Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

16.12.1974: Ο ιερέας Παναγιώτης Τσέστος γνωστός περισσότερο ως Παπάτσεστος αποκαλύπτει ότι οι πραξικοπηματίες έρριχναν σε ομαδικούς τάφους, ακόμα και τραυματίες.

S-2074

16.12.1974: Ο ΙΕΡΕΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΕΣΤΟΣ ΓΝΩΣΤΟΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΩΣ ΠΑΠΑΤΣΕΣΤΟΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΟΤΙ ΟΙ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑΤΙΕΣ ΕΡΡΙΧΝΑΝ ΣΤΟΥΣ ΟΜΑΔΙΚΟΥΣ ΤΑΦΟΥΣ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ

Ο ιερέας του ιερού ναού Κωνσταντίνου και Ελένης του Νέου Κοιμητηρίου Λευκωσιας, Παναγιώτης Τσέστος, γνωστός περισσότερο ως Παπάτσεστος, αποκάλυψε σε δυο τουλάχιστον περιπτώσεις ότι οι πραξικοπηματίες τον ανάγκασαν να θάψει ζωντανούς υποτηρικτές της κυβέρνησης.

Η αποκτίνωση των χουντικών αξιωματικών και το μίσος τους εναντιον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου τους οδηγούσε και σ' αυτό το έγκλημα, παρόμοιο του οποίου δεν γνώρισε ποτέ η Κύπρος.

Αφηγήθηκε ο Παπάτσεστος:

"Στις 17 Ιουλίου το απόγευμα ήλθαν στο σπίτι μου τρεις νεαροί ελλαδίτες στρατιώτες και μου είπαν ότι είχαμε ταφή πάλι... Με πήραν με τα αυτοκίνητά τους στο Κοιμητήριο, όπου συνάντησα δυο ανώτερους αξιωματικούς που μου ζήτησαν τάφους για τρεις νεκρούς. Είχαμε ετοιμάσει προηγουμένως, για κάθε ενδεχόμενο μερικούς τάφους και τους υπέδειξα πέντε σε ένα μπλοκ του κοιμητηρίου. Κατέβασαν από ένα τζιπ τρεις νεκρούς. Ο ένας έφερε στο αριστερό χέρι "τσιρότο" που έγραφε επάνω τη λέξη " Ψυγείο".

Ο δεύτερος ηλικίας 30 χρόνων περίπου ήταν διάτρητος από σφαίρες με πολλά τραύματα στην κεφαλή. Ο τρίτος ηλικίας 18-20 χρόνων, έφερε μόνο στρατιωτικό παντελόνι και από τη μέση και πάνω ήταν γυμνός. Στη δεξιά του πλευρά είχε ένα μεγάλο τραύμα. Σε μια στιγμή είδα καθαρά να κινεί ελαφρά το δεξί του χέρι πάνω στο γόνατο του και τρομαγμένος φώναξα: "Κύριε διοικητά αυτός είναι ακόμα ζωντανός. Ο κ. διοικητής έξω φρενών άρχισε να με βρίζει: "Τον κακό σου τον καιρό βρωμόπαπα" είπε κι' εκστόμισε κάτι φράσεις που δεν κατάλαβα. Εμοιαζαν σαν βλάχικα. Ενας από τους νεαρούς με πλησίασε και μου είπε: "Πήγαινε κάμε μια προσευχή και θα σε σκοτώσουν".

Απεχώρησα και τους κάλυψαν οι ίδιοι με χώμα μέχρις ενός σημείου κι' έφυγαν. Και μ' άφησαν στο κοιμητήριο".

Σε μια άλλη περίπτωση (εφημερίδα Δημοκρατική 16.12.1974) όταν ο Μακάριος πήγε στο Νέο Κοιμητήριο για να τελέσει τρισάγιο στον τάφο του ήρωα Χαράλαμπου Μούσκου, ο οποίος έπεσε κατά τον αγώνα της ΕΟΚΑ, ο Παπάτσεστος του είπε ότι έθαψε πολλούς ζωντανούς κατά το πραξικόπημα.

Τον υποχρέωσαν, είπε, να κάμει νεκρώσιμη ακολουθία για 24 θύματα και όπως διαπίστωσε με τρόμο δεν ήσαν νεκροί αλλα τραυματίες.

Σε άλλη περίπτωση, είπε, μεγάλο φορτηγό όχημα κατέφθασε γεμάτο ανθρώπινα σώματα που ρίχτηκαν σε μεγάλη τάφρο με το σήκωμα της κάσιας σαν πέτρες..."

Ειδικά για τις μαζικές ταφές ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους στο πραξικόπημα ο Παπατσέτσος αφηγήθηκε:

"Στις 16 Ιουλίου 1974, επομένη του πραξικοπήματος,

πολύ πρωί ήρθαν στο σπίτι μου τρεις αξιωματικοί ελλαδίτες και μου είπαν να είμαι έτοιμος γιατί έχουμε να κάμουμε ταφές.

Επειδη υπήρχε κατ' οίκον περιορισμός με μετέφεραν με το αυτοκίνητο τους στο κοιμητήριο. Εκει περίμεναν δυο άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί. Ο ένας μου είπε: " Θελω σε μισή ωρούλα να ετοιμάσεις τάφους για 75 νεκρους". Του απάντησα ότι είναι αδύνατο κι ότι πρέπει να βρούμε εκσκαφέα να βγάλει ομαδικούς τάφους. Ο αξιωματικός αυτός, που φαινόταν να είναι διοικητής, έφυγε στις 9 π.μ. περίπου και είπε ότι πηγαίνει να βρει εκσκαφέα. Επέστρεψε στις 11.30 π.μ. και μου είπε: "Δεν βρήκα εκσκαφέα και σε καθιστώ εσένα υπεύθυνο".

Για μια στιγμή προσποιήθηκα ότι δεν γνώριζα ότι ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ζη και με ελαφρά ειρωνεία ρώτησα: "Και τον Μακάριο που Θα τον θάψουμε;"

"Μας ξέφυγε ο... (και ο αξιωματικός χρησιμοπίησε μια βρισιά). Τον φυγάδευσαν οι φίλοι του οι ρώσσοι ήταν η απάντηση του".

Κατόπιν ζήτησα να μου δώσει άδεια ελευθέρας κυκλοφορίας, αλλά μου αρνήθηκε. Ετσι πήρα τη νερορφόρα και πήγα στο Καϊμακλί, όπου βρήκα έναν εκσκαφέα. Σε μερικές περιοχές στο Καϊκακλί υπήρχαν ακόμη εστίες αντιστάσεως και εφώναξα: "Μη πυροβολείτε παιδιά, είμαι ο Παπατσέστος".

Επέστρεψα στο κοιμητήριο και βρήκα τέσσερα στρατιωτικά καμιόνια γεμάτα νεκρους. Τα πτώματα ανέδιδαν μια τρομερή δυσοσμία γιατί είχαν σκοτωθεί από την προηγουμένη μέρα και λόγω της μεγαλης ζέστης, άρχισε η αποσύνθεση.

Διέταξα τον οδηγό του εκσκαφέα να βγάλει σε ένα μπλοκ του κοιμητηρίου δύο μεγάλους ομαδικούς τάφους. Και είπα στον ανώτερο αξιωματικό να ταφούν ανά ίσος αριθμός νεκρών σε κάθε τάφο. Τότε ο αξιωματικός έξαλλος από θυμό άρχισε τις βρισιές.: "Μωρέ βρωμόπαπα αυτοί εδώ είναι κουκουέδες-σκυλιά (κομμουνιστές). Οι στρατιώτες θα ταφούν εδώ πέρα με τιμές κι οι μουσκικοί όλοι έξω μακρυά απ' έδώ".

Ετσι οι 25 από τους νεκρούς τάφηκαν με στρατιωτικές τιμές ανά δύο σε κάθε τάφο στα μπλοκ που είχαν ανοιχθεί οι δυο ομαδικοί τάφοι. Εμένα με υποχρέωσαν να κλείσω με χώμα τον ένα τάφο.

Μου παρέδωσαν τους υπόλοιπους νεκρούς που ήσαν 27 και διέταξαν να ταφούν έξω από το περιτοίχισμα του κοιμητηρίου, αφού ο εκσκαφέας γκρέμισε ένα μέρος του περιτοιχίσματος. Οι στρατιωτικοί είχαν αποσυρθεί όταν τελείωσε η ταφή των "νομιμοφρόνων" νεκρών και μετέβησαν στο γραφείο του κοιμητηρίου. Μεταξύ των 27 νεκρών περιλαμβάνοντο δυο κοριτσάκια τριών και επτά ετών, δυο γυναίκες και 8 αστυνομικοί. Οι υπόλοιποι ήταν ντυμένοι με πολιτικά ρούχα. Δεν μου έδωσαν ταυτότητες των νεκρών ούτε και κατάλογο των ονομάτων τους. Σε ένα χαρτάκι που μου είχαν δώσει υπήρχαν τρία μικρά ονόματα: Γιώργος, Κώστας Χρυσόστομος.

Οταν πετούσαν όμως τους νεκρούς έξω από το καμιόνι κατέγραφα μερικά χαρακτηριστικά τους, όπως νέος περίπου 24 χρόνων κλπ. Πάνω στους "μουσκικούς" νεκρούς ούτε ρολόγια, ούτε δακτυλίδια ή αρραβώνες υπήρχαν. Αντίθετα οι πραξικοπηματίες νεκροί έφεραν ωρολόγια, σταυρούς, δακτυλίδια. Οταν δε τους τα εζήτησα για να τα δώσουμε στους δικούς τους μου είπαν ότι θα τα δώσει ο στρατός και τα πήραν όλα.

Ολη εκείνη την ημέρα δεν έφαγα και ήμουν κατασυντετριμμένος ψυχικά από τα τραγικά γεγονότα και από τις ύβρεις που εδεχόμουν από έλληνες αξιωματικούς. Και διαλογιζόμουν. Μα είναι δυνατόν η δικτατορία να διαστρεβλώνει τόσο την ψυχή και τον χαρακτήρα του ανθρώπου;

Στην αρχή μου είχαν πει ότι οι νεκροί ήταν 75, ενώ θα είχαμε μόνο 52. Διερωτώμουν τι έγιναν οι υπόλοιποι 23, αλλά δεν τόλμησα να ζητήσω εξηγήσεις. Ο Θεός ξέρει που τους πέταξαν και ποιοι θα ήσαν..."