Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

21.7.74:Απόδραση μέσα από διασταυρούμενα πυρά του ηλικιωμένου πρώην διπλωμάτη Δημητράκη Αντωνιάδη μαζί με το καναρινάκι του.Ο επιχειρηματίας Κωστάκης Σώττος τραυματίζεται από τουρκική σφαίρα, ενώ προσπαθεί να σώσει την οικογένεια του και ξεψυχά αβοήθητος

S-2171

21.7.1974: ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΔΙΑΣΤΑΥΡΟΥΜΕΝΑ ΠΥΡΑ ΤΟΥ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΥ ΠΡΩΗΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΗ ΔΗΜΗΤΡΑΚΗ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟ ΚΑΝΑΡΙΝΑΚΙ ΤΟΥ... Ο ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΣΩΤΤΟΣ ΤΡΑΥΜΑΤΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΣΦΑΙΡΑ ΕΝΩ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙ ΝΑ ΣΩΣΕΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΞΕΨΥΧΑ ΑΒΟΗΘΗΤΟΣ...

Δυτικότερα της περιοχής "Πέντε Μίλι" της Κερύνειας, στο σημείο όπου πραγματοποιείται η απόβαση των τουρκικών δυνάμεων προς τον Καραβά οι εργαζόμενοι στον αμερικανικό ραδιοσταθμό του Καραβά συνεχίζουν να προμηθεύουν την υπηρεσία τους στην Αμερική με πληροφορίες που είτε παίρνουν από τις παρακολουθήσεις ραδιοσταθμών είτε που παίρνουν με γυμνό μάτι στην περιοχή τους.

Οι εκρήξεις συνεχίζουν να δονούν την ατμόσφαιρα. Ενας όλμος πέφτει στην κουζίνα του σταθμού αλλά ευτυχώς γι' αυτούς δεν βρίσκεται κανένας εκεί. Οι περισσότεροι βρίσκονται στα μόνιτορ και παρακολουθούν για δεύτερη κατά συνέχεια ημέρα τις εξελίξεις.

Ο σταθμός γίνεται για λίγο στόχος των τουρκικών πυρών και ένα βλήμα καταστρέφει ένα αυτοκίνητο και μια γεννήτρια ηλεκτρικού ρεύματος.

Οι υπεύθυνοι του σταθμού εκφράζουν φόβους ότι οι Τούρκοι δυνατόν να εισήλθαν μέσα στη συχνότητα τους και να πληροφορούνται τα μηνύματα που αποστέλλουν ή λαμβάνουν και ίσως να μη τους αρέσουν. Και αποφασίζουν να χρησιμοποιούν τη συνήθη διαδικασία τηλεφώνου, μέσω της ΣΥΤΑ μια και για ένα πραξενο λόγο που κανένας δεν μπορεί να αντιληφθεί, αυτή τη στιγμή δεν έχουν ακόμα αποκοπεί οι επικοινωνίες.

Ενας αμερικανός μάλιστα, σύμφωνα με τις μετέπειτα αφηγήσεις των ιδίων (δόθηκαν στην εφημερίδα Ο ΑΓΩΝ αφού ελέχθηκαν), επικοινωνεί με τον αμερικανό πρεσβευτή Ρότζερ Νταίηβις:

- Θα χρησιμοποιούμε τον συνήθη τρόπο κύριε Πρεσβευτά, του λέγει.

- Κάνετε ό,τι νομίζετε ορθό φθάνει να μη κινδυνεύσουν άνθρωπινες ζωές, απαντά ο αμερικανός πρέσβης.

Ενα αεροπλάνο περνά ξυστά πάνω από την περιοχή το απόγευμα της Κυριακής 21 Ιουλίου 1974 και ρίχνει μια ρουκέτα εναντίον του ξενοδοχείου " Ζέφυρος". Το ξενοδοχείο αξίας 14 εκατομμυρίων δολλαρίων, είχε αρχίσει τη λειτουργία του μόλις στις 15 Ιουνίου, ένα μήνα προηγουμένως. Βρίσκεται δυο περίπου χιλιόμετρα από τον αμερικανικό σταθμό ανατολικότερα προς την Κερύνεια.

Ο ρουκέτα που ρίχνει το αεροπλάνο κτυπά το ξενοδοχείο ακριβώς στο κέντρο, στο δεύτερο όροφο. Σχηματίζεται μια μεγάλη τρύπα στο κτίριο. Την έκρηξη ακολουθεί πυρκαγιά που κσαταστρέφει τα πάντα. Οι 70 ξένοι τουρίστες που βρίσκονται σ' αυτό δεν πεθαίνουν ευτυχώς τίποτα.

Ορισμένοι εργάτες του ξενοδοχείου τρέχουν να βρουν προφύλαξη στον αμερικανικό ραδιοσταθμό. Ενας ανεβαίνει στο περιτοίχισμα και βοηθά τους άλλους να μπουν μέσα. Οι αμερικανοί δεν μπορούν να τους σταματήσουν. Ο πανικός που τους έχει καταλάβει είναι μεγάλος. Ζητούν προστασία. Και ελπίζουν ότι στο σταθμό να την βρουν.

Με τον βομβαρδισμό του " Ζέφυρου" οι στρατιώτες που βρίσκονται στην περιοχή τρέπονται σε φυγή. Και εγκαταλείπουν μάλιστα και τα άρματά τους.

Στα υψώματα που δεσπόζουν του Καραβά βρίσκεται από το Σάββατο, ο Τώνης Δημοσθένους, από την Κοντέα, μαζί με τον Ανδρέα Μηναϊδη, από τους Αγίους Ομολογητές. Μια σφαίρα βρίσκει κατάστηθα τον Δημοσθένους. Οι σύντροφοι του τον μεταφέρουν στην Λάπηθο, όπου κηδεύεται στο κοιμητήριο της κωμόπολης.

Τις συγκρούσεις στον Πενταδάκτυλο και την περιοχή προς τον Καραβά παρακολουθούν με δέος και οι πρώτοι αιχμάλωτοι του πολέμου που βρίσκονται στην παραλία του "Πεντε Μιλιού", οι οποίοι εν τω μεταξύ έχουν αλλάξει θέσεις. Οι Τούρκοι τους έχουν μεταφέρει ήδη από την προηγουμένη το βράδυ (20.7) πίσω σε μια μικρή χαράδρα. Ενας αξιωματικός τους είπε ότι εκεί δεν κινδυνεύουν από τις αδέσποτες σφαίρες. Μόνο οι στρατιώτες, περνούν δύσκολες στιγμές μέσα στις καμπίνες του "Πέντε Μιλιού". Νηστικοί, διψασμένοι και αιμάσσοντες περιμένουν την απόφαση των Τούρκων μέσα στη αφόρητη ζέστη μια και οι πόρτες είναι ερμητικά κλειστές.

Οι πολίτες που έχουν μια σχετική ελευθερία κίνησης αρχίζουν α διερωτούνται τι θα απογίνουν.

Ο δικηγόρος Νίκος Πελίδης, ο οποίος είχε συλληφθεί στο σπίτι που νοίκιαζε κοντά στο σημείο της εισβολής και μεταφέρθηκε στην ακτή από τους Τούρκους με μέλη της οικογένειας του, κατευθύνεται προς τον Τούρκο αξιωματικό που είναι υπεύθυνος για τους αιχμαλώτους που ανέρχονται γύρω στους 100, αλλά και χωρίς να είναι κανένας σίγουρος πόσοι είναι.

- Πρέπει να ειδοποιήσουμε τον Ερυθρό Σταυρό να έλθει να φροντίσει για τους αιχμαλώτους, ώστε να μη τους έχετε κι' εσείς μπελά, του λέγει.

Ο αξιωματικός δέν βρίσκει λογική την πρόταση.

- Πώς όμως θα ειδοποιήσουμε τον Ερυθρό Σταυρό;

- Να τηλεφωνήσουμε.

- Από πού;

- Εδώ κοντά υπάρχει ένα σπίτι. Αν είμαστε τυχεροί το τηλέφωνο μπορεί να λειτουργεί ακόμα.

Κατευθύνονται προς το σπίτι. Ο Νίκος Πελίδης παρακαλεί από μέσα του να μη έχει αποκοπεί το τηλέφωνο. Είναι η μόνη ελπίδα αυτού και των άλλων αιχμαλώτων να διαμηνύσουν παράλληλα και στους συγγενείς τους τι συμβαίνει με αυτούς. Σηκώνει με αγωνία το ακουστικό, το βάζει βιαστικά στο αυτί του και ακούει με ανακούφιση τον χαρακτηριστικό ήχο.

- Εντάξει είμαστε, το τηλέφωνο λειτουργεί, λέει στον Τούρκο αξιωματικό.

Σχηματίζει αμέσως, χωρίς δεύτερη σκέψη τον αριθμό κάποιας συγγένισσάς του στη Λευκωσία και την παρακαλεί να ειδοποιήσει τον Ερυθρό Σταυρό. Αυτή τον συνδέει αμέσως με ένα αξιωματούχο του ΟΗΕ. Λέγει τα σχετικά στον αξιωματικό και αυτός με τη σειρά του του ζητά μια χάρη:

- Μπορείς αν μου δώσεις τον Τούρκο αξιωματικό να του μιλήσω;

Αλλο που δεν ήθελε ο Νίκος Πελίδης ο οποίος πρόθυμα πασάρει το τηλέφωνο στον Τούρκο αξιωματικό που τον συνοδεύει. Ανταλλάσσουν μερικές φιλοφρονήσεις. Ο Τούρκος αξιωματικός εξηγεί στον αξιωματικό του ΟΗΕ με κάθε λεπτομέρεια τι συμβαίνει στην περιοχή. Οταν κάποτε τελειώνουν τη συζήτηση ο Τούρκος αξιωματικός, όλο ευγένεια λέγει στο συνάδελφο του των Ηνωμένων Εθνών.

- Ο,τι χρειάζεσαι μπορείς να μου τηλεφωνείς στον αριθμό αυτό, θα βάλω ένα στρατιώτη εδώ κοντά να με ειδοποιεί.

- Ποιον να ζητώ, όμως.

Δεν είχαν συστηθεί μέχρι τη στιγμή αυτή. Στη βιασύνη τους το είχαν ξεχάσει.

- Να ζητάς τον Ταρζάν, του απαντά ο Τούρκος αξιωματικός. Ετσι με γνωρίζουν οι άνδρες μου εδώ. Ομως εγώ με ποιον μιλώ;

- Με την ... Τζέην του απαντά ο αξιωματικός του ΟΗΕ με ένα αστείο, αλλά αρνείται να του δώσει το όνομά του (Τζέην ήταν η κοπέλα του Ταρζάν σε κινηματογραφικές του ταινίες).

- Γκουτ μπαϊ Ταρζάν.

- Γκουτ Μπάϊ Τζέην.

Το τηλέφωνο κλείνει. Ο Νίκος Πελίδης επιστρέφει κοντά στους άλλους αιχμαλώτους και τους ενημερώνει για τις προσπάθειες του.

Το απόγευμα της Κυριακής 21 Ιουνίου 1974 ενώ οι αιχμάλωτοι του "Πέντε Μιλιού" (κάτοικοι της περιοχής τους οποίους συγκέντρωσαν οι Τούρκοι στο σημείο της εισβολής) περιμένουν με ανυπομονησία την ώρα της απελευθέρωσης τους μια και έχει ειδοποιηθεί ο Ερυθρός Σταυρός, φθάνει κοντά τους ο Κωστάκης Σώττος έμπορος από τη Λευκωσία, η σύζυγος του Λούλα και τα δυο τους παιδιά, ο Παντελάκης και ο Αχιλλέας.

Ο Σώττος είναι σοβαρά τραυματισμένος στο χέρι από σφαίρα. Φαίνεται εξαντλημένος από το πολύ αίμα που έχει χάσει. Οι άλλοι είναι κατακουρασμένοι και εξουθενωμένοι και ταυτόχρονα τρομοκρατημένοι.

Εχουν περάσει δύσκολες στιγμές μέχρι να τους μεταφέρουν από το "Πέντε Μίλι" που έμειναν μέχρι εδώ.

Τι είχε συμβεί όμως σ' αυτούς;

Ο Κωστάκης Σώττος βρισκόταν με την οικογένεια του στο παραθαλάσσιο του σπίτι, κοντά στο ξενοδοχείο "Κλέαρχος". Με την έναρξη της εισβολής το πρωί του Σαββάτου μετά που αντιλήφθηκαν τα πλοία μέσα στη θάλασσα, δίπλα τους, μπήκαν όλοι στο σπίτι και περίμεναν μέχρι να περάσει η μπόρα. Εκεί μένουν μέχρι το απόγευμα της Κυριακής 20 Ιουλίου όταν ξαφνικά Τούρκοι στρατιώτες άρχισαν να κτυπούν με μανία την εξώπορτα του σπιτιού και να ουρλιάζουν. Ολοι τρέχουν προς την πίσω πόρτα και καθώς βρίσκονται όλοι στριμωγμένοι εκεί (μπροστά η σύζυγος του, ο μικρός του γιος και πίσω αυτός με τον άλλο του γιο) οι Τούρκοι αρχίζουν να βάλλουν εναντίον της πόρτας.

Μια σφαίρα τραυματίζει τον γιο του, τον Αχιλλέα στο αυτί και τον ίδιο στο χέρι, όπως το έχει απλώσει πάνω από τη σύζυγο του για να ανοίξει την πόρτα.

Χάνει αρκετό αίμα, αλλά δεν χάνει την ψυχραιμία του. Ανοίγει την πόρτα και όλοι αντικρύζουν τους Τούρκους στρατιώτες να έχουν προτεταμένα εναντίον τους τα όπλα τους. Αυτόματα ο Κωστάκης Σώττος φωνάζει:

- Σταματείστε, είμαστε όλοι τουρίστες.

Αμέσως η συμπεριφορά των στρατιωτών αλλάζει. Η μανία τους ανακόπτεται και σχεδον είναι έτοιμοι να ζητήσουν συγγνώμη για το κακό που έχουν προκαλέσει.

Με ένα πρόχειρο πανί η Λούλα Σώττου δένει την πληγή του άνδρα της στο χέρι. Πλησιάζει τον μικρό της γιο. Το αίμα δεν σταματά. Τον περιθάλπει και αυτόν, όπως μπορεί. Οταν κάποτε τελειώνει οι Τούρκοι στρατιώτες τους καλούν να τους ακολουθήσουν. Κατευθύνονται προς το "Πέντε Μίλι".

Σε απόσταση ενός σχεδόν μιλίου από το σπίτι του Κωστάκη Σώτου παίζεται ένα άλλο δράμα αυτή τη στιγμή: Το δράμα ενός ηλικιωμένου ζεύγους που περνούσαν δραματικές πραγματικά στιγμές.

Πρόκειται για τον Δημητράκη Αντωνιάδη, επί σειράν ετών ανώτερο υπάλληλο της ελληνικής Πρεσβείας στην Κύπρο και τη σύζυγο του, στο εξοχικό τους σπιτάκι κοντά στον Αγιο Γεώργιο της Κερύνειας.

Η εισβολή τους ανάγκασε να μείνουν μέσα στο σπίτι τους και για 40 ώρες κάθονται και οι δυο στιμωγμένοι μέσα στο μικρό μπάνιο του δωματίου τους, ενώ γύρω τους οι Τούρκοι και οι Εθνοφρουροί ανταλλάσσουν πυρά.

Μια βόμβα πέφτει πάνω στο σπίτι τους και προκαλεί μεγάλες ζημιές και το χειρότερο πυρκαγιά. Κινδυνεύουν από στιγμή σε στιγμή να καούν ζωντανοι. Ετσι αποφασίζουν να αποδράσουν μέσα από τον κλοιό των Τούρκων.

Μόλις σταματούν για λίγο οι πυροβολισμοί η κυρία Αντωνιάδου τρέχει στην αυλή. Σε μικρή απόσταση από το σπίτι της ακούει τις φωνές των Τούρκων. Δεν σταματά όμως. Τρέχει προς το γκαράζ, αρχίζει να φοβάται ότι ο σύζυγος της, λόγω ηλικίας, δεν θα προλάβει να τρέξει. Τα καταφέρνει όμως και σε λίγο τον βλέπει να έρχεται κρατώντας ένα μικρό κλουβί. Μέσα βρίσκεται το καναρίνι του που τόσες ώρες περνούσαν μαζί κουβεντιάζοντας...

Μπαίνει κι' αυτός μέσα και η κυρία Αντωνιάδου πατά το πεντάλ με όλη τη δύναμη της. Το αυτοκίνητο βγαίνει με την πισινή ταχύτητα στο δρόμο. Μόλις τους βλέπουν οι Τούρκοι αρχίζουν να ρίχνουν εναντίον τους βροχή τις σφαίρες. Η κυρία Αντωνιάδου δεν χάνει τη ψυχραιμία της. Οι σφαίρες περνούν δίπλα τους, τα γιαλιά του αυτοκινήτου γίνεται θρύψαλα. Αλλες σφαίρες καρφώνονται στις πόρτες του αυτοκινήτου και άλλες στην οροφή. Αυτοί όμως είνα... άτρωτοι.

Σε λίγο φθάνουν στον Αγιο Γεώργιο κοντά στην Κερύνεια. Εχουν γλυτώσει...

Ενώ όμως το ζεύγος Αντωνιάδη κατευθύνεται προς τη σωτηρία στον Αγιο Γεώργιο Κερύνειας το ζεύγος Κωστάκη Σώττου με τα παιδιά του συνεχίζει την πορεία προς το "Πέντε Μίλι". Η πορεία μέσα στον πανικό τους φαίνεται ατελείωτη. Ομως σ' αυτό το διάστημα ο Κωστάκης Σώττος έχει ακατάσχετη αιμορραγία από το τραύμα που υπέστη στο χέρι από την τούρκικη σφαίρα. Η κατάσταση του χειροτερεύει. Και οι δυνάμεις του φαίνεται ότι τον εγκαταλείπουν.

Μόλις φθάνουν στο "Πέντε Μίλι" η κ. Σώτου βλέπει το δικηγόρο Νίκο Πελίδη και μέσα σε λυγμούς του φωνάζει:

- Νίκο βοήθησε με. Χάννω τον Κωστάκη. Εχει χάσει αρκετό αίμα...

Ολοι τρέχουν να δουν τι συμβαίνει. Και από αυτή τη στιγμή αρχίζει ένας δυσανάλογος αγώνας για τις δυνάμεις μιας γυναίκας να σώσει τον άνδρα της που κινδυεύει από τη αιμορραγία πολεμώντας κυριολεκτά με τους Τούρκους στρατιώτες που δεν γνωρίζουν τη γλώσσα της ή που έχουν άλλες έγνοιες ενώ δεν υπάρχουν γιατροί, φάρμακα και αίμα για μετάγγιση.

Οι Τούρκοι έχουν μεταφέρει τον σύζυγο της σε άλλο σημείο. Η αιμορραγία συνεχίζεται όμως. Ο Νίκος Πελίδης προσπαθεί να τον πλησιάσει και να τον βοηθήσει. Οι Τούρκοι όμως τον διώχνουν. Κανένας δεν φαίνεται να γνοιάζεται για την κατάσταση του Κωστάκη Σώττου. Η σύζυγος του μεταφέρεται μαζί με τα παιδιά της αλλού. Δεν έχει πρόσβαση σ' αυτόν.

Η ώρα κυλά αλλά αυτή κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα. ο γιος της έχει κι' αυτός τα χάλια του και δεν αισθάνεται και τόσο καλά. Ο άνδρας της έχει ακατάσχετη αιμορραγία και κινδυνεύει να πεθάνει από εξάντληση. Τάχει χαμένα. Και οι Τούρκοι αδιαφορούν για την αγωνία της...

Τελικά μετά από πολλές πιέσεις και παρακάλια οι Τούρκοι την πληροφορούν ότι θα μεταφέρουν τον άνδρα της στο Νοσοκομείο. Ο Κωστάκης Σώττος είναι σχεδόν αναίσθητος πια από εξάντληση από το πολύ αίμα που έχει χάσει.

Οι Τούρκοι επιτρέπουν στη γυναίκα του να τον πλησιάσει. Τον βοηθά μαζί με μερικούς άλλους να μπει μέσα σε ένα τζιπ. Θέλει να τον συνοδεύσει και αυτή. Οι Τούρκοι δεν της επιτρέπουν όμως. Εκεί είναι ένας άλλος τραυματίας. Πρόκειται για τον αγγλοκύπριο Κάπη Γαβριηλίδη. Βρισκόταν κι' αυτός στο "Κλέαρχος" όπου περνούσε τις διακοπές του. Και ελαφρά τραυματισμένος και αυτός στο χέρι ανεβαίνει στο τζιπ για να τον μεταφέρουν στο Νοσοκομείο, όπως τους είχαν πει.

Η Λούλα Σώτου αγωνιά. Πλησιάζει τον άνδρα της και προσπαθεί να του δώσει κουράγιο, αλλά αμφιβάλλει αν αυτός την ακούει μέσα στην παραζάλη του:

- Κωστάκη μου έχεις παρέα τώρα. Μην ανησυχείς.

Αυτός συγκεντρώνει όλες του τις δυνάμεις και της φωνάζει, ενώ το αυτοκίνητο ξεκινά.

- Πρόσεχε τα παιδιά εσύ...

Το τζιπ απομακρύνεται. Η κυρία Σώττου αναπνέει με ανακούφιση. Το αντιλαμβάνεται ότι ο άνδρας της είναι καλά. Αν προλάβει να φθάσει στο Νοσοκομείο θα σωθεί. Δεν είναι τίποτα το σοβαρό. Προσπαθεί να δώσει κουράγιο στον εαυτό της.

Η ώρα περνά ανήσυχα. Η Λούλλα Σώττου προσπαθεί να καθησυχάσει τα παιδιά. Ομως η έγνοια της είναι μακρυά στον άνδρα της. Η αγωνία την κατατρώγει. Δεν ξέρει τι να κάμει.

Μέσα σ' αυτή τη αγωνία βλέπει τον Τούρκο αξιωματικό που είχε συνοδεύσει λίγο προηγουμένως τον άνδρα της. Τον πλησιάζει και τον ρωτά:

- Είναι καλά ο άνδρας μου;

- Εχετε κανέναν άλλο να σας φροντίζει, της απαντά εκείνος αντί να της πει για την κατάσταση του άνδρα της.

Τα μάτια της κυρίας Σώττου γεμίζουν δάκρυα. Αντελήφθη αμέσως το υπονοούμενο του Τούρκου αξιωματικού. Εστρεψε το βλέμμα της προς αυτόν και του είπε σχεδόν παρακλητικά;

- Μη μου το πεις αυτό σε παρακαλώ, του απαντά και απομακρύνεται με δακρυσμένα μάτια. Κατευθύνεται προς τον δικηγόρο Νίκο Πελίδη. Τον παρακαλεί να φροντίσει μέσω του αξιωματικού Ταρζάν να μάθει νεότερα. Δεν αντέχει αυτό το μαρτύριο.

Ο Νίκος Πελίδης επιστρέφει σε λίγο και την πληροφορεί:

- Ρώτησα και μου απάντησαν ότι οι άνδρας σου είναι καλά και την άλλη μέρα θα τον μεταφέρουν στο τουρκικό πλοίο για μετάγγιση αίματος.

Ξαναβρίσκει το κέφι της. Ωστε τα υπονοούμενα του πρώτου Τούρκου αξιωματικού δεν είναι αλήθεια.

Ομως ένας κόμπος είναι δεμένος στο λαιμό της. Δεν μπορεί να εξηγήσει το γιατί... Και αυτή η αγωνία θα κρατήσει όλο το βράδυ μέχρι την επομένη, δηλαδή τη Δευτέρα 22 Ιουλίου 1974.

Με το χάραμα της Δευτέρας κάμνουν και πάλι την εμφάνιση τους τα αποβατικά σκάφη. Αυτή τη φορά μεταφέρουν κυρίως άρματα στρατιωτικά οχήματα και άρματα μεταφοράς προσωπικού. Οι δυνάμεις τους έχουν ήδη προελάσει μέχρι τα Φτέρυχα και την Ελιά και βρίσκονται σε μικρή απόσταση από τον πλαγιόδρομο που οδηγεί στο Κάρμι και στο Τριμίθι νοτιότερα προς τον Πενταδάκτυλο. Μερικοί ξένοι υπήκοοι αφήνονται ελεύθεροι και οι Ελληνες αιχμάλωτοι αρχίζουν να ελπίζουν ότι δεν θα αργήσει να έλθει και η δική τους σειρά.

Ενώ όμως όλοι περιμένουν την ώρα της απελευθέρωσης τους το δράμα της Λούλλας Σώττου συνεχίζεται. Δεν έχει ακόμα νέα από τον άνδρα της.

Το απόγευμα όμως τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα. Επιστρέφει ο αγγλοκύπριος τραυματίας Κάπης Γαβριηλίδης, τον οποίο οι Τούρκοι είχαν μεταφέρει στο γιατρό μαζί με τον άνδρα της. Τρέχει κοντά του ανήσυχη. Θέλει να μάθει νέα από πρώτο χέρι. Αυτός όμως με αυτά που της λέγει μοιάζει να της δίνει τη χαριστική βολή:

- Εναι νεκρός, της απαντά.

Το κτύπημα είναι βαρύ για να το αντέξει η Λούλλα Σώτου. Κλαίει απαρηγόρητα. Τη συζήτηση τους παρακολουθεί ένας τουρκοκύπριος από τη Λεύκα από καλό γάλα βυζαγμένος. Οταν βλέπει τη σκηνή και ακούει αυτά που λέει ο αγγλοκύπριος στη Λούλλα Σώτου επεμβαίνει θυμωμένα:

- Πού ξέρεις ότι είναι νεκρός του φωνάζει. Τώρα θα πάμε να δούμε.

Ο ίδιος ειδοποιεί τον Τούρκο αξιωματικό Ταρζάν και συνοδεύει τη Λούλα Σώτου. Κατευθύνονται πρώτα με το τζιπ στο σπίτι τοη Παπαέλληνα. Δεν τον βρίσκουν. Τελικά την επομένη την συνοδεύει ένας άλλος αξιωματικός και την μεταφέρει εκεί που έχουν στήσει ένα πρόχειρο Νοσοκομείο πάνω στον κύριο δρόμο Καραβά- Κερύνειας.

Και ενώ όλοι προχωρούν η Λούλα Σώτου βλέπει τον άνδρα της εκεί ξαπλωμένο χάμω στη γη, ακίνητο και νεκρό. Είχε χάσει πολύ αίμα. Δεν μπόρεσε να κρατηθεί στη ζωή...

Ο Τούρκος αξιωματικός την πλησιάζει, της εκφράζει τη λύπη του, ενώ παράλληλα τη διαβεβαιώνει:

- Εδώ που είναι ο άνδρας σου εδώ θα τον θάψουμε. (Το χωράφι ανήκει στους συνεταίρους Φλωρίδη, Αλωνεύτη και Λιούφη). Οταν ησυχάσει η κατάσταση μπορείς να πάρεις τα κόκαλα του και να τα θάψεις εκεί που νομίζεις ότι του ταιριάζει...