Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

15.8.1974: Οι εισβολείς ορμούν στο Νέο Χωρίο Κυθραίας και πυροβολούν αδιάκριτα εναντίον των κατοίκων. Σε ένα σπίτι ένα κοριτσάκι μόλις 13 μηνών ξαπλωμένο πάνω στο νεκρό σώμα της μητέρας του προσπαθεί να κρατηθεί στη ζωή γλείφοντας το αίμα της...

S-2210

15.8.1974: ΟΙ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ ΟΡΜΟΥΝ ΣΤΟ ΝΕΟ ΧΩΡΙΟ ΚΥΘΡΕΑΣ ΚΑΙ ΠΥΡΟΒΟΛΟΥΝ ΑΔΙΑΚΡΙΤΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ. ΣΕ ΕΝΑ ΣΠΙΤΙ ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΜΟΛΙΣ 13 ΜΗΝΩΝ, ΞΑΠΛΩΜΕΝΟ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΝΕΚΡΟ ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΚΡΑΤΗΘΕΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΓΛΕΙΦΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΗΣ...

Το Νέο Χωρίο Κυθρέας βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τη Μια Μηλιά, το πρώτο ελληνοκυπριακό χωριό που βρέθηκε στη μπούκα των όπλων του τούρκων εισβολέων με την προέλαση τους ανατολικά από την περιοχή της Λευκωσίας προς την Αμμόχωστο, κατά την έναρξη της δεύτερης φάσης της εισβολής στις 14 Αυγούστου 1974.

Τα τουρκικά άρματα στη διάρκεια της φάσης αυτής παράκαμπταν τα χωριά και είχαν ως στόχο να προελάσουν όσο γρήγορα γινόταν προς την Αμμόχωστο για να ενώσουν το θύλακα Λευκωσίας- Κερύνειας με εκείνον της Αμμοχώστου.

Στα χωριά που βρίσκονταν στο διάβα τους δεν εισέρχονταν αμέσως ή δεν άρχιζαν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις γιατί πίστευαν, ότι οι ελληνοκύπριοι κάτοικοι τους θα τα εγκατέλειπαν μόνοι τους μόλις θα πληροφορούνταν την άφιξη ή την επικείμενη άφιξη του τουρκικού στρατού γιατί δεν υπήρχαν ελληνοκυπριακές δυνάμεις για να αντισταθούν σ' αυτούς.

Ετσι στο Νέο Χωρίο Κυθρέας (ή Κυθραίας) οι εισβολείς μπήκαν ουσιαστικά στις 15 Αυγούστου το πρωί πυροβολώντας και με άγριες διαθέσεις για να τρομοκρατήσουν τους κατοίκους και για να αναγκάσουν οποιουσδήποτε διέθεταν τον ελάχιστο οπλισμό να τον κρύψουν παρά να προβάλουν οποιανδήποτε αντίσταση.

Οι τούρκοι στρατιώτες κτυπούν τις πόρτες, πυροβολούν στον αέρα και καλούν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στην εκκλησία του χωριού.

Κανένα πρόβλημα γλώσσας δεν έχουν γιατί μαζί τους βρίσκονται και αρκετοί τουρκοκύπριοι της περιοχής που γνωρίζουν επακριβώς τις τοποθεσίες και την ελληνική γλώσσα πολύ καλά.

Ακόμα πολλοί ελληνοκύπριοι γνωρίζουν τουρκικά λόγω της προηγούμενης συνάφειας τους με τους τουρκοκύπριους.

Οι 250 κάτοικοι του χωριού τρομοκρατημένοι και με υψωμένα τα χέρια μαζεύονται στην εκκλησία. Ομως σε ένα σπίτι παίζεται ένα μεγάλο δράμα.

Η οικογένεια του Χάμπου Λούκα Ζερβού, έχει δυο παράλυτα παιδιά, τον Ανδρέα 30 χρόνων και τη Νίτσα 37 που δεν μπορούν να μετακινηθούν τόσο εύκολα και καθυστερούν. Μαζί τους είναι επίσης η γριά Ελενίτσα Κωστή Τσιακκαρή, 85 χρόνων, μητέρα της συζύγου του Χάμπου Ζερβού, Μαρίτσας.

Με την εμφάνιση των τούρκων στο χωριό και την τρομοκρατία που σκοπούν το ζεύγος Χάμπου δεν προλαμβαίνει να μετακινηθεί στην εκκλησία μαζί με τα παιδιά του και τη γριά. Από την άλλη στο σπίτι βρίσκονται αυτή τη στιγμή και η αδελφή της συζύγου του Λούλλα Αντρέα Κοντού, 55 χρόνων, η κόρη της Σωτηρού Παντελή Κεσμέ, 26 χρόνων, έγκυος τεσσάρων μηνών, μαζί με την κορούλα της Μαρία, 13 μηνών και ο αδελφός της Παναγιώτρης Κοντού 15 χρόνων.

Είναι όλοι τρομοκρατημένοι και πριν προλάβουν να αποφασίσουν τι να κάμουν. Οι τούρκοι βρίσκονται έξω από το σπίτι τους και αρχίζουν τους πυροβολισμούς.

Στη συνέχεια οι στρατιώτες εξορμούν μέσα στο σπίτι ψάλλοντας εναντίον των ενοίκων αδιάκριτα. Ακολουθεί μακελειό. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα όλοι ξαπλώνουν κατά γης νεκροί.

Η παράλυτη Νίτσα Χάμπου βρίσκεται στο κρεβάτι της και τραυματίζεται κάπως επιπόλαια από τις σφαίρες. Οταν ένας τούρκος το διαπιστώνει, αφαιρεί τη λόγχη του και αρχίζει να τη λογχίζει σε διάφορα μέρη του σώματος της.

Σαν αποτελειώνουν το μακάβριο έργο τους φεύγουν όλοι από το σπίτι κατευθυνόμενοι προς την εκλησία όπου έχουν συγκεντρωθεί οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού.

Στην εκκλησία οι Ελληνες περνούν πραγματικά δραματικές στιγμές. Οι Τούρκοι τους ληστεύουν, τους κτυπούν και τους ταλαιπωρούν. Ομως η γριά Ελένη Ν. Πεπέ, δεν βρίσκει ησυχία. Ανησυχεί για την εξαδέλφη της Μαρίτσα Χάμπου και τους άλλους συγενείς της, γιατί δεν τους έχει δει στην Εκκλησία.

Ετσι, όταν την επομένη οι τούρκοι τους επιτρέπουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους, τρέχει προς το σπίτι της Μαρίτσας Χάμπου. Ανοίγει ανήσυχα την εξώπορτα και αρχίζει να τους φωνάζει.

Καμιά απάντηση όμως. Προχωρεί στο προαύλιο και ξαφνικά πίσω σχεδόν από την πόρτα βλέπει τη Μαρίτσα, μέσα σε μια λίμνη από αίμα. Τρέμει σύγκορμη. Την πλησιάζει και την σκουντά. Αυτή δεν ανταποκρίνεται. Είναι νεκρή για τόσες ώρες.

Προχωρά πιο κάτω στην αυλή και μένει άναυδη. Μπροστά της βλέπει τα νεκρά σώματα άλλων επτά προσώπων. Τρέχει από τον ένα στον άλλο αλαφιασμένη. Είναι όλοι νεκροί.

Σε μιά στιγμή όμως την περιλούει κρύος ιδρώτας. Ενώ πλησιαζει τη νεκρή Σωτηρού Κεσμέ, ακούει κλάμα μωρού. Πλησιάζει πιο κοντά και παρά λίγο να λιποθυμήσει. Δεν αντέχει σ' αυτό που βλέπει.

Πάνω στο αιματωμένο σώμα της Σωτηρούς είναι η κορούλα της Μαρία, μόλις 13 μηνών, που προσπαθεί να κορέσει την πείνα της, γλύφοντας το αίμα που τρέχει από τις πληγές της νεκρής μητέρας της.

Το θέαμα είναι φρικιαστικό. Η γριά Ελένη δεν αντέχει άλλο. Αρπάζει στα χέρια της την μικρή που τα ρουχαλάκια της έχου βαφτεί κόκκινα από το αίμα της μητέρας της, στο οποίο κολυμπούσε για 24 ώρες και βγαίνει τρομοκρατημένη έξω από το σπιτι.

Η μικρή είναι εξουθενωμένη, αλλά ζωντανή. Στο σπίτι της η γριά ζεσταίνει λίγο γάλα και η μικρή ξαναβρίσκει τον εαυτό της. Την ξεπλένει από τα αίματα και της φορά καινούρια ρούχα. Σε λίγο κοιμάται ξέγνοιαστα χωρίς να αντιλαμβάνεται το δράμα που πέρασε αυτή και η οικογένειά της.

Από το μακελειό όμως γλυτώνει και η παράλυτη Νίτσα παρά τα τραύματα που δέχθηκε από τις σφαίρες και τον λογχισμό του τούρκου στρατιώτη.

Μια άλλη γειτόνισσα της τη μεταφέρει στο σπίτι της Ελένης Ζορζή αλλά υποκύπτει στο μοιραίο, χωρίς ιατρική φροντίδα, σε λίγες ημέρες.

Οι κάτοικοι του Νέου Χωρίου Κυθρέας, παρόλον ότι βρίσκονται ελεύθεροι τώρα μέσα στα σπίτια τους περνούν δύσκολες ώρες. Οι τούρκοι περιπολούν στους δρόμους και τα βράδυα πυροβολούν στον αέρα προς εκφοβισμό τους, ενώ τουρκοκύπριοι από τα γύρω χωριά λεηλατούν το χωριό και παίρνουν ό,τι πολύτιμο βρουν μέσα στα ερημωμένα και εγκαταλελειμμένα σπίτια.

Ομως το μακελειό δεν λέει να σταματήσει,

Στις 24 Αυγούστου, τρεις άλλοι γέροντες δολοφνούνται από τον τουρκικό στρατό. Ο Χαμπής Αποστόλη, 75 χρόνων, δολοφονείται στο κρεβάτι του, ενώ κοιμάται. Πιο κάτω η Χρυσταλλού Γιωρκή Ιωνά, 80 χρόνων, δολοφονείται στο χωλ του σπιτιού της. Την ίδια τύχη έχει και η Χρυσταλλένη Κωστή Χατζηαθανάση, επίσης 80 χρόνων.

Στο σπίτι του Γιαννακού Αντωνιάδη, 78 χρόνων, παίζεται ένα άλλο δράμα. Εδώ βρίσκεται η σύζυγος του Μαρίτσα και η πεθερά του Ευφροσύνη Νικόλα, 90 χρόνων, η Χρυσταλλού Κωστουλλή και ο άντρας της.

Ξαφνικά κτυπά η πόρτα και εισέρχεται μέσα ένας τούρκος στρατιώτης. Πριν προλάβει ο Κωστουλλής να του μιλήσει ο στρατιώτης πιέζει τη σκανδάλη του όπλου του και ο γέροντας πέφτει νεκρός στο έδαφος.

Οι άλλοι βρίσκονται σε άλλο δωμάτιο και δεν τους αντιλαμβάνεται ο τούρκους στρατιώτης. Ωστόσο ενώ ο στρατιώτης κατευθύνεται προς τα άλλα δωμάτια, ο αξιωματικός του που ακούει τη ριπή του αυτομάτου του τρέχει προς το σπίτι. Βλέπει τον τούρκο στρατιώτη να κινείται με άγριες διαθέσεις και τον γέροντα ξαπλωμένο κάτω στο έδαφος.

- Τι σου έκαμε ο γέροντας, φύγε γρήγορα από εδώ, του φωνάζει.

Ο τούρκος στρατιώτης απομακρύνεται. Τον ακολουθεί ο αξιωματικός. Δεν είχε προλάβει το κακό. Ακόμα ένας γέροντας δολοφονείται μέσα στο σπίτι του χωρίς προστασία...

Το όργιο των δολοφονιών δεν λέει να τελειώσει. Εξω στο δρόμο πυροβολούνται οι Γεώργιος Στέκκας, Χρίστος Πάπουτσος, Χρίστος Κούννος και Γεώργιος Σάουρος μαζί με τη σύζυγο του.

Επίσης δολοφονούνται οι Χρίστος Γιαλέλης και η αδελφή του Κυριακού, η Ελεγκού Γιουρτή, ο Χρίστος Καννής με τη σύζυγό του, ο Ηλίας Χαρεπέττης με τη σύζυγό του, ο Γεώργιος Κολλίτσης επίσης με τη σύζυγο του, ο Νικόλας Πύρρος και ο Χαμπής Αποστολίδης.

Σε ένα άλλο σημείο ο Ανδρεάς Καμπανελλάρης πυροβολείται ενώ βρίσκεται πάνω στο γάϊδαρο του.

Και ενώ συνεχίζονται οι δολοφονίες χάνονται τα ίχνη του γέροντα Κυριάκου Πόλα. Μάταια οι συγγενείς του προσπαθούν με κίνδυνον της ζωής τους να τον εντοπίσουν στο χωριό με την ελπίδα να είναι κάπου κρυμμένος.

Οταν κάποτε το όργιο του αίματος ολοκληρώνεται οι τούρκοι μαζεύουν όλους τους κατοίκους που έχουν απομείνει και τους μεταφέρουν στα τούρκικα κρατητήρια στη Λευκωσία και τους υπόλοιπους σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης γυναικοπαίδων που έχουν ιδρύσει στο χωριό Βώνη, λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω.

Ενα ακόμη χωριό ξεκληρίζεται και μένει πια στη διάθεση των εισβολέων για να εγκαταστήσουν σ' αυτό σε λίγους μήνες κουβαλητούς από την Τουρκία και τουρκοκύπριους που θα μεταφερθούν από τις ελεύθερες περιοχές, άλλοι πρόθυμα και άλλοι με τη βία.

Η ιστορία της μικρής Μαρίας ήλθε στη επιφάνεια στις 5 Σεπτεμβρίου, 1974 όταν η γριά Ελένη Ν. Πεπέ όταν αφέθηκε ελεύθερη από τους τούρκους και έφθασε στις ελεύθερες περιοχές.

Ανέφερε η γριά Ελένη στους δημοσιογράφους (Αγών 6.9.1974):

"Οι τούρκοι μπήκαν στο Νέο Χωρίο Κυθρέας την Πέμπτη 15 Αυγούστου, μας συνέλαβαν και μας έκλεισαν στην εκκλησία. Οταν όμως έψαξα και δεν ανεκάλυψα την οικογένεια του μωρού. Ανησύχυσα και την άλλη μέρα στις 4 το απόγευμα πήγα στο σπίτι της οικογένειας για να δω τι συμβαίνει.

Ανοιξα την πόρτα και βρέθηκα μπροστά σ' ένα λουτρό αίματος, σε μια φρικιαστική σκηνή που δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Ο Χάμπος Λουκά Ζερβός, 60 χρόνων, ήταν νεκρός, η γυναίκα του Μαρίτσα Χάμπου, 60 χρόνων έκειτο επίσης νεκρή κοντά στην πόρτα, νεκροί ήσαν επίσης η Λούλλα Κοντού 55 χρόνων, γιαγιά του μωρού, η μητέρα του Σωτηρού Παντελή Κεσμέ, έγκυος 4 μηνών, η Παντελίτσα Κωστή 80 χρόνων, ο εγγονός της Παναγιώτης Κοντού 15 και ο παράλυτος Ανδρέας Χάμπου 30 χρόνων.

Πάνω στο αιματωμένο σώμα της μητέρας του αίματος λαχταρούσε το μικρό αγγελούδι, η Μαρία Παντελή Κεσμέ. Εκλαιε πάνω στο στήθη της μητέρας του και έγλειφεν από το αίμα της. Πεινούσε φαίνεται το καϋμένο...

Συνολικά βρίσκονταν εκεί οκτώ άνθρωποι νεκροί. Το βρέφος ήταν το μοναδικό ζωντανό πλάσμα. Το πήρα και έφυγα,

Πήγα στη γειτονιά μου που βρίσκεται κοντά στο ελαιοτριβείο και μπήκα στο σπίτι του Χαμπή Αποστόλη. Αλλά και εδώ βρέθηκα πάλι μπροστά σε νέο λουτρό αίματος.

Ο Χαμπής 75 χρόνων βρισκόταν στο κρεβάτι του. Το κεφάλι του ήταν γυρμένο στο παράθυρο και από το στάμα του έτρεχεν αίμα. Ηταν νεκρός. Το ίδιο και δύο άλλοι γέροντες, η Χρυσταλλού Γιωρκή Ιωνά, 80 χρόνων, και η Χρυσταλλένη Κωστή Χατζηαθανάση, επίσης 80 χρόνων".

Η Ελένη Πεπέ, είπε ότι οι τούρκοι την κράτησαν εννιά μέρες στο Νέο Χωρίο Κυθρέας και ακολούθως την μετέφεραν με άλλους στη Βώνη.

Στη Βώνη, είπε, οι τουρκοκύπριοι φρουροί τους είπαν ότι στο χωριό τους έθαψαν 80 νεκρούς. Μόνο μέσα στο τζαμί, είπαν, υπήρχαν 30 νεκροί.

Για τη συμπεριφορά των τούρκων η γριά Ελένη είπε:

"Ελαλούσαν μας τζι' ελαλούσαμεν τους. Μας κοροϊδευαν κι εμείς τους απαντούσαμεν με κατάρες".

Ανέφερε επίσης ότι οι τούρκοι πήραν αιχμάλωτο τον άνδρα της Νικόλα Πεπέ, 63 χρόνων και ότι εδολοφόνουν αδιακρίτως γέροντες, αναπήρους και άλλους.

Η γριά είπε ότι ενώ βρισκόταν στη Βώνη οι τούρκοι προσπάθησαν να πάρουν τη μικρή Μαρία από την αγκαλιά της.

"Εγω δεν τους την έδιδα. Κρατούσα σφιχτά το μωρό, Τόσα που τράβησα δεν ήθελα να δώσω το μωρό κανενός. Ηθελα να πάω κι εγώ μαζί του, όπου θα το έπαιρναν. Ολες οι χωριανές μας έτρεξαν κι' αυτές και φώναζαν να μην αφήσω το μωρό".

Τελικά οι τούρκοι δέχτηκαν να με αφήσουν και μένα μαζί με το μωρό.

Στις ελεύθερες περιοχές η γριά Πεπέ παρέδωσε τη μικρή Μαρία στον πατέρα της Παντελή Ρωτό Κεσμέ, που ήταν έφεδρος στραατιώτης και δεν βρισκόταν στο χωριό του κατά την τουρκική εισβολή.

Σύμφωνα με κατάλογο εγκλωβισμένων που έδωσε στη δημοσιότητα το Ερυθρός Σταυρός στις 30 Αυγούστου 1974 στη Βώνη παρέμεναν εγκλωβισμένοι οι ακόλουθοι από το Νέο Χωριό Κυθραίας:

Νικόλας Κασουλής, 78, Πρόδρομος Χριστοφής 62, Μιχαήλ Κοστέρης 64, Ανδρέας Γαβριήλ 50, Ευτυχής Αποστόλη 72, Μιχαήλης Γιωρκή 75, Γρηγόρης Σοφόκλη Κανάρη 55, Κυριάκος Χατζηγιάννης 78, Αννα Στυλλή 70, Αγγελική Ανδρέα 45, Μαρίτσα Γιαννακού 62, Κατερίνα Πετρούτσιου 34, Νίκος Χαραλάμπους 10, Ευθυμία Αντωνίου 75, Χρυσταλλού Κουσιουμή 58, Ιωάννα Ανδρέου 62, Κυριακού Κυριάκου 82, Χρυσταλλού Ανδρέου, (ένα παιδί), 45, Ελενίτσα Γαβριήλ (3 παιδιά) 46, Παναγιώτα Χαιρεπέτη 55, Μαρίτσα Χαιρεπέτη, 75, Αγγελική Χαιρεπέτη 50, Ελένη Γρηγόρη (4 παιδιά) 60, Ελένη Πέπη (1 παιδί), 66, Ελένη Μιχαήλ Κωστέρη 49, Σωτήρα Κώστα Θεμιστοκλέους (1 παιδί), 28, Μαρίτσα Κορώνα 64, Αθηνού Πετρούτσιου 68, Μαρίτσα Μάτα 50, Χρυσταλλού Γιαννή 55, Μαρίτσα Κουντούρη 65, Αντρονίκη Τράττα 62, Ευφροσύνη Ντορζή 90, Ελένη Ντορζή 75, Νικόλαος Τσαντές, 75 και Γεώργιος Κόνωνας 80.