Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

31.8.1976: Η δίκη του Νίκου Σαμψών, ο οποίος καταδικάζεται σε 20ετή φυλάκιση ενώ το δικαστήριο ξεκαθαρίζει ότι ο κατηγορούμενος δεν καταδικάζεται για τα πιστεύω του αλλά για τις πράξεις του.

S-2109

31.8.1976: H ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΣΑΜΨΩΝ. Ο ΝΙΚΟΣ ΣΑΜΨΩΝ ΚΑΤΑΔΙΚAΖΕΤΑΙ ΣΕ 20ΕΤΗ ΦΥΛΑΚΙΣΗ ΕΝΩ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΞΕΚΑΘΑΡΙΖΕΙ ΟΤΙ Ο ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ ΔΕΝ ΚΑΤΑΔΙΚAΖΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΟΥ

Στις 30 Οκτωβρίου 1975 η Βουλή με ψήφισμά της κάλεσε την Κυβέρνηση όπως ασκήσει τις εξουσίες της ώστε "να παύσουν απαράδεκτοι κατά τους κράτους εκδηλώσεις πρωτεργατών του πραξικοπήματος, αποτελούσαι πρόκλησιν κατά των αισθημάτων του λαού και κίνδυνον, διά την εν ενότητι, προώθησιν του αγώνος σωτηρίας της Κύπρου".

Με το ψήφισμα η Βουλή κάλεσε επίσης την Κυβέρνηση "όπως προσάψη εναντίον όσων συνεχίζουν την τοιαύτην προκλητικήν ανάμιξιν των, κατηγορίας βάσει της κειμένης νομοθεσίας, διά την συμμετοχήν των ως πρωτεργατών του πραξικοπήματος εις την προδοσίαν της χώρας των και δι εγκλήματα ποινικού δικαίου τα οποία τυχόν διέπραξαν".

Στο σκεπτικό του ψηφίσματος αναφερόταν ότι "αρκετοί εκ των μετασχόντων του πραξικοπήματος, αντί να αισχύνωνται διά την συμμετοχήν των εις αυτό (το πραξικόπημα) και την διά της τοιαύτης συμμετοχής ενσυνείδητον ή ασυνείδητον προδοσίαν της πατρίδος των και ειλικρινώς μεταμελούμενοι να δικαιολογήσουν την γενναιοδώρως προσφερθείσαν εις αυτούς αμνηστίαν, έχουν το θράσος να προβάλλουν ως παράγοντες εις την πολιτικήν ζωήν του τόπου και να επικρίνουν τας καταβαλλομένας προσπαθείας προς επούλωσιν των δεινών, τα οποία η ιδική των αφροσύνη ή προδοσία προεκάλεσαν, θεωρούσα αναγκαίαν την τιμωρίαν των τοιούτων αμετανοήτων ενόχων, δυνάμει της κειμένης νομοθεσίας, την οποίαν μόνον η Κυβέρνησις δικαιούται να θέση εν ενεργεία".

Το ψήφισμα της Βουλής ήλθε γάντι για την Κυβέρνηση λίγους μήνες αργότερα.

Στο μνημόσυνο του Στρατηγού Γεωργίου Γρίβα, που έγινε στα τέλη του Γεννάρη του 1976 στη Λεμεσό ο Νίκος Σαμψών, πήρε το μικρόφωνο και άρχισε να εκφωνεί λόγο. Αλλοι τον ανασήκωσαν στους ώμους τους. Οσα είπε ο Σαμψών στην ομιλία του αποτέλεσαν την αιτία για να χαρακτηρισθεί σαν αμετανόητος ώστε να αρχίσει η διαδικασία για την ποινική τιμωρία του που έδινε τώρα την ευκαιρία στην Κυβέρνηση να τον διώξει για τη συμμετοχή του στο πραξικόπημα και για την ανάληψη εκ μερους της προεδρίας.

Ουσιαστικά ο Νίκος Σαμψών δεν είπε τίποτε περισσότερο από τους άλλους ομιλητές παρά εξήρε το αγώνα του Γρίβα Διγενή και μίλησε για συνέχιση του αγώνα για την Ενωση.

Εγραφε η εφημερίδα του ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ την επομένη του μνημοσύνου του Γρίβα στη Λεμεσό, (26 Ιανουαρίου 1976):

"Στο χθεσινό μνημόσυνο του Αθανάτου Αρχηγού Διγενή μίλησε επ' ολίγον ο Διευθυντής της ΜΑΧΗΣ και του ΘΑΡΡΟΥΣ κ. Νίκος Σαμψών, ο οποίος κατασυγκινημένος και με παλμώδη φωνή κάλεσε τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες να συνεχίσουν τα βήματα του Λεβεντόγερου μέχρις ότου εκπληρωθούν οι εθνικοί πόθοι και το πολύπαθο νησί μας ενσωματωθή στον Εθνικο κορμό. Επίσης ο κ. Σαμψών κάλεσε όλους σε ενότητα".

Εκείνο που ενόχλησε ίσως περισσότερο ήταν ότι οι χιλιάδες του λαού ανασήκωσαν το Νίκο Σαμψών στα χέρια τους και τον μετέφεραν σε μεγάλη απόσταση.

Πρόσθετε η εφημερίδα: " Μετά το πέρας της όλης τελετής ενθουσιώντες νέοι ανέβασαν τον Διευθυντήν μας - οποίος έγινε αντικείμενον θερμών εκδηλώσεων- στους ώμους των και τον μετέφεραν μέχρι την κυρία οδό σε απόσταση χιλίων περίπου μέτρων".

Ο Προεδρος Μακάριος είχε ακολουθήσει και στην περίπτωση του Νίκου Σαμψών την τακτική της φθοράς όπως έκαμνε με πολλούς από τους αντιπάλους του.

Δεν τον είχε συλλάβει από την πρώτη στιγμή αλλά πρόσφερε κλάδον ελαίας όταν επέστρεψε στην Κύπρο το Δεκέμβρη του 1974.

Πίστευε ότι σύλληψη του Σαμψών από την αρχή δεν θα έφερνε κανένα αποτέλεσμα, και ότι ίσως να τον ηρωοποιούσε σαν θα φυλακιζόταν.

Ετσι τον άφησε ελεύθερο όπως ελεύθερη ήταν και η εφημερίδα του που έγραφε ό,τι ήθελε.

Η ελεύθερη διακίνηση του Νίκου Σαμψών τον έφθειρε συνεχώς, μια και θεωρείτο πρόκληση να κυκλοφορεί ανάμεσα στους πρόσφυγες και τα θύματα της εισβολής ο πραξικοπηματίας Πρόεδρος- μέχρι που "ορίμασε" ο χρόνος με αποκορύφωμα την ομιλία του στο μνημόσυνο του Στρατηγού Γρίβα.

Ετσι στις 4 Φεβρουαρίου 1976 ο Γενικός Εισαγελέας έδωσε οδηγίες στην Αστυνομία να αρχίσει ανακρίσεις για ποινική δίωξη του Νικου Σαμψών και απαγόρευσε την έξοδο του από την Κύπρο.

Οι ανακριτές δεν βιάστηκαν καθόλου. Αντίθετα η όλη προσπάθεια τους κράτησε ενάμισυ ολόκληρο μήνα και στις 16 Μαρτίου 1976 ο Σαμψών συλλαμβανόταν και ενεκλείετο στις Κεντρικές Φυλακές.

Στο δικαστήριο που εξέδωσε εναντίον του διάταγμα οκταημέρου κρατήσεως του προσήφθησαν οι πιο κάτω κατηγορίες τις οποίες διάβασε ο δικαστής Πέτρος Μιχαηλίδης:

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 1Η: Διεξαγωγή πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων κατά παράβασιν των άρθρων 40, 20, και 21 του Ποινικού Κώδικος, κεφ. 154.

Στοιχεία αδικήματος: Ο κατηγορούμενος (Νικόλαος Σαμψών εκ Λευκωσίας, δημοσιογράφος, ετών 41) μεταξύ της 15ης και της 23ης Ιουλίου 1974 αμφοτέρων των ημερομηνιών συμπεριαμβανομένων εν Λευκωσία και εις το υπόλοιπον μέρος της Δημοκραρίας, άνευ νομίμου εξουσίας διεξήγαγεν ή συνέδραμεν ή συνέστησε την διεξαγωγήν πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων ήτοι των πραξικοπηματικών επιχιρήσεων και ενεργειών, αι οποίαι ήρξαντο την 15ην Ιουλίου 1974, μετά, υπέρ ή υπό ομάδος των πραξικοπηματικών δυνάμεων, κατά του νομίμου Προέδρου της Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και της φρουράς αυτού, της νομίμου Κυεβρνήσεως και ή των ανισταμένων δυνάμεων ασφαλείας της Δημοκρατίας ή νομιμοφρόνων μελών των δυνάμεων ασφαλείας και άλλων πολιτών υποστηριζόντων την νόμιμον Κυβέρνησιν εν τη Δημοκρατία, των εν λόγω πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών συνισταμένων εις ωργανωμένας ενόπλους επιθέσεις δι' αρμάτων μάχης, βαρέων και άλλων όπλων κατά κυβερνητικών και άλλων κτιρίων και εγκαταστάσεων, κατά του νομίμου Προέδρου της Δημοκρατίας και των ως άνω προσώπων, εις δολοφονικάς και άλλας ενόπλους και βιαίας πράξεις και δραστηριότητας κατά πολιτών της Δημοκρατίας εις παρανόμους ωργανωμένας συλλήψεις και κακομεταχειρίσεις μελών των νομίμων δυνάμεων ασφαλέιας και πολιτών των ως άνω επιχειρήσεων και ενεργειών προκαλεσασών απωλείας ανθρωπίνων ζωών και σοβαράς υλικάς ζημίας.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 2α: Χρήσις ενόπλου βίας κατά της Δημοκρατίας κατά παράβασιν των άρθρων 41, 20 και 21 του Ποινικού Κώδικος, κεφ. 154.

Στοιχεία αδικήματος: Ο κατηγορούμενος μεταξύ της 15ης Ιουλίου 1974 και της 23ης Ιουλίου 1974, αμφοτέρων των ημερομηνιών συμπεριλαμβανομένων επειράθη διά της χρήσεως ή της επιδείξεως ενόπλου βίας, ήτοι διά των αναφερομένων εις την πρώτην κατηγορίαν πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών να προκαλέση μεταβολήν εις την διακυβέρνησιν της Δημοκρατίας, νοσφισθείς μάλιστα κατά την ως άνω περίοδον και συνεπεία των εν λόγω πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας ή να αντιταχθή εις την εκτέλεσιν των Νόμων υπό των ανισταμένων κατά του πραξικοπήματος νομιμοφρόνων δυνάμεων ασφαλείας της Δημοκρατίας ή να εξαναγκάση τον νόμιμον Πρόεδρον της Δημοκρατίας, τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και άλλα όργανα του κράτους όπως παύσουν ασκούντες το λειτούργημα αυτών".

Ο Νίκος Σαμψών παραπέμφθηκε σε απ' ευθείας δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου, αλλά είχε ένα σοβαρό πρόβλημα μέχρι την ημέρα της δίκης του: Κανένας δικηγόρος δεν αναλάμβανε την υπεράσπιση του.

Τελικά αποδέχθηκε να αναλάβει ο δικηγόρος Μανώλης Χριστοφίδης, αφού ο Σαμψών υπέβαλε στο δικαστήριο κατάλογο έντεκα δικηγόρων και ζητούσε όπως αυτό να διορίσει ένα από αυτούς.

Στο Δικαστήριο (21.7.1976) ο δικηγόρος του Σαμψών (που διευκρίνισε ότι την αμοιβή του από την υπεράσπιση του Σαμψών θα την έδιδε για αγαθοεργούς σκοπούς) υποστήριξε ότι δεν έπρεπε να δικασθεί ο πελάτης του, επικαλούμενος την άφεση αμαρτιών που είχε δώσει κατά την επιστροφή του το Δεκέμβριο του 1974 ο Πρόεδρος Μακάριος.

Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας Λουκής Λουκαϊδης αντέκρουσε την εισήγηση του Μανώλη Χριστοφίδη και τόνισε ότι η πολιτική της λήθης και της συγχώρησης δεν είχε καταργήσει τα αδικήματα και ότι εκείνο που είχε προσφέρει ο Πρόεδρος Μακάριος με την ομιλία του στις 7 Δεκεμβρίου 1974 δεν ισοδυναμούσε με κατά νόμον αμνηστία.

Για το θέμα κλήθηκε να αποφανθεί το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ανέφερε (20.8.1976) ότι με τον κλάδον ελαίας που είχε προσφέρει ο Πρόεδρος Μακάριος, δεν σήμαινε ότι είχε δοθεί χάρη στον Νίκο Σαμψών για τα αδικήματα που κατηγορείτο.

Ο Νίκος Σαμψών παρουσιάστηκε ύστερα από τρεις ημέρες στο Κακουργιοδικείο όπου παραδέχθηκε ενοχή και τελικά η κατηγορούσα αρχή τροποποίησε την 1η κατηγορία εναντίον του και απέσυρε τη δεύτερη. Ετσι η μόνη κατηγορία εναντίον του Σαμψών ήταν:

Ο κατηγορούμενος, μεταξύ της 15ης Ιουλίου και της 23ης Ιουλιου 1974, αμφοτέρων των ημερομηνιών συμπεριλαμβανομένων, εν Λευκωσία και εις υπόλοιπον μέρος της Δημοκρατίας, άνευ νομίμου εξουσίας συνέδραμεν εις την διεξαγωγήν πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων, νοσφισθείς μάλιστα το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, κατά την ως άνω περίοδον συνεπεία των εν λόγω επιχειρήσεων ήτοι των πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών, αι οποίαι ήρξαντο την 15ην Ιουλίου 1974 μετά, υπέρ, ή υπό της ομάδος των πραξικοπηματικών δυνάμεων κατά του νομίμου Προέδρου της Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και της φρουράς αυτού, της νομίμου Κυβερνήσεως ή των ανισταμένων δυνάμεων, ασφαλείας της Δημοκρατίας και ή νομιμοφρόνων μελών των δυνάμεων ασφαλείας και άλλων πολιτών υποστηριζόντων την νόμιμον Κυβέρνησιν εν τη Δημοκρατία των εν λόγω πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών συνισταμένων εις ωργανωμένας ενόπλους επιθέσεις, δι' αρμάτων μάχης βαρέων και άλλων όπλων κατά κυβερνητικών και άλλων κτιρίων και εγκαταστάσεων, κατά του νομίμου Προέδρου της Δημοκρατίας και των ως άνω άλλων προσώπων εις δολοφονικάς και άλλας ενόπλους και βιαίας πράξεις και δραστηριότητας κατά πολιτών της Δημοκρατίας εις παρανόμους ωργανωμένας συλλήψεις και κακομεταχειρίσεις μελών των νομίμων δυνάμεων ασφαλείας και πολιτών των ως άνω επιχειρήσεων και ενεργειών προκαλεσασών απωλείας ανθρωπίνων ζωών και σοβαράς υλικάς ζημίας".

Αφού ο Νίκος Σαμψών παραδέχθηκε τις κατηγορίες ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας παρουσίασε την υπόθεση της κατηγορίας και αντέκρουσε ένα προς ένα όλους τους ισχυρισμούς του Νίκου Σαμψών, που δημοσίευσε αργότερα στην εφημερίδα του για τον τρόπο με τον οποίο ανέλαβε την προεδρία της Δημοκρατίας.

Ο Λουκής Λουκαϊδης στηριζόμενος σε μαρτυρίες όπως είπε, ανθρώπων που βρίσκονταν κοντά στον Σαμψών τις ημέρες του πραξικοπήματος είπε ότι ο Σαμψών δεν βρέθηκε τυχαία στο ΓΕΕΦ αλλά επεδίωξε ο ίδιος να μεταβεί εκεί, αφού είχε επικοινωνία με το Επιτελείο τηλεφωνικώς από στρατόπεδο της Εθνικής Φρουράς.

Επίσης είπε ότι ο Σαμψών πρόθυμα δέχθηκε να συνεργασθεί και να μετάσχει στις βίαιες επιχειρήσεις με σκοπό την παγίωση του πραξικοπήματος και εκινείτο άνετα στο χώρο του ΓΕΕΦ.

Είπε στην αγόρευση του ο Λουκής Λουκαϊδης:

"Συμφώνως προς την μαρτυρίαν, ο κατηγορούμενος, ο οποίος ήτο ήδη ένθερμος υποστηρικτής και συνοδοιπόρος της χούντας των Αθηνών, επί τη εκδηλώσει του πραξικοπήματος εις Λευκωσίαν την πρωϊαν της 15ης Ιουλίου 1974, εξεδήλωσεν αγαλλίασιν ή οποία κατέστη έτι εντονωτέρα άμα τω ακούσματι του περί δήθεν θανάτου του εκλελεγμένου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.

Εν συνεχεία ανεχώρησεν εκ των γραφείων της εφημερίδος του διά την κατοικίαν του επί τς οδού της οδηγούσης προς Τσέρι. Καθ' οδόν συνήντησε τέσσαρας αόπλους εθνοφρουρούς, παρά των οποίων εζήτησεν όπως τον ακολουθήσουν εις την οικίαν του.

Αμα τη αφίξει των ηκούσθη πάλιν να εκφράζει την αγαλλίασιν και χαράν του διά τον ανακοινωθέντα θάνατον του Προεδρου της Δημοκρατίας με την απεχθή φράσιν: "Εφάαμεν τον".

Ακολούθως ο κατηγορούμενος επήρεν όπλα τύπου "στέρλιγκ" τα οποία είχε κρυμμένα εντός σάκκου και εξώπλισε τους τρεις εκ των τεσσάρων εθνοφρουρών. Μετά ταύτα περί την 10.45 π.μ. κατόπιν εντολής του τόσον οι στρατιώται όσον και οι αστυνομικοί φρουροί του επιβιβασθέντες στρατιωτικού οχήματος συνώδευσαν τούτον εις παρακείμενον στρατόπεδον της αεροπορίας.

Εις την είσοδον του στρατοπέδου συντηντήθη μετά δύο Ελλαδιτών αξιωματικών, οι οποίοι αφού τον υπεδέχθησαν διά της φράσεως "καλώς τον κύριο Νίκο" εισήλθον μετ' αυτού εις τα γρραφεία του στρατοπέδου.

Μετ' ολίγα λεπτά ο Σαμψών εξήλθε και απευθυνόμενος προς τους προαναφερθέντας επιβάτας του στρατιωτικού οχήματος είπε: Πήρα εντολην από το Γενικό Επιτελείο της Εθνικής Φρουράς να μεταβώ εκεί.

Τη εντολή του άπαντες κατευθύνθησαν μετ' αυτού εις το ΓΕΕΦ εκ του οποίου διηυθύνοντο αι εγκληματικαί κατά του κράτους επιχειρήσεις.

Καθ' οδόν ανεκόπησαν υπό στρατιωτών οργάνων του πραξικοπήματος, το οποίον ευρίσκετο εισέτι εν εξελίξει, εις απάντησιν δε αυτών αναφορικώς προς την πορείαν των αποκαλύπτων την ταυτότητα του είπε: "Εχω εντολήν όπως μεταβώ εις το ΓΕΕΦ".

Ούτω του επετράπη και επροχώρησε.

Αμα τη αφίξει του κατηγορουμένου εις τα γραφεία του ΓΕΕΦ εισήλθε εις τα γραφεία του Επιτελάρχου όπου πραξικοπηματίας Ελλαδίτης αξιωματικός ηκούσθη απευθυνόμενος προς αυτόν λέγων: "Ω Νίκο καλωσώρισες. Τι γίνεται κάτω, πώς το δέκτηκεν ο κόσμος;".

Ηκολούθησε χειραψία και εναγκαλισμός αλλήλων. Ο κατηγορούμενος παρέμεινεν εντός του γραφείου περί τα 20 λεπτά. Εξερχόμενος ανακοίνωσε προς τους παρισταμένους τα εξής:

"Βιάζονται να σχηματίσουν Κυβέρνησιν και θα ορκισθώ Υπουργός Εσωτερικών".

Εκδηλος ήτο η υπό του κατηγορουμένου υιοθέτησις των εν εξελίξει βοερών εγκληματικών πράξεων, αι οποίαι αντηχούσαν εις ολόκληρον την Λευκωσίαν διά του αλληπαλλήλου κροταλίσματος των πολυβόλων και των εκκωφαντικών εκρήξεων βαρέων όπλων.

Πασιφανής ήτο επίσης η προθυμία του να συνεργασθεί και να συμμετάσχει εις τας διεξαγομένας βιαίας επιχειρήσεις με σκοπόν επιτεύξεως και παγιώσεως των στόχων των πραξικοπηματικών δυνάμεων.

Εν συνεχεία ο κατηγορούμενος προφανώς ενεργών κατόπιν συνεννοήσεως μετά των διευθυνόντων εκ του Επιτελείου του ΓΕΕΦ τας παρανόμους πολεμικας επιχειρήσεις μετέβη συνοδευόμενος υπό στρατιωτών εις τας οικίας διαφόρων πολιτών προς εξασφάλισιν της συνεργασίας αυτών διά τον σχηματισμόν πραξικοπηματικής Κυβερνήσεως.

Αι προσπάθειαι αύται του κατηγορουμένου απέτυχον διά τον ένα ή τον άλλον λόγον, ότε ούτος μετά των συνοδών του επέστρεψεν εις το ΓΕΕΦ.

Μετά την άφιξιν του εις ΓΕΕΦ και μετά παρέλευσιν μικρού χρονικού διαστήματος τη εντολή του κατηγορουμένου οι συνοδοί του αστυνομικοί μετά στρατιωτών μετέβησαν και μετέφεραν εκ της οικίας του τον φίλον και πολιτικόν συνεργάτην του Ανδρέαν Παρισσινόν, μετέπειτα πραξικοπηματικόν υφυπουργόν παρά τω πραξικοπηματικώ Προέδρω.

Εν συνεχεία εις εκ των συνοδών του κατηγορουμένου εστάλη υπ αυτού δια νά του φέρει σακκάκι και γραβάτα εκ της οικίας του προφανώς προετοιμαζόμενος διά την ανάληψιν σοβαρού πραξικοπηματικού Υπουργήματος εκδηλώνων ούτω την σοβαρότητα μετά της οποίας αντίκρυζε τον επικείμενον ρόλον του.

Διά τον ίδιον σκοπόν εστάλη έτερος συνοδός και ωδήγησεν εις ΓΕΕΦ τους καθηρημένους ιερέα Λατσιών και τον τέως Μητροπολίτηνν Γεννδιον.

Κατά την εις ΓΕΕΦ παραμονήν του και προ της ορκωμοσίας του ο κατηγορούμενος εκινείτο ανέτως εις τον χώρον του Γενικού Επιτελείου εις διαφόρους δε περιπτώσεις εισήλθεν εντός της αιθούσης συνεδριάσεως όπου εκρατούντο υπό περιορισμόν αριθμός μελών της Αστυνομικής Δυνάμεως. Εις μίαν δε εκ των τοιούτων επισκέψεων εζήτησε ρητώς από τους κατηγορουμένους υπακοήν εις το νέον καθεστώς.

Εις άλλην επίσκεψιν του εις την ιδίαν αίθουσαν μετά πάροδον χρονικού διαστήματος ανεκοίνωσε μεταξύ άλλων ότι εντός ολίγου επρόκειτο να ορκισθεί ως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Την 14.55 συμφώνως προς το ανακοινωθέν μέσω του ελεγχομένου ραδιοσταθμού, ο κατηγορούμενος ωρκίσθη ως Πρόεδρος υπό του καθηρημένου τέως Μητροπολίτου Γενναδίου και τούτο, καθ' ον χρόνον ηχηρώς συνεχίζοντο αι εγκληματικαί δραστηριότητες κατά της νομίμου εξουσίας και του νομιμόφρονος λαού, ήτοι ωργανωμένων ενόπλων επιθέσεων δι' αρμάτων, βαρέων και άλλων όπλων και αφαιρούντο ανθρώπιναι ζωαί εις την πρωτεύουσαν και άλλας πόλεις της νήσου".

Ο συνήγορος του Νίκου Σαμψών Μανώλης Χριστοφίδης αγόρευσε επί μακρόν και αναφέρθηκε σε δηλώσεις του Προέδρου Μακαρίου για την κρίση που επικρατούσε στην Κύπρο τους τελευταίους μήνες πριν από το πραξικόπημα, στην επιστολή Μακαρίου στον Γκιζίκη και ανέλυσε την κατάσταση που επικρατούσε στο νησί, αναφέρθηκε στη στάση του κατηγορουμένου Νίκου Σαμψών και σημείωσε ότι είχε αποδεχθεί διορισμό ως Προέδρου της Δημοκρατίας της πραξικοπηματικής Κυβέρνησης αφού είδε την παντελή εξαφάνιση της Κυβέρνησης, αφού διείδε και διασθάνθηκε τους επερχομένους κινδύνους και τις επερχόμενες συμφορές από το διχασμό και τα εμφυλια πάθη και μίση.

Ετσι, είπε ο Μανάλωης Χριστοφίδης ο Νίκος Σαμψών πίστεψε καλόπιστα ότι στις δύσκολες εκείνες στιγμές μπορούσε να προσφέρει για το καλό του τόπου.

Ο Μανώλης Χριστοφίδης κατέληξε ότι ο πελάτης του ήταν έτοιμος να υποστεί τις κυρώσεις που οι νόμοι της πατρίδος του πρόβλεπαν "με την συνείδησιν ήσυχον ότι προσέφερε σε δύσκολες στιγμές υπηρεσίες σε συμπολίτες του και στον τόπο τις οποίες ο Νομοθέτης δεν αναγνωρίζει γιατί πάνω από αυτές αναγνωρίζει σαν υπέρτατον αγαθόν την προστασίαν της Δημοκρατίας").

Στη συνέχεια το Δικαστήριο κάλεσε το Νίκο Σαμψών να απολογηθεί μετά την παραδοχήν του.

Απολογούμενος ο Νίκος Σαμψών είπε ότι δεν μετανοούσε για ό,τι έκαμε:

"Δεν μετανοώ για ό,τι έπραξα", είπε ο Σαμψών. "Γνωρίζω και επαναλαμβάνω ότι το έπραξα με ένα και μόνο κίνητρο: Την εξυπηρέτηση της πατρίδος".

Είπε ο Νίκος Σαμψών στην απολογία του (31.8.1976):

" Κύριοι Δικασταί,

Γνωρίζετε ήδη από το γεγονός ότι έχω παραδεχθή ενοχή στην κατηγορία που μου προσήφθη, ότι δεν έχω πρόθεση ν' αρνηθώ τις οποιεσδήποτε ευθύνες μου για τον ρόλο που διεδραμάτισα τον Ιούλιο του 1974, και για τον οποίο αναμένω την ετυμηγορία σας.

Εμφανίζομαι λοιπόν ενώπιον σας, όχι για να ισχυρισθώ αθωότητα ή για να ζητήσω επικείκια. Γιατί όταν ένας δημόσιος άνδρας έχη την προθυμία να αναλάβη ευθύνες όπως εκείνες τις οποίες, κληθείς, ανέλαβα τότε, πρέπει νομίζω, να έχη και το θάρρος να δέχεται τις συνέπειες των πράξεων του. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό δεν μου λείπει.

Γι' αυτό δεν επεχείρησα ούτε για μια στιγμή να διαφύγω την σύλληψη ή την προσαγωγή μου ενώπιον της Δικαιοσύνης, όταν το κράτος απεφάσισε, με καθυστέρηση δεκαπέντε ολοκλήρων μηνών, και, αφού, διά του στόματος του Προέδρου της Δημοκρατίας, υπεσχέθη "λήθην και αμνηστίαν", να κινήση τον Νόμον εναντίον μου.

Πρόθεση μου είναι μάλλον να εξηγήσω γιατί έπραξα εκείνα για τα οποια δικάζομαι. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό βγαίνει πιστεύω αβίαστα από την ιστορία και τον ως τώρα βίον μου.

Για μένα, κύριοι Δικασταί, η αγάπη προς την Πατρίδα υπήρξε πάντοτε υπέρτατη θρησκεία. Και η ελευθερία της Πατρίδος πρώτιστον άρθρον πίστεως. Η έννοια της Πατρίδος, όπως την αντιλαμβάνομαι, δεν περιλαμβάνει μόνο τα στενά όρια της ιδιαίτερης μου Πατρίδος, της Κύπρου, αλλ' εκτείνεται στο σύνολο της Ελλάδος και του Ελληνικού Εθνους, με του οποίου τα ιδεώδη έχω γαλουχηθή και ανδρωθή.

Εφηβος έδωσα ιερόν όρκον, να διαθέσω, υπέρ της Πατριδος όλες μου τις δυνάμεις και να μη φεισθώ και αυτής της ζωής μου. Τον όρκον αυτόν τον ετήρησα μέχρι σήμερα και θα εξακολουθήσω να τον τηρώ μέχρι το τέλος της ζωής μου. Ευχαριστώ τον Θεόν που μου έδωσε την δύναμη ώστε να μπορώ να πω σήμερα με υπερηφάνεια ότι δεν έγινα επίορκος.

Πιστός στον όρκο μου έδωσα πάντοτε το "παρόν" μου σε όλα τα προσκλητήρια της Πατρίδος. Συνεπής προς την υπόσχεση μου να διαθέσω την ζωήν μου, αν χρειασθή, βρέθηκα και άλλοτε ενώπιον δικαστηρίου, δικαστηρίου της αποικοκρατίας, το οποίο μου επέβαλε δυο φορές την ποινή του θανάτου για την δράση μου εναντίον του ξένου δυνάστου.

Η μοίρα θέλησε να διαφυλάξη την ζωή μου, και δεν με υπεχρέωσε τελικά να καταβάλω στο βωμό της Πατρίδος το υπέρτατο αυτό τίμημα. Και πάλι όμως επέμεινα στον όρκο μου, και, κάθε φορά που η Πατρίς με εκάλεσε δεν απουσίασα.

Η εμμονή μου αυτή, και η πρόθυμη ανταπόκριση μου, σε κάτι που θεώρησα σαν ένα ακόμη προσκλητήριο της πατρίδος, με ωδήγησε τελικά ενώπιον σας, να περιμένω νέα καταδίκη.

Μεγάλωσα, κύριοι Δικασταί, με το όραμα μιας ελεύθερης Ελληνικής Κύπρου. Οπως και μυριάδες άλλοι Κύπριοι και αγωνιστές της Ελευθερίας, παρακολούθησα με πόνο ψυχής τα ιδεώδη με τα οποία γαλουχήθηκα να καταβαραρθρώνωνται, και είδα τον Ελληνισμό της Κύπρου να κατρακυλά στη δίνη του εμφυλίου σπαραγμού. Οταν, την κρίσιμη εκείνη ώρα, εκλήθην να συμβάλω σε μια προσπάθεια για ανακοπή της καταστρεπτικής εκείνης πορείας, θα ήμουν ασυνεπής προς τον εαυτό μου, αν απαντούσα όχι. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο και δεν μετανοώ για ό,τι έπραξα. Γνωρίζω και επαναλαμβάνω, ότι το έπραξα με ένα και μόνο κίνητρο: Την εξυπηρέτηση της πατρίδος.

Θα έλθη κάποτε η ώρα για να κατανεμηθούν ευθύνες οπουδήποτε ανήκουν. Το έργο αυτό δεν είναι, νομίζω, της στιγμής, αλλ' ούτε και είναι έργο δικό μου ή δικό σας.

Καθ' όσον αφορά εμένα, ο όρκος που έδωσα ισχύει πάντοτε. Πολύ περισσότερο σήμερα, που ένα τμήμα της Πατρίδος μου, από το οποίο μάλιστα κατάγομαι, κατέχεται από δυνάστη πολύ στυγνότερο του προηγουμένου. Θέλω να δηλώσω ότι δεν θα παύσω, ούτε για μια στιγμή να αναταποκρίνωμαι, με οποιοδήποτε τρόπο, προς τις υποχρεώσεις μου, έστω και αν η απόφαση σας θα μου στερήση προσωρινά την ελευθερία μου.

Ο όρκος προς την Πατρίδα θα παραμείνη καθοδηγητής μου, μέχρι που τα ιδεώδη, οι πόθοι, τα όνειρα και οι θυσίες των αγωνιστών της Κυπριακής Ελευθερίας, να βρουν την πρέπουσα ικανοποίηση τους.

Με αυτές τις σκέψεις, και με τη συνείδηση ήσυχη ότι τα όσα συμβαίνουν σ' αυτή την αίθουσα δεν είναι παρά φυσική συνέχεια μιας πορείας την οποία ελεύθερα επέλεξα και κράτησα από τα εφηβικά μου χρόνια, είμαι έτοιμος να δεχθώ την απόφαση σας. Θα την θεωρήσω τμήμα του χρέους μου προς την πατρίδα. Γι' αυτό και όποια κι' αν είναι, δεν θα επιδιώξω αλλοίωση η ανατροπή της.

Υπάρχει, όμως και κάποιο άλλο δικαστήριο, στο οποίο η επιλογή των υποδίκων και των κατηγόρων και η κατανομή ευθυνών και η απονομή Δικαιοσύνης δεν επηρεάζεται από πρόσκαιρες υποκειμενικές συνθήκες ή από συσχετισμούς δυνάμεων, όπως αναπόφευκτα συμβαίνει με τα κοινά δικαστικά σώματα. Είναι το υπέρτατο και αδέκαστο Δικαστήριο της Ιστορίας. Η απόφαση του μπορεί ν' αργή αλλά έρχεται οπωσδήποτε".

Η τελευταία παράγραφος της δήλωσης του Νίκου Σαμψών δεν πολυάρεσε στους δικαστές γιατί περιείχε κάποιες αιχμές εναντίον του κι' έτσι όταν ο Νίκος Σαμψών παρουσιάστηκε την επομένη μέσα σε αυστηρά μέτρα ασφαλείας για επιβολή ποινής, ο συνήγορος του Μανώλης Χριστοφίδης ζήτησε το λόγο και ανέφερε ότι καταθέτει έγγραφο, το περιεχόμενο του οποίου αναφέρεται σε αίτημα όπως επιτραπεί στο Δικαστήριο να αφαιρεθή η τελευταία παράγραφος της δήλωση του Νίκου Σαμψών.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εννοείτε κ. Χριστοφίδη την παράγραφον εκείνη που έχει κάποια αιχμή για το Δικαστήριο;

ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ: Μάλιστα

Στο σημείο αυτό διαβάστηκε στο δικαστήριο η νέα προσθήκη στην παράγραφο εκείνη η οποία έχει ως εξής:

"Εντιμοι Κύριοι Δικασταί,

Παρακαλώ υμάς ευσεβάστως πως διαγράψετε τα λόγια της τελευταίας παραγράφου του "αλλόκουτους" και να θεωρήσετε ως μηδέποτε λεχθέντα, προσθέσετε δε στην θέσιν αυτών τα ακόλουθα:

"Δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήση πως μέσα στο χάος που δημιουργείται σαν η Δημοκρατία καταλυθή, υπάρχουν περιθώρια εθνικής προσφοράς προς κατευνασμόν των παθών και αποφυγήν των συμφορών του διχασμού που μαστίζει τις αντιμαχόμενες μερίδες, ιδιαίτερα σαν οι μερίδες αυτές είναι ομοιογενείς και αποτελούνται αποκλειστικά από Ελληνες, από αδελφούς.

Ο Νομοθέτης αναγνωρίζει τούτη την αλήθεια και την πραγματικότητα, θέλοντας όμως να κατοχυρώση σαν ένα υπέρτερο αγαθό την Δημοκρατία, τιμωρεί και τον καταλυτή της Δημοκρατίας και αυτόν που καταλαμβάνει αξίωμα σαν η Δημοκρατία καταλυθή.

Ετσι στο διάβα της Ιστορίας βρέθηκαν πολλοί άνθρωποι, τιμημένες μορφές του Λαού τους, στις κρίσιμες στιγμές της καταλύσεως της Δημοκρατίας και του Διχασμού, μπροστά στο τεράστιο δίλημμα της προσφοράς. Και το έλυσαν προσφέροντας. Οι Νόμοι της Πολιτείας τους κατεδίκασαν, στην Ιοστορία όμως των Λαών τους παραμένουν τιμημένοι τραγικοί ήρωες.

Το ίδιο δίλημμα αντιμετώπισα κι' εγώ στις 15 Ιουλίου 1974 και το ξεπέρασα προσφέροντας, ακούοντας στη φωνή φυσικού δικαίου και γνωρίζοντας την Νομοθεσία της Πατρίδας μου. Μπροστά στην Πατρίδα δεν υπάρχει για μένα όριο προσφοράς.

Η Πολιτεία είναι υπόχρεως να με καταδικάση, γιατί το επιβάλλουν οι Νόμοι της. Είμαι υπόχρεως να δεκτώ την καταδίκη σαν φυσική συνέχεια της πορείας που διάλεξα και γιατί το επιβάλλει ο Νόμος της Πατρίδας.

Μ' αυτές τις σκέψεις θα ήταν αυτοδιάψευση του εαυτού μου, αν σας έλεγα πως μετάνοιωσα για τις πράξεις μου.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ θα κρίνη".

Στη συνέχεια ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου Δημητράκης Δημητριάδης εξέδωσε την απόφαση με την οποία ο Νίκος Σαμψών καταδικαζόταν σε εικοσαετή φυλάκιση, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι ο Σαμψών καταδικαζόταν για τις πράξεις του και όχι για τα πιστεύω του.

Ανέφερε στην απόφαση του το Κακουργιοδικείο:

"Ο κατηγορούμενος ευρέθη ένοχος επί της ιδικής του παραδοχής εις την κατηγορία διεξαγωγής πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων, κατά παράβασιν των άρθρων 40, 20 και 21 του Ποινικού Κώδικος, κεφ. 154.

Η Κατηγορούσα Αρχή δεν προσέφερε μαρτυρίαν εις παρεμφερή κατηγορίαν, την οποίαν ο κατηγορούμενος αντιμετώπιζε και ως εκ τούτου το Δικαστήριον τον απήλλαξε και αθώωσε της εν λόγω κατηγορίας.

Το αδίκημα το οποίον ο κατηγορούμενος παρεδέχθη είναι κακούργημα τιμωρούμενον διά φυλακίσεως διά βίου. Η παρούσα υπόθεσις χαρακτηρίζεται ως μοναδική εις τα δικαστικά χρονικά της Δημοκρατίας της Κύπρου. Εγένετο απόπειρα διαλύσεως της Δημοκρατίας εις την Κύπρον, της καταλήψεως της νομίμου και συνταγματικής εξουσίας και της διακυβερνήσεως του τόπου υπό ανδρεικέλων.

Εις το σημείον αυτό θεωρούμεν σκόπιμον όπως προσθέσωμεν τις λεπτομέρειες της κατηγορίας ως έχουν τροποποιηθή, κατόπιν αιτήσεως της Κατηγορούσης Αρχής:

"Ο κατηγορούμενος, μεταξύ της 15ης Ιουλίου και της 23ης Ιουλιου 1974, αμφοτέρων των ημερομηνιών συμπεριλαμβανομένων, εν Λευκωσία και εις υπόλοιπον μέρος της Δημοκρατίας, άνευ νομίμου εξουσίας συνέδραμεν εις την διεξαγωγήν πολεμικής φύσεως επιχειρήσεων, νοσφισθείς μάλιστα το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, κατά την ως άνω περίοδον συνεπεία των εν λόγω επιχειρήσεων ήτοι των πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών, αι οποίαι ήρξαντο την 15ην Ιουλίου 1974 μετά, υπέρ, ή υπό της ομάδος των πραξικοπηματικών δυνάμεων κατά του νομίμου Προέδρου της Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και της φρουράς αυτού, της νομίμου Κυβερνήσεως ή των ανισταμένων δυνάμεων, ασφαλείας της Δημοκρατίας και ή νομιμοφρόνων μελών των δυνάμεων ασφαλείας και άλλων πολιτών υποστηριζόντων την νόμιμον Κυβέρνησιν εν τη Δημοκρατία των εν λόγω πραξικοπηματικών επιχειρήσεων και ενεργειών συνισταμένων εις ωργανωμένας ενόπλους επιθέσεις, δι' αρμάτων μάχης βαρέων και άλλων όπλων κατά κυβερνητικών και άλλων κτιρίων και εγκαταστάσεων, κατά του νομίμου Προέδρου της Δημοκρατίας και των ως άνω άλλων προσώπων εις δολοφονικάς και άλλας ενόπλους και βιαίας πράξεις και δραστηριότητας κατά πολιτών της Δημοκρατίας εις παρανόμους ωργανωμένας συλλήψεις και κακομεταχειρίσεις μελών των νομίμων δυνάμεων ασφαλείας και πολιτών των ως άνω επιχειρήσεων και ενεργειών προκαλεσασών απωλείας ανθρωπίνων ζωών και σοβαράς υλικάς ζημίας".

Εύγλωττα και με σαφήνειαν ο ευπαίδευτος βοηθός Γενικός Εισαγελεύς της Δημοκρατίας κ. Λουκαϊδης ανεφέρθη εις τα γεγονότα της υποθέσεως τα οποία είναι παγκοίνως γνωστά. Παρ' όλα ταύτα θεωρούμεν αναγκαίον όπως διά σκοπούς επιβολής ποινής αναφερθώμεν εις τα γεγονότα εν περιλήψει.

Περί την 8.20 ώραν της 15.7.74 εξεδηλώθη πραξικόπημα σκοπός του οποίου, ως σαφώς διεφάνη ευθύς αμέσως ήτο η δολοφονία του Προέδρου της Δημοκρατίας Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου, η παράλυσις της νομίμου εξουσίας και η εν γένει διάλυσις του Κράτους και κατ' επέκτασιν η κατάληψις ουσιωδών υπηρεσιών και η αντικατάστασις των νομιμοφρόνων λειτουργών των κρατικών και άλλων υπηρεσιών υπό προσώπων φίλα προσκειμένων προς τους πραξικοπηματίας.

Εις την προσπάθειαν των όπως επιτύχουν του σκοπού των οι πραξικοπηματίαι, οι οποίοι δυστυχώς ήσαν Ελλαδίται αξιωματικοί της Εθνικής Φρουράς, πειθήνια όργανα της Χούντας, δεν εδίστασαν να βάλουν κατά του Κράτους με κάθε πλεμικόν όπλον, το οποίον είχαν εις την διάθεσιν των.

Τα όπλα, τα οποία προωρίζοντο διά την υπεράσπισιν της Κυπριακής γης εχρησιμοποίησαν οι πραξικοπηματίαι διά να επιβάλουν τους ανιέρους σκοπούς τους. Τα όπλα αυτά εστράφησαν κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας και εχρησιμοποιήθησαν διά την καταστροφήν δημοσίων κτιρίων διά την δολοφονίαν νομιμοφρόνων μελών των δυνάμεων, ασφαλείας ως και πολιτών οι οποίοι ηγωνίζοντο κατά των πραξικοπηματιών.

Και ενώ οι πράξεις βίας εσυνεχίζοντο, ο κατηγορούμενος εκ των πρώτων μεταβαίνει εις το ΓΕΕΦ διά να προσφέρη τας υπηρεσίας του εις τους πραξικοπηματίας. Δεν διστάζει να εκδηλώση την αγαλλίασιν του τόσον διά την ανακοινωθείσαν δολοφονίαν του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Αφού παρέμεινεν επί 20λεπτον εις το γραφείον του Επιτελάρχου, εξέρχεται τούτου και ανακοινώνει εις παρευρισκομένους ότι θα εσχηματίζετο κυβέρνησις και θα ωρκίζετο Υπουργός Εσωτερικών και Αμύνης. Εν συνεχεία ο κατηγορούμενος συνοδευόμενος υπό στρατιωτικών μετέβη εις τα σπίτια διαφόρων πολιτών, με σκοπόν να εξασφαλίση την συνεργασίαν των διά τον σχηματισμόν πραξικοπηματικής Κυβερνήσεως.

Οι προσπάθειες του κατηγορουμένου αποβαίνουν άκαρποι. Την 14.55 ώραν ορκίζεται ως Πρόεδρος υπό καθηρημένου υπό της Εκκλησίας της Κύπρου Μητροπολίτου. Τούτο εγένετο καθ' ον χρόνον οι εγκληματικές πράξεις των πραξικοπηματιών εκλιμακώνοντο και συνεχώς ηκούοντο οι κροταλισμοί των όπλων τους.

Και ενώ οι πράξεις βίας καστά των νομιμοφρόνων δυνάμεων εσυνεχίζοντο, ο κατηγορούμενος απηύθυνε διάγγελμα διά του οποίου επληφοφόρει τον λαόν της Κύπρου ότι με ιδιαιτέραν υπερηφάνειαν ανέλαβε "τα υψηλά καθήκοντα του" ως Προέδρου της Δμοκρατίας της Κύπρου κατόπιν "τιμητικής επιλογής του υπό των Ενόπλων Δυνάμεων", των οποίων, ως ο ίδος τουλάχιστον ανέφερεν εις δημοσιογραφικήν διάσκεψιν του ηγήθη και ανέτρεψαν το φαύλον τυραννικόν καθεστώς. Διά του διαγγέλματος του ο κατηγορούμενος περαιτέρω καθώρισε τους σκοπούς της Κυβερνήσεως του.

Αι πολεμικαί επιχειρήσεις εναντίον της νομίμου Κυβερνήσεως εσυνεχίσθησαν μετά την παράνομον κατάληψιν υπό του κατηγορουμένου της Προεδρίας της Δημοκρατίας. Αθώοι πολίται, μέλη των δυνάμεων ασφαλείας, ως και ανώτατοι λειτουργοί της κρατικής μηχανής συλλαμβάνονται και φυλακίζονται. Υπουργοί εκδιώκονται των θέσεων των, ο δε κατηγορούμενος δι ιδιοχείρων διαταγών παρανόμως αντικαθιστά κατόχους ουσιωδών θέσεων δι' άλλων προσώπων, φίλα προσκειμένων προς το πραξικόπημα.

Ουδείς πιστεύομεν μπορεί να δεχθή ότι οι εγκληματικές πράξεις των πραξικοπηματιών-συνεργατών του κατηγορουμένου-τόσον προ, όσον και μετά την ορκωμοσίαν του ως Προέδρου του ήσαν άγνωστοι.

Οποία πράγματι ειρωνεία. Ο άνθρωπος, ο οποίος διά του διαγγέλματος του καθορίζει ως ένα των σκοπών της υπ' αυτόν Κυβερνήσεως την αποκατάστασιν του Νόμου και της τάξεως ηνείχετο και συνέδραμε την παρανομίαν. Συνήργει εις την κατάλυσιν του Κράτους εκείνου που πριν μερικά χρόνια όταν ο λαός την εξέλεξε βουλευτήν διαβεβαίου πίστιν και σεβασμόν εις το Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους και εις την διατήρισιν της ανεξαρησίας και εδαφικής ακεραιότητος του.

Ο κατηγορούμενος ως ελέχθη υπό της Κατηγορούσης Αρχής δεν ήτο ούτε ο εμπνευστής ούτε και εκ των στρατιωτικών εκτελεστών του πραξικοπήματος. Υπήρξεν όμως το πρόσωπον το οποίον ασμένως συνειργάσθη μετά των εμπνευστών και εκτελεστών του πραξικοπήματος διά της αποδοχης του δε όπως αναλάβη το αξίωμα του Προέδρου εβοήθει τούτους ώστε το πραξικόπημα να εδραιωθή και να αποκτήσει νομιμοφάνειαν.

Υπό του συνηγόρου του κατηγορουμένου ελέχθη ότι ο κατηγορούμενος απεδέχθη διορισμόν ως Προέδρου της Δημοκρατίας από τις Πραξικοπηματικές Δυνάμεις, αφού είδε την παντελή εξαφάνισιν της Κυβερνήσεως της Δημοκρατίας, αφού διείδε τους επερχομένους κινδύνους και διησθάνθη τας επερχομένας συμφοράς από τον διχασμόν και τα εμφύλια πάθη και μίση.

Περαιτέρω ελέχθη ότι ο κατηγορούμενος πίστεψε καλόπιστα ότι στας δυσκόλους εκείνας στιγμάς μπορούσε να προσφέρη για το καλόν του τόπου.

Τα γεγονότα όμως και οι δηλώσεις του ιδίου του κατηγορουμένου τον διαψεύδουν.

Ενδεικτικώς αναφερόμεθα εις την δημοσιογραφικήν διάσκεψιν του κατηγορουμένου της 18.7.74 (αντίγραφον της οποίας κατετέθη ενώπιον μας ως τεκμ. 10) κατά την οποίαν έδωσε την ακόλουθον απάντησιν εις ερώτησιν "γιατί Ελληνες αξιωματικοί τον επέλεξαν ως Πρόεδρον": "Είναι τα στρατευμένα νειάτα της Κύπρου που συνειργάσθησαν μαζί μου για να ρίξωμε τον τυρρανικόν καθεστώς του τέως Προέδρου".

Ο κατηγορούμενος ανέφερεν ότι έφηβος έδωσεν ιερόν όρκον να διαθέση υπέρ της Πατρίδος όλας τας δυνάμεις και να μη φεισθή και αυτής της ζωής του, ότι πιστός εις τον όρκον του έδωσε πάντοτε το παρόν του εις όλα τα προσκλητήρια της Πατριδος, εμεγάλωσε με το όραμα μιας ελεύθερης ελληνικής Κύπρου και ότι κάθε φορά που η Πατρίς τον εκάλεσε δεν απουσίασε.

Περαιτέρω είπεν ότι όταν στην κρίσιμην εκείνην ώραν εκλήθη να συμβάλη σε μιαν προσπάθειαν για ανατροπή της καταστρεπτικής πορείας καταβαραρθρώσεως των ιδεωδών με τα οποία εχαλουχήθη και είδεν τον Ελληνισμόν της Κύπρου να κατρακυλά στην δίνη του εμφυλίου σπαραγμού, θα ήτο ασυνεπής προς τον εαυτόν του αν απαντουσεν όχι. Δι αυτόν ακριβώς τον λόγον δεν μετανοεί, είπεν, ο κατηγορούμενος, για ό,τι έπραξεν. Ο,τι έπραξε το έκαμε με ένα και μόνον κίνητρον, την εξυπηρέτησιν της Πατρίδος.

Ο κατηγορούμενος υπήρξεν αγωνιστής της ΕΟΚΑ και ηγωνίσθη διά την ελευθερίαν του τόπου αυτού. Κατά την διάρκειαν του αγώνος κατεδικάσθη δύο φορές εις θάνατον, διά την δράσιν του εναντίον της Αγγλικής κατοχής. Υπήρξε βουλευτής και είναι ο εκδότης της εφημερίδος ΜΑΧΗ.

Ο κατηγορυμενος δεν δικάζεται για το πιστεύω του, αλλά για τις πράξεις του. Διά την αφροσύνην του να συνεργασθή και υπακούση σε προσκλητήριον ανθρώπων που σκοπός τους ήταν η καταστροφή της ιδιαιτέρας του πατρίδος Κύπρου.

Αφού ελάβομεν υπ' όψιν τα γεγονότα της υποθέσεως καθώς και όσα έχουν εκτεθή υπό του ευπ. δικηγόρου του κατηγοροουμένου ως και του ιδίου και λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι ο κατηγορουμενος δεν ήτο εκ των εμπνευστών του πραξκοπήματος, κρίνομεν ότι η αρμόζουσα ποινή είναι εκείνη της εικοσαετούς φυλακίσεως".