Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

14.8.1974: Η Ασσια καταλαμβάνεται από τα τουρκικά στρατεύματα τα οποία αποδύονται σε όργιο δολοφονιών και απαγωγών αμάχων οι οποίοι εξαφανίζονται.

S-2225

14.8.1974: Η ΑΣΣΙΑ ΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΔΥΟΝΤΑΙ ΣΕ ΟΡΓΙΟ ΔΟΛΟΦΟΝΙΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΓΩΓΩΝ ΑΜΑΧΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΞΑΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ

Στα 20 περίπου χιλιόμετρα νοτιανατολικά της Λευκωσίας και ένα χιλιόμετρο από την Αφάνεια, στον παλαιό δρόμο Λευκωσίας- Αμμοχώστου βρίσκεται η Ασσια, ένα άλλο από τα κεφαλοχώρια της Μεσαορίας.

Το 1958 η Ασσια ήταν μικτό χωριό, αλλά οι τούρκοι κάτοικοι το είχαν εγκαταλείψει φοβούμενοι για τη ζωή τους στη διάρκεια των διακοινοτικών συγκρούσεων που σημειώθηκαν στην Κύπρο με δεκάδες νεκρούς.

Εχοντας σαν βάση αυτή την κρίση πολλοί από τους κατοίκους της Ασσιας πλήρωσαν με τη ζωή τους ή την εξαφάνιση τους την εκκένωση της Ασσιας από τους Τουρκοκύπριους και της κατάσχεσης ή καταστροφής περιουσιών τους.

Γιατί πολλοί τουρκοκύπριοι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν την απομάκρυνση τους από το χωριό τους μέσα στις δύσκολες συνθήκες των πιο αιματηρών διακοινοτικών συγκρούσεων που γνώρισε ο τόπος.

Γύρω στο μεσημέρι της 14ης Αυγούστου, έντρομος ο Μιχάλης Σωτηρίου, από την Ασσια βρίσκεται στα φυλάκια δυτικά του χωριού προς το μικτό χωριό Αφάνεια. Ξαφνικά ακούει πυροβολισμούς και ξεκινά μαζί με μερικούς άλλους συγχωριανούς του για να δουν τι συμβαίνει. Στο δρόμο όμως πληροφορείται ότι έχουν ξεσηκωθεί οι τούρκοι της Αφάνειας όπως του είπαν, και αυτοί τρέχουν σε βοήθεια των Ελλήνων κατοίκων του χωριού.

Ομως αυτό που αντικρύζουν δεν ήταν αυτό που τους λέχθηκε. Πάγωσαν με ό,τι έβλεπαν. Απέναντι τους, στον κύριο δρόμο Λευκωσίας- Αμμοχώστου, βλέπουν άρματα να προελαύνουν προς την Ασσια.

Στην αρχή νόμισαν ότι είναι ελλνηνικά, αλλά όταν κοίταξαν προσεκτικότερα διαπίστωσαν την πραγματικότητα. Μέτρησαν 42 συνολικά άρματα μάχης, τα οποία είχαν υπερφαλαγγίσει στην Αφάνεια και κατευθύνονταν πυροβολώντας στον αέρα πανηγυρικά προς την Ασσια, όπου κανένας δεν περίμενε ότι θα συνέβαιε κάτι τέτοιο.

Στην Ασσια έχουν καταφύγει πολλοί πρόσφυγες από τα χωριά Κυθρέα, Νέο Χωρίο Κυθρέας, Μια Μηλιά, Παλαίκυθρο, Στρογγυλός και Μουσουλίτα. Οι Ελληνες αυτοί θεωρούν ότι η Ασσια βρίσκεται πολύ μακρυά από την εμπόλεμη γραμμή και πιστεύουν ότι δεν θα κινδυνεύσουν στο χωριό. Γι' αυτό και έχουν ζητήσει καταφύγιο στα σπίτια των φιλόξενων κατοίκων της Ασσιας, με την ελπίδα ότι δεν θα χρειασθεί να μείνουν για πολύ εδώ και θα επιστρέψουν γρήγορα στα σπίτια τους.

Σε λίγο η Ασσια βρίσκεται υπό τον έλεγχο των εισβολέων. Ακολουθεί πανδαιμόνιο. Πολλοί κρύβονται στα σπίτια τους. Αλλοι προσπαθούν να φύγουν με τα λεωφορεία και οι Τούρκοι στρατιώτες δεν καταβάλλουν καμμιά προσπαθεια για να τους εμποδίσουν.

Αντίθετα μάλιστα μετακινούν ακόμα και τα άρματα τους για να δώσουν την ευκαιρία στα λεωφορεία και σε οποιοδήποτε άλλο μεταφορικό μέσο να εισέλθουν στον κύριο δρόμο, τον οποίο είχαν αποκλείσει και να απομακρυνθούν.

Ορισμένοι κάτοικοι της Ασσιας αφηγούνται ακόμα και την περίπτωση ενός οδηγού λεωφορείου του οποίου το φορτωμένο από κόσμο όχημα δεν ξεκινούσε, οπότε οι τούρκοι στρατιώτες, για να τον βοηθήσουν να φύγει, κατέβηκαν από το άρμα τους και έσπρωξαν το λεωφρείο για να πάρει μπρος.

Στην πρώτη φάση της κατάληψης του χωριού οι τούρκοι στρατιώτες δεν ενδιαφέρονταν για τους ανθρώπους και για αιχμαλώτους αλλά για τις περιοχές που θα έθεταν υπό τον έλεγχό τους. Και αυτό ήθελαν να το κάνουν με τις λιγότερες δυσκολίες. Και δεν ήθελαν τα γυναικόπαιδα μέσα στα πόδια τους. Ετσι τους...βοηθούσαν ακόμα για να απομακρυνθούν.

Και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα τις επόμενες ημέρες. Γιατί ενώ προσπαθούν να σταθεροποιηθοόν στο χωριό και να το θέσουν υπό τον απόλυτο έλεγχο τους, αρχίζουν ένα όργιο δολοφονιών παρόμοιο του οποίου πολύ λίγα χωριά της κατεχόμενης Κύπρου έχουν γνωρίσει στη διάρκεια των δυο φάσεων της τουρκικής εισβολής. Ανθρωποι εκτελούνται μέσα στους δρόμους και αφήνονται άταφοι για πολλές ημέρες ενώ άλλοι ξυλοκοπούνται και βασανίζονται μέχρι θανάτου. Κανένας δεν ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους. Αλλοι πάλι οδηγούνται ομαδικά κατά δεκάδες στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Ενα από τα πρώτα σπίτια στα οποία σταματούν οι τούρκοι στρατιώτες, με την είσοδο τους στο χωριό, είναι το σπίτι του Λούκα Γεωργιάδη, αμερικανού υπηκόου που ζει στην Ασσια εδώ και αρκετό καιρό.

Ο Γεωργιάδης έχει τοποθετήσει την αμερικανική σημαία έξω από το σπίτι του και όπως τη βλέπουν οι τούρκοι σταματούν. Ο Γεωργιάδης ανοίγει την πόρτα λέγοντας τους:

Ονομάζομαι Γεωργιάδης, είμαι αμερικανός πολίτης και εδώ είναι η οικογένειά μου".

Οι τούρκοι ζητούν από τον Γεωργιάδη νερό και αυτός τους δίδει. Τους δίνει ακόμα μερικές μπύρες που έχει ψυγείο του.

Παράλληλα τους καλεί να μπουν και στο σπίτι του, αν θέλουν, αλλά οι τούρκοι του απαντούν ότι δεν επιτρέπεται να μπαίνουν σε αμερικανικά σπίτια.

Απέναντι από το σπίτι του Γεωργιάδη είναι το σπίτι του Κώστα Βύρα. Ενας τούρκος στρατιώτης κατευθύνεται προς αυτό και κτυπά με δύναμη την πόρτα. Ο Γεωργιάδης φοβούμενος ότι δυνατόν ο Βύρας να κινδυνεύει επεμβαίνει και λέγει στους τούρκους:

"Αυτός είναι καλός άνθρωπος, μη του κάνετε κακό".

Ο Τούρκος στρατιώτης επιμένει. Και παρά τις διαμαρτυρίες του Γεωργιάδη και του Βύρα, ο οποίος στο μεταξύ έκαμε την εμφάνιση, αρπάζει τον Βύρα από τα χέρια και τον σύρει μέσα στο δρόμο και τον εκτελεί επί τόπου, χωρίς κανένα λόγο και προειδοποίηση.

Πιο κάτω είναι το σπίτι του Χρήστου Σιήσκου.

Οι Τούρκοι κτυπούν την εξώπορτα και μέχρι να προλάβει ο Σιήσκος να την ανοίξει ορμούν μέσα πυροβολώντας. Ενας τούρκος στρατιώτης τον συλλαμβάνει και τον σύρει κι' αυτόν έξω στο δρόμο.

Οπως ο Σιήσκος προχωρεί με τους άλλους, ανήξερος για το τι συμβαίνει, υποχρεώνεται από ένα τούρκο στρατιώτη να μείνει πίσω και τον σπρώχνει σε ένα στενό δρομάκι.

Ο Σιήσκος τρεκλίζει και ενώ πέφτει στο έδαφος ο τούρκος στρατιώτης δείχνει όλη την αγριότητα του: Πατά τη σκανδάλη του όπλου του και τραυματίζει τον Κυριάκο Σιήσκο στον ώμο, ευτυχώς ελαφρά.

Ο Τούρκος στρατιώτης είναι βέβαιος ότι τον έχει σκοτώσει και τρέχει να προλάβει τους άλλους. Ο νέος ομως γλυτώνει και ύστερα από πολλές περιπλανήσεις κατευθύνεται στο σπίτι του για να τύχει περίθαλψης από τους συγγενείς του που εν τω μεταξύ έχουν αφεθεί ελεύθεροι.

Σε ένα άλλο σημείο του χωριού οι Τούρκοι εισβάλλουν στο σπίτι του Πέτρου Κυριάκου Ζωγράφου. Πριν προλάβει να κινηθεί ο γέροντας ένας στρατιώτης πυροβολεί και σκοτώνει τον γιο του Γεώργιο, 49 ετών, που βρίσκεται στον ηλιακό του σπιτιού.

Τους άλλους ενοίκους τους συλλαμβάνουν και τους μεταφέρουν στο δρόμο προς τη Βατυλή και αργότερα τους αφήνουν ελεύθερους. Τρομοκρατημένοι οι γέροντες επιστρέφουν στο σπίτι τους για να βρουν το γιο τους να κολυμπά σε μια λίμνη από αίμα. Του σκεπάζουν το σώμα με ένα σεντόνι για να το θάψουν ύστερα από μερικές ημέρες σε ένα πρόχωμα του σπιτιού μαζί με τον Χρήστο Σιήσκο.

Στον ίδιο Τάφο τοποθετείται επίσης και ο Κωστής Κ. Σιήσκος, τον οποίο σκοτώνουν οι τούρκοι σε άλλο σημείο του χωριού κι αυτόν εν ψυχρώ.

Οι τούρκοι σκοτώνουν επίσης στα σπίτια τους, τους Κωνσταντή Χριστοφή, Κωστή Γεωργίου Καρούλλα, Γεώργιο Ναθαναήλ Πήττα, Ανδρέα Γεωργίου Λακκοτρύπη, Χαραλαμπού Α. Λακκοτρύπη, Κωνσταντή Χριστοφόρου Πατσαλή, Κωνσταντή Χριστοφή Κουνέλλη, Γιαννή Γιωρκή Χατζηγαβριήλ, Ουρανία Γεωργίου Παρτού και τον Γεώργιο Χρυσοστόμου από το Εξω Μετόχι.

Οι τούρκοι εφαρμόζουν και στην Ασσια την τακτική που έχουν εφαρμόσει και στον Καραβά και τη Λάπηθο, όπου οι νεκροί μένουν άταφοι για αρεκτές ημέρες.

Ετσι κι εδώ οι νεκροί θα μείνουν άταφοι για τέσσερις συνολικά ημέρες, οπότε οι τούρκοι υποχρέωσαν τον Λαμπρή Αντωνίου Πιερή, που έχει εκσκαφέα να τους θάψει σε πρόχειρους ομαδικούς τάφους.

Στο μεταξύ στο χωριό οι τούρκοι συνεχίζουν να δολοφονούν, να βασανίζουν και να ταλαιπωρούν τους κατοίκους της Ασσιας. Πολλοί από αυτούς συλλαμβάνονται και μεταφέρονται σε άλλα σημεία του χωριού, όπου ανακρίνονται και αφήνονται νηστικοί και διψασμένοι για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Μια ομάδα από άνδρες μεταφέρονται στο γκαράζ Παυλίδη και στο Σεράγιο, όπου κρατούνται για μερικές ημέρες. Μεταξύ αυτών είναι ο Θεόδουλος Σολωμού, από την Αφάνεια που έχει καταφύγει στην Ασσια.

Στις 16 Αυγούστου ο Παναγιώτης Ν. Λοϊζου πληγώνεται από αδέσποτη σφαίρα που ρίχνει τούρκος στρατιώτης. Ο πατέρας του τον μεταφέρει στην Αφάνεια, όπου μια τουρκάλλα του προσφέρει τις πρώτες βοήθειες. Στον πατέρα του μικρού οι τούρκοι υπόσχονται ότι θα τον μεταφέρουν στο γιατρό. Αντί στο γιατρό όμως τον μεταφέρουν στο άγνωστο. Κανένας δεν τον ξαναβλέπει.

Την ίδια μέρα οι τούρκοι συλλαμβάνουν μια άλλη ομάδα από κατοίκους της Ασσιας και τους μεταφέρουν στο τουρκικό χωριό Μόρα, δυο χιλιόμετρα δυτικά της Ασσιας. Πρόκειται για τον Γεώργιο Νικόλα Εγγλέζο, 50 χρόνων, τη σύζυγο του, την κόρη του Δεσποινα Φραγκοπούλου με τον άντρα της Αρτέμη Φφραγκόπουλο, τους τρεις γιους του Εγγλέζου, Νίκο 25, Αντωνάκη 18 και Γιαννάκη 16, τους αδελφότεχνους του Χριστάκη Α. Εγγλέζου 14 χρόνων και Γιώργο 12, τον Κώστα Ζαχαριάδη 45, την σύζυγο του, τον γιο του Ανδρέα 15 χρόνων και τις δυο του κόρες.

Οι τούρκοι αφήνουν τελικά ελεύθερους τη σύζυγο του Εγγλέζου και την κόρη της Δέσποινα Φραγκοπούλου, όπως επίσης και τη σύζυγο του Ζαχαριάδη με τις δυο της κόρες.

Οι άλλοι κρατούνται στη Μόρα αιχμάλωτοι και από τότε κανένας δεν τους αναβλλεπει.

Πίσω στην Ασσια ο Παπαπόστολος Κ. Παπαποστόλου, 54 χρόνων, ιερέας από την Ασσια ενώ βρίσκεται στο δρόμο δέχεται την επίθεση μιας ομάδας τούρκων στρατιωτών. Ενας τον κτυπά με το υποκόπανο του όπλου του, ενώ ένας δεύτερος του ξεσχίζει τα ράσα. Τραβά με δύναμη τον σταυρό που κρέμεται από το λαιμό του και τον πετά κάτω στη γη και τον ποδοπατά. Ακολούθως όμως αντιλανβάνεται ότι ο σταυρός έχει κάποια αξία και σκύβει, τυλίγει την καδένα γύρω από το σταυρό και τον τοποθετεί στην τζέπη του.

Πιο κάτω ο λαϊκός ζωγράφος Μιχαήλ Κάσιαλος μένει στο σπίτι του με τη γριά σύζυγό του. Κανένας δεν τους ρωτά μέχρι τις 16 Αυγούστου.

Αυτή την ημέρα μια ομάδα από τους τούρκους στρατιώτες ορμούν σαν σίφουνας στο σπίτι του Κάσιαλου και ο επικεφαλής κατευθύνεται εναντίον του γέροντα ζωγράφου απειλητικά και καλώντας τον να τους δώσει τα λεφτά του.

"Δεν έχω γιέ μου", του απαντά ο Κάσιαλος.

"Θα σε σκοτώσουμε, αν δεν μας δώσεις. Λες ψέματα. εσύ κτίζεις εκκλησιές και λες ότι δεν κρατάς χρήματα", του απαντά ο τούρκος που πιστεύεται πως είναι τουρκοκύπριος από την περιοχη για να γνωρίζει το τι κάνει ο γέροντας.

Πραγματικά ο γέροντας έχει ένα μικρό κομπόδεμα φυλαγμένο. Αυτά τα χρήματα τα φυλάγει με πολλή προσοχή με την ελπίδα να συμπληρώσει τη μικρή εκκλησία που κτίζει με δικά του έξοδα στο χωριό του. Ο τούρκος επιμένει, και προχωρεί μάλιστα στις απειλές του κτυπώντας τον γέροντα με το όπλο του στα πόδια με αποτέλεσμα να πέσει τραυματισμένος στο έδαφος. Ετσι ο γέρο-Κάσιαλος να αποφασίσει να υπακούσει στις απειλές του τούρκου στρατιώτη.

Ο Τούρκος παίρνει το κομπόδεμα του Κάσιαλου και απομακρύνεται. Ο γέροντας παραμένει στο έδαφος για λίγο και με τη βοήθεια της γριάς του σηκώνεται και ξαπλώνει στο κρεβάτι του. Εδώ θα μείνει για άλλες δυο ακόμα ημέρες, οπότε οι τούρκοι θα τον αφήσουν ελεύθερο για να πεθάνει από τα βασανιστήρια σε λίγες ημέρες στην Λάρνακα ξεκληρισμένος και χωρίς να μπορέσει να συμπληρώσει τη μικρή εκκλησιά στο χωριό του.

Οι τούρκοι ελέγχουν πια για καλά το χωριό και δημιουργούν πρόχειρους καταυλισμούς σε διάφορα σπίτια, όπως στο σπίτι του Τάκη Κουταλιανού, όπου υποβάλλουν τους αιχμαλώτους σε βασανιστήρια. Μερικοί κάτοικοι μη αντέχοντες τις κακουχίες αποφασίζουν να αποδράσουν από το κατεχόμενο χωριό και να γλυτώσουν από τις ταλαιπωρίες.

Ετσι ένα βράδυ ο Σάββας Χαπέρης, ο Παπασωτήρης Δαυίδ, ιερέας του χωριού, Χαράλαμπος Κακαής από την Αφάνεια, ο Χαπέσιης Πανάου, ο Ανδρέας Λοϊζου με τον γιο του Κωστάκη και ο Λεοντής Θεωρή αποφασίζουν να αποδράσουν. Και ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες φθάνουν στο δασάκι της Αχνας περπατώντας μέσα από κατεχόμενα εδάφη. το ίδιο κάμνει αργότερα και ο Γαβριήλ Χ" Γαβριήλ, 75 χρόνων.

Μια άλλη ομάδα αποτελούμενη από τους Απόστολο Φιλίππου, Κώστα Ι. Κκοστρτίκκη, Δημήτρη Ανδρέου και άλλους προσπαθούν και αυτοί να φύγουν. Δεν έχουν όμως την ίδια τύχη με τους άλλους γιατί πέφτουν φαίνεται σε τουρκική περίπολο.

Οι μέρες στην Ασσια κυλούν πια δύσκολα. Οι Ελληνες βρίσκονται υπό τον απόλυτο έλεγχο των τούρκων στρατιωτών και στις 21 αποφασίζουν ότι έχει φθάσει η ώρα για να εκκενώσουν το χωριό και να προχωρήσουν στην εφαρμογή των σχεδίων τους. Ετσι πολλά γυναικόπαιδα τοποθετούνται στα αυτοκίνητα και μεταφέρονται στο μικτό χωριό Πύλα, κοντά στη Λάρνακα, όπου παραδίδονται στις αρχές της Δημοκρατίας.

Οι άνδρες συγκεντρώνονται στην πλατεία του χωριού και τοποθετούνται σε τρία στρατιωτικά αυτοκίνητα. Τα αυτοκίνητα ξεκινούν και ύστερα από μια σύντομη διαδρομή σταματούν στο τουρκοκυπριακό χωριό Αγιά Κεπήρ. Υστερα από ένα μικρό σταθμό κατευθύνονται προς το Γκαράζ Παυλίδη, στην τουρκική συνοικία της Λευκωσίας.

Πάνω στα φορτηγά βρίσκονται οι πιο κάτω κάτοικοι της Ασσιας:

- Χρίστος Μίας, 60 χρόνων,

- Γεώργιο Πάτρας, 62,

- Κωνσταντής Μουστάκα, 58,

- Χρίστος Τσικουρής, 62

- Βάσος Θεοφάνους, 55,

- Βάσος Βασιλείου, 56,

- Γιάννος Μιχαήλ ,64

- Κυριάκος Λεοντίου 67,

- Μιχαήλ Χατζηδανιήλ, 60,

- Απόστολος Π. Ττόφα, 55,

- Κωνσταντής Στρατουράς, 63,

- Παναγής Κ. Τσίτσιου, 60,

- Στυλιανός Πρατσή, 60,

- Γεώργιος Δημητρός , 57

- Ττοφής Δημητρός, 59,

- Χρίστος Π. Ττόφα, 67

- Αντωνας Διάρκου, 66

- Δαυίθ Κ. Φώτη, 50,

- Κυριάκος Κκοστρίκκης 66,

- Δημήτρης Κκοστρίκκης, 56,

- Αντώνης Χαραλάμπους, 60,

- Μιχαήλ Χαραλάμπους, 59

- Δημήτρης Καμπούρης, 59,

- Λάμπρος Πιερής , 59,

- Κυριάκος Π. Κουτής, 56,

- Γεώργιος Φωρή, 57,

- Κωνσταντής Χρ. Βοσκού, 55,

- Χριστούδιας Χαραλάμπους, 68,

- Ηλίας Παναγή Μανή, 62,

- Χαμπής Γιωρκουνή, 57,

- Διομήδης Χατζηκωσταντή ,62,

- Φραγκόπουλος Δαυίδ, 50,

- Κλεάνθης Σάββα 55,

- Χριστάκης Πανάου, 70,

- Χρήστος Γιακουμή, 65,

- Αντώνης Χριστάκη, 55,

- Κυπρής Χαραλάμπους, 65,

- Κυριάκος Κουμή, 63,

- Ανδρέας Πρατσής, 63,

- Γεώργιος Μ. Χατζηκουτσού, 68,

- Σάββας Κυριάκου Σιουμμά, 62,

- Χ" Κυριάκος Χρ. Κόκκκινος, 70,

- Γιακουμής Π. Κουτής, 60,

- Δημήτρης Σ. Παριζιάνας, 60,

- Χρυσόστομος Γεωργίου, 60,

- Παναγής Παντελή, 55,

- Ανδρέας Παναγή Χρίστου, 54,

- Ανδρέας Σκούρος, 64,

- Ματθαίος Μιχαήλ, 56,

- Γιαννης Καλλή Πόντικα, 57

- Κώστας Μιχαήλ Ττούτα, 75

- Κυριάκος Καμένος 47,

- Ανδρέας Τρεμετουσιώτης, 48,

- Τάκης Καλλής, 42

- Παναγής Γενναδίου, 45,

- Λοϊζος Φώτη, 44,

- Δημήτρης Α. Κασάπης, 38,

- Γιαννής Γ. Κωμοδρόμος, 33,

- Αδάμος Στυλιανού, 45,

- Δημήτης Αδάμου 15,

- Φώτης Αντωνίου 35,

- Γεώργιος Αντωνίου, 38,

- Αντωνακης Γ. Αντωνίου, 16,

- Νίκος Ψαράς, 44,

- Μιχάλης Σωτήρη, 35,

- Ανδρέας Πιερή, 25,

- Στέλιος Κωνσταντή, 30, και

- Μιχαλάκης Στυλ. Πρατσή, 23.

Στα αυτοκίνητα ανεβαίνουν επίσης οι ακόλουθοι:

- Ανδρέας Ζεβλάρης, από την Κυθρέα, 63 χρόνων,

- Κωνσταντής Χαραλάμπους 58, από το Παλαιομέτοχο,

- Ξάνθος Μιχαηλίδης, 58, Κυθρέα,

- Κώστας Ζαχαριάδης, 50, Κυθρέα, και

- Ανδρέας Ζαχαριάδης, 15, Κυθρέα,

Επίσης ανεβαίνουν οι ακόλουθοι κάτοικοι Νέου Χωρίου Κυθρέας:

- Σοφοκλής Ζαβρός, 60,

- Κυριάκος Μένοικος 62,

- Αντώνης χάρης, 60,

- Χρίστος Τζωρτζής, 58,

- Ανδρέας Τζάμπος, 55,

- Γεώργιος Ταντελές, 56,

- Ανδρέας Γιάννου, 58,

- Πρόδρομος Καραγιάννη, 56,

- Νικόλας Φώτη, 60, και

- Λέανδρος Σάββα, 64.

Μόλις τα αυτοκίνητα σταματούν στο Γκαράζ Παυλίδη οι τούρκοι αρχίζουν την επιλογή και διατάζουν 18 από αυτούς δηλαδή τους Κ. Καμένο, Α. Τρμετουσιώτη, Τ. Καλλή, Π. Γενναδίου, Α. Φώτη, Δ. Κασάπη, Γ. Κωμοδρόμο, Α. Στυλιανού, Α. Δημητρίου, Δ. Αδάμου, Φ. Αντωνίου, Γ. Αντωνίου, Α. Αντωνίου, Ν. Ψαρά. Μ. Σωτήρη, Α. Πιερή, Στ. Κωνσταντή και Μ. Πρατσή να κατέβουν από τα αυτοκίνητα. Αυτοί είναι νέοι που τους θέλουν για αιχμαλώτους.

ο υπεύθυνος αξιωματικός διατάζει όπως τους υπόλοιπους τους μεταφέρουν στο χωριό τους, γιατί δεν τους χρειαζόταν.

Τα λεωφορεία ξεκίνησαν για την Ασσια αλλά δεν έφθασαν ποτέ στο χωριό, κι έτσι καταγράφηκε η πιο μεγάλη εξαφάνιση ομάδας ανθρώπων που παρατηρήθηκε κατά τις ημέρες της τουρκικής εισβολής.

Οι τούρκοι δεν έδωσαν ποτέ καμιά εξήγηση για την τύχη αυτών των ανθρώπων.