Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

15.8.1974: Πενήντα Εθνοφρουροί παραδίδονται ομαδικά στους Τούρκους στο χωριό Βώνη, που μετατρέπεται σε κόλαση εκατοντάδων εγκλωβισμένων, οι οποίοι βασανίζονται μέχρι θανάτου.

S-2217

15.8.1974: ΕΘΝΟΦΡΟΥΡΟΙ ΠΑΡΑΔIΔΟΝΤΑΙ ΟΜΑΔΙΚΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΒΩΝΗ, ΠΟΥ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΕ ΚΟΛΑΣΗ ΕΚAΤΟΝΤΑΔΩΝ ΕΓΚΛΩΒΙΣΜΕΝΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΒΑΣΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ

Η Βώνη είναι ένα μικρό χωριό πάνω στον κύριο δρόμο Λευκωσίας- Αμμοχώστου (νέος δρόμος) σε απόσταση 15 χιλιομέτρων περίπου ανατολικά της Λευκωσίας. Στα βόρεια της σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων βρίσκεται η Κυθρέα και στα ανατολικά της το Παλαίκυθρο. Ανήκει στην επαρχία Λευκωσίας και βρίσκεται στη Μεσαορία.

Είναι από τα πρώτα χωριά που δέχονται τη μανία των εισβολέων όταν καταρρέει το μέτωπο στη Μιά Μηλιά με τη δεύτερη φάση της τουρκκής εισβολής στις 14 Αυγούστου 1974.

Πολλοί κάτοικοι έχουν απομακρυνθεί από το χωριό αλλά 70 από αυτούς. Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, παραμένουν εγκλωβισμένοι και οι τούρκοι εκμεταλλεύονται κάποιες εγκαταστάσεις που διαθέτει όπως η Εκκλησία και το Σχολείο, και το μετατρέπουν σε ένα απάνθρωπο στρατόπεδο συγκέντρωσης βιασμών, δολοφονιών και βασανιστηρίων όσων μεταφέρουν από τα γύρω χωριά ως πρώτο σταθμό πριν από τη μεταφορά τους είτε στην Τουρκία ως αιχμαλώτους, είτε στο γκαράζ Παυλίδη στην καστεχόμενη Λευκωσία.

Με την κατάρρευση του μετώπου στις 14 Αυγούστου μια μεγάλη ομάδα από 50 στρατιώτες καταφεύγουν στο χωριό και οι λίγες γυναίκες που έχουν απομείνει σ' αυτό φροντίζουν να ους προμηθεύσουν με πολιτικά ρούχα.

Είναι όλοι νηστικοί και καταϊδρωμένοι-και το χειρότερο τρομοκρατημένοι.

Τριάντα πέντε από αυτούς που ανήκουν στο Τάγμα του Τάσου Μάρκου καταφεύγουν στο σπίτι της κ. Φρόσως Δήμου η οποία τους προμηθεύει με πολιτικά ρούχα.

Τελευταίος φθάνει ο δάσκαλος Πανίκος Λάμπρου. Η κ. Δήμου δεν έχει άλλα ρούχα. Το μόνο που της έχει απομείνει είναι μια κόκκινη φανέλλα που φορούν οι ποδοσφαιριστές και του την δίνει. Ο δάσκαλος γελά. Πιστεύει ότι η φανέλλα αυτή θα τον κάνει να ξεχωρίζει από τους άλλους.

Η κ. Δήμου δεν θέλει να αφήσει κανένα παραπονεμένο. Πετάγεται σε μια γειτόνισσα της και φέρνει και σ' αυτόν κατάλληλα πολιτικά ρούχα.

Στο ίδιο σπίτι έχουν καταφύγει επίσης οι Κυριάκος Γεωργίου Τουρουρού, Παντελάκης, Βαρνάβας, Ειρήνη και Νίκος Γεωργίου Τουρουρού, όλοι από το Παλαίκυθρο.

Οι νέοι μένουν στο στίτι της κυρίας Δήμου με την ελπίδα ότι όλα θα περάσουν γρήγορα. Το βράδυ όμως ακούν πυροβολισμούς και δυο στρατιώτες, ο Γεώργιος Θ. Λάμπρου Ακχάς και Χριστάκης Νικολάου Παρπέρης, και οι δυο από το Δάλι φεύγουν για να ερευνήσουν την περιοχή. Μόλις φεύγουν οι στρατιώτες οι πυροβολισμοί εντείνονται. Οι δυο στρατιώτες πέφτουν σε τουρκική περίπολο, συλλαμβάνονται και μεταφέρονται στην αιχμαλωσία χωρίς να το γνωρίζουν αυτό οι άλλοι στρατιώτες που μένουν στο σπιτι της Δήμου και οι οποίοι άρχισαν ήδη να ανησυχούν για την τύχη τους και για τις επόμενες ενέργειες τους.

Ενας από αυτούς αρχίζει να καταγράφει τα ονόματα των παρισταμένων. Οι περισσότεροι είναι γνωστοί μεταξύ τους: Σάββας Συμεού, Κύπρος Νικολάου, Θεράπων Ζήνωνος, Ανδρέας Ορφανός, Χρύσανθος Χρυσάνθου, Νίκος Σπύρου, Ανδρέας Αποστόλου και Πανίκος Λάμπρου, όλοι από τον Λυθροδόντα,

Δημήτριος Συμεού, Μιχαλάκης Γρούτας και Νίκος Δημητρίου Τσελεπής από το Δάλι.

Χαράλαμπος Τουμάζου και Παναγιώτης Μηνά από το Λευκόνοικο,

Λεωνίδας Λεωνίδα από την Ασσια,

Αντώνιος Γεωργίου από το Μάμμαρι και Ανδρέας Σάββα από τη Δωρά,

Γιάγκος Μιχαήλ, Κώστας Χαραλάμπους και Ντίνος Ευθυμίου όλοι από το Τσέρι,

Παναγιώτης Γεωργίου Τουρουρού από το Παλαίκυθρο,

Μιχαλάκης Κοκκινόβουκος από την Κοντέα, Γεώργιος Αριστείδου και Γιάγκος Λουκά από το Κελλάκι,

Χαράλαμπος Αντωνίου από τις Γερακιές,

Χρίστος Χρίστου από την Αγία Νάπα,

Χρίστος Σωφρονίου από την Πηγή,

Κυριάκος Χρίστου, από την Κάτω Δερύνεια,

Βάσος Σάββα από τη Γύψου,

Αντωνης Ειρηναίου από τον Αγιο Σέργιο,

Τάκης Χριστοδούλου από τη Γιόλου,

Βάσος Αργυρού από το Πυρόϊ,

Χριστόδουλος Μαούζη από τη Βουκολίδα,

Κωστάκης Πρίγκης από την Ορμήδεια,

Στον κατάλογο περιλήφθηκαν επίσης και τα ονόματα των δυο στρατιωτών που είχαν φύγει χωρίς να επιστρέψουν δηλαδή των Γεωργίου Λάμπρου Ακχά και Χριστάκη Παρπέρη από το Δάλι.

Αυτός που συμπλήρωσε τον κατάλογο με τα ονόματα των Εθνοφρουρών, τον έδωσε στην κ. Δήμου λέγοντας της:

- Θκιά, να προσέχεις σαν τα μάθκια σου τούτες τις κολλούδες.

Ηταν τρεις μικρές κόλλες τις οποίες έδωσε στην κ. Δήμου η οποία τις έβαλε στον κόρφο της και τον μετέφερε μαζί της στις ελεύθερες περιοχές μετά την απελευθέρωση της από τη Βώνη.

Οταν την επομένη ο ήλιος ανεβαίνει ψηλά στον ουρανό, οι Εθνοφρουροί που μένουν στο σπίτι της κ. Δήμου αισθάνονται ότι ο κλοιός γύρω τους στενεύει ακόμα περισσότερο. Ετσι ένας από αυτούς ανεβαίνει στην οροφή του σπιτιού και τοποθετεί ένα άσπρο πανί. Ηταν καιρός, γιατί αυτή τη στιγμή μερικοί τουρκοκύπριοι πλησιάζουν στο σπίτι της κ. Δήμου.

Αυτή τη στιγμή ο Κωστάκης Πρίγκης από την Ορμήδεια θεωρεί κατάλληλη για να πλησιάσει την κ. Δήμου, βγάζοντας από την τζέπη του δυο πεντάλιρα και της τα δίνει λέγοντας της:

" Τούτα τα λεφτά εν να σου τα αφήσω. Ξόθκιαστα. Κάμετα ό,τι θέλεις. Το μόνο που θέλω που σένα είναι να πεις στους δικούς μου ότι ήμουν μαζί σου".

Στη συνέχεια ο Πρίγκης βγάζει τις φωτογραφίες των παιδιών του, τις φιλά κι ενώ τα δάκρυα τρέχουν από τα μάτια του λες και τα αποχωρίζεται δίνει τις φωτογραφίες στην κ. Δήμου. Τάχει χαμένα. Μετανιώνει. Επιστρέφει και τις παίρνει για να τις έχει μαζί του.

Οι τουρκοκύπριοι βάζουν τους Εθνοφρουρούς στη γραμμή μαζί με τους κατοίκους του Παλαικύθρου και τους οδηγούν στο τουρκικό χωριό Επηχώ, λίγο πιο κάτω.

- Πού εν να τους πάρετε, ρωτά τον επικεφαλής η κ. Δήμου.

- Στήν Επηχώ, θκιά, μεν φοάσαι, εν' να τους πάρουμε να καθαρίσουν το χωρκό.

Οι τουρκοκύπριοι που γνωρίζουν καλά τα ελληνικά, φεύγουν μαζί με τους Εθνοφρουρούς... Νέα τους δεν υπάρχουν πλέον....

ΔΙΑΦΥΓΗ ΔΥΟ ΑΛΛΩΝ ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ: Οι συλληφθέντες εθνοφρουροί προτίμησαν να παραμείνουν στο σπίτι της κυρίας Δήμου. Ομως άλλοι δυο σύντροφοί τους, οι Χαράλαμπος Νκκολάου από την Αμμόχωστο (σήμερα 2009 Παπαχαράλαμπος Νικολάου) και Αλέξανδρος Ξενοφώντος από τον Βαθύλακα παρουσιάζονται ανυπότακτοι.

Εκφράζουν φόβους ότι αν τους συλλάβουν οι τούρκοι θα τους σκοτώσουν και παίρνουν το δρόμο με την ελπίδα να φθάσουν στην ελευθερία.

Ο ένας από αυτούς, ο Χαράλαμπος Νικολάου (Παπαχαράλαμπος σήμερα 2009) υπηρετούσε στην Πυροβολαρχία της 181 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού και στις 14 Αυγούστου 1974 στον Κουτσοβέντη.

Αφηγήθηκε ο ίδιος στον Βάσο Βασιλείου (Φιλελεύθερος 22.8.2009):

" Ο τότε Χαράλαμπος ήταν παρατηρητής πυροβολικού στον Κουτσοβέντη και συγκεκριμένα στην Πυροβολαρχία της 181 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού. Για δέκα λεπτά δεν πρόλαβε την Α και Β Πυροβολαρχία της Μοίρας που καταστράφηκαν στο Συγχαρί όταν εγκαταλείφθηκαν και εγκλωβίστηκαν.

Ο Παπαχαράλαμπος θυμάται: " Η Πυροβολαρχία της 181 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού ήταν ταγμένη στη Βώνη, όπου η κ. Φρόσω Δήμου μαγείρευε κάθε μέρα για τους στρατιώτες και στη συνέχεια φιλοξένησε 37 από αυτούς στο σπίτι της. Δυο τρεις μέρες μετά με έστειλαν στον Κουτσοβέντη σε ένα ύψωμα κοντά στον Αγιο Χρυσόστομο, όπου λειτουργούσε ως παρατηρητήριο. Εκεί βρισκόταν και η μονάδα του Τάσσου Μάρκου ο οποίος δεν εγκατέλειψε τις θέσεις του και αγνοείται αλλά αυτό καθυστέρησε την υποχώρηση τους οπόταν έμειναν στη Βώνη. Ο Παπαχαράλαμπος μαζί με άλλους 35 στρατιώτες βρέθηκε στο σπίτι της κυρίας Φρόσως Δήμου.

Μαζί με τον Αλέξανδρο Ξενοφώντος από τον Βαθύλακα αναχωρήσαμε από το σπίτι στις 3 το πρωί της 15ης Αυγούστου. Οι υπόλοιποι κατάγονταν από το Πέρα Χωριό, τη Νήσου, την Αλάμπρα και άλλα χωριά, δεν έφευγαν. Τους παρακαλούσα από το βράδυ να φύγουμε. Τους είπα ότι θα μας σκοτώσουν αν μέναμε. Ο αδελφός του Ειρηναίου που ήταν στο ίδιο σπίτι στη Βώνη και δεν έφυγε, μου ανέφερε ότι τα λείψανα του εντοπίστηκαν το 2005 κοντά σε στρατόπεδο στην Επιχώ. Εντοπίστηκαν 34 λείψανα εκτός από τα λείψανα του Ειρηναίου, ο οποίος φαίνεται να πυροβολήθηκε όταν προσπάθησε να δραπετεύσει από τη σύλληψη. Οι 35 κρύβονταν στο σπίτι της κυρίς Φρόσως και σε άλλα δυο σπίτια είχαν αναρτήσει λευκό πανί για να παραδοθούν στους τούρκους.

Εγώ και ο Αλέξανδρος θεωρήσαμε ότι το βουνό θα μας παρείχε κάλυψη γιατί αυτό και προτιμήσαμε να φύγουμε. Πήγαμε στη θέση των πυροβόλων της Γ Πυρολαρχίας και ήταν όλα βομβαρδισμένα. Βρήκαμε ένα κάνιστρο και το γεμίσαμε νερό. Πήραμε και σφαίρες και πήγαμε ξανά στο σπίτι της κυρίας Φρόσως για να καλέσουμε και τους υπόλοιπους να έρθουν μαζί μας. Αυτοί μας θεωρούσαν μελλοθάνατους και παρέμειναν. Δεν πίστευα ότι αν μας συνελάμβαναν οι τούρκοι θα επιβιώναμε. Ημουν όπως το λιοντάρι στο κλουβί και ήθελα να φύγω. Η αλήθεια είναι ότι επειδή το χωριό ήταν κοντά στον κύριο δρόμο προς την Αμμόχωστο υπήρχε κίνδυνος να εντοπιστούμε από τους τούρκους.

Ενώ φεύγαμε σκουντουφλήσαμε στο πτώμα μιας δεξαεξάχρονης και κάποιας άλλης γυναίκας, τις οποίες πυροβόλησαν από άρμα μάχης που διερχόταν από την περιοχή. Βρίσκονταν σε μια ποταμοσιά προς το Παλαίκυθρο. Επρεπε να τα παίξουμε όλα για όλα και να προχωρήσουμε".

Κι' αυτό έκαναν. Προχώρησαν προς την Ακανθού, την Καλογραία, το Φλαμούδι, τον Δαυλό, την Καντάρα, το Τρίκωμο κρυβόμενοι πότε σε σπηλιές και πότε σε λάκκους.

Στο Φλαμούδι λέγει συνάντησαν άλλους στρατιώτες και χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες των έξη ατόμων.

Προσθέτει:

" Η μια ομάδα εντοπίστηκε εύκολα επειδή εισήλθε σε φάρμα, η οποία βρισκόταν σε πεδινή περιοχή. Οι τούρκοι κατέβηκαν μια μέρα και τους περικύκλωσαν και ακολούθησε συμπλοκή. Δυο από την ομάδα παρέμειναν για να καλύψουν τους υπόλοιπους και σκοτώθηκαν. Πρόκειται για τον καταδρομέα Κώστα Αυξεντίου και τον Κυριάκο Κυριάκου από το Καϊμακλί του 361 Τ.Π. Οι υπόλοιποι της φάρμας συνελήφθησαν αιχμάλωτοι λίγο πιο κάτω και αφέθηκαν ελεύθεροι ύστερα από 25 μέρες.

Ο Παπαχαράλαμπος με τον σύντροφό του έφθασαν τελικά στις βρεττανικές βάσεις και στη σωτηρία.

ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΕΙΣ: Οι τούρκοι συνεχίζουν τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις τους στην περιοχή και τους περισσότερους που συλλαμβάνουν, τους μεταφέρουν στη Βώνη. Μέχρι το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου έχουν μεταφερθεί γύρω στα 650 άτομα από τα χωριά Νέο Χωρίο, Κυθραία, Παλαίκυθρο και Τραχώνι.

Οι περισότεροι από αυτούς είναι ηλικιωμένοι και γυναικόπαιδα. Οι πιο νέοι μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στην Τουρκία μέσω Κερύνειας ή εκτελέστηκαν εν ψυχρώ σε διάφορα σημεία της Μεσαορίας όπου συνελήφθησαν.

Η ζωή στη Βώνη είναι πολυ δύσκολη. Οι άνδρες τοποθετούνται στη εκκλησία και οι γυναίκες στο σχολείο και σε μερικά σπίτια του χωριού, αλλά οι υγειονομικές συνθήκες είναι απελπιστικά άσχημες.

Ολοι τους έχουν ζήσει πολύ τρομερές στιγμές και ο φόβος δεν τους επιτρέπει να αναζητήσουν τώρα πολυτέλειες. Μόνο σε μια αίθουσα του σχολείου μένουν 76 γυναικόπαιδα κάθε ηλικίας. Η κατάσταση είναι αφόρητη. Από την άλλη οι ασθένειες και κυρίως η δυσεντερία πλήττουν τους γέροντες και τα παιδιά κυρίως.

Οι Τούρκοι δεν φαίνονται να γνοιάζονται γι' αυτούς. Εχουν άλλες ασχολίες, όπως πόσα θα μαζέψουν από τα εγκαταλελειμένα σπίτια και πόσους θα γράψει ο καθένας στο σημειωματάριο του ότι σκότωσε ή εκδικήθηκε...

Ετσι σε μια έφοδο στο σπίτι της Μηλούς Μιχαήλ ένας τούρκος την σκοτώνει μαζί με τυφλό γέροντα σύζυγό της χωρίς καμιά εξήγηση.

Η Εκκλησία εκτός από ...ξενοδοχείο έχει μετατραπεί και σε ανακριτήριο.

Στην εκκλησία έχει μεταφερθεί και ο εντεκάχρονος Γεώργιος Λιασής από το Παλαίκυθρο με μια σφαίρα στην κεφαλή. Ο Ερυθρός Σταυρός το πληροφορείται κάποτε, όταν έρχεται στο χωριό ύστερα από ένα μήνα και ειδοποιεί τον πρίγκηπα Σαντρουτίν Αγά Χαν που ανήκει στην Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες.

Ο Αγά Χαν αποφασίζει να κινηθεί προσωπικά για να σώσει το παιδάκι. Ελπίζει ότι οι τούρκοι δεν θα φέρουν καμιά αντίσταση, μια και πρόκειται για ένα εντεκάχρονο που δεν είναι στρατιωτικός ενώ υποφέρει κιόλας.

Φθάνοντας στην Εκκλησία της Βώνης με τον Ερυθρό Σταυρό ο Πρίγκηπας διαπιστώνει την τραγική κατάσταση του μικρού και τον παίρνει από το χέρι για να τον μεταφέρει με το αυτοκίνητο του στο Νοσοκομείο.

Ωστόσο, ο υπεύθυνος της φρουράς, υπολοχαγός Κοσιάρ, έχει αντίθετη γνώμη. Επεμβαίνει, παίρνει τον μικρό από το χέρι, και σύροντας τον και σπρώχνοντας τον μακρυά τον διατάζει να μπει και πάλι στην Εκκλησία.

- Το παιδί χρειάζεται ιατρική περίθαλψη φωνάζει ο Aγά Xαν.

- Θα το πάρουμε εμείς, θα του αφαιρέσουμε την σφαίρα και θα το φέρουμε πίσω. Εχετε την εγγύηση μου. Θέλω κι εγώ να τύχει θεραπείας.

Ο Αγά Χαν απαντά:

- Εχει μια σφαίρα στο κεφάλι κι' εμείς θα τον φροντίσουμε, αν δώσετε τη συγκατάθεση σας.

Ο υπολοχαγός Κοσιάρ είναι αμετάπειστος.

- Αύριο το παιδί θα το δει γιατρός, σας το εγγυούμαι.

- Πρόκειται για ανθρωπιστικό θέμα. Πρέπει να αφαιρεθεί η σφαίρα από το κεφάλι του παιδιού, επιμένει ο

Αγά Χαν.

Ο υπολοχαγός δεν συμφωνεί να αφήσει ο παιδί.

Φεύγοντας ο Πρίγκηπας φωνάζει στον υπολοχαγό κάπως αγανακτισμένα:

- Ελπίζω ποτέ να μη σας τύχει να έχετε μια σφαίρα στο κεφάλι...

Ο υπολοχαγός δεν απαντά. Αλλά η επέμβαση του Αγά Χαν φέρνει αποτελέσματα. Ο Λιασής τυγχάνει ιατρικής φροντίδας.

Αλλά τα βάσανα των εγκλωβισμένων στην εκκλησία της Βώνης δεν λένε να τελειώσουν.

Ενας, ένας απομακρύνονται και ξυλοκοπούνται. Πολλοί δεν αντέχουν στο ξύλο και υποκύπτουν στο μοιραίο. Ενας από αυτούς είναι ο Παύλος Παυλαττής από την Κυθρέα. Δυο τούρκοι τον βγάζουν έξω από την εκκλησία και αρχίζουν να τον κτυπούν χωρίς λόγο. Οι φωνές του ακούγονται απελπιστικές. Κανένας δεν μπορεί να τον βοηθήσει. Οποιος τολμήσει να επέμβει παθαίνει χειρότερα. Ετσι ο καθένας προτιμά να κρύφθηκε και να κλείσει τα αυτιά του με τα χέρια του για να μη ακούει τις απελπισμένες φωνές του Παυλαττή.

Για τους περισσότερους είναι συνηθισμένο γεγονός, αλλά αυτή τη φορά οι τούρκοι έχουν υπερβεί τη συνηθισμένη διαδικασία.

Κάποτε σταματούν και μεταφέρουν τον Παυλαττή μέσα στην Εκκλησία. Είναι ημιλιπόθυμος. Ολο του το σώμα είαι κατάμαυρο και αιματωμένο από τα κτυπήματα. Από το πρόσωπο του τρέχει αίμα. Δεν μπορεί να μιλήσει. Και από τις άναρθρες κραυγές του κάποιος ξεχωρίζει ότι θέλει νερό. Πλησιάζει ένα ποτήρι στο στόμα του. Ο γέροντας πίνει μερικές γουλιές, γέρνει το κεφάλι προς την άλλη μεριά και ξεψυχά...

Αλλος γέροντας μεταφέρεται στο ιερό της Εκκλησίας όπου βρίσκεται ο ανακριτής.

- Σε είδα να πολεμάς στο Τζιάος.

- Εμένα;

- Ναι.

- Εγώ 70 χρόνων να πολεμώ γιέ μου;

- Θα σε παίξεω αν λες ψέματα.

- Παίξε με αλλά τέτοιο πράμα δεν έκαμα.

Ο ανακριτής τον τραβά από τα μαλιά και αρχίζει να κτυπά το κεφάλι του στον τοίχο.

Το μαρτύριο επαναλαβάνεται αργότερα μόλις ο γέρουντας ξεκουράζεται και πίνει ένα ποτήρι νερό. Ο ανακριτής κάθεται στα γόνατα του και ένας δεύτερος τον κτυπά κάτω από τα πόδια με ένα ξύλο. Εκείνο που δεν αντέχει ο γέροντας είναι την επομένη ενέργιεα του τούρκου ανακρτή, ο οποίος τον πλησιάζει και σβήνει σιγά, σιγά το τσιγάρο του στο στήθος του, λες και τον σβήνει σε ένα τασάκι που βρίσκεται κάπως μακρυά του και δεν φθάνει...

Τα βάσανα των εγκλωβισμένων δεν έχουν τελειωμό.

Ενα βάδυ οι τούρκοι απαγάγουν επτά εγκλωβισμένους και τους μεταφέρουν σε άγνωστο μέρος. Μεταξύ αυτών είναι οι Γεώργιος Τουρουρού, Αντρέας Αντζουλής και Γεώργιος Λοϊζου.

Μέσα στην εκκλησία της Βώνης είναι και δυο ιερωμένοι: Ο Παπανδρέας, ιερέας του Τραχωνίου και ο Παπαγιώργης, ιερέας του Παλαικύθρου.

Οι δυο ιερωμένοι υποβάλλονται σε σκληρά βασανιστήρια και εξευτελισμούς, καθώς οι τούρκοι τους κόβουν τις γενειάδες και τα μαλλιά τους.

Ομως μέσα στους πόνους τους κοιτάζουν με αγανάκτηση τα ιερά σκεύη και τις εικόνες της εκκλησίας να ποδοπατούνται και να βεβηλώνονται.

ΒΙΑΣΜΟΙ

Η Ελένη Ν. Πεπέ, από το Νέο Χωρίο Κυθραίας, η οποία έκαμε εγκλωβισμένη στη Βώνη ανέφερε στις 5 Σεπτεμβρίου (εφημερίδα Ο ΑΓΩΝ 6.9.1974) όταν αφέθηκε ελεύθερη ότι οι τούρκοι βίαζαν ανυπεράσπιστες νέες κάτω από την απειλή των όπλων τους και μπροστά στα μάτια γονιών τους ακόμα και μέσα στην εκκλησία του χωριού.

Ανέφερε ακόμα:

"Σε μια άλλη περίπτωση οι τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στην εκκλησία που ήσαν συγκεντρωμένα τα γυναικόπαιδα και διέταξαν όλους να σηκωθούν. Υστερα δάλεξαν τρεις κοπέλλες και τις πήραν μαζί τους. Οπως εδήλωσαν αργότερα οι κοπέλλες οι τούρκοι τις μετέφεραν σε γετονικά σπίτια τις βίασαν.....

"Οι τούρκοι στρατιώται ικανοποιούσαν φυσικές ανάγκες τους μέσα στο ιερό της εκκλησίας...

Οι εγκλωβισμένοι παρέμειναν για αρκετό ακόμα διάστημα στη Βώνη κάτω από τις ίδιες δραματικές συνθήκες. Οταν πια η Βώνη ξεκληρίστηκε ένας αριθμός ατόμων αποτελούν έκτοτε τον τραγικό κατάλογο αυτών που πλήρωσαν για τη ζωή τους, την αγάπη του για τον τόπο τους. Αυτοί σύμφωνα με ανακοίνωση της Παγκύπριας Επιτροπής Εγκλωβισμένων, στις 30 Νοεμβρίου 1974 είναι οι Δέσποινα Χριστοδούλου Ττοουλή Παπά, 75 χρόνων, και ο γιός της, Κυριακού Σαββή Κόνα, 70 χρόνων, Θεοχάρης Σάββα Ζαμπακίδης, 70, Θεοχάρης Σταυράκης 65, Γιάγκος Σταυράκης 59, Παύλος Κωστή 42, Γεώργιος Λιμνιώτης, 30, Δέσποινα Παπαγεωργίου, Σωτήρης Πίτσιλλος 60, Χριστόδουλος Βλάμης, 52, Κώστας Πιριντζής 52, Θεωρής Ιωάννου 55, Μαρίτσα Χατζηκωνσταντίνου Γιούπα 75, Κώστας Βλάμης, 75, Παύλος Κωστή Αρτάκα, 50, Γεώργιος Μαρνέρος 80, και Μαρίτσα Πέτσα.