Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

20.8.1974: Δυο Κύπριοι αμερικανοί πολίτες εξαφανίζονται στην Ασσια.

S-2226

20.8.1974: ΔΥΟ ΚΥΠΡΙΟΙ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΕΞΑΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΣΣΙΑ. Ο ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ ΡΟΜΠΕΡΤ ΝΤΙΛΛΟΝ ΔΙΕΝΕΡΓΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΑ ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΜΑΚΡΑ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΑΘΕΤΕΙ ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΛΛΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΚΥΠΡΙΟΥΣ ΜΕ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΥΠΗΚΟΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΑΝ

Πέντε Κύπριοι, με αμερικανική υπηκοότητα, βρέθηκαν στην Ασσια κατά τη διάρκεια ρης κατάληψης του χωριού από τους τούρκους στις 14 Αυγούστου 1974.

Εκτοτε όμωςε εξαφανίστηκαν τα ίχνη τους και μπήκαν στον κατάλογο των αγνοουμένων.

Πρόκειται για τους Ανδρέα Κασάπη και Κυριάκο Χριστούδια, από την Ασσια, Σωκράτη Καψούρη από τον Καραβά, Χρίστο Λιβέρτο από τη Βώνη και Κυριάκο Σοφοκλέους από την Κυθρέα.

Την τύχη τους διερεύνησε χρόνια μετά ειδική διερευνητική αμερικανική επιτροπή υπό τον πρέσβη Ρόμπερτ Ντίλον, ο οποίος ετοίμασε μακρά έκθεση.

Στην εκθεση ο Ντίλλον αναφέρει ότι βρέθηκε μαρτυρία για τον ένα αγνοούμενο ότι είναι νεκρός, ενώ για τους άλλους τέσσερις θεωρείται πολύ πιθανόν ότι δεν επέζησαν και ότι μερικοί από αυτούς τάφηκαν σε ομαδικούς τάφους.

Η έκθεση Ντίλλον έχει ως εξής:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σύμφωνα με το Δημόσιο Νόμο 103-372, το Σταίητ Ντηπάρτμεντ επέλεξε τον αφυπηρετήσαντα πρεσβη Ρόμπερτ Σ. Ντίλλον να διευθύνει μια έρευνα για την τύχη αμερικανών πολιτών αγνοουμένων από την Κύπρο από το 1974 και τον πρώην Διευθυντή Ασφαλείας του Στέητ Ντηπάρτμεντ Εντουαρτ Λ. Λη ΙΙ, για να υπηρετήσει ως Αρχιερευνητής αυτής της προσπάθειας.

Και οι δυο άνδρες είχαν προηγούμενη σημαντική πείρα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και για θέματα που σχετίζονται με πρόσφυγες και αγνοούμενους.

Ο πρέσβης Ντίλλον και ο κ. Λη, με εκτεταμένη υποστήριξη από την αμερικανική πρεσβεία στη Λευκωσία, εγκαθίδρυσαν γραφείο στην ουδέτερη ζώνη που ελέγχεται από τα Ηνωμένα Εθνη και προσέλαβαν τρεις βοηθούς (ένα ελληνοκύπριο, ένα τουρκοκύπριο και ένα αμερικανό). Αυτοί οι πέντε σχημάτισαν ερευνητική ομάδα η οποία άρχισε εργασία το 1995.

Πολλές πληροφορίες συγκεντρώθηκαν από δυο προκαταρκτικές ερευνητικές ομαδες τις οποίες το Στέητ Ντηπάρτμεντ απέστειλε στην Κύπρο κατά τους μήνες μεταξύ της έγκρισης της νομοθεσίας και της συγκέντρωσης της ομάδας των Ντίλλον- Λη. Η πλήρης επίσημη έρευνα άρχισε τον Αύγουστο του 1995 όταν ο Πρέσβης Ντίλλον έφθασε στην Κύπρο. Εμεινε στη νήσο για τους επόμενους τέσσερις μήνες εργαζόμενος με επισήμους των δυο κοινοτήτων εξασφαλίζοντας πληροφορίες για τα γεγονότα του 1974- ιδιαίτερα στην περιοχή του χωριού Ασσια- και ετοιμάζοντας κατάλογο ενεργειών και πιθανών μαρτύρων. Επισκέφθηκε την Τουρκία τρεις φορές και μια την Ελλάδα για διαβουλεύσεις με επισήμους των δυο κυβερνήσεων και με άλλους που γνώριζαν τα γεγονότα του 1974. Διαβουλεύθηκε εκτεταμένα με επισήμους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στη Γενεύη. Ο Πρέσβης Ντίλλον επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες το Δεκέμβρη και κατά τη διάρκεια της περιόδου Ιανουαρίου- Ιουλίου 1996 επέστρεψε στην Κύπρο τέσσερις φορές. Η κάθε επίσκεψη διαρκούσε περίπου δυο εβδομάδες.

Ο Αρχιερευνητής Λη, στηριζόμενος στην εκτεταμένη εμπειρία του στον εντοπισμό αγνοουμένων προσώπων, ανέπτυξε την ερευνητική μεθοδολογία που ακολούθησε η ομάδα. Ταξίδευσε τακτικά στο νησί και έκαμε ερευνητικά ταξίδια στη Βρετανία, την Τουρκία και την Ελβετία.

Και οι δυο άνδρες πήραν συνεντεύξεις από αριθμό Ελληνοκυπρίων αμερικανών στις Ηνωμένες Πολιτείες και βρίσκονταν σε στενή επαφή με την οικογένεια του Ανδρέα Κασάπη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην πορεία της έρευνας, ήλθαν σε επαφή με μέλη των οικογενειών του κ. Χατζηχριστούδια, του κ. Λιμπέρτου και του κ. Σοφοκλέους στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Κύπρο. Δεν κατέστη δυνατό να εντοπισθούν μέλη της οικογένειας του κ. Καψούρη, αλλά ο πρέσβης Ντίλλον μίλησε με ορισμένους από τους φίλους του στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η αρχική εργασία της ομάδας ήταν η συγκέντρωση και εξέταση πληροφοριών που βρίσκονταν στα φάϊλς της αμερικανικής κυβέρνησης σχετικά με τους πέντε αγνοούμενους αμερικανούς πολίτες:

ΑΝΔΡΕΑΣ (ΑΝΤΡΙΟΥ) ΚΑΣΑΠΗΣ

... 22 Φεβρουαρίου, 1957, στο Ντητρόϊτ του Μίσιγκαν.

Θεάθηκε για τελευταία φορά στις 21 Αυγούστου 1974, στην Ασσια, στην επαρχία Αμμοχώστου.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΤΖΗΧΡΙΣΤΟΥΔΙΑΣ (α.κ.α. Κυριάκος Λεοντίου).

... 16 Μαρτίου 1906, Ασσια, επαρχία Αμμοχώστου.

Θεάθηκε για τελευταία φορά στις 21 Αυγούστου 1974.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΨΟΥΡΗΣ

...1902, Καραβάς, επαρχία Κερύνειας.

Θεάθηκε για τελευταία φορά στις 8 Αυγούστου 1974, στον Καραβά, στην επαρχία Κερύνειας.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΙΒΕΡΤΟΣ

...1904, Βώνη, επαρχία Λευκωσίας.

Θεάθηκε για τελευταία φορά στις 15 Αυγούστου 1974, στη Βώνη στην επαρχία Λευκωσίας.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ (ΤΖΙΑΚ) ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ

... 1913, Κυθρέα, επαρχία Λευκωσίας.

Θεάθηκε για τελευταία φορά στις 16 Αυγούστου 1974, στην Κυθρέα, στην επαρχία Λευκωσίας.

Αυτοί οι πέντε άνδρες ήσαν μεταξύ 100 περίπου αμερικανών πολιτών οι οποίοι αρχικά αγγέλθηκαν ως ελλείποντες ως αποτέλεσμα της βίας και του εκτοπισμού που οφειλόταν στην πολιτική αναταραχή και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ιουλίου και του Αυγούστου του 1974. Οι περισσότεροι κατεγράφησαν βιαστικά, και ορισμένοι αποδείχθηκε ότι δεν ήσαν αμερικανοί πολίτες, αφήνοντας ένα κατάλογο από 20 άτομα. Η βία εκείνης της περιόδου, που στοίχισε τη ζωή του Αμερικανού πρεσβευτή Ρότζερ Νταίηβις, δημιούργησε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο περιβάλλον για τους επιβιώσαντες αμερικανούς, που ήσαν μέλη του προσωπικού της Πρεσβείας και περιέπλεξε τις προσπάθειες τους για να εντοπίσουν τα ελλείποντα πρόσωπα. Μετά την κατάπαυση του πυρός του Αυγούστου, όλα τα μέλη της πρεσβείας πήραν μέρος σε προσπάθειες εντοπισμού και βοήθειας των αμερικανών πολιτών και των συγγενών τους. Προσπάθειες των επισήμων του προξενείου στην ταραγμένη βόρεια περιοχή ήσαν συνήθως επιτυχείς. Υστερα από τρία χρόνια, όλοι, εκτός από πέντε, όπως αναφέρονται ανωτέρω, εντοπίστηκαν.

Μετά την εξέταση των φάϊλ της αμερικανικής κυβέρνησης στην Ουάσιγκτων, περιλαμβανομένης και της εργασίας των προκαταρκτικών ομάδων, που είχαν σταλεί στην Κύπρο νωρίς το 1995, και τα αρχεία των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, η ομάδα μετακινήθηκε στην Κύπρο. Εκεί τα πρώτα της βήμαστα ήταν να εξετάσει τα φάϊλ της Επιτροπής για τα Αγνοούμενα Πρόσωπα των Ηνωμένων Εθνών (δες στη συνέχεια) και να εγκαθιδρύσει στενή συνεργασία με τα μέλη της Επιτροπής. Ο τότε αντιπρόσωπος της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών Πωλ Βουρθ από την Ελβετία, και τον βοηθό του Πιέρ Τζιουμπεράν, πρόσφεραν εξαιρετικά γενναιόδωρη βοήθεια. Η Επίτροπος για Ανθρωπιστικά Θεαματα της Κύπρου Λέανδρος Ζαχαριάδης (ο οποίος πέθανε το Δεκέμβρη του 1996) και ο Τουρκοκύπριος συντονιστής για ανθρωπιστικά θέματα Ρουστέμ Τατάρ αποδείχθηκαν βοηθητικοί.

Πολλά από τα αρχικά και τις ... προέρχονταν από την Επιτροπή για τους Αγνοουμένους, αλλά η ομάδα ανέπτυξε επίσης... τους δικούς της. Σε πολλές περιπτώσεις ήταν αναγκαίο να δώσει υποσχέσεις πλήρους μυστικότητας και ανωνυμίας σε πρόσωπα που παρέσχαν τις πληροφορίες στην ομάδα με σκοπό να εξασφαλισθεί η συνεργασία τους.

Πολλές από τις νέες πληροφορίες που ανέπτυξε η ομάδα προήλθαν από ελληνοκυπρίους που ήσαν παρόντες όταν οι αγνοούμενοι θεάθηκαν για τελευταία φορά. Παρ' όλων ότι πολλοί από τους μάρτυρες εμφανίστηκαν να είναι έγκυροι, η όλη εικόνα που προήλθε ήταν μια κατάσταση συγχυσμένων και βίαιων γεγονότων του Ιουλίου- Αυγούστου 1974, που είχε ως αποτέλεσμα σε μια μεγάλη τραγωδία, περιλαμβανομένης και της εξαφάνισης και του υποτιθέμενου θανάτου των πέντε ατόμων που αποτελούν το αντικείμενο αυτής της έκθεσης.

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΑ.

Από την αρχή, η αμερικανική Κυβέρνηση προσήγγισε το πρόβλημα των αγνουμένων προσώπων ως ανθρωπιστικό θέμα. Σ αυτό το πνεύμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν την εγκαθίδρυση τον Απρίλη του 1981 μιας αυτόνομης, τριμερούς Επιτροπής για Αγνοούμενα Πρόσωπα στην Κύπρο (ΕΑΠ) υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών. Η Επιτροπή στηριζόταν πάνω σε συμφωνία μεταξύ των δυο κοινότητων, και έτσι εργάστηκε έκτοτε. Αποτελείται από ένα Τουρκοκύπριο μέλος (Ρουστέμ Τατάρ), ένα Ελληνοκύπριο μέλος (τώρα είναι ο δρ Τάκης Χριστόπουλος) και ένα "τρίτο μέλος" το οποίο καθορίζει η Επιτροπή του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και διορίζεται από τα Ηνωμένα Εθνη.

Η ΕΑΠ αποτέλεσε ένα σημαντικό κανάλι επικοινωνίας μεταξύ των δυο κοινότητων και συγκέντρωσε μεγάλο αριθμό πληροφοριών για αγνοούμενα πρόσωπα και από τις δύο πλευρές.

Το 1995 η Κυβέρνηση της Κύπρου υπέβαλε 1,493 περιπτώσεις αγνοουμένων προσώπων στην ΕΑΠ αλλά κράτησε 126 ονόματα από τον αρχικό κατάλογο των 1,619 με τη δικαιολογία ότι είναι "γνωστό ότι είναι νεκρά". Παρομοίως, οι Τουρκοκύπριοι υπέβαλαν 803 ονόματα, αλλά σταδιακά απέσυραν 303 περιπτώσεις. Καμιά περίπτωση δεν έκλεισε επίσημα, ωστόσο, επειδή η ΕΑΠ λειτουργεί με τη συναίνεση, στην οποία οι δυο πλευρές δεν κατόρθωσαν να καταλήξουν, λόγω θεμελιωδών διαφορών για το πώς θα προσεγγισθεί το θέμα των αγνοουμένων προσώπων. Λόγω αυτού του αδιεξόδου ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, καθυστέρησε για δυο χρόνια στο διορισμό του αντικαταστάτη του πρέσβη Βουρθ, ο οποίος αφυπηρέτησε ως "τρίτο μέλος" το Μάρτη του 1996. Στις 27 Ιανουαρίου 1997, οι δυο πλευρές αντάλλαξαν πληροφορίες γύρω από αρκετές εκατοντάδες αγνοουμένων προσώπων σε εφαρμογή της συμφωνίας της 31ης Ιουλίου 1997 μεταξύ των ηγετών των δυο κοινοτήτων. Οι δυο πλευρές εκτιμούν τώρα αυτές τις πληροφορίες, οι οποίες θα πρέπει να οδηγήσουν σε μια τελική ανταλλαγή των λειψάνων και το κλείσιμο πολλών από τις περιπτώσεις αγνοουμένων προσώπων. Εν όψει αυτής της προόδου, ο Γενικός Γραμματεάς των Ηνωμένων Εθνών (Κόφι) Ανάν πρότεινε ένα υποψήφιο για να πληρωθεί η θέση του "τρίτου προσώπου" στην ΕΠΑ.

Μεγάλος αριθμός ελληνοκυπρίων κρατουμένων, που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία στη διάρκεια των εχθροπραξιών έχουν επανατρισθεί τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1974 υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Παρά τις συχνές φήμες, ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός δεν έχει μαρτυρία ότι οποιοιδήποτε κρατούμενοι έμειναν στην Τουρκία. Τόσο οι Τουρκοκύπριοι όσο και οι Τούρκοι επίσημοι δηλώνουν ότι όλοι οι Ελληνοκύπριοι κρατούμενοι που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία το καλοκαίρι του 1974 επαναπατρίστηκαν μέχρι το Δεκέμβρη του 1974. Η Τουρκική κυβέρνηση αρνείται κατηγορηματικά οτι οποιοιδήποτε ελληνοκύπριοι κρατήθηκαν στην Τουρκία πέραν της ημερομηνίας εκείνης. Διάφορες Κυβερνήσεις (περιλαμβανομένης και της Κυπριακής) και διεθνείς οργάνωσεις εξέτασαν ισχυρισμούς για πρόσωπα που κρατούνται στην Τουρκία, καμιά δεν βρήκε πειστική μαρτυρία ότι υπάρχουν τέτοιοι κρατούμενοι.

ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΣΣΙΑ (Πασιάκιοϊ).

Δυο από τους αγνοουμένους, ο Κυπριάκος Χατζηχριστούδιας και ο Ανδρέας Κασάπης, κατάγονταν από την Ασσια. Η τύχη τους δεν φαίνεται να συνδέεται απ ευθείας, απρ όλον ότι ο Χατζηχριστούδιας ήταν θείος του αρραβωνιαστικού της μεγαλύτερης αδελφής του Κασάπη, του Λεόντιου Λεοντίου, που κρατήθηκε (και πιθανόν να σκοτώθηκε) μαζί με τον Κασάπη.

Η Ασσια είναι ένα μεγάλο χωριό, 15 μίλια ανατολικά της Λευκωσίας, περικυκλωμένο από γεωργική γη. Οπως άλλα χωριά στην περιοχή, η Ασσια ήταν μεικτό χωριό στο πρώτο ήμισυ αυτού του αιώνα, με τους τουρκοκύπριους να αποτελούν τη μειονότητα. Οπως σε αρκετές περιοχές της Κύπρου, οι εθνικές εντάσεις ξέσπασαν στη δεκαετία του 1950 κατά τη διάρκεια του αντιαποικιακού αγώνα εναντίον των βρετανών του οποίου ηγήθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και η μυστική οργάνωση των Ελληνοκυπρίων ΕΟΚΑ, που υποστηριζόταν από την Κυβέρνηση της Ελλάδας. Σε αντίδραση στην ΕΟΚΑ οι Τουρκοκύπριοι σχημάτισαν τη δική τους μυστική παραστρατιωτική οργάνωση, την ΤΜΤ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, 150 Τούρκοι και 3,000 Ελληνες ζούσαν στην Ασσια. Υστερα από τη δολοφονία δυο τουρκοκυπρίων κατοίκων του χωριού από Ελληνοκυπρίους νωρίς στη δεκαετία του 1960, ο τουρκοκυπριακός πληθυσμός της Ασσιας διέφυγε και εγκαταστάθηκε σε διπλανό χωριό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, πολλά από τα στοιχεία των Ελληνοκυπρίων της Ασσιας συμπαθούσαν τα υπερθνικιστικά στοιχεία που δρούσαν εναντίον της Κυβέρνησης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Αυτά τα συναισθήματα υιοθετήθηκαν από την παραστρατιωτική οργάνωση ΕΟΚΑ-Β, η οποία συμμετέσχε με την Εθνική Φρουρά, η οποία στελεχωνόταν κυρίως από αξιωματικούς από την κυρίως Ελλάδα, στο πραξικόπημα του 1974 εναντίον της Κυβέρνησης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Η ΕΟΚΑ-Β επίσης υποκινούσε την πολιτική Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Η ΕΟΚΑ -Β, όπως αναφέρθηκε εκτενώς στο διεθνή τύπο, ήταν υπεύθυνη για σειρά δολοφονιών σε τρία γειτονικά τουρκοκυπριακά χωριά τον Αυγουστο του 1974- ακριβώς πριν από τα τραγικά γεγονότα στην Ασσια.

Οι Ελληνοκύπριοι κάτοικοι της Ασσιας διέφυγαν ή διώχθηκαν από το χωριό τους από τον τουρκικό στρατό το 1974, και το χωριό κατοικείται τώρα αποκλειστικά από τουρκοκύπριους πρόσφυγες από την περιοχή της Πάφου που βρίσκεται στη νοτιοδυτική περιοχή της Κύπρου. Η ερευνητική επιτροπή δεν μπόρεσε να μιλήσει ελεύθερα με πολλούς Ελληνοκύπριους πρόσφυγες από αυτή την περιοχή και ο αρχιρευνητής είχε επίσημες συνεντεύξεις με ορισμένους. Στον ελληνοκυπριακό κατάλογο υπάρχουν 83 κάτοικοι της Ασσιας ως Αγνοούμενοι- περισσότεροι από οποιονδήποτε άλλο χωριό στην Κύπρο.

ΟΙ ΠΕΝΤΕ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ

Από τους πέντε αμερικανούς πολίτες, ένας, ο Σωκράτης Καψούρης, θεάθηκε για τελευταία φορά κοντά στο χωριό Καραβάς, στην περιοχή της Κερύνειας, στην βόρεια ακτή της Κύπρου, νωρίς τον Αύγουστο του 1974. Οι άλλοι τέσσερις εξαφανίστηκαν από χωριά στη μεγάλη πεδιάδα της Κύπρου (Μεσαορία) στα ανατολικά της Λευκωσίας, κατά την περίοδο 14-21 Αυγούστου. Δυο κατάγονταν από την Ασσια. Οι εντατικές έρευνες και οι μετέπειτα προσπάθειες της αμερικανιής Κυβέρνησης οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι:

* Ο Κασάπης σκοτώθηκε λίγο μετά τη σύλληψη του στις 20 Αυγούστου 1974, πολύ πιθανόν από τουρκοκύπριους παραστρατιωτικούς και τάφηκε στα χωράφια στη βόρεια Κύπρο, κοντά στο χωριό του την Ασσια.

* Ο Καψούρης είναι πολύ πιθανόν να πέθανε ως αποτέλεσμα φυσικών δυσκολιών κατά τη διάρκεια της κράτησης του.

* Ο Λιβέρτος και ο Χατζηχριστούδιας πολύ πιθανόν να σκοτώθηκαν από τουρκοκυπριακές παραστρατιωτικές ομάδες και

* Ο Σοφοκλέους εξαφανίστηκε χωρίς κανένα ίχνος, αλλά μπορεί να σκοτώθηκε για τα χρήματά του ή για το εθνικό καθεστώς του.

ΑΝΔΡΕΑΣ (Αντριου)ΚΑΣΑΠΗΣ

Ο Ανδρέας Κασάπης ήταν γιος του κ. και της κ. Κώστα (Γκάς) Κασάπη. Γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1957. Ο Κώστας Κασάπης είχε μεταναστεύσει από την Κύπρο στις Ηνωμένες Πολιτείες στα μέσα της δεκαετίας του 1950, όπου γεννήθηκαν δυο από τα τρία του παιδιά. Επέστρεψε με την οικογένειά του στο χωριό του, την Ασσια, το 1967, όταν ο Ανδρέας ήταν δέκα χρονών, και εγκαταστάθηκε σε ένα σπίτι στην ανατολική άκρη του χωριού, κοντά στη φάρμα του πατέρα του.

Το καλοκαίρι του 1974, ο Ανδρέας, 17 ετών, ήταν μαθητής της Αμερικανικής Ακαδημίας στη Λάρνακα. Η μεγαλύτερη του αδελφή, η Ειρήνη, ήταν 19 χρονών εκείνο το καλοκαίρι και αρραβωνιάστηκε με το Λεόντιο Λεοντίου, 23 ετών. Ο Λεοντίου ήταν ξάδελφος του αγνοούμενου αμερικανού πολίτη Κυριάκου Χατζηχριστούδια. Σύμφωνα με τον κ. Κασάπη, τα τουρκικά άρματα εισήλθαν στην Ασσια το πρωϊ της 14ης Αυγούστου, ενώ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει με το αυτοκίνητο του με την οικογένεια του. Αυτός και άλλοι στο χωριό κατελήφθησαν προ εκπλήξεως από την τουρκική προέλαση, μερικώς διότι το ραδιόφωνο της Λευκωσίας μετέδιδε ότι ο τουρκικός στρατός είχε καθηλωθεί από το στρατό των Ελλαδιτών και των Ελληνοκυπρίων, όταν στην πράξη δεν υπήρχε ουσιαστικά καμιά αντίσταση. Ο κ. Κασάπης επέστρεψε στο σπίτι του, έκρυψε τις δυο του κόρες στον αχυρώνα του πατέρα του, και έμεινε μαζί με τα άλλα μέλη της οικογένειας του, περιλαμβανομένου και του αρραβωνιαστικού της Ειρήνης, του Λεόντιου Λεοντίου.

Οταν οι Τούρκοι στρατιώτες έφθασαν στο σπίτι, τους έδειξε το αμερικανικό του διαβατήριο και δεν του έκαμαν τίποτα. Κάθε μέρα, στρατιώτες επισκέπτονταν το σπίτι. Στις 20 Αυγούστου, δυο ένοπλοι τουρκοκύπριοι έφθασαν στο σπίτι του και πήραν τον Αντρέα Κασάπη και το Λεόντιο Λεοντίου.

Ο κ. Κασάπης δεν ξανάδε το γιο του. Μπορούσε όμως να προμηθεύσει τις ταυτότητες των δυο τουρκοκυπρίων που πήραν τον γιο του μακρυά, ο Τζεμάλ Μπαττί και Κουφί Ασμί. Αυτοί οι δυο ανδρες έδωσαν συνεντεύξεις αρκετές φορές κατά τη διάρκεια των χρόνων αυτών και τρεις φορές από την αμερικανική ερευνητική ομάδα. Σ' αυτές τις συνεντεύξεις, οι δυο ισχυρίστηκαν ότι βρήκαν όπλα στο σπίτι του Κασάπη (ένας ισχυρισμός τον οποίο απορρίπτει έντονα η οικογένεια Κασάπη) και ότι παρέδωσαν τους Κασάπη και Λεοντίου σε μονάδα των τουρκοκυπρίων παραστρατιωτικών αγωνιστών, που είχε καταυλισμό στην περιοχή Μανία, ακριβώς έξω από την Ασσια, ότι άκουσαν πυροβολισμούς, ότι είδαν δυο πτώματα, και ότι τους λέχθηκε στη συνέχεια ότι οι δυο νέοι άνδρες πυροβολήθηκαν ενώ προσπαθούσαν να αποδράσουν.

O Μπαττί, ο οποίος έδειξε στην αμερικανική ομάδα την τοποθεσία του στρατοπέδου όπου είδε τα δυο πτώματα, και ο άλλος τουρκοκύπριος, (στην έκθεση αναφέρεται σελ. 11) ισχυρίστηκαν ότι δεν γνωρίζουν τα ονόματα κανενός από εκείνους που ήσαν παρόντες. Οι ιστορίες τους είναι δυνατόν να εξυπηρετούν τους εαυτούς τους, σχετικά με το δικό τους ρόλο και τις ταυτότητες των άλλων προσώπων, αλλά η ομάδα νόμισε ότι η βασική πληροφορία τους είναι αρκετά έγκυρη ώστε να ζητήσει από τις τουρκοκυπριακές αρχές άδεια για να προχωρήσει σε έρευνα και να προχωρήσει σε εκασκαφές σε χωράφι. Δεν δόθηκε άδεια για ένα χρόνο, μέχρι που ύστερα από επίμονες προσπάθειες από την αμερικανική πρεσβεία, οι τουρκοκύπριοι συμφώνησαν στα τέλη του 1977 να αναλάβουν μια έρευνα μαζί με τους αμερικανούς εμπειρογνώμονες.

Από τις 2-12 Δεκεμβρίου 1997, μια τετραμελής ομάδα, υπό τη διεύθυνση του ειδικού ανθρωπολόγου δρος Γουίλλιαμ Χάγκλαντ, διενήργησε έρευνες. Οταν η ομάδα έφθασε οι τουρκοκυπριακές αρχές (οι οποίες στο μεταξύ είχαν αναλάβει τη δική τους έρευνα και πήραν συνεντεύξεις από νέους μάρτυρες) ανέφεραν ότι υπήρχε μια νέα πληροφορία που έδειχνε ότι τα δυο πτώματα είχαν ταφεί σε ένα χωράφι, σε αποσταση ενός χιλιομέτρου από την πρώτη τοποθεσία. Υστερα από εκσκαφές και εκταφές στη διάρκεια ορισμένων ημερών, ο δρ Χάγκλαντ και οι συνάδελφοί του, βοηθούμενοι από επισήμους της αμερικανικής προσβείας, εντόπισαν 24 τεμάχια ανθρωπίνων οστών και ένα αριθμό τεμαχίων ρούχων και άλλων (artifacts) τεχνικών στοιχείων πάνω και κάτω από την επιφάνεια του εδάφους. Η έρευνητική ομάδα κατέληξε ότι τουλάχιστον ένα άτομο είχε ταφεί σε ένα επιφανειακό τάφο σ αυτό το χωράφι αλλά ότι ο ίδιος ο τάφος καταστράφηκε, πιθανόν από τη συχνή καλλιέργεια. Ερευνα που έγινε σε διπλανό πηγάδι και ευρύτερες εκσκαφές με βαριά μηχανήματα δεν απέδωσαν τίποτε πέραν των 24 τεμαχίων οστών. Καθ' όλη τη διάρκεια της παραμονής της ομάδας οι τουρκοκυπριακές αρχές έδωσαν σ αυτήν πλήρη συνεργασία. Οι τουρκοκυπριακές αρχές παρέσχαν πληροφορίες και άλλη βοήθεια η οποία συνέβαλε στην επιτυχία της επιχείρησης.

Τα τεμάχια των οστών μεταφέρθηκαν πίσω στο Εργαστήρι επεξεργασίας με DNA του Ινστιτούτου Παθολογίας των Ενόπλων Δυνάμεων στο Ρόκβιλ, της Μέριλαντ, για ανάλυση. (Πρόκειται για το εργαστήριο το οποίο διενεγεί έρευνες για τις περιπτώσεις των αμερικανών Αγνοουμένων). Παρά την επιδείνωση της κατάστασης των οστών, το εργαστήριο μπόρεσε να πάρει δείγματα μυοχρόνδριου DNA από δύο τεμάχια των οστών. Αφού πήρε δείγματα αίματος από τη μητέρα και την αδελφή του Ανδρέα Κασάπη, έγιναν συγκριτικές δοκιμές και το εργαστήριο αποφάνθηκε ότι το DNΑ από τα δυο τεμάχια οστών ήταν τα ίδια επακριβώς με εκείνα της μητέρας και της αδελφής του. Στηριζόμενο στα αποτελέσματα των δοκιμών DNA (περιλαμβανομένων και επιπρόσθετων δοκιμών σε τεμάχια οστών τα οποία δεν περιείχαν DNA και άλλων πληροφοριών που ήταν διαθέσιμες, το εργαστήριο κατέληξε ότι τα υπολείμματα που βρέθηκαν στο χωράφι κοντά στην Ασσια ήταν πραγματικά εκείνα του Ανδρέα Κασάπη. Ο Ειδικός Συντονιστής για το Κυπριακό Τόμας Μίλλερ ανακοίνωσε τα νέα στην οικογένεια Κασάπη στις 5 Μαρτίου 1998. Θα γίνουν διευθετήσεις για επιστρφοή των λειψάνων του Κασάπη στην οικογένειά του.

Εκτός από τους δυο τουρκοκύπριους οι οποίοι στην πραγματικότητα απομάκρυναν τον Ανδρέα Κασάπη και το Λεόντιο Λεοντίου, η ομάδα δεν κατόρθωσε να αναγνωρίσει οποιουσδήποτε άλλους τουρκοκύπριους μάρτυρες για τη σύλληψη τους ή τη δολοφονία του Κασάπη. Ανώτερος Τουρκοκύπριος επίσημος, ο οποίος γνωρίζει για τα γεγονότα στην Μεσαορία το Καλοκαίρι του 1974, δήλωσε στην ομάδα (υπό τον όρο πλήρους ανωνυμίας) ότι ο τουρκικός στρατός στη διάρκεια της πρώτης φάσης της προέλασης προς τα ανατολικά χρησιμοποίησε τουρκοκυπρίους βοηθούς, παρά τους δικούς του άνδρες, για φρούριση των κρατουμένων και ότι, σε κάποιες περιπτώσεις, οι φρουροί απέτυχαν να υπερασπίσουν τους κρατουμένους τους από τους τουρκοκύπριους αγωνιστές που επιδίωκαν εκδίκηση.

Ο τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς, σε σχόλιο του το Μάρτη του 1996 σε ελληνοκύπριο δημοσιογράφο της τηλεόρασης, αναφέρθηκε σε αυτά τα επεισόδια, όταν είπε ότι ο τουρκικός στρατός έδινε μερικούς κρατουμένους στους τουρκοκυπρίους μαχητές οι οποίοι τους σκότωσαν. Η Τουρκική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι όλοι οι κρατούμενοι (για παράδειγμα εκείνοι οι οποίοι συνελήφθησαν από τον τουρκικό στρατό) τύγχαναν κατάλληλης συμπεριφοράς και εκείνοι που μεταφέρθηκαν στην Τουρκία επαναπατρίστηκαν στην Κύπρο. Ούτε τα Ηνωμένα Εθνη, ούτε και ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός και η αμερικανική ομάδα ανέπτυξαν οποιαδήποτε πληροφορία περί του αντιθέτου.

Οι συζητήσεις της ομάδας με πρώην Ελληνοκύπριους κατοίκους της Ασσιας εισηγούνται ένα πιθανό κίνητρο για τη σύλληψη και δολοφονία του Κασάπη, και κατά πάσαν πιθανότητα, του Λεοντίου. Η ομάδα δεν βρήκε καμιά πληροφορία και ο Ανδρέας Κασάπης ήταν μέλος της ΕΟΚΑ- Β ή ότι είχε αναμιχθεί σε πράξεις βίας εναντίον των τουρκοκυπρίων. Εγκαθίδρυσε, ωστόσο, από τους γονείς του Λεόντιου Λεοντίου ότι ο Λεοντίου ήταν υπολοχαγός στην Κυπριακή Εθνική Φρουρά. (Σύμφωνα με την τότε αρραβωνιαστικιά του Λεοντίου, ήταν μέλος των εφέδρων και ότι είχε επιστρατευθεί όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες). Η ομάδα περαιτέρω επιβεβαίωσε ότι απέκρυψε τη στολή του και τα όπλα του όταν καταλήφθη η Ασσια από τον τουρκικό στρατό. Ενας Ελληνοκύπριος μάρτυρας πίστευε ότι ο Λεοντιου ήταν επίσης μέλος της ΕΟΚΑ-Β αλλά άλλος διαβεβαίωσε ότι ένας στενός του συγγενής του ήταν μέλος της ΕΟΚΑ-Β παρά ο ίδιος ο Λεοντίου. Ακόμη άλλοι μάρτυρες διαβεβαίωσαν ότι Ελληνοκύπριοι αξιωματικοί στην Εθνική Φρουρά η οποία επανδρωνόταν κυρίως από αξιωματικούς από την Ελλάδα, ήσαν μέλη της ΕΟΚΑ -Β. Σε μια έκθεση του το 1988 προς τον πρώην αμερικανό Γερουσιαστή Ντόναλντ Ρίγκλ για το επεισοδιο Παράρτημα Β) ο τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς ισχυρίστηκε ότι "βρέθηκαν όπλα και πυρομαχικά" στο σπίτι όταν συνελήφθησαν οι Κασάπης και Λεοντίου. Η οικογένεια του Κασάπη διαψεύδει αυτή τη θέση.

Οποιο και αν ήταν το κίνητρο για τη σύλληψη τους, η ομάδα κατέληξε ότι πολύ πιθανόν ο Λεόντιος Λεοντίου ήταν ο στόχος των τουρκοκυπρίων στις 20 Αυγούστου και ότι ο Ανδρέας Κασάπης είχε την ατυχία να έχει την ίδια τύχη μαζί του. Η ημερομηνία είναι επίσης σημαντική διότι υπήρξε μια σειρά από φονικά αντίποινα από τους τουρκοκυπρίους στην περιοχή της Μεσαορίας στην περίοδο 14-21 Αυγούστου, και ορισμένοι Ελληνοκύπριοι μάρτυρες και ένας τουρκοκύπριος μάρτυρας δήλωσαν στην ομάδα ότι από τις 21 Αυγούστου, οι Τούρκοι αξιωματικοί διαπίστωσαν την έκταση του προβλήματος και κινήθηκαν για να το σταματήσουν.

Τα αποτελέσματα του DNA και σχετική μαρτυρία δείχνουν απολύτως ότι ο Ανδρέας Κασάπης είναι νεκρός. Η αμερικανική Κυβέρνηση πιστεύει ότι σκοτώθηκε λίγο μετά τη σύλληψη του στις 20 Αυγούστου, 1974, πολύ πιθανόν από τουρκοκυπρίους παραστρατιωτικούς και τάφηκε στο χωράφι παρά την Ασσια.

..............................

Πριν από την ανακάλυψη της πληροφορίας η οποία οδήγησε στην οριστική απόφαση για την τύχη του Ανδρέα Κασάπη, η ερευνητική ομάδα, υπό τον Πρέσβη Ντίλλον, αναζήτησε ένα αριθμό πρωτεραιοτήτων που είχε αναπτυξει κατά τη διάρκεια των χρόνων που πέρασαν. Αυτές οι προσπάθειες και άλλα αποτελέσμαστα αναφέρονται στο Παράρτημα Γ.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΤΖΗΧΡΙΣΤΟΥΔΙΑΣ

Ο Κυριάκος Χατζηχριστούδιας (θείος του Λεόντιου Λεοντίου, ο οποίος ήταν αρραβωνιασμένος με την αδελφή του Ανδρέα Κασάπη Ειρήνη), ηλικίας 68 ετών, κατά το χρόνο της εξαφάνισης του, διέμενε στην Ασσια, στην επαρχία Αμμοχώστου, στις 14 Αυγούστου όταν οι τουρκικές δυνάμεις εισήλθαν στην Ασσια. Η τύχη του συνδέεται με την τύχη άλλων ηλικιωμένων ανδρών από την Ασσια, οι οποίοι, όπως αναφέρεται στο Παράρτημα Γ εξαφανίστηκαν ενώ μεταφέρονταν από τη Λευκωσία στην Ασσια.

Η ομάδα πήρε συνέντετυξη από τη σύζυγο του Χατζηχριστούδια, Αναστασία Κυριάκου. Σύμφωνα με όσα ανέφερε, για αρκετές μέρες που οδηγούν στη σύλληψη του, Τούρκοι στρατιώτες και τουρκοκύπριοι βοηθοί τους, επανειλημμένα διενήργησαν έρευνα στα σπίτια των Ελληνοκυπρίων και ζήτησαν τις ταυτότητες του κάθε ενός τον οποίο συναντούσαν. Ο Χατζηχριστούδιας πάντοτε μετέφερε μαζί του το πιστοποιητικό υπηρεσίας του στον αμερικανικό στρατό και το αμερικανικό διαβατήριο του. Οι ελληνοκύπριοι μάρτυρες ισχυρίζονται ότι ο Χατζηχριστούδιας επανειλημμένα εξήγησε σε Τούρκους αξιωματικούς που μιλούσαν ελληνικά ότι ήταν αμερικανός πολίτης, αλλά οι διαβεβαιώσεις του παραγνωρίστηκαν.

Στις ή περί τις 18 Αυγούστου, Τούρκοι και τουρκοκύπριοι στρατιώτες πήγαν από σπίτι σε σπίτι αναγκάζοντας τους Ελληνοκύπριους να βγουν από τα σπίτια τους και να συγκεντρωθούν στην πλατεία του χωριού όπου οι γυναίκες διαχωρίστηκαν από τους άνδρες και στη συνέχεια οι νέοι από ηλικίας 15 χρονών και κάτω από εκείνους που ήσαν πάνω από 15 χρονών. (Αυτή η διαδικασία ακολουθήθηκε για αρκετές μέρες στην Ασσια και στα γύρω χωριά). Οταν οι χωρισμοί ολοκληρώθηκαν, Τούρκοι και τουρκοκύπριοι στρατιώτες αναχώρησαν από την Ασσια με κονβόϊ από φορτηγά αυτοκίνητα, τα οποία μετέφεραν όπως αναφέρεται μέχρι 120 άνδρες ηλικίας πέραν των 15 ετών, ένας από τους οποίους ήταν ο Κυριάκος Χατζηχριστούδιας. Ο προορισμός των κατοίκων της Ασσιας ήταν το Γκαράζ Παυλίδη, στην τουρκοκατεχόμενη Λευκωσία, όπου οι ελληνοκύπριοι κρατούμενοι μεταφέρονταν για έλεγχο. Στις ή κατά τις 20 Αυγούστου, τουρκοκύπριοι επικεφαλής των κρατουμένων στο Γκαράζ Παυλίδη, διαχώρησαν αυτούς τους 120 άνδρες σε δυο ομάδες: Εκείνους που ήσαν κάτω των 50 ετών (περίπου πενήντα άνδρες) και εκείνους πέραν των 50 ετών (περίπου 70 άνδρες). Στους ηλικιωμένους άνδρες, μεταξύ των οποίων και ο Κυριάκος Χατζηχριστούδιας, λέχθηκε ότι θα μεταφέρονταν στο χωριό τους, αλλά οι περισσότεροι αναφέρθηκαν ως νεκροί όταν τα φορτηγά ανακόπηκαν από τουρκοκύπριους μέλη της ΤΜΤ. Οι 50 νεότεροι άνδρες απο την Ασσια που έμειναν στο Γκαράζ Παυλίδη φυλακίστηκαν στην Τουρκία. Υστερα από περίπου 60 ημέρες, επαναπατρίστηκαν όλοι. (Παρ' όλον ότι η ομάδα δεν πήρε συνέντευξη από οποιονδήποτε από τους επιβιώσαντες από τους πυροβολισμούς, αρκετά άτομα από τα οποία λήφθηκαν συνεντεύξεις δήλωσαν ότι υπήρξαν επιζήσαντες οι οποίοι έδωσαν την πληροφορία την οποία οι ίδιοι μετέδωσαν στην ομάδα).

Οι προσπάθειες της ομάδας να εντοπίσει πρώην διοικητές των μονάδων της ΤΜΤ στην περιοχή της Ασσιας αποδείχθηκαν άκαρπες. Τουρκοκύπριοι επίσημοι δήλωσαν στην ομάδα ότι οι ταυτότητες τέτοιων προσώπων ήσαν άγνωστες. Στηριζόμενη σε διαθέσιμη πληροφορία, η ομάδα πιστεύει ότι ο Κυριάκος Χατζηχριστούδιας υπήρξε θύμα εκτέλεσης από την ΤΜΤ μαζί με άλλους ηλικιωμένους κατοίκους της Ασσιας, οι οποίοι ποτέ τους δεν έφθασαν στο χωριό τους μετά την αναχώρηση τους από το Γκαράζ Παυλίδη. Πολύ πιθανόν, ο Χατζηχριστούδιας τάφηκε σε διπλανό ομαδικό τάφο. Αν σήμερα ζούσε ο Χατζηχριστούδιας θα ήταν 92 ετών.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΚΑΨΟΥΡΗΣ

Ο Σωκράτης Καψούρης, ηλικίας 72 ετών κατά το χρόνο της εξαφάνισης του, ήταν αμερικανός πολίτης που διέμενε στον Καραβά στην επαρχία Κερύνειας στις 8 Αυγούστου 1974, όταν έφθασαν οι τουρκιές δυνάμεις. Ο Καψούρης είχε επιστρέψει το 1973 για να ζήσει στην Κύπρο αφού έμεινε στις Ηνωμένες Πολιτείες τα περισσότερα χρόνια της ενήλικης ζωής του.

Σύμφωνα με όσα ανέφερε αμερικανός πολίτης κυπριακής καταγωγής, ο οποίος δεν είχε δώσει συνέντευξη στα 22 χρόνια που προηγήθηκαν της αμερικανικής έρευνας, όταν τα τουρκικά στρατεύματα εισήλθαν στην περιοχή του Καραβά, οι συγκρούσεις ήταν πολύ βαριές. Σε ένα γνωστό τρόπο οι νεότεροι χωρικοί έφυγαν ενώ οι ηλικιωμένοι έμειναν πίσω για να προστατεύσουν την περιουησία. Οι Τούρκοι εκκαθάρισαν τα κάτω χωριά από τους ηλικιωμένους κατοίκους με το να τους μετακινήσουν πεζούς στα πάνω χωριά.

Ο μάρτυρας ανέφερε στην ομάδα ότι αυτός, ο Καψούρης και ορισμένοι άλλοι οδηγήθηκαν στους λόφους έναντι της ακτής ώστε να μετακινηθούν στην Κερύνεια και τους εγκατέστησαν σε πρόχειρους καταυλισμούς. Ο μάρτυρας διαβεβαίωσε ότι ένας λόγος για τη μετακίνηση των ηλικιωμένων χωρικών ήταν για να τους προσταστεύσουν. Εάν οι Τούρκοι οδηγούσαν αυτούς τους ανθρώπους στον κύριο δρομο προς την Κερύνεια, είπε ο μάρτυρας, ήταν σίγουρο ότι θα τραυματίζονταν από τα πυρά και τις επιθέσεις με όλμους.

Σύμφωνα με το μάρτυρα, καθώς η ομάδα οδηγείτο στις λόγους από τρεις νεαρούς Τούρκους στρατιώτες, κατέστη σαφές για κάποιον που δεν ήταν συνηθισμένος στην ορεινή περιοχή, ότι μέσα στον Αύγουστο με μια θερμοκρασία 100 βαθμών Φαρεναϊτ, η μετακίνηση ήταν και δύσκολη και επικίνδυνη. Ο Καψούρης, ηλικιωμένος και υπέρβαρος, 250 "πάουντς", και ασυνήθιστος σε τέτοιες συνθήκες, αντιμετώπισε πολλές φυσικές δυσκολίες. Αλλα πρόσωπα προσπάθησαν να τον βοηθήσουν αλλά τον βρήκαν πολύ βαρύ.

Ο μάρτυρας ανέφερε στην ομάδα ότι η ομάδα περπάτησε μέχρι τις 2 μ.μ. ξεκουράστηκε για μια ώρα και σηκώθηκε φγια να συνεχίσει. Ο Καψούρης δεν μπορούσε να προχωρήσει. Οι Τούρκοι στρατιώτες περίμεναν για πάνω από τρεις ώρες, ελπίζοντας ότι ο Καψούρης θα επανεύρισκε τον εαυτό του. Γύρω στις 6 μ.μ. ο Καψούρης ήταν αναίσθητος και ο μάρτυρας πφστευε ότι είχε υποστεί καρδιακή προσβολή. Τελικά ζητήθηκε από το μάρτυρα να δέσει τα χέρια του Καψούρη και οι Τούρκοι συνέχισαν να οδηγούν τους άλλους πολίτες στο βουνό.

Ο μάρτυρας ανέφερε ότι έδεσε τα χέρια του Καψούρη ελαφρά με τη ζώνη του ώστε να μπορεί να μετακινηθεί αν επανεύρισκε τις αισθήσεις του. Ο μάρτυρας ανέφερε στην ομάδα ότι κανένας από τους Τούρκους στρατιώτες που συνόδευε την ομάδα δεν επέστρεψε για να επιθεωρήσει τον Καψούρη. Καθώς η ομάδα αποχώρησε από την περιοχή, ο μάρτυρας δεν θυμάται τίποτε (για παράδειγμα πυροβολισμούς) οι οποίοι να εισηγούνταν ότι ο Καψούρης βρήκε ένα βίαιο τέλος. Ο μάρτυρας τόνισε ότι ο Καψούρης ήταν υπέρβαρος και είχε φτωχή φυσική κατάσταση. Ο μάρτυρας πίστευε ότι πέθαινε όταν τον είδε για τελευταία φορά.

Η ομάδα πέτυχε να εξασφαλίσει τη συνεργασία των τουρκοκυπριακών αρχών να μεταφέρει αυτόν τον ελληνοκύπριο μάρτυρα στον Καραβά. Ωστόσο, όταν κατέστη φανερό ότι μια τρίωρη πορεία μέσα στη ζέστη του Αυγούστου θα ήταν πολύ δύσκολη για το μάρτυρα, η ομάδα σεν προχώρησε στην περιοχή προς τους λόφους όπου ο μάρτυρας είχε δει για τελευταία φορά τον Καψούρη. Ως εκ τούτου η ομάδα δεν είδε το σημείο του πιθανού θανάτου του Καψούρη.

Η καλύτερη απόφαση της ομάδας, στηριζόμενη σε όσα ανέφερε ο μάρτυρας, είναι ότι ο Καψούρης πέθανε μετά που συνελήφθη ή περί τις 8 Αυγούστου 1974. Ενώ αρχικά η ομάδα νόμιζε ότι ο Καψούρης δυνατό να τάφηκε σε πρόχειρο τάφο κοντά όπου πέθανε, άλλοι μάρτυρες, που γνώριζαν πώς τάφηκαν οι νεκροί, εισηγούνται ότι το πτώμα του Καψούρη πιθανόν να συλλέγηκε από ένα φορτηγό που επισκέφθηκε την περιοχή των συγκρούσεων μαζεύοντας τους νεκρούς για ταφή σε ομαδικούς τάφους. Αν ο Καψούρης ζούσε σήμερα, θα ήταν 95 ή 96 χρονών.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΛΙΒΕΡΤΟΣ

Ο Χρίστος Λιβέρτος, ηλικίας 70 ετών κατά το χρόνο της εξαφάνισης του, διέμενε στο χωριό Βώνη στην επαρχία Λευκωσίας στις 15 Αυγούστου, όταν έφθασαν οι τουρκικές δυνάμεις.

Σύμφωνα με όσα ανέφεραν διάφοροι μάρτυρες από τους οποίους πήρε συνεντεύξεις η ομάδα, ο Λιβέρτος έπαιρνε τον καφέ του στο καφενείο του χωριού, στις 15 Αυγούστου οταν έφθασαν τα τουρκικά στρατεύματα και τουρκοκύπριοι, της ΤΜΤ εισήλθαν στο χωριό. Οπως και στις περιπτώσεις κατάληψης άλλων χωριών από τις τουρκικές δυνάμεις, ήταν σύνθηκες να ζητείται η αναγνώριση της ταυτότητας από τους Ελληνοκυπρίους. Ο Λιβέρτος κατελήφθη σε μια φρενήρη και εχθρική κατοχή, η οποία δεν του επέτρεπε να επιστρέψει στο σπίτι του και να παρει τα χαρτιά του με τα οποία θα αποδείκνυε ότι ήταν αμερικανός πολίτης. Μάρτυρες ανέφεραν στην ερευνητική ομάδα ότι ο Λιβέρτος ανέφερε στους Τούρκους ότι ήταν αμερικανός. Ηταν φανερό ότι οι Τούρκοι παραγνώρισαν αυτόν τον ισχυρισμό του.

Μια ελληνοκύπρια μάρτυρας, η Φρόσω Δήμου, η οποία είναι καλώς γνωστή στα αγνοούμενα πρόσωπα της κοινότητας, όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά και αλλού στην Ευρώπη, ανέφερε στην ερευνητική ομάδα ότι στις 15 Αυγούστου, όταν τα τουρκικά στρατεύματα και οι άνδρες της ΤΜΤ εισήλθαν στη Βώνη, απέκρυψε περίπου 40 Ελληνοκύπριους στρατιώτες στο σπίτι της, στα προάστια του χωριού. Τους έδωσε πολιτικά ρούχα και αντικατέστησε τις στολές τους και τους έδωσε φαγητό. Παρά τις προσπάθειες της Δήμου, τα τουρκικά στρατεύματα και μαχητές της ΤΜΤ προσήγγισαν στο σπίτι και, σε λίγες ώρες, συνέλαβαν τους Ελληνοκύπριους.

Στις ή περί τις 16 Αυγούστου, σύμφωνα με τη Δήμου, ο Λιβέρτος και ένας αριθμός 40 Ελληνοκυπρίων στρατιωτών, με πολιτικά ρούχα, οδηγήθηκαν κάτω στο δρόμο πεζή από τη Βώνη προς την Επηχώ, από τους τουρκοκυπρίους μαχητές. Δεν τους είδαν έκτοτε. Αυτή η άποψη για την εξαφάνιση επιβεβαιώθηκε στην ομάδα από ένα πρώην ελληνοκύπριο στρατιώτη, ο οποίος διαχωρίστηκε από την ομάδα. Επίσης διαβεβαίωσε ότι κανένας από τους ελληνοκύπριους στρατιώτες που εξαφανίστηκαν με το Λιβέρτο δεν θεάθηκε έκτοτε.

Οπως και στις άλλες περιπτώσεις, οι προσπάθειες της ομάδας να εντοπίσει πρώην διοικητές των μονάδων της ΤΜΤ στην περιοχή της Βόνης, της Επηχώ και της Κυθραίας αποδείχθηκαν ανεπιτυχείς. Τουρκοκύπριοι επίσημοι δήλωσαν στην ομάδα ότι οι ταυτότητες τέτοιων προσώπων είναι άγνωστες.

Βασισμένη σε διαθέσιμη μαρτυρία, η ομάδα πιστεύει ότι είναι πιθανόν ό κ. Λιβέρτος σκοτώθηκε από τα στρατεύματα της ΤΜΤ και τάφηκε σε ομαδικό τάφο μαζί με 40 άλλους περίπου πρώην Ελληνοκύπριους στρατιώτες που παραλήφθηκαν από τη Βώνη πεζή στις 16 Αυγούστου. Είναι πολύ πιθανόν ότι αυτός ο μαζικός τάφος να βρίσκεται στις περιοχές της Επηχώ ή της Κυθραίας. Εάν ο Λιβέρτος ζούσε σήμερα, θα ήταν 93 ή 94 ετών.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ (ΤΖΙΑΚ) ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ

Ο Τζιακ Σοφοκλέους, ηλικίας 61 ετών κατά το χρόνο της εξαφάνισης του, διέμενε στην Κυθρέα στην επαρχία Λευκωσίας στις 16 Αυγούστου, 1974, όταν οι τουρκικές δυνάμεις εισήλθαν στην Κυθραία. Σύμφωνα με ελληνοκύπριους μάρτυρες, ο Σοφοκλέους εξαφανίστηκε στο δρόμο μεταξύ Κυθραίας και Λευκωσίας, μετά που αυτός, η δεύτερη του σύζυγος Βαθούλα και ο κοινιάδος του Ιάκωβος Δημοσθένους, οδηγήθηκαν προς την περιοχή της Λευκωσίας από " Τούρκους" μέσα σε ένα στρατιωτικό τζιπ.

Ενας άνδρας που όπως λεγόταν ήταν "πλούσιος" με τα επίπεδα του χωριού και ο οποίος όπως αναφέρθηκε ζούσε μια σπάταλη ζωή, ο Σοφοκλέους πιστευόταν ευρέως ότι μετέφερε μεγάλα ποσά χρημάτων σε μετρητά. Ελληνοκύπριοι δήλωσαν στην ομάδα, ενώ ο Σοφοκλέους νόμιζε ότι οδηγείτο σε ασφάλεια στη Λευκωσία, είναι περισσότερο πιθανόν ότι μετά που οι τρεις αναχώρησαν από την Κυθρέα, δολοφονήθηκαν για τα χρήματα και τα πολύτιμα πράγματα τους. Ενας μάρτυρας υποστηρίζει ότι η ληστεία ήταν περισσότερο πιθανή από ένα φόνο για εκδίκηση, διότι οι εκτελέσεις για εκδίκηση έγιναν ανοικτά κατά τη διάρκεια των πρώτων ολίγων ημερών ύστερα από την τουρκική στρατιωτική επέμβαση της 14ης Αυγούστου (για παράδειγμα δεν θα υπήρχε κανένας λόγος για να οδηγηθεί ο Σοφοκλέους μακρυά για να δολοφονηθεί). Ενας άλλος μάρτυρας πίστευε ότι ο Σοφοκλέους γνώριζε τα πρόσωπα με τα οποία είχε αναχωρήσει, ενισχύοντας έτσι την υποψία της ληστείας.

Κανένας μάρτυρας δεν μπορούσε να δώσει οποιαδήποφτε ονόματα των προσώπων που αναμείχθηκαν. Οι συνεντεύξεις της ομάδας με μάρτυρες δεν είχαν αποτέλεσμα στο κατά πόσον οι στρατιώτες του τουρκικού στρατού ή τουρκοκύπριοι (ή και οι δυο) αναμείχθηκαν. Οσο η ομάδα δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει τη συνεργασία είτε των Τούρκων στρατιωτικών στην Κύπρο ή των πρώην στοιχείων της ΤΜΤ, ποτέ ίσως δεν θα γωνωσθεί τί πραγματικά συνέβη στο Σοφοκλέους, στη σύζυγο του και στον κουνιάδο του ή ποιος δυνατό να είχε αναμειχθεί στην εξαφάνιση τους ή το θάνατο τους. Ενας πολύ ανώτερος ελληνοκύπριος επίσημος ακόμη υπέθεσε ότι ο Σοφοκλέους εκμεταλλεύθηκε την κατάσταση για να διαφύγει στην Αυστραλία (κυκλοφόρησαν πληροφορίες ότι ένας ή δυο αγνοούμενοι ελληνοκύπριοι ακολούθησαν αυτό το δρόμο) αλλά η ομάδα δεν βρήκε μαρτυρία γι αυτή την εικασία.

Στηριζόμενη σε περιορισμένες διαθέσιμες πληροφορίες η ομάδα πιστεύει ότι είναι πιθανόν ότι ο Σοφοκλέους να σκοτώθηκε κάποιο χρόνο μετά την αναχώρηση του για τη Λευκωσία. Εάν είναι αλήθεια, το πτώμα του θα πρέπει να αφέθηκε είτε έξω από την Κυθρέα ή να τοποθετήθηκε μεταξύ των πτωμάτων τα οποία τελικά τάφηκαν σε ομαδικούς τάφους παρά την πόλη. Εάν ο Σοφοκλέους ζούσε σήμερα, θα ήταν ηλικίας 84 ή 85 ετών.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΝΤΕΝΚΤΑΣ ΣΤΟ ΓΕΡΟΥΣΙΑΣΤΗ ΡΗΗΓΚΛ

Αγαπητέ Γερουσιαστή Ρήηγκλ,

Σας ευχαριστώ για την επιστολή σας σε μένα στις 10 Δεκεμβρίου από τον Πρέσβη Ρίτσιαρτ Μπόεμ, σχετικά με τον Ανδρέα Κασάπη. Καθυστέρησα να σας γράψω γιατί έπρεπε να δώσω πληροφρορίες στο τρίτο μέλος της Επιτροπής για τα Αγνοούμενα Πρόσωπα στην Κύπρο, πράγμα το οποίο έκαμα πριν από λίγο χρόνο.

Οπως αναφέρθηκε κατά τη συνάντηση μας στην Ουάσιγκτων στις 19 Σεπτεμβρίου, ύστερα από επανεξέταση των στοιχείων μας πάνω στο θέμα και περαιτέρω εξέταση όλης της διαθέσιμης μαρτυρίας έχει ετοιμασθεί τώρα σημείωμα στο οποίο παρουσιάζονται όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες τις οποίες επισυνάπτω, με απόλυτη μυστικότητα για δική σας ενημέρωση.

Δεν πιστεύω ότι ο πατέρας Κασάπης είναι έτοιμος να αποδεχθεί την πραγματική τραγική αλήθεια για το θάνατο του γιου του. Να γιατί σας αποστέλλω αυτό το σημείωμα, παρά την πλήρη μυστικότητα της φύσης της εργασίας της Αυτόνομης Επιτροπής για τους Αγνοούμενους Τουρκοκύπριους από το 1963 και τους Ελληνοκύπριους από τις 15 Ιουλίου 1974, εν όψει τους στενού ανθρωπιστικού ενδιαφέροντος σας σ' αυτή την ειδική περίπτωση και με την ελπίδα ότι θα βοηθήσει τον κ. Κώστα Κασάπη, όπως έπραξα και για όλους τους άλλους Ελληνοκύπριους όπως επίσης και για τους 800 και πλέον Τουρκοκύπριους γονείς και συγγενείς οι οποίοι με αγωνία αναμένουν επίσημη επαφή από την Αυτόνομη Επιτροπή για Αγνοούμενα Πρόσωπα στην Κύπρο για την τύχη των αγνοούμενων μελών των οικογενειών τους. Δυστυχώς, έντιμες διακηρύξεις από το τουρκοκυπριακό μέλος και διαθέσιμη μαρτυρία, ότι ένας αγνοούμενος ελληνοκύπριος είναι γνωστό ότι έχει σκοτωθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου δεν γίνεται αποδεκτή από την ελληνοκυπριακή πλευρά, της οποίας ο κύριος σκοπός είναι η συνέχιση του θέματος των "αγνοουμένων προσώπων" για σκοπούς προπαγάνδας.

Ειλικρινά λυπούμαι γιατί δεν μπορώ να δώσω καλύτερα νέα για την τύχη του νεαρού Κασάπη.

Θα ήμουν ευγνώμων εάν μπορείτε να στείλετε αντίγραφο αυτής της επιστολής στο Γερουσιαστή Ντε Κοντσίνι ο οποίος μου έχει γράψει επίσης για την περίπτωση του Κασάπη.

Ειλικρινά δικός σας

Ραούφ Ρ. Ντενκτάς

Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου.

ΑΠΟΡΡΗΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

ΡΑΟΥΦ ΝΤΕΝΚΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΣΑΠΗ

Στο πλαίσιο έρευνας από σπίτι σε σπίτι για την ανεύρεση ενόπλων και όπλων στο χωριό Πασιάκιοϊ (Ασσια) στις 20.8.1974, ερευνήθηκε επίσης και το σπίτι του Κώστα Κασάπη όπου βρέθηκαν κρυπτόμενοι ο γιος του Ανδρέας Κασάπης και ο γαμβρός του Λεόντιος Λεοντίου, όπως επίσης όπλα και πυρομαχικά. Οι δυο άνδρες συνελήφθησαν, απομακρύνθηκαν και παραδόθηκαν σε τουρκοκύπριους μαχητές για περαιτέρω ανάκριση, σχετικά με άλλα όπλα και πυρομαχικά που αποκρύβηκαν. Ενώ οδηγούντο μακρυά γι αυτό τον σκοπό, οι δυο ελληνοκύπριοι ξαφνικά προσπάθησαν να αρπάξουν τα όπλα των τουρκοκυπρίων μαχητών που τους συνόδευαν και στην πάλη που ακολούθησε πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν. Το επεισόδιο συνέβη στην περιοχή Μανιά.

Οσον αφορά την περίληψη του ονόματος του Ανδρέα Κασάπη στους λεγόμενους "καταλόγους φοιτητών" που δόθηκαν στην Ελληνοκυπριακή Διοίκηση στις 4 Νοεμβρίου 1974, διαπιστώθηκε ότι οι κατάλογοι αρχικά έγιναν από τρεις πηγές: Το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό ο οποίος επισκέφθηκε αριθμό χωριών στο Βορρά, την ΟΥΝΦΙΚΥΠ, η οποία εξασφάλισε ορισμένη μαρτυρία από τους μουκτάρηδες των χωριών και ονόματα που εξασφαλίστηκαν από την ΟΥΝΦΙΚΥΠ από το Ελληνοκυπριακό Υπουργείο Παιδείας και από ελληνοκυπριακές οικογένειες. Την πλειοψηφία αυτών των καταλόγων δεν είδε ούτε ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός ούτε η ΟΥΝΦΙΚΥΠ , η οποία, λόγω του τρόπου με τον οποίο πραγματοποιήθηκε η έρευνα, έπρεπε να στηρίζεται σε πληροφορία από δεύτερες πηγές και ως εκ τούτου το γεγονός ότι ένα όνομα αναφέρθηκε στον "κατάλογο φοιτητών " δεν μπορεί να θεωρείται ως απόδειξη ότι είδαν το αναφερόμενο πρόσωπο στην πραγματικότητα ή βρισκόταν στην περιοχή που αναφέρεται.

Η Επιστολή ημερομηνίας 30 Ιανουαρίου 1975, που γράφτηκε από τον Ρεμί Γκορζιέ, τον τότε Ανώτερο Πολιτικό Σύμβουλο της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στον κ. Τάσσο Παπαδόπουλο, μέλους τότε της Ελληνοκυπριακής Βουλής των Αντιπροσώπων, επιβεβαιώνει τα ανωτέρω.

Σχετικά με τον ισχυρισμό ότι μια φωνή η οποία εκλήφθηκε ότι ανήκε στο Λεόντιο Λεοντίου ακούστηκε να έρχεται από το υπόγειο σε κάποια τουρκική φυλακή από δυο άλλους Ελληνοκύπριους, δεν μπορεί να θεωρηθεί σοβαρά ορθός εν όψει της μαρτυρίας των δυο Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι συνέλαβαν τον Ανδρέα Κασάπη και το Λεόντιο Λεοντίου στην πρώτη περιοχή, στο γεγονός ότι αυτοί πραγματικά είδαν και αναγνώρισαν τα νεκρά σώματα των δυο ελληνοκυπρίων στην περιοχή Μανιά. Η μη έγκυρη μαρτυρία ενός ιδιαίτερα ελληνοκύπριου μάρτυρα (Γ. Χατζηαποστόλου) είναι καταφανής από τη δήλωση του ότι θεώρησε "τη φωνή" αμέσως, ότι ανήκε σε εκείνη του Λεόντιου Χριστούδια, μέχρι που διαπίστωσε, μετά την απόλυση του και την επιστροφή του στο χωριό του στην Κύπρο, ότι αυτός (ο Χριστούδιας) ήταν στην παγματικότητα ζωντανός και ύστερα από αυτό κατέληξε σε νέο συμπέρασμα ότι η φωνή θα πρέπει να ανήκε στο Λεόντιο Λεοντίου , και, ως εκ τούτου, ο νεαρός Κασάπης, πρέπει να ήταν επίσης μαζί του. Ο πυροβολισμός και ο θάνατος του προσώπου που αναφέρεται εποιβεβαιώθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΣΑΠΗ

Πριν από την ανακάλυψη της πληροφορίας η οποία οδήγησε στην οριστική απόφαση για την τύχη του Ανδρέα ασάπη, η ερευνητική ομάδα υπό τον Πρέσβη Ντίλλον αναζήτησε αριθμό άλλων πρωτεραιοτήτων οι οποίες αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια των χρόνων (που ακολούθησαν). Πρώτα και κύρια μεταξύ αυτών ήταν η πιθανότηα ότι ο Κασάπης κρατήθηκε ως αιχμάλωτος στην Τουρκία. Η ομάδα διέθεσε πολλή από την έρευνα της 0προσπαθώντας να αποφασίσει την εγκυρότητα αυτού του ισχυρισμού.

Κατά τη διάρκεια της έρευνας της, η ομάδα πήρε συνεντεύξεις από διάφορους ελληνοκύπριους που βρίσκονταν στην Ασσια στη διάρκεια των ημερών 14- 20 Αυγούστου, περιλαμβανομένων και έξι ελληνοκυπρίων κρατουμένων οι οποίοι φυλακίστηκαν στις φυλακές της Αμάσειας κατά την περίοδο του Αυγούστου και Οκτωβρίου του 1974. Οι έξι ελληνοκύπριοι πρώην κρατούμενοι αποτελούσαν είτε πηγές οι οποίες είχαν δώσει προηγουμένως συνεντεύξεις από οργανώσεις όπως η Επιτροπή για αγνοούμενα Πρόσωπα των Ηνωμένων Εθνών ή αναπτύχθηκαν από την ερευνητική ομάδα. Κανένας δεν ήλθε εθελοντικά προς την αμερικανική ομάδα. Ο,τι ακολουθεί αποτελεί περιγραφή των γεγονότων μεταξύ της 14ης Αυγούστου και της 21ης Αυγούστου στην Ασσια και τα γύρω χωριά όπως τοποθετήθηηκαν μαζί στις διάφορες συνεντεύξεις.

Μεταξύ της 14ης και της 21ης Αυγούστου, Τούρκοι στρατιώτες και Τουρκοκύπριοι μαχητές περικύκλωσαν τους άνδρες, κυρίως από την Ασσια, μεταξύ των ηλικιών 15 και 70 ετών και τους έστειλαν στο Γκαράζ Παυλίδη στον τουρκοκατεχόμενο τομέα της Λευκωσίας, όπου διαχωρίστηκαν σε ομάδες άνω των 50 ετών και κάτω των 50 ετών. Αναγνωρίζοντας ποιοι ήσαν στρατιώτες και ποιοι όχι, οι Τουρκοι στρατιωτικοί απλά αποφάσισαν ότι όλοι οι άνδρες κάτω των 50 ετών ήσαν στρατιώτες. Οι ηλικιωμένοι τοποθετήθηκαν σε φορτηγά για να επιστραφούν στα χωριά τους. Για ένα υπολογιζόμενο αριθμό 70 ηλικιωμένων ατόμων από την Ασσια δεν ακούστηκε έκτοτε τίποτα και υπάρχει ισχυρισμός ότι σκοτώθηκαν από ένοπλους τουρκοκύπριους οι οποίοι ανέκοψαν τα φορτηγά κάπου μεταξύ Λευκωσίας και Ασσιας. Ολη αυτή η πληροφορία συγκεντρώθηκε από πρώην ελληνοκύπριους κατοίκους της περιοχής. Παρ' όλον ότι υπήρξαν περιορισμένης έκτασης ασυμφωνίες, υπήρξε σε μεγάλο βαθμό συμφωνία στα όσα θυμούνται.

Οι κάτω των 50 ετών άνδρες κηρύχθηκαν "Αιχμάλωτοι Πολέμου" και παραδόθηκαν στον τουρκικό στρατό. Οι έξι πρώην "αιχμάλωτοι", όλοι από αυτή την ομάδα, ανέφεραν ότι μεταφέρθηκαν με πλοίο στην Τουρκία όπου πολλοί αρχικά κρατήθηκαν στις φυλακές των Αδάνων και αργότερα μεταφέρθηκαν στην Αμάσεια. Ανέφεραν στην ομάδα ότι όταν έφθασαν στη μια ή στην άλλη τουρκική φυλακή κρατήθηκαν σε μεγαλα κελιά στα οποία υπήρχαν μεταξύ 20 και 30 άτομα.

Κανένας κρατούμενος δεν είπε ότι κρατήθηκε σε μονό ή διπλό κελλί ή σε κελιά που βρίσκονταν στα υπόγεια.

Παρ όλον ότι οι έξι πρώην κρατούμενοι περιέγραψαν περιοδικά φραστικές καταπιέσεις και αυστηρό συσσίτιο, κανένας δεν μίλησε για φυσική καταπίεση ή ψυχολογικό εκφοβισμό και ανάκριση. Η ομάδα ζήτησε από τον καθένα καστά πόσον γνώριζε για οποιονδήποτε ελληνοκύπριο κρατούμενο στην Τουρκία, ο οποίος δεν επέστρεψε στην Κύπρο όταν οι κρατούμενοι επαναπατρίστηκαν στα τέλη του Οκτωβρίου του 1974. Κανένας δσεν ανέφερε.

Οι κρατούμενοι δεν ανακρίθηκαν από τις ελληνοκυπριακές αρχές κατά την επιστροφή τους στην Κύπρο. Στην πραγματικότητα η Κυβέρνηση της Κύπρου βρισκόταν σε μεγάλη διάλυση, πράγμα που δεν προκαλεί έκπληξη σε χρόνο λίγο μετά από ότι στην ουσία αποτελούσε ένα εμφύλιο πόλεμο που ακολούθησε μια τουρκική επέμβαση. Επί πλέον, ενώ οι αντιπρόσωποι του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στη Γενεύη ήσαν παρόντες, όταν οι Ελληνοκύπριοι κρατούμενοι επαπαναπατρίστηκαν, ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός δεν έχει πληροφορίες οι οποίες να εισηγούνται ότι οποιοιδήποτε κρατούμενοι "κρατήθηκαν πίσω" για να χρησιμοποιηθούν για πολιτικούς σκοπούς, κάτι για το οποίο πολλοί ελληνοκύπριοι υποστήριξαν.

Πληροφορίες ότι ο Ανδρέας Κασάπης κρατήθηκε ως κρατούμενος στην Τουρκία προέρχονται από δυο από τους έξι πρώην κρατουμένους που έδωσαν συνεντεύξεις στην ομάδα, το Γεώργιο Παπαλεοντίου και το Γεώργιο Χατζηαποστόλου. Και οι δυο ισχυρίστηκαν ότι είχαν ακούσει ένα άνδρα στις φυλακές της Αμάσειας να ισχυρίζεται ότι ήταν ο Λεόντιος Λεοντίου. Η αμερικανική ερευνητική ομάδα δεν μπόρεσε να να επιβεβαιώσει τα όσα ανέφεραν. Υπήρχαν σημαντικές ασυνέπειες στα όσα θυμάται ο Χατζηαποστόλου για τις "φωνές" που άκουσε και οι εκδοχές των δυο ανδρών διαφέρουν πραγματικά. Επιπλέον, ήταν φανερό στην ομάδα ότι Ελληνοκύπριοι επίσημοι και επίσημοι των Ηνωμένων Εθνών που γνώριζαν την περίπτωση ήσαν σκεπτικοί για τις ιστορίες.

Νωρίς το 1975 ο Γεώργιος Παπαλεοντίου δήλωσε σε ένα πρώην κάτοικο της Ασσιας στη Λευκωσία, ότι τον Οκτώβρη του 1974 καθώς εγκατέλειπε τις φυλακές της Αμάσειας στην Τουρκία για επαναπατρισμό στην Κύπρο, άκουσε τη φωνή ενός ανδρός να φωνάζει από κάτω από το έδαφος: " Είμαι ο Λεόντιος Λεοντίου από την Ασσια. Είμαι εδώ με τον γαμβρό μου. Δεν μας παίρνουν μαζί σας".

Η ομάδα πήρε απ' ευθείας συνέντευξη από τον Παπαλεοντίου δυο φορές και μίλησε μαζί του στο τηλέφωνο αρκετές φορές. Σ' αυτές τις συνεντεύξεις ο Παπαλεοντίου επανέλαβε την ιστορία του επίμονα, και έμενε σ' αυτή κατά τα τελευταία 23 χρόνια. Ο Παπαλεοντίου ανέφερε ότι ποτέ δεν είδε το άτομο στο οποίο ανήκε η φωνή. Είπε στην ομάδα ότι μετά που επέστρεψε στην Κύπρο συνάντησε κάποιον από την Ασσια, και ότι αυτός και εκείνο το άτομο (το οποίο η ομάδα δεν μπόρεσε να εντοπίσει) κατέληξε ότι μόνο ένας Λεόντιος Λεοντίου υπήρχε από την Ασσια. Τελικά, ο Παπαλεοντίου οδηγήθηκε στον Κώστα (προφανώς από ένα άλλο συγγενή του Κασάπη) ο οποίος εξήγησε τη σχέση μεταξύ του Ανδρέα και του Λεόντιου Λεοντίου. Η πρώτη γραπτή δήλωση του Παπαλεοντίου που αναφέρεται στη "φωνή" δεν καταγράφηκε μέχρι τις 23 Ιανουαριου 1975, σχεδόν τρεις μήνες μετά τον επαναπατρισμό του.

Ο άλλος πρώην κρατούμενος στην Αμάσεια, ο Γεώργιος Χατζηαποστόλου, επίσης ανέφερε στην ομάδα ότι άκουσε τέτοια φωνή, παρ' όλον ότι οι λέξεις που θυμάται ήσαν διαφορετικές από εκείνες που θυμάται ο Παπαλεοντίου. Σε προηγούμενες συνεντεύξεις ο Χατζηαποστόλου ανέφερε σε άλλους, ότι άκουσε την ιστορία από άλλο κρατούμενο (πιθανόν από τον Παπαλεοντίου) πάνω στο πλοίο που τους επανέφερε στην Κύπρο από την Τουρκία. Αυτή είναι η εκδοχή που περιέχεται στα φάϊλ της Επιτροπής για τα Αγνοούμενα Πρόσωπα. Ο Χατζηαποστόλου δεν μπορούσε να εξηγήσει γιατί τώρα ισχυρίζεται ότι τώρα άκουσε ο ίδιος μια φωνή. Ο Χατζηαπαοστόλου και ο Παπαλεοντίου, είναι φανερό ότι δεν γνωρίζουν ο ένας τον άλλο, και ο Παπαλεοντίου αρνήθηκε ότι ανέφερε ποτέ το επεισόδιο σε άλλους κρατούμενους πάνω στο πλοίο. Ο Κώστας Κασσάπης ανέφερε στην ομάδα ότι πιστεύει τον Παπαλεοντίου, αλλά όχι τον Χατζηαποστόλου.

Οταν η ομάδα πήρε εκ νέου συνέντευξη από τους δυο άνδρες ανεξάρτητα και έδειξε στον καθένα σχέδιο του πατώματος των φυλακών της Αμάσειας (Παράρτημα Δ), σημείωσαν το σχέδιο του πατώματος με ευρέως διαφορετικές τοποθεσίες. Σε παράκληση της ομάδας, ανώτεροι αμερικανοί επίσημοι στην Αγκυρα επιθεώρησαν και κατέγραψαν λεπτομερώς τα αρχιτεκτονικά σχέδια των Φυλακών της Αμάσειας και βρήκαν ότι δεν περιείχαν ενδείξεις για την ύπαρξη υπογείων κελιών ή σκοτεινού τύπου κελιών. Η τουρκική Κυβέρνηση αρνήθηκε να αποδεχθεί αίτηση του Πρέσβη Ντίλλον να επισκεφθεί τη φυλακή. Παρ' όλον ότι ένας υπάλληλος του αμερικανικού προξενείου είχε επισκεφθεί τη φυλακή.

Η ομάδα συζήτησε τα όσα ανέφερε ο Παπαλεοντίου μαζί με την Επιτροπη για τα Αγνοούμενα Πρόσωπα, η οποία από το 1981 μέχρι το 1996, εξέτασε το θέμα επανειλημμένα. Τα μέλη της Επιτροπής ανέφεραν στην ομάδα ότι δεν μπόρεσαν να επιβεβαιώσουν το όλο θέμα και ρώτησαν κατά πόσον οι φωνές ακούστηκαν πραγματικά. Στη Γενεύη, επίσημοι του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού ανέφεραν στην ομάδα, σε ιδιωτικές συνεντεύξεις με ελληνοκύπριους κρατούμενους πριν από τον επαναπατρισμό τους, ότι κανένας δεν ανέφερε ότι είδε ή άκουσε οποιαδήποτε ένδειξη ότι κρατούμενοι κρατούνταν χωριστά από τους άλλους. Παρ' όλον ότι θεωρητικά ήταν δυνατό όπως κρατούμενοι να κρατούντο σε απομόνωση, οι επίσημοι του Διεθνούς Ερυρθού Σταυρού, δήλωσαν ότι όλοι οι αντιπρόσωποι του, που ασχολούνταν με κρατούμενους, ήσαν κινητοποιημένοι σε οποιεσδήποτε ενδείξεις για την ύπαρξη τέτοιων κρατουμένων. Αυτοί οι επίσημοι του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού ήσαν σκεπτικοί για την ύπαρξη κρυμμένων κρατουμένων.

Επανεξετάζοντας τα όσα θυμούνταν οι Παπαλεοντίου και Χατζηαποστόλου, η ομάδα εξασφάλισε τη βοήθεια του κ. Κλώτ Γουάκτινς, πρώην κρατουμένου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στη Γερμανία (Φεβρουάριος 1944- Απρίλης 1945) και ο οποίος είναι εθνικός εμπειρογνώμονας πάνω στο θέμα των Αιχμαλώτων Πολέμου και έχει εμπειρίες αιχμαλώτων, ο οποιος συμβούλευσε την αμερικανική Κυβέρνηση πάνω σε θέματα που σχετίζονται με τους αγνοούμενους στο Βιετνάμ. Ο κ. Γουάτκινς είναι σύμβουλος για πάνω από 20 και πλέον Ομοσπονδιακά Πρακτορεία, περιλαμβανομένου και του Υπουργείου Αμυνας, για τη συμπεριφορά κρατουμένων και την επιβίωση τους και ο συγγραφέας πρόσφατων άρθρων που φέρουν τον τίτλο "Αγνοούμενοι εν δράσει": Η συζήτηση για 23 χρόνια", που κυκλοφόρησε σε ενημερωτική έκδοση των πρώην αιχμαλώτων.

Ο κ. Γουάτκινς δήλωσε ότι οι ισχυρισμοί για "φωνές" αποτελούσαν γνώριμο πρότυπο σε εκείνους που έχουν εμπειρία στην έρευνα για Αγνοουμένους και Αιχμαλώτους στη Νοτιανατολική Ασία. Εισηγήθηκε ότι στην απουσία επιβεβαίωσης, είναι πολύ πιθανόν ότι όσα θυμούνται οι Παλαλεοντίουκαι ο Χατζηαπαοστόλου, δεν ήσαν σωστά, ιδιαίτερα εν όψει του γεγονότος ότι οι δηλώσεις τους ήσαν διαφορετικές και ο κάθε άνθρωπος έπαιρνε διαφορετικές τοποθεσίες για σχέδιο του δαπέδου των φυλακών όπου ισχυρίζονται ότι άκουσαν τις φωνές.

Ενα άλλο μέρος μαρτυρίας που οδηγεί στο κ. Κασάπη να πιστεύει ότι ο γιος του είναι κρατούμενος στην Τουρκία ήταν ότι το όνομα του γιου του εμφανίστηκε σε ένα αντιγραφο εγγράφου το οποίο σήμαινε ότι αποτελούσε τουρκικό κατάλογο κρατουμένων ή φοιτητών που θα επεπαναπατρίζονταν (Παράρτημα Ε). Αυτός ο κατάλογος είναι ένας από διάφορους καταλόγους οι οποίοι ποτέ δεν χαρακτηρίστηκαν ως αυθεντικοί. Σύμφωνα με την Επιτροπή για Αγνοούμενα Πρόσωπα, οι κατάλογοι αυτοί σχηματίζονταν από την Ελληνοκυπριακή πλευρά κκαι διχοτεύονται στους τουρκοκυπρίους για δράση. Η Επιτροπή σημειώνει, ωστόσο, ότι οι κατάλογοι αυτοί προετοιμάζονταν βιαστικά και χωρίς κατάλληλη διασταύρωση. Η Επιτροπή θεωρεί το περιεχόμενο τους ως "ανακριβές.

Επίσημοι του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού ανέφεραν στην ομάδα ότι το 1974, δεν πήραν επίσημο ή πλήρη κατάλογο των κρατουμένων από τις τουρκικές αρχές. Ενας επίσημος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ο οποίος βρισκόταν στην Κύπρο την εποχή εκείνη, θυμάται προσπάθειες για συγκρότηση καταλόγων κρατουμένων, αλλά ανέφερε ότι πολλά ονόματα έρχονταν από ανακρίσεις για το πού βρίσκονταν αγνοούμενα πρόσωπα χωρίς επιβεβαίωση ότι εκείνα τα άτομα ήσαν πργματικά κρατούμενα. Ενα από τους καταλόγους για τον οποίο γίνεται συχνά επίκληση είναι ένας τον οποίον προμήθευσε το ελληνοκύπριο μέλος της Επιτροπής για Αγνοούμενα Πρόσωπα για "φοιτητές" που αναφέρθηκαν ότι βρίσκονταν στα χέρια των Τούρκων και προγραμματιζόταν η απόλυση τους νωρίς το Νοέμβριο του 1974. Το όνομα του Ανδρέα Κασάπη αναφέρεται στο τέλος του καταλόγου (αριθμός 61). Σύμφωνα με ένα συνοδευετικό έγγραφο, έξι από εκείνους που αναφέρονται στον κατάλογο δεν είχαν απολυθεί. Η προέλευση αυτού του καταλόγου είναι άγνωστη και οι Τούρκοι αρνούνται ότι αυτός ή οι πληροφορίες που βρίσκονται σ αυτόν προέρχονται από αυτούς.

Η ομάδα εντόπισε ελληνοκύπριο επίσημο της Αστυνομίας του οποίου το όνομα περιεχόταν σε ένα μήνυμα για μεταβίβαση, στο οποίο είχε επισυναφθεί αυτός ο κατάλογος. Αυτός ο επίσημος αρνήθηκε γνώση για το πως αυτός ο κατάλογος σχηματίστηκε ή κατά πόσον τα ονόματα σ αυτόν είχαν επιβεβαιωθεί. Μπορούσε να προσφέρει τρόπους για την αυθεντικότητα του καταλόγου. Ενας άλλος αστυνομικός επίσημος παρέσχε στην ομάδα ονόματα πρώην αστυνομικών βοηθών, οι οποίοι δυνατό να είχαν αναμιχθεί με τον κατάλογο. Δυστυχώς, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες, για επαφή με αυτούς τους ανθρώπους, η ομάδα δεν μπόρεσε να το επιτύχει.

Ο Κώστας Κασάπης ανέφερε στον ειδικό συντονιστή Τόμας Μίλλερ στις 5 Μαρτίου 1998, ότι τους δόθηκε κατάλογος κρατουμένων που γράφτηκε με το χέρι από σουηδό αξιωματικό των Ηνωμένων Εθνών στην Ουδέτερη Ζώνη των Ηνωμένων Εθνών κάποτε μετά την εξαφάνιση του γιου του, μια μέρα κατά την οποία ορισμένοι ελληνοκύπριοι κρατούμενοι είχαν επιστραφεί στα Ηνωμένα Εθνη από τις τουρκικές δυνάμεις. Το όνομα του Ανδρέα βρισκόταν στον κατάλογο, αλλά ο Ανδρέας δεν βρισκόταν στην ομάδα. Η ερευνητική ομάδα δεν μπόρεσε να ανακαλύψει οποιαδήποτε επιπρόσθετη πληροφορία για ένα τέτοιο κατάλογο.

Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες οι οποίοι περιπλέκουν οποιαδήποτε προσπάθεια για να εκτιμήσει τους καταλόγους. Η ασυμφωνία στα ελληνικά ονόματα καθιστούν δύσκολο για τους Τούρκους στρατιώτες να τα αντιληφθούν, και προτιμούσαν να στηρίζονται σε ταυτότητες. Πολλοί από τους κρατούμενους, ωστόσο, είχαν πετάξει τις ταυτότητες τους και χρησιμοποίησαν ψεύτικα ονόματα ή πατρονύμια. Πολλοί αγωνίζονταν να αποκρύψουν τις ταυτότητες τους, προφανώς φοβούμενοι ότι δυαντό να καταγγέλλονταν στους Τούρκους από τους φιλομακαριακούς ελληνοκύπριους ως μέλη της παρατρατιωτικής οργάνωσης ΕΟΚΑ-Β (η οποία πιστευόταν από πολλούς τουρκοκύπριους ότι ήταν υπεύθυνη για τη δολοφονία Τουρκοκυπρίων πολιτών κατά την περίοδο 1964- 1974 και η οποία ευθυνόταν για την απόπειρα δολοφονίας του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου κατά το πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974).

Περαιτέρω, επίσημοι του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού υποθέτουν ότι ο τουρκικός στρατός ούτε είχε τα μέσα ούτε είχε χρόνο να επιβεβαιώσει τις ταυτότητες των κρατουμένων που στάληκαν στην Τουρκία. Τέλος, οι κατάλογοι που είδε η ομάδα είναι όλοι αντίγραφα γραφομηχανής. Είναι φανερό ότι δεν υπάρχουν οι αρχικοί. Ενας αμερικανός εμπειρογνώμονας ο οποίος εξέτασε τους καταλόγους ήγειρε ένα αριθμό ερωτημάτων αναφορικά με την αυθεντικότητα (Παράρτημα Ζ).

Ως εκ τούτου, οι "κατάλογοι" παραμένουν μυστήριο. Ενα θέμα (είναι), εάν ο Λεοντίου και ο Κασάπης συνελήφθησαν τον ίδιο χρόνο, γιατί το όνομα του Λεοντίου δεν βρίσκεται στον κατάλογο με τον Κασάπη. Η ομάδα κατέληξε ότι, στην απουσία περισσότερης πληροφόρησης σχετικά με το πως οι κατάλογοι προετοιμάστηκαν ή από ποιον, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτοί ως τελικοί.

Αλλη πιθανή μαρτυρία ότι υπάρχουν κρυμμένοι κρατούμενοι στην Τουρκία είναι φωτογραφίες ελληνοκυπρίων κρατουμένοων που λήφθηκαν από φιλμ της τουρκικής τηλεόρασης. Ενας επίσημος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού δήλωσε στην ομάδα ότι δυο οικογένειες είχαν διαβεβαιώσει ότι είχαν αναγνωρίσει τους αγνοούμενους αγαπημένους τους σε φωτογραφίες, αλλά ένα ανεξάρτητηο εργαστήριο εγκληματολογίας στην Ελβετία που σύγκρινε το φίλμ με τις φωτογρφίες που παραχώρησαν οι οικογένειες δεν βρήκε θετικές ομοιότητες. Στην μια περίπτωση, μια φωτογραφία που νομιζόταν από μια οικογένεια ότι ήταν ο αγνοούμενος γιος της αργότερα αναγνωρίστηκε ως η φωτογραφία ενός κρατουμένου που είχε απολυθεί και ο οποίος είναι ζωντανός στην Κύπρο.