Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

17.1.1980: Η Κυβέρνηση πληροφορεί τη Βουλή ότι μελετά το θέμα της Κάθαρσης και ότι σύντομα το Υπουργικό Συμβούλιο θα ανακοινώσει τις αποφάσεις του.

S-2138

17.1.1980: Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΕΙ ΤΗ ΒΟΥΛΗ ΟΤΙ ΜΕΛΕΤΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΣΗΣ ΚΑΙ ΟΤΙ ΣΥΝΤΟΜΑ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΘΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ

Μετά τις θερινές διακοπές του καλοκαιριού του 1979 τα Πειθαρχικά Συμβούλια ξανάρχισαν δουλειά στις 9 Σεπτεμβρίου 1979 και ανάμεσα στα άλλα άρχισαν να εξετάζουν τώρα και περιπτώσεις Εκπαιδευτικών.

Το 1979 ήταν η χρονιά της Κάθαρσης καθώς εργάζονταν όλα τα Πειθαρχικά Συμβούλια ενώ άρχισε η παρουσία ενώπιον των δικαστηρίων ανθρώπων που θεωρούνταν ύποπτοι για φόνους κατά το πραξικόπημα.

Ομως πολλοί εξέφραζαν φόβους γύρω από την κάθαρση και ιδιαίτερα ότι αυτή έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς να βγάλουν τα απωθημένα τους εναντίον συναδέλφων τους και αντιπάλων τους ακόμη κατηγορώντας τους για συνεργασία με τους πραξικοπηματίες.

Χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος της εφημερίδας ΑΓΩΝ "Παρατηρητής" διεκτραγωδώντας την κατάσταση που δημιουργήθηκε έγραφε στις 17 Οκτωβρίου 1979:

"Το είπαμε και άλλοτε, αλλά δεν θα κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε σε κάθε περίπτωση. Η κάθαρση που γίνεται αυτή τη στιγμή είναι γελοία και απαράδεκτη. Γιατί συνιστά εμπαιγμό για τα θύματα του πραξικοπήματος, διχάζει ακόμα περισσότερο τον ήδη διασπασμένο λαό, θυματοποιεί αθώους, ρίχνει λάσπη σε ανθρώπους που τίποτε δεν έφταιξαν και βοηθεί στη διαγραφή ενός μεγάλου εθνικού εγκλήματος, γιατί είναι φυσικό πως μετά την ολοκλήρωση της καθαρτικής διαδικασίας θα τερματιστεί αυτόματα και κάθε άλλη προσπάθεια τιμωρίας των ενόχων. Και έτσι αθώοι θα καταδικαστούν σαν ένοχοι, ένοχοι θα παραμείνουν ατιμώρητοι ή η ενοχή τους θα ξεπληρωθεί ανώδυνα.

Οσοι επενόησαν αυτού του είδους την κάθαρση που πραγματοποιείται σήμερα υπέχουν βαρειά ευθύνη έναντι του λαού και της Ιστορίας. Δημιούργησαν ένα έκτρωμα και οφείλουν να αντιληφθούν και να συνειδοποιήσουν το τεράστιο σφάλμα τους.

Η κάθαρση όπως γίνεται τώρα πρέπει να σταματήσει. Γιατί από όποια πλευρά και αν την αντικρύσει κανένας συνιστά απαράδεκτη διαδικασία, μια κωμωδία, κι' ένα δράμα μαζί που εξευτελίζει και προσβάλλει όχι μόνο εκείνους που την συνέλαβαν και την εφαρμόζουν, αλλά και όσους την δέχονται. Προσβάλλει και εξευτελίζει και την κυβέρνηση και τον λαό και το κυπριακό κράτος για τον τρόπο που εφεύραν για να καθαρίσουν και να κλείσουν ενα έγκλημα και μια προδοσία.

Δεν υπάρχει, επαναλαμβάνουμε ούτε μια πλευρά της όλης υποθέσεως που μπορεί να χαρακτηριστεί σαν επιτυχής. Θα αναφέρουμε μονάχα μια πτυχή που μας καταγγέλθηκε, όχι για να καταδείξουμε την τραγική αποτυχία της καθάρσεως που εφαρμόζεται- αυτή η αποτυχία είναι άλλωστε εξώφλαμη- αλλά και γιά να αποκαλυφθεί μια φοβερή αδικία που γίνεται σε βάρος αθώων κρατικών υπαλλήλων.

Οι άνθρωποι αυτοί καταγγέλθηκαν για συμμετοχή στο πραξικόπημα άλλοι τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και άλλοι συνέχιζαν να παραμένουν στις εργασίες τους. Ακολούθησε επίσημη έρευνα. Πού αθώωσε ουσιαστικά τους υπόπτους.

Ομως- και εδώ είναι η τραγικότητα του πράγματος- αυτοί οι άνθρωποι ούτε δικάστηκαν για να επιβεβαιωθεί και επίσημα η αθωότητα τους, ούτε αποκαταστάθηκαν στις εργασίες τους. Και άλλοι μεν παραμένουν σε διαθεσιμότητα, ενώ άλλοι συνεχίζουν να εργάζονται πεταγμένοι σε ασήμαντα πόστα με τη σφραγίδα του πραξικοπηματία στο μέτωπο, χωρίς να μπορούν να διεκδικήσουν προαγωγή σε ανώτερη θέση.

Αυτή είναι η κάθαρση που πραγματοποιείται. Αυτή είναι η διαδικασία που επελέγη για να ενώσει τον λαό και να τιμωρήσει τους υπευθύνους της τραγωδίας. Τα σχόλια νομίζουμε περιττεύουν. Τα λόγια δεν έχουν νόημα.

Οτι χρειάζεται μονάχα είναι ένα δυνατό χέρι που θα κλείσει διά παντός την αυλαία του κακόγουστου έργου που παίζεται μπροστά το λαό. Και που ευτελίζει σκηνοθέτη, ηθοποιούς και θεατές".

Σαν απάντηση στις καταγγελίες της εφημερίδας ήλθε δήλωση του υπουργού Δικαιοσύνης Πέτρου Μιχαηλίδη στις 18 Οκτωβρίου, ο οποίος εμημερώνοντας τη Βουλή για το θέμα της κάθαρσης διαβεβαίωσε ότι το θέμα θα τελειώσει μέχρι τις αρχές του 1980.

Περαιτέρω εκκρεμότητα του θέματος, είπε, δεν συμβάλλει στην εξασφάλιση ομαλών προϋποθέσεων για αρραγές εσωτερικό μέτωπο.

Αποκάλυψε επίσης ότι πολλοί μάρτυρες επέδειξαν απροθυμία να καταθέσουν όταν κληθηκαν ενώ άλλοι που αρχικά παρυσιάζονταν ως κατήγοροι καταγγελθέντων προσώπων παρουσιάστηκαν σαν συνήγοροι τους ή έδιδαν αόριστες και παρελκυστικές καταθέσεις με αποτέλεσμα πολλά πρόσωπα που βαρύνονταν με σοβαρές κατηγορίες να αθωωθούν.

Τέλος ανακοίνωσε ότι η Κυβέρνηση θα τερμάτιζε τις υπηρεσίες ή θα προέβαινε σε αναγκαστική αφυπηρέτηση δημοσίων υπαλλήλων που η περαιτέρω παραμονή τους στην Κυβερνητική υπηρεσία, λόγω της συμμετοχής τους στο πραξικόπημα, αποτελούσε πρόκληση.

Οι διαβεβαιώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης ότι το θέμα της Κάθαρσης, που παρέμενε εκκρεμές για πέντε ολόκληρα χρόνια με κάποιες ποινές που επέβαλαν τα Πειθαρχικά Συμβούλια αποτελούσαν πραγματικότητα και όχι έκφραση ελπίδων.

Ετσι το υπουργικό άρχισε τη μελέτη του θέματος για να δώσει τέλος σ' αυτό ενώ παράλληλα τα Πειθαρχικα Συμβούλια συνέχιζαν τις συνεδρίες τους.

Στα τέλη Νοεμβρίου ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος επιβεβαίωσε ότι προωθείτο η Κάθαρση για ολοκλήρωση μέχρι το τέλος του χρόνου.

Ο Εκπρόσωπος δήλωσε στις 30 Νοεμβρίου ότι ο Υπουργός Δικαιοσύνης Πέτρος Μιχαηλίδης τον πληροφόρησε την ίδια μέρα ότι "θα επισπευσθεί το θέμα της καθάρσεως και μέχρι το τέλος του χρόνου θα ληφθούν αποφάσεις για την οριστική δευθέτηση του θέματος αυτού".

Στις 8 Δεκεμβρίου ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ Γλαύκος Κληρίδης ασκώντας πίεση στον Πρόεδρο Κυπριανού τον κατηγόρησε σε ομιλία του στο Παραλίμνι ότι συνεχίζει να διχάζει τον λαό με την Κάθαρση, ενώ στις 16 Ιανουαρίου σε συνάντηση του με τον Πρόεδρο Κυπριανού τον κάλεσε (ΑΓΩΝ 17.1.1980) να επιλύσει το θέμα της Κάθαρσης τονίζοντας "ότι είναι αδιανόητο να βρίσκονται σε διαθεσιμότητα για δυο χρόνια πρόσωπα χωρίς κάν να δικασθουν".

Ο Κληρίδης ενεργούσε εκτός Βουλής μια και δεν ήταν μέλος του Σώματος ούτε ο ίδιος ούτε το κόμμα του εκπροσπείτο σ' αυτήν ύστερα από τις εκλογές του 1976.

Ομως και στη Βουλή η Κυβέρνηση δεχόταν πιο ασφυκτική πίεση από τα κόμματα ΑΚΕΛ και ΕΔΕΚ, καθώς το θέμα της Κάθαρσης βρισκόταν συνέχεια στην ημερήσια διάταξη του σώματος τους τελευταίους μήνες.

Στις 17 Ιανουαρίου 1980 τα κόμματα ζήτησαν ενημέρωση για την πορεία της Κάθαρσης καθώς ο τύπος δημοσίευε καθημερινά πληροφορίες για τις σκέψεις της Κυβέρνησης για επικείμενες μαζικές απολύσεις.

ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ: Σε ποιό στάδιο βρίσκεται η παραπομπή του θέματος της Κάθαρσης στην Επιτροπή Εσωτερικών που παραπέμφθηκε πριν έξη μήνες για έκθεση προς το Σώμα;

ΑΜΠΙΖΑΣ (Πρόεδρος Επιτροπής): Το θέμα της κάθαρσης κ. Πρόεδρε, τυγχάνει μελέτης αυτή τη στιγμή από το Υπουργικό Συμβούλιο και αναμένομεν από αυτό να ληφθούν ορισμένες αποφάσεις σύμφωνα με εξαγγελίες που έχει κάμει ο αρμόδιος Υπουργός επί του θέματος.

ΛΥΣΣΑΡΙΔΗΣ: Δεν πρέπει να λησμονούμεν κύριε Πρόεδρε, ότι αυτή η Βουλή απεμπόλυσε τα δικαιώματα της περί του θέματος, δίδοντας τα εις το Υπουργικό Συμβούλιο. Και τώρα αναμένομεν το Υπουργικό.

ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ: Δεν δέχομαι την άποψη που λέει ότι η Βουλή απεμπόλυσε τα δικαιώματα της. Απλώς έδωσεν εις την Εκτελεστική Εξουσίαν αυτό που η Εκτελεστική Εξουσία εζήτησε ίσα-ίσα για να επισπεύσει την κάθαρση. Εάν η Εκτελεστική Εξουσία δεν πράξει το καθήκον της, τότε είναι η Εκτελεστική Εξουσία που ευθύνεται και όχι η Βουλή.

ΛΥΣΣΑΡΙΔΗΣ: Ευθύνεται πάντοτε και ο παραχωρών δικαίωμα.

ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ: Εάν δεν παραχωρούσαμε αυτό που μας εζητούσε η Εκτελεστική Εξουσία διά να επισπεύσει την κάθαρση, είναι τότε που θα εκατηγορείτο η Νομοθετική Εξουσία ότι εζητήθη από αυτήν κάτι και αυτή το αρνήθηκε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ τον Πρόεδρο της Επιτροπής των Εσωτερικών όπως έλθει σε επαφή με το αρμόδιο υπουργείο και πληροφορηθεί για την πορεία του θέματος.

ΑΜΠΙΖΑΣ: Η πληροφορία που έδωσα εις το Σώμα κ. Πρόεδρε είναι μετά από τηλεφωνική επικινωνία που είχα σήμερα με τον Υπουργόν Δικαιοσύνης.

Ομως ούτε ο Κληρίδης δεν ξέφυγε των κατηγοριών για την Κάθαρση και ύστερα από τρεις ημέρες ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ Βάσος Λυσσαρίδης παρεμβαίνοντας σ' αυτή ζήτησε όπως στο πλαίσιο της κάθαρσης δικασθεί και ο Γλαύκος Κληρδης γιατί, όπως είπε, η περίοδος της εξουσίας του ήταν παράνομη.

Οσοι σφετερίσθηκαν την εξουσία πρέπει να προσαχθούν σε δίκη, όπως επίσης και οι πρωταγωνιστές του πραξικοπήματος, ανεξάρτητα αν είναι δημόσιοι ή ιδιωτικοί υπάλληλοι, είπε ο Βάσος Λυσσαρίδης.

Σαν ρωτήθηκε ποιους θεωρεί σφετεριστές της εξουσίας αφού ο Νίκος Σαμψών καταδικάστηκε, ο Βάσος Λυσσαρίδης απάντησε:

"Οσοι σφετερίσθηκαν την έξουσία. Ολο το Υπουργικό και όποιος προϊστατο του υπουργικού που ήταν σφετεριστής εξουσίας. Δεν μπορώ να προϊσταμαι Συμβουλίου που είναι πραξικοπηματικό, αλλά εγώ δεν είμαι".

Σε ερώτηση αν συμφωνούσε ότι μετά τις 22 Ιουλίου όταν ανέλαβε ο Γλαύκος Κληρίδης η συνταγματική τάξη εξακολουθούσε να ήταν ανατρεμμένη απάντησε:

"Η συνταγματική τάξη αποκατεστάθη με την επάνοδο του Μακαρίου ή τουλάχιστον με την επίσημη παραδοχή ότι ο Μακάριος ήτο Πρόεδρος της Κύπρου και μπορούσε να επανέλθει, δηλαδή λίγες ημέρες πριν από την επάνοδο του Μακαρίου. Την ώρα που κάποιοι έλεγαν ότι ο Μακάριος δεν ήταν Πρόεδρος, το όνομά του ήταν απαγορευμένο, όταν μιλούσαν για εκλογές μετά έξη μήνες, ασφαλέστατα αυτή ήταν ανατροπή της συνταγματικής τάξης".

Στην πορεία της μελέτης του όλου θέματος στις επανειλημμένες συνεδρίες του Υπουργικού Συμβουλίου διαπιστώθηκε ότι η Κάθαρση στους Ημικρατικούς Οργανισμούς δεν μπορούσε να προωθηθεί με τον τρόπο που μελετάτο να γίνει στη Δημόσια Υπηρεσία, δηλαδή την απόλυση ή την υποχρεωτική αφυπηρέτηση συγκεκριμένων υπαλλήλων, γιατί δεν υπήρχε νομοθεσία.

Στο διάστημα αυτό η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ολοκλήρωσε την εκδίκαση των πειθαχικών κατηγοριών εναντίον του δασκάλου Ανδρέα Παύλου και του επέβαλε την ποινή της απόλυσης.

Στις 7 Νοεμβρίου απολύθηκε ο υπαστυνόμος Γεώργιος Ράφτης για διάπραξη έξι πειθαρχικών παραπτωμάτων για συμμετοχή στο πραξικόπημα και την ΕΟΚΑ Β.

Εξάλλου στις 12 Ιανουαρίου αθωώθηκε ο Χριστάκης Καραγιώργης από το το Συμβούλιο του ΡΙΚ και στις 28 Ιανουαρίου 1980 απηλλάγη ο υπαστυνόμος Αντώνης Ηλία.

Στις 31 Ιανουαρίου 1980 το Υπουργικό Συμβούλιο προχώρησε στις αποφάσεις του και ανακοινωσε απολύσεις 61 κρατικών υπαλλήλων.