων οι Γεώργιος Καμιτζής, Νικόλας Φόλας και Κωνσταντής Χατζηκωνσταντή φεύγουν μαζί με τις οικογένειες τους από το χωριό. Περιπλανούνται χωρίς να γνωρίζουν που να πάνε. Βρίσκονται στο δρόμο που οδηγεί στη Μηλιά ανατολικότερα με την ελπίδα ότι οι Τούρκοι στρατιώτες δεν έχουν ακόμα φθάσει στην περιοχή αυτή.

Οπως είναι καλοκαίρι, μόλις φθάνουν στα περιβόλια έξω από τη Μηλιά προτιμούν να στρατοπεδεύσουν και να ξεκουρασθούν. Κρύβονται κάτω από τα δέντρα και οι ώρες κυλούν ανήσυχα. Απο μακρυά όμως ακούν πυροβολισμούς και προτιμούν να μη προχωρήσουν άλλο μέχρι να πληροφορηθούν τι ακριβως συμβαίνει.

Στο σημμείο αυτό διανυκτερεύουν και την επομένη πρωί, πρωί οι Χατζηκωνσταντής, Καμιτζής και Φάλας ανεβαίνουν στα ποδήλατά τους και ξεκινούν για το χωριό τους για να φέρουν τρόφιμα και να ποτίσουν με την ευκαιρία αυτή και τα ζώα τους.

Σαν επιστρέφουν οι Χατζηκωνσταντής και Φάλας πέφτουν σε μια περίπολο των Τούρκων στρατιωτών. Ο Καμιτζής έχει καθυστερήσει για λίγο στο σπίτι του.

Οι δυο Ελληνες συλλαμβάνονται, ανακρίνονται, ληστεύονται και εκτελούνται επί τόπου. Ετσι νεκρούς τους βρίσκει ο Καμιτζής που επιστρέφει σε λίγο.

Πίσω στο χωριό οι Τούρκοι συλλαμβάνουν τους Ελληνες που έχουν παραμείνει εγκλωβισμένοι και τους οδηγούν στον κινηματογράφο και την αυλή της Εκκλησίας. Είναι τόσο λίγοι και τόσο γέροντες οι περισσότεροι.

Μεταξύ των εγκλωβισμένων είναι και ο ιερέας της κοινότητας Παπαμιχαήλ Γεωργίου. Ο γέροντας υποφέρει τα πάνδεινα. Οι Τούρκοι τον κτυπούν, τον βρίζουν και τον ταλαιπωρούν.

Οι μέρες κυλούν και στις 26 Αυγούστου, ο Μιχάλης Γεωργίου Λαουτάρης που έχει επιστρατευθεί από τους Τούρκους για να καταγράψει τα ονόματα των εκγλωβισμένων επισκέπτεται και πάλι όλα τα σπίτια και ειδοποιεί τους γέροντες να συγκεντρωθούν στον κινηματοράφο του Φυρίλλα.

Εξω από τον κινηματογράφο είναι μερικά αυτοκίνητα στα οποία ανεβαίνουν οι εγκλωβισμένοι και μεταφέρονται στον Μαραθόβουνο.

Οι γέροντες βλέπουν για τελευταία φορά τα σπίτια τους και τις περιουσίες τους. Γιατί από τη στιγμή αυτή οι Τούρκοι δεν θα επιτρέψουν σε κανένα πλέον να επιστρέψει στο χωριό. Αλλοι νέοι "κάτοικοι" κουβαλητοί, θα μεταφερθούν εδώ από τις ελεύθερες περιοχές.

Ακόμα σε κάποιο στάδιο (1986) οι Τούρκοι θα δημιουργήσουν στρατιωτικό αεροδρόμιο.

Στον Μαραθόβουνο οι εγκλωβισμένοι θα μείνουν για αρκετές ημέρες όπου ο ιερέας Παπαμιχαήλ θα υποστεί την πιο μεγάλη ταπείνωση:

Ενας Τούρκος διατάζει και του ξεσχίζουν τα ράσα ενώ ένας άλλος του κόβει τα μαλιά και του αφαιρεί με τη τσιμπίδα τα γένια τρίχα-τρίχα. Ο γέροντας υποφέρει, αλλά αντέχει τη δοκιμασία. Ο εξευτελισμός των αιχμαλώτων αποτελεί πάντα μια από τις πιο αγαπημένες τους τακτικές, ιδιαίτερα όταν οι αιχμάλωτοι είναι άνθρωποι της Εκκλησίας.