Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

24.6.1977: Ως "η δίκη του πραξικοπήματος" χαρακτηρίζεται η δίκη του Λευτέρη Παπαδόπουλου που αντιμετωπίζει σοβαρές κατηγορίες σχετικά με το πραξικόπημα του Ιουλίου του 1974. Ολόκληρη η αγόρευση του δικηγόρου της Δημοκρατίας Κώστα Κυπρίδημου.

S-2122

24.6.1977: ΩΣ "Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΟΣ" ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΕΤΑΙ Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕ ΣΟΒΑΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ 1974. ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΩΣΤΑ ΚΥΠΡΙΔΗΜΟΥ

Η δίκη του Λευτέρη Παπαδόπουλου χαρακτηρίστηκε ως "η δίκη του πραξικοπήματος" καθώς σ' αυτήν παρήλασαν όσα συνέβησαν κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος είτε είχαν σχέση είτε όχι για τον κατηγορούμενο.

Στη δίκη παρήλασαν όλοι οι αστυνομικοί διυθυντές των επαρχιών της Κύπρου που αναφέρθηκαν στα όσα συνέβησαν στις περιοχές ελέγχου τους ενώ μάρτυρες αναφέρθηκαν ιδιαίτερα στη συμμετοχή της ΕΟΚΑ Β στο πραξικόπημα, πράγμα που για πρώτη φορά γινόταν.

Αναλύοντας τη μαρτυρία που θα παρουσίαζε στο δικαστήριο ο δικηγόρος της Δημοκρτίας Κώστας Κυπρίδημος, κατά την έναρξη της δίκης του Λευτέρη Παπαδόπουλου στις 24 Ιουνίου 1977 που αντιμετώπιζε κατηγορίες σχετικά με το πραξικόπημα και την έκδοση βιβλίου με τίτλο "Πολιτικά Κείμενα" ανέφερε τα ακόλουθα (ΑΓΩΝ) 24.6.1977):

"Ο ενώπιον σας κατηγορούμενος αντιμετωπίζει σοβαρωτάτας κατηγορίας διά πρραβάσεις του Ποινικού Κώδικος ως αυταί εκτίθενται εις το καταχωρισθέν κατηγορητήριον.

Ούτος συμφώνως προς την προσαχθησομένην μαρτυρίαν κατά τον Σεπτέμβριο του 1971 ηγήθη ομάδος η οποία παρέλαβε τον Γεώργιον Γρίβαν όταν ούτος κατελθών εις Κύπρον εισήλθε λάθρα εις το έδαφος της Δημοκρατίας.

Συμφώνως προς την μαρτυρίαν και εκ των γεγονότων τα οποία επηκολούθησαν την άφιξιν του Γεωργίου Γρίβα εις Κύπρον προκύπτει ότι ούτος συνέστησεν οργάνωσιν φέρουσαν άλλοτε μεν το όνομα ΕΟΚΑ Β άλλοτε δε απλώς ΕΟΚΑ προς προώθησιν δήθεν της Ενώσεως αντ' αυτού όμως ως αργότερον διεφάνη η οργάνωσις αύτη δρώσα εν σκότει επεδόθη εις την προπαρασκευήν της ανατροπής του εκελελεγμένου Προέδρου της Δημοκρατίας Αρχιεπσκόπου Μακαρίου και της Κυβερνήσεως του διά πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων κατ' αστυνομικών σταθμών και Κυβερνητικών περιουσιών, διά κλοπής οπλισμού εκ των δυνάμεων ασφαλείας, κακοποιήσεως μελών των δυνάμεων ασφαλείας δι' απαγωγών, ως και δι' απειλών κατά δικαστικών εκπαιδευτικών και αστυνομικών.

Ιδιαίτερος στόχος της ΕΟΚΑ Β υπήρξε ο εκλελεγμένος Πρόεδρος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος τον οποίον η οργάνωσις αυτή δεν έχανε ευκαιρίαν να καθυβρίζη, να προκαλή και να απειλή εν τη προσπαθεία της να υποσκάψη την θέσιν του να υποβιβάση το κύρος του, να μειώση την εμπιστοσύνην και την υποστήριξιν την οποίαν η καταπληκτική πλειοψηφία του λαού παρείχε εις αυτόν και την Κυβέρνησιν του, διά να καταστήση ούτω ευχερεστέραν την επιβολήν των σχεδίων της ήτοι την διά πραξικοπήματος ανατροπήν του νομίμου και εκλελεγμένου προέδρου της Κυβερνήσεως του ως τούτο καθίσταται καταφανέστερατον εκ του σχεδίου διενεργίας πραξικοπήματος το οποίο φέρει το όνομα ΑΠΟΛΛΩΝ.

Το σχέδιον τούτο, ως θα έχετε την ευκαιρίαν κατά την διάρκειαν της ακροαματικής διαδικασίας να διαπιστώσετε, περιελάμβανε πλήρεις και λεπτομερείς οδηγίες ως και τους χώρους όπου θα εξεδηλούντο αι πραξικοπηματικαί πολεμικαί επιχειρήσεις, τους αντικειμενικούς στόχους των πραξικοπηματικών ενόπλων δυνάμεων, τον οπλισμόν και τον αριθμόν ανδρών που θα εχηρισιμοποιούντο διά τας επιθέσεις και τας μάχας, την κατάληψιν κυβερνητικών κτιρίων και εγκαταστάσεων ως αι επαρχιακαί διοικήσεις, δημαρχεία, Κτηματολόγιον, δικαστήρια, αστυνομικαί διευθύνσεις και σταθμοί.

Τούτο προσέτι παρείχε οδηγίες διά τον έλεγχον της διακινήσεως, την επιβολήν κατ' οίκον περιορισμού, την εγκαθίδρυσιν τοπικών και Κεντρικών Αρχών και γενικώς την εγκατάστασιν Κυβερνήσεως υπό των πραξικοπηματικών δυνάμεων, έστω και εάν οι ίδιοι ανερυθριάστως αποκαλούν εαυτούς επανάστασιν.

Η εν λόγω οργάνωσις ΕΟΚΑ Β τας νομίμους και επιβεβλημένας αντιδράσεις του νομίμου κράτους προς καταστολήν της παρανομίας, προς εμπέδωσιν του νόμου και της τάξεως, προς προάσπισιν και περιφρούρησιν του πολιτεύματος και των δημοκρατικών του θεσμών εχλεύαζε και εχαρακτήριζε ως πράξεις βίας, εν τη ευτελεί προσπαθεία της να δικαιολογήση όσα έκνομα και παράνομα διέπραττε εις βάρος της δημοκρατίας και του λαού της, και τα οποία έκνομα και παράνομα απετέλουν διά πάντα ορθοφρονούντα και τότε ακόμη λαλίστατους οιωνούς δι' όσα τραγικά επηκολούθησαν δι'όσας χαινούσας πληγάς η αφροσύνη της ΕΟΚΑ Β επεσώρευσεν εις τον δύστηνον ελληνικόν Κυπριακόν λαόν.

Την 25.4.1974 το Υπουργικόν Συμβούλιον διά διατάγματος του εκήρυξε και τυπικώς την ΕΟΚΑ Β ως παράνομον οργάνωσιν.

Συμφώνως προς την μαρτυρίαν την 2.8.1973 ο κατηγορούμενος ανεζητήθη υπό της αστυνομίας δι' ανάκρισιν εν σχέσει με υπόθεσιν συνωμοσίας και χρήσεως ενόπλου βίας εναντίον της Κυβερνήσεως, αλλά δε ανευρέθη και εν συνεχεία το όνομά του εδημοσιεύθη ως καταζητούμενον πρόσωπον εις την Εφημερίδα της αστυνομίας ημερομηνίας 5.8.1973.

Την 16.6.1974 εξ αφορμής επισκέψεως της αστυνομίας εις πολυκατοικίαν εις την οδόν Πουλίου και Καποτά εις Στρόβολον, διά την διενέργειαν ερεύνης εις διαμέρισμα προς ανακάλυψιν καταζητουμένου προσώπου ο κατηγορούμενος, όστις βάσει της προσαχθησομένης μαρτυρίας ευρίσκετο εντός ενός διαμερίσματος της ιδίας πολυκατοικίας, αντιληφθείς την παρουσίαν της αστυνομίας διέφυγε εγκαταλείψας εντός του διαμερίσματος του όπλα, φυσίγγια, εκρηκτικάς ύλας, φορητόν ασύρματον, τηλεσκόπια, ράσον ιερέως μετά καλυμμαχίου, ως και αριθμόν εγγράφων της ΕΟΚΑ διά των οποίων αποδεικνύεται ότι ούτος δεν ήτο μόνον μέλος της παρανόμου οργανώσεως αλλά και είχε τοιούτον αξίωμα να διατηρή απ' ευθείας επαφάς μετ' αξιωματούχων της τότε χούντας των Αθηνών, παρά των οποίων ελάμβανεν οδηγίας ως προς την ανάληψιν της διοικήσεως της ΕΟΚΑ Β μετά τον θάνατον του Γεωργίου Γρίβα, τον εξοπλισμόν και οικονομικήν ενίσχυσιν της ως προς την ανάγκην διατηρήσεως της Οργανώσεως προς εκπλήρωσιν της αποστολής της.

Οποία ήτο η ταχθείσα υπό των Κυπριακών και εξωκυπριακών υπευθύνων της οργανώσεως αυτής αποστολή έχετε ήδη αντιληφθή εξ όσων δι' ολίγων ήδη ανέφερα, αλλά περισσότερα περί των πράξεων και δραστηριοτήτων εκείνων της παρανόμου οργανώσεως αι οποίαι συνθέτουν την πλήρη εικόνα της αληθους αποστολης της θα έχετε την ευκαιρίαν να διαπιστώσετε εις την συνέχειαν της αγορεύσεως μου.

Περαιτέρω βάσει της μαρτυρίας αποδεικνύεται ότι ο κατηγορούμενος ήτο ο οικονομικός διαχειριστής της ΕΟΚΑ Β και υπό την ιδιότητα του αυτή προέβαινε εις πληρωμάς διαφόρων ποσών εις άλλους υπευθύνους τομέων της παρανόμου οργανώσεως διά την κάλυψιν των ποικίλων εξόδων του τομέως των, οι οποίοι τομείς συμφώνως προς το σχέδιον ΑΠΟΛΛΩΝ θα μετείχον των πραξικοπηματικών πολεμικών επιχειρήσεων του σχεδίου. Ενίσχυε ωσαύτως οικονομικώς εκ των τομέων της ΕΟΚΑ τα καταζητούμενα μέλη της Οργανώσεως ως και τους παυθέντας υπό της Κυβερνήσεως διά λόγους δημοσίου συμφέροντος διαφόρους αστυνομικόυς εκπαδευτικούς και άλλους.

Την 11.7.74 ο κατηγορούμενος συνελήφθη εις την οικίαν του Γεωργιου Μίτσιγγα εις Δαοσύπολιν μετά των Αρη Χατζηγεωργίου και Κυριάκου Σαβεριάδη, οι οποίοι διωρίσθησαν αργότερον υπουργοί του πραξικοπηματικού Υπουργικού Συμβουλίου του Νικολάου Σαμψών.

Εις την κατοχήν του κατηγορουμένου κατά την σύλληψιν του ανευρέθησαν μεταξύ άλλων και έγγραφα εν εκ των οποίων ημερομηνίας 9.7.1974 συνεπικουρούμενον υπό άλλης μαρτυρίας άγει εις το λογικόν συμπέρασμα ότι ούτος εγνώριζε διά την διενέργειαν του ακολουθήσαντος πραξικοπήματος.

Ως είναι τοις πάσι γνωστόν το πραξικόπημα εξεδηλώθη κατά τρόπον βιαιότατον την πρωίαν της 15ης Ιουλίου 1974 εστρέφετο δε κυρίως κατά του εκλελεγμένου Προέδρου της Δημοκρατίας και της νομίμου Κυβερνήσεως. Διά την κατάληψιν της εξουσίας εχρησιμοποιήθησαν στρατιωτικαί ένοπλοι δυνάμεις, εν συνεργασία μετά της παρανόμου οργανώσεως ΕΟΚΑ Β.

Εκ των πρώτων βιαίων επιχειρήσεων κατά του κράτους ήτο η εκδηλωθείσα περί την 8.15 π.μ. οργανωμένη επίθεσις δι' αρμάτων μάχης, βαρέων και άλλων όπλων κατά του Προεδρικού Μεγάρου καθ' ον χρόνον ευρίσκετο εντός αυτού ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρά την σθεναράν αντίστασιν των μελών της Προεδρικής Φρουράς, η υπεροπλία και η αριθμητική υπεροχή των επιτιθεμένων στρατιωτικών δυνάμεων δεν επέτρεψαν αναχαίτησιν της επιθέσεως, το δε προεδρικόν κτίριον εβλήθη επανειλημμένως και τελικώς παρεδόθη εις τας φλόγας. Εν τω μεταξύ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τη προτοπή των σωματοφυλάκων του διέφυγεν βέβαιον θάνατον και κατέληξεν εις Πάφον περί την 18.30, περιοχήν η οποία ηλέγχετο εισέτι από τας νομίμους δυνάμεις, όπου του επεφυλάχθη θερμοτάτη υποδοχή υπό του λαού. Εκ Πάφου ο Πόεδρος Μακάριος απηύθυνε διάγγελμα μέσω του εκεί υποσταθμού του ΡΙΚ προ τον Κυπριακόν λαόν.

Αποτέλεσμα της επιθέσως κατά του Προεδρικού κτιρίου ήτο η ολοσχερής κατατροφή αυτού, η απώλεια ανθρωπίνων ζωών και ο τραυματισμός ετέρων προσώπων. Μετά την κατάληψιν του κτιρίου οι εντός του Προεδρικού υπάλληλοι, επισκέπται και μέλη της Φρουράς συνελήφθησαν υπό πραξικοπηματικών στρατιωτών, μερικοί δε εξ αυτών ετραυματίσθησαν συνεπεία κακοποιήσεως.

Παρόμοιαι οργανωμέναι επιθέσεις εξεδηλώθησαν σχεδόν συγχρόνως εν Λευκωσία επί ευρείας κλίμακος εναντίον του στρατοπέδου του εφεδρικού σώματος της αστυνομικής διευθύνσεως της Πύλης Πάφου, του ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, της Αρχής τηλεπικοινωνιών Κύπρου, των Κεντρικών Φυλακών του Αρχιεπισκοπικού Μεγάρου και άλλων δημοσίων κτιρίιων και εγκαταστάσεων.

Αι πραξικοπηματικαί επιχειρήσεις επεξετάθησαν την 15ην Ιουλίου επί της ιδίας οργανωμένης βάσεως διά της χρήσεως αρμάτων μάχης βαρέων και άλλων όπλων και εις τας υπολοίπους πόλεις, πλην της Πάφου με κυριωτέρους στόχους τας αστυνομικάς διευθύνσεις.

Αι πλείσται των εν λόγω ενόπλων επιθέσεων ήσαν αιματηραί με αποτέλεσμα τον θάνατον ή τον τραυματισμόν αριθμού προσώπων.

Αι υλικαί ζημίαι ήσαν τεράστιαι.

Η επίθεση κατά του στρατοπέδου του Εφεδρικού ήτο σφοδροτάτη λόγω αντιστάσεως, η δε κατάληψις του δεν επτεύχθη παρά περί την 11.30 π.μ. Σοβαρώταται υπήρξαν αι απώλειαι του Εφεδρικού Σώματος εις νεκρούς και τρυμαστίας, τα δε επειζήσαντα μέλη συνελήφθησαν και ετέθησαν υπό στρατιωτικήν φρούρησιν.

Η Αστυνομική διεύθυνσις Λευκωσίας Πύλης Πάφου περικυκλώθη δι' αρμάτων μάχης και άλλων τεθωρακισμένων περί την 9ην π.μ. εβλήθη διά βαρέων όπλων, κατελήφθη δε την 10.30 π.μ. όταν οι υπερασπισταί αυτής αντελήφθησαν ότι περαιτέρω αντίστασις ήτο ματαία. Αρκετά μέλη του αστυνομικού σταθμού συνελήφθησαν και ετέθησαν υπό κράτησιν.

Το Ραδιοφωνικόν Ιδρυμα Κύπρου κατελήφθη περί την 8.30 π.μ. ελλαδίτης δε αξιωματικός διέταξε την εκφωνήτριαν να διακόψη την εκπομπήν και να μεταδώση τον Εθνικόν Υμνον και ακολούθως εμβατήρια και ανακοινώσεις. Από της εν λόγω ώρας το ΡΙΚ ετέθη υπό τον έλεγχον της πραξικοπηματικής εξουσίας και κατέστη φερέφωνον αυτής.

Αι εγκαταστάσεις της Αρχής Τηλεπικοινωνών εν Λευκωσία ετέθησαν υπό τον πλήρη έλεγχον των πραξικοπηματικών δυνάμεων περί την 8.30 π.μ η δε λειτουργία αυτών ετέθη εις χείρας στρατιωτικού κλιμακίου ενισχυθέντος αργότερον υπό οκτώ τεχνικών του ΟΤΕ Ελλάδος.

Αι Κεντρικαί Φυλακαί περιεκυκλώθησαν υπό πραξικοπηματικών δυνάμεων αι οποίαι ήρχισαν να βάλλουν κατά της εισόδου. Περί την 10.15 π.μ. στρατιωτικόν τμήμα εισήλθεν εντός των φυλακών, έθεσεν υπό περιορισμόν τον διευθυντήν, τους αξιωματικούς, τους δεσμοφύλακας και τα μέλη της αστυνομίας, εν συνεχεία δε ήνοιξαν τα κελλία και απηλευθέρωσαν τος κρατουμένους δι' ανατρεπτικάς κατά του κράτους ενεργείας. Η όλη διοίκησις των φυλακών ανελήφθη υπό στρατιωτικών και μελών της ΕΟΚΑ Β.

Περί την 8.45 π.μ. της 15ης Ιουλίου 1974 το Αρχιεπισκοπικόν Μέγαρον εδέχθη επίθεσιν διά καταιγιστικών πυρών εκ διαφόρων κατευθύνσεων. Τα μέλη της αστυνομικής φρουράς του Αρχιεπισκοπικού Μεγάρου ανταπέδωσαν το πυρ η δε αντίστασις των εσυνεχίσθη μέχρι της 19.45 ώρας, ότε εκάμφθη λόγω ενισχύσεως των επιτιθεμένων. Μετά την παράδοσιν των μελών της φρουράς ούτοι μετεφέρθησαν και ενεκλείσθησαν υπό των πραξικοπηματιών εις τας Κεντρικάς Φυλακας. Εκ της επιθέσεως ετραυματίσθησαν αστυνομικοί εκ των οποίων ο εις θανασίμως.

Η επίθεσις εναντίον της αστυνομικής διευθύνσεως Αμμοχώστου εξεδηλώθη την 15ην ώραν υπό στρατιωτικών μονάδων και μελών της ΕΟΚΑ Β. Ενωρίτερον η αστυνομία Αμμοχώστου επληροφορήθη δι' ασυρμάτου υπέρ του γεγονότος ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ευρίσκετο εν ζωή. Προσπάθεια μελών της αστυνομίας να κοινοποιήσουν το γεγονός εις τον λαόν της πόλεως διά διανομής σχετικών φυλλαδίων επνίγη διά των πυρών πραξικοπηματιών κινουμένων εντός της πόλεως. Ο αστυνομικός σταθμός παρεσύρθη ες σύντομον χρονικόν διάστημα κατόπιν ανταλλαγής πυρών. Ως και εις άλλας περιπτώσεις τα μέλη της αστυνομικής διευθύνσεως συνελήφθησαν και ετέθησαν υπό στρατιωτικήν επιτήρησιν.

Εις Λάρνακα αι στρατιωτικαί μονάδες ομού μεθ' ομάδων μελών της ΕΟΚΑ Β περιεκύκλωσαν περί την 9.15 π.μ. το κτίριον της αστυνομικής διευθύνσεως και ήρχισαν να βάλλουν διά καταιγιστικών πυρών κατ'άυτού. Τα μέλη του αστυνομικού σταθμού προέβαλον σθεναράν αντίστασιν η οποία εσυνεχίσθη μέχρι την 20ην ώραν. Εν τω μεταξύ είχον αποτύχει επίμονοι απειλητικαί προσπάθειαι τόσον υπό των στρατιωτικών και στελεχών της ΕΟΚΑ Β όσον και υπό του παρανόμως διορισθέντος αρχηγού της Αστυνομίας, πρός παράδοσιν των ανθισταμένων νομίμων δυνάμεων της αστυνομίας.

Επειδή όμως ότι αυτή η παράδοσις δεν επετεύχθη τότε επηκολούθησεν ανηλεής και αδιάκριτος βομβαρδισμός δι' όλμων κατά του αστυνομικού κτιρίου. Τότε εκρίθη ότι περαιτέρω αντίστασις θα ήτο ματαία και τα μέλη της αστυνομικής δυνάμεως παρεδόθησαν εις τους επιτεθέντας οι οποίοι τους έθεσαν υπό παράνομον κράτησιν. Κατά την αντίστασιν εφονεύθη εκ βλήματος όλμου ανώτερος Υπαστυνόμος της αστυνομικής διευθύνσως Λάρνακος.

Εις Λεμεσόν όταν εγνώσθη η εκδήλωσις του πραξικοπήματος εν Λευκωσία, μέλη των νομίμων δυνάμεων ασφαλείας της Αστυνομικής Διευθύνσεως αφώπλισαν και έθεσαν υπό περιορισμόν εις τον αστυνομικόν σταθμόν μέλη των πραξικοπηματικών στρατιωτικών δυνάμεων. Περί την 10.15 π.μ. άλλαι στρατιωτικαί κατά της νομίμου εξουσίας κινούμεναι δυνάμεις περικύκλωσαν τον αστυνομικόν σταθμον ότε ήρχισεν η ανταλλαγή πυρών. Αργότερον προσετέθησαν και ομάδες μελών της ΕΟΚΑ Β και επεξετάθησαν αι πολεμικαί επιχειρήσεις κατά των αστυνομικών σταθμών Αγίου Ιωάννου και Αγίου Νικολάου Λεμεσού και άνδρες των οποίων προέβαλον σθεναράν αντίστασιν.

Περί την 1ην μ.μ. ο Μακαριώτατος έδωσεν οδηγίας όπως αι νομιμόφρονες αστυνομικαί δυνάμεις μη υπακούσουν εις το παράνομον καθεστώς και όπως ειδοποιηθή ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Κύπρου εις τα Ηνωμένα Εθνη διά να συγκαλέση έκτακτον συνεδρίαν του Συμβουλίου Ασφαλείας. Αξιωματικός του αστυνομικού σταθμού Λεμεσού κατώρθωσε ν' ανέλθη επί ελλιμενισμένου πλοίου και να επικοινωνήση δι' ασυρμάτου μετά της εν Καίρω κυπριακής Πρεσβείας.

Η Αντίστασις εις Λεμεσόν εσυνεχίσθη μέχρι την 6ην π.μ. της 16ης Ιουλίου 1974 ότε εκρίθη ότι η συνέχισις της αντιστάσεως ήτο ματαία. Συνεπεία δε τούτου τα μέλη της αστυνομικής διευθύνσεως παρευρέθησαν μερικοί δε τούτων συμπεριλαμβανομένων και αξιωματικών μετεφέρθησαν υπό των παρανόμων και ενεκλείσθησαν εις τας Κεντρικάς Φυλακάς.

Το κτίριον της αστυνομικής διευθύνσεως Κυρηνείας περιεκυκλώθη υπό των κατά του κράτους κινουμένων παρανόμων δυνάμεων περί την 18.45 της 15ης Ιουλίου 1974 ότε τα μέλη αυτής εξηναγκάσθησαν να παραδοθούν. Τόσον ο αστυνομικός διευθυντής όσον και οι άλλοι αξιωματικοί και άνδρες της αστυνομικής διευθύνσεως συνελήφθησαν και ενεκλείσθησαν υπό των παρανόμως επιτιθεμένων εις το Φρούριον της Κυρηβείας.

Εις Μόρφου η κατάληψις του αστυνομικού σταθμού του κτιρίου της Αρχής Τηλεπικοινωνιών και του Μητροπολιτικού Μεγάρου, όπου αι νόμιμαι δυνάμεις ευρίσκοντο συγκεντρωμέναι συνεπληρώθη την 16ην Ιουλίου και ώραν 2. μ.μ. Ο Αστυνομικός Διευθυντής και ωρισμένοι αξιωματικοί και ανδρες του ετέθησαν υπό περιορισμόν.

Ως ήδη ελέχθη η περιοχή της Πάφου παρέμενεν υπό τον έλεγχον των νομίμων δυνάμεων του κράτους ως το τελευταίον προπύργιον αυτού μέχρι το απόγευμα της 16ης Ιουλίου 1974 ότε ανεχώρησεν ο Μακαριώτατος. Ο αστυνομικός διευθυντής εγκαίρως προέβη εις την λήψιν μέτρων διά των οποίων εξουδετερώθη ο κίνδυος επιθέσεως των στρατιωτικών και άλλων πραξικοπηματικών δυνάμεων. Αι μόναι παροδικαί αντιδράσεις προήλθον εκ της ακταιωρού "Λεβέτης", ήτις κινηθείσα εις τα ανοικτά της θαλάσσης έβαλλεν αδιακρίτως κατά της πόλεως εν γένει και του Μητροπολιτικού Μεγάρου, ιδιαιτέρως. Μετά την αναχώρησιν του Μακαριωτάτου, επειδή ουδεμία αντίστασις υφίστατο τότε εις τας λοιπάς επαρχίας και επειδή ελήφθησαν πληροφορίαι ότι σημαντική στρατιωτική δύναμις της πραξικοπηματικής εξουσίας κατηυθύνετο δι' αρμάτων μάχης προς την Πάφον διά την κατάληψιν αυτής έπαυσε πάσα αντίστασις, η δε πόλις και επαρχία περιήλθον υπ' τον έλεγχον των πρανόμων δυνάμεων.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΟΚΑ Β ΣΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ

Στη εισαγωγική του αγόρευση του ο Κώστας Κυπρίδημος αναφέρθηκε και στη συμμετοχή της ΕΟΚΑ Β στο πραξικόπημα.

Είπε ο Δικηγόρος της Δημοκρατίας (ολόκληρα τα ονόματα των μελών της ΕΟΚΑ Β δεν παρατίθενται επειδή δεν δικάστηκαν):

Εκ της προσαχθείσης μαρτυρίας η συνδρομή και συμμετοχή της ΕΟΚΑ Β εις το διενεργηθέν πραξικόπημα υπήρξε η ακόλουθος:

1. Την 15.7.1974 και περί ώραν 10.10 ομάς ενόπλων αποτελουμένη εκ καταζητουμένων και μη μελών της ΕΟΚΑ Β υπό την ηγεσίαν του καταζητουμένου Φ.Ι. επετέθη κατά του αστυνομικού σταθμού Μαλιάς τον οποίον αφού κατέλαβον συνέλαβον το προσωπικόν του σταθμού ετερμάτισαν δε θανασίμως ένα ειδικόν αστυφύλακα.

2. Περί την 9.30-1.00 ώραν της 15.7.1974, 10 περίπου ένοπλοι με επικεφαλής τον τότε καταζητούμενον της ΕΟΚΑ Β Μ.Κ. επέδραμον και κατέλαβον τον αστυνομικόν σταθμόν Αθηαίνου. Συνέλαβον το προσωπικόν του σταθμού και αφού το έθεσαν υπό περιορισμόν την διοίκησιν ανέλαβε πραξικοπητίας πολίτης, παρέλαβον το λαντ-ρόβερ και τον οπλισμόν του σταθμού.

3. Την 15.7.1974 πολίτης εκ του χωρίου Κακοπετριάς επισκεφθείς τον αστυνομικόν σταθμόν Κακοπετριάς προέτρεψεν τον υπεύθυνον του Σταθμού όπως μη προβάλη ανίστασιν εναντίον του πραξικοπήματος καθ' ό,τι ως του ανέφερεν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο νεκρός αποτεφρωθείς κάτω από τα ερείπια του Προεδρικού Μεγάρου και ότι ουδείς ηδύνατο να τον αναγνωρίση. Την 16.7.1974 ένοπλοι πολίται συνοδευόμενοι υπό παυθέντων διά λόγους δημοσίου συμφέροντος αστυφυλάκων οι οποίοι αφού κατέλαβον τον σταθμόν έθεσαν τον σταθμάχην ως και έτερον αστυφύλακα υπό περιορισμόν εντός του σταθμού αναθέσαντες την ευθύνην τούτου εις παυθέντα αστυφύλακα. Μεταξύ της 16-18.7.1974 ούτοι συνελάμβανον νομιμόφρονας πολίτας και αφού τους μετέφερνον εις τον σταθμόν τους ανέκρινον.

4. Την 16.7.74 ενώ ο τότε αναπλ. Υπαστυνόμος Ηλίας Κυριακίδης μετέβαινεν εκ Λεμεσού εις Πάφου μετ' άλλων νομίμων ή και νομιμοφρόνων δυνάμεων παρά το χωρό Ζακάκι ενέπεσαν εις ενέδραν στρατιωτικών και μελών της ΕΟΚΑ Β. Επηκολούθησε ανταλλαγή πυρών κατά τη διάρκεια των οποίων εφονέυθη ο αστυνοφύλαξ Αντης Παπαδόπουλος και ο καταζητούμενος δι' ανατρεπτικάς ενεργείας Ρηγίνος Μάρκου, ως επίσης και 2 αγνώστου ταυτότητος Δόκιμοι Αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς, συνελήφθη δε ο (Α.Χ. απο χωριό της Πάφου ο οποίος κατεζητείτο δι' ανατρεπτικάς ενεργείας καθώς και έτερα δύο μέλη της ΕΟΚΑ Β.

Την 17.7.1974 συνελήφθη ο εν λόγω αναπληρωτής Υπαστυνόμος και αφού μετέφθη εις ΓΕΕΦ ανεκρίθη υπό πολίτου.

5. Την 16.7.74 κατά την κατάληψιν του αστυνομικού σταθμού Αγίου Ιωάννου από τους πραξικοπηματίας επαρουσιάσθησαν εις τον σταθμόν 30 ένοπλοι επικεφαλής των οποίων ευρίσκετο Ελλαδίτης αξιωματικός μετά του αποταχθέντος διά λόγους δημοσίου συμφέροντος Μ.Δ. Ο τελευταίος διέταξε την σύλληψιν του Υπευθύνου του σταθμού και κατόπιν οδηγιών του ο Υπεύθυνος μετεφέρθη υπό μελών της ΕΟΚΑ Β εις το στρατόπεδον Πολεμιδίων. Τεθείς εν συνεχεία υπό κράτησιν ανεκρίθη υπό καταζητουμένου μέλους της ΕΟΚΑ Β εν σχέσει με κατοχή οπλισμού ενόπολων ομάδων νομιμοφόνων πολιτών ως και διά τους λόγους διά τους οποίους αντέστη κατά του πραξικοπήματος.

6 Την 17.7.74 ο υπεύθυνος του αστυνομικού σταθμού Αγίου Νικολάου κατά την ημέραν του πραξικοπήματος επισκεφθείς τον σταθμόν του είχεν εντός αυτού περί τους 15 ενόπλους πολίτας φέροντας στρατιωτικάς στολάς με σήματα της ΕΟΚΑ Β. Ούτοι του ανέφερον ότι ανήκον εις τον Λόχον του Μ.Δ. όστις επέπληξεν και εξύβρισεν τούτον διά την προβολήν υπ' αυτού αντιστάσεως κατά των πραξικοπηματιών κατά την 15.7.74 ότε ήτο Υπεύθυνος του αστυνομικού σταθμού Αγίου Νικολάου.

7. Την 15.7.74 ενώ ο τότε αστυνομικός Διευθυντής Λάρνακος και νυν υπαρχηγός της αστυνομίας κ. Π. Στόκκος ηγείτο αντιστάσεως κατά των πραξικιπηματιών εντός του Κεντρικού αστυνομικού σταθμού οι καταζητούμενοι δι' ανατρεπτικάς ενεργείας Χ.Κ, Μ.Κ. και Σ.Μ. εκ Λάρνακος ως επίσης ο μέχρι την 15.7.74 τελών υπό κράτησιν δι' ανατεπτικάς ενεργείας Λοχαγός Α.Π. του ετηλεφώνουν και του εζήτουν όπως παραδώση τον σταθμόν.

Μετά τη κατάληψιν της αστυνομικής διευθύνσεως Αμμοχώστου κατά το απόγευμα της 15.7.74, την διοίκησιν της αστυνομικής διευθύνσεως ανέλαβον ο καταζητούμενος δι' ανατρεπτικάς ενεργείας Κ.Κ. μετ' άλλων μελών της ΕΟΚΑ Β.

Η ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

Ο Δικηγόρος της Δημοκρατίας αναφερόμενος στη δράση του Λευτέρη Παπαδόπουλου κατά το πραξικόπημα ανέφερε:

"Βάσει της μαρτυρίας η συνδρομή και συμμετοχή του κατηγορουμένου εις τας πραξικοπηματικάς επιχειρήσεις υπήρχαν αι ακόλουθοι:

1. Την 15.7.74 ο κατηγορούμενος ηρεύνησε την αποθήκη ρουχισμού των Κεντρικών Φυλακών δι' ανεύρεσιν οπλισμού και ενδιεφέρθη διά την ανεύρεσιν του Σταύρου Κορνήλιου, ράπτου των φυλακών, νομιμόφρονος πολίτου.

2. Την 15.7.74 ο κατηγορούμενος εθεάθη εις Κεντρικάς φυλακάς και πορευόμενος δι' επιθεώρησιν καλλίων όπου εκρατούντο συλληφθέντες νομμόφρονες πολίτες.

3. Την 15.7.74 ο κατηγορούμενος ανέκρινεν εις Κεντρικάς Φυλακάς τον συλληφθέντα Λοχίαν του Εφεδρικού Χριστάκη Ιωάννου παρά του οποίου εζήτει πληροφορίας εν σχέσει με οπλισμόν, την δύναμιν του Εφεδρικού και ενόπλους ομάδας πολιτών. Τη αρνήσει του Λοχίου ότι γνώριζε τι ο κατηγορούμενος εκάλεσε γενειοφόρον τινά όστις κατόπιν οδηγιών του κατηγορουμένου και εις την παρουσίαν του τον εκακοποίησεν.

4. Περί την 10.00-11.00 ώραν της 17.7.74 ο κατηγορούμενος εθεάθη ένοπλος ανερχόμενος την κλίμακα ήτις ωδήγει εις το γραφείον του τότε αστυνομικού διευθυντού Λευκωσίας ακολουθούμενος υπό αριθμού ενόπλων.

5. Την 17.7.74 και περί τη μεσημβρίαν ο κατηγορούμενος με άλλους οπλοφόρους συνέλαβεν εις Λευκωσίαν εις την οδόν Θησέως νομιμόφρονα πίστην, οδηγόν ταξί και τον μετέφερεν εις Κεντρικάς Φυλακάς.

6. Την ιδίαν ημέραν (17.7.74) εις Καϊμακλί ο κατηγορούμενος ένοπλος και συνοδευόμενος υπό άλλων οπλοφόρων επεσκέφθη οικίαν νομιμόφρονος πολίτου την οποίαν αφού ηρεύνησε δι' ανεύρεσιν όπλισμού, τον συνέλαβον και τον μετέφερον εις τας Κεντρικάς Φυλακάς. Εκ της οικίας μετέβησαν εις το ΘΟΙ Καϊμακλίου το οποίον ηρεύνησαν.

7. Την αυτήν πάλιν ημέραν (17.7.74) ο κατηγορούμενος με άλλους οπλοφόρους επεσκέφθη την οικίαν του ιατρού Ανδρέα Ζαβρού εις Καϊμακλί, την οποίαν ηρεύνησεν δι' ανεύρεσιν οπλισμού και αντιστασιακών πολιτών. Κατά την έρευναν ο κατηγορούμενος όστις ηγείτο των υπολοίπων οπλοφόρων εισηγήθη εις τον ιατρόν όπως διαμηνύση εις τον δρα Βάσον Λυσσαρίδην να παραδώση τυχόν υπ' αυτού κατεχόμενον οπλισμόν αναλαμβάνων ο ίδιος την προσωπικήν του ασφάλειαν προσθέσας χαρακτηριστικώς τα κάτωθι: "Θέλω να ξέρης ότι είμαι από τους μεγάλους και έχω επιρροήν διά να τηρήσω την υπόσχεσιν μου".

8. Την 17.7.74 και περί ώραν 19.00 ο κατηγορούμενος συνοδευόμενος υπό του Κροίσου Χριστοδουλίδη επεσκέφθη εν Κελλίον των Κεντρικών Φυλακών όπου εκρατούντο δύο λοχίαι της αστυνομίας και έσχε μετ' αυτών συνομιλίαν αφορώσαν εις την διαφυγήν του εκ της πολυκατοικίας ΓΑΡΔΕΝΙΑ την 18.6.74 και την σύλληψιν του κατά την 11.7.74.

Ενώ όμως έντιμοι κύριοι δικασταί αι δραστηριότητες και πράξεις του κατηγορουμένου υπήρξαν βάσει της προσαχθησομένης μαρτυρίας οίαι έχουν περιγραφή με όλας τας πασιγνώστους συνεπείας, ούτος κατά ή περί τον Αύγουστον του 1976 αδιαφορών και παραμένων ασυγκίνητος ενώπιον της τραγωδίας και του δράματος του ελληνικού Κυπριακού λαού, τα οποία ήσαν συνέπεια όλων όσων παρανόμως διεπράχθησαν υπό του κατηγορουμένου και των συνεργατών του, υπό το πρόσχημα ότι προσφέρει υπηρεσίαν προς την ιστορικήν αλήθειαν και τας επερχομένας γενεάς προέβη εις την συγγραφήν και δημοσίευσιν βιβλίου υπό τον τίτλον "Πολιτικά Κείμενα 1971-74" εις τα οποία παραγνωρίζων όσα τραγικά και οδυνηρά συνέβησαν και επηκολούθησαν την 15.7.74 αποκαλών αυτά "τα γνωστά γεγονότα" περιέλαβε κρίσεις και σχόλια του τα οποία ουχί μόνον δεν αποτελούν μετάνοιαν δι' όσα η αφροσύνη των πράξεων του επεσώρευσαν εις τον ταλαίπωρον λαόν μας, αλλά τουναντίον είναι ενδεχόμενον να ενθαρρύνουν την προσφυγήν εις βίαν ή να προαγάγουν αισθήματα κακής διαθέσεως, καθ' ον χρόνον οι καιροί απαιτούν την πλήρη συσπείρωσιν όλων των πατριωτικών δυνάμεων περί τον Πρόεδρον της Δημοκρατία και την Κυβέρνησιν του, προς αντιμετώπισιν των παντοίων σοβαρωτάτων κινδύνων τους οποίους ανιμετωπίζει ο τόπος εξ αφορμής των όσων αφρόνως διεπράχθησαν υπό του κατηγορουμένου και των συνεργατών του δρώντων εν τη Δημοκρατία βάσει οδηγιών προερχομένων εκ προσώπων δρώντων ειτε εντός είτε εκτός της Δημοκρατίας.

Εντιμοι κύριε Δικασταί,

πάντα όσα έχω απαρριθμήσει στοιχειωθετούν τα εγκλήματα τα οποία ο κατηγορούμενος ευρίσκεται σήμερον εις το εδώλιον και τα οποία η Κατηγορούσα αρχή θα αποδείξη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας".

Η δίκη που χρακτηρίστηκε ως η δίκη του πραξικοπήματος, κράτησε για αρκετές μέρες και σ' αυτή παρήλασαν δεκάδες μαρτυρίες κατηγορίας και υπεράσπισης, ο δε κατηγορούμενος Λευτέρης Πααδόπουλος κατέθεσε ενόρκως από το βήμα του Δικαστηρίου δίνοντας στην ευκαιρία στον επικεφαλής της Κατηγορούσης Αρχής να τον αντεξετάσει.