Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

12.1973: Ο Ραούφ Ντενκτάς ανατρέπει κι αυτός τα συμφωνηθέντα μέχρι στιγμής ύστερα από συνομιλίες πέντε χρόνων και ζητά χωριστές νομοθετικές, εκτελεστικές και δικαστικές εξουσίες, καθώς και δικαίωμα διεθνούς παράστασης με ξένες κυβερνήσεις και οργανισμούς

S-2034

21.12.1973: Ο ΡΑΟΥΦ ΝΤΕΝΚΤΑΣ ΑΝΑΤΡΕΠΕΙ ΤΑ ΣΥΜΦΩΝΗΘΕΝΤΑ ΜΕΧΡΙ ΣΤΙΓΜΗΣ ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΩΝ ΚΑΙ ΖΗΤΑ ΧΩΡΙΣΤΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΜΕ ΞΕΝΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ

Ενώ οι ενδοκυπριακές συνομιλίες αναβλήθηκαν για ένα μήνα εν όψει των εκλογών για την ανάδειξη νέου Προέδρου της Δημοκρατίας- και τουρκοκυπρίου Αντιπροέδρου στην τουρκική συνοικία της Λευκωσίας- η αναβολή κράτησε μέχρι τα μέσα Μαρτίου του 1973.

Ο Πέτρος Πετρίδης συνεχίζει τη μελέτη του για την πορεία του τέταρτου γύρου των συνομιλιών στην Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου, περίοδος 1960-74, τόμος Β σελ. 103:

"Μέχρι τα μέσα Μαρτίου η κρίση στους κόλπους της ελληνικής κοινότητας κορυφώθηκε από τη μια με την ένταση της δράσης της ΕΟΚΑ Β, που εκδηλώθηκε με την ανατίναξη αστυνομικών σταθμών και άλλες επιθέσεις, και από τη άλλη με την απόφαση των Μητροπολιτών να "καθαιρέσουν" τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και τη λήψη αντιμέτρων από τον Αρχιεπίισκοπο που οδήγησε στην καθαίρεση των Μητροπολιτών.

Ομως η κρίση είχε αρχίσει να ρίχνει απειλητική τη σκιά της πάνω στις ενδοκυπριακές συνομιλίες. Εμφανής ένδειξη ήταν η μεταβολή της στάσης της τουρκικής πλευράς, που εκδηλώθηκε κατά δύο τρόπους.

Πρώτο με το πρόσχημα ότι ήθελε χρόνο να ετοιμάσει τις προτάσεις της στο θέμα της τοπικής διοίκησης καθυστερούσε την πρόοδο των συνομιλιών, περιμένοντας ότι η κατάσταση μεταξύ των Ελλήνων θα χειροτέρευε και οπωσδήποτε θα ενίσχυε την τουρκική θέση.

Δεύτερο, η πολιτική αστάθεια έδωσε πρόσχημα στον Ντενκτάς να σκληρύνει τη θέση του στο θέμα της τοπικής διοίκησης. Επανειλημμένα δήλωσε ότι η κατάσταση αυτή ήταν τέτοια, ώστε θα έπρεπε να γίνει πρόνοια για μεγαλύτερη αυτονομία των τουρκοκυπρίων, ενώ παράλληλα επέμενε με μεγαλύτερη ακαμψία στην αξίωση για τη δημιουργία κοινοτικής αστυνομίας.

Ο Ελληνοκύπριος συνομιλητής απαντούσε ότι η ανωμαλία αποτελούσε εσωτερικό θέμα της ελληνικής κοινότητας και δεν είχε καμιά σχέση με τις συναγματικές ρυθμίσεις που αναζητούσε στις διακοινοτικες συνομιλίες. Διαβεβαίωνε τον Ντενκτάς ότι οι συνομιλίες θα συνεχίζονταν με βάση την ανεξαρτησία, κυριαρχία και το ενιαίο της Κύπρου και επομένως η συσχέτιση της ανωμαλίας με τις συνομιλίες ήταν αδικαιολόγητη. Ωστόσο η θέση του στις συνομιλίες ήταν δύσκολη, γιατί τα τουρκικά επιχειρήματα για μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας και ευρύτερες ρυθμίσεις για την ασφάλεια της τουρκοκυπριακής κοινότητας, κέρδιζαν έδαφος. Σε μια ενέργεια, που κατά τους Τάϊμς του Λονδίνου εξέφραζε την απόγνωση του για την κατάσταση και αποσκοπούσε ν' αφυπνίσει όλους μπροστά στους κινδύνους που διαγράφονταν για την Κύπρο πήρε την απόφαση του να παραιτηθεί σαν συνομιλητής.

Η ενέργεια του απευθυνόταν προς την ελληνική Κυβέρνηση η οποία με τη στάση και τη σιωπή της ενίσχυε την παρανομία και από την άλλην προς την κυπριακή κυβέρνηση η οποία με τις ενέργειες της δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για εμφύλιο σπαραγμό. Εκείνο που ζητούσε από την Κυβέρνηση ήταν να πάρει αποφασιστικά και αμείλικτα μέτρα για να πατάξει τη βία της ΕΟΚΑ Β, με τις νόμιμες δυνάμεις του κράτους και από την άλλη να πάρει μέτρα για να τερματισθεί η αντιβία από ανεπίσημες ομάδες ενόπλων υποστηρικτών της, πράγμα που οδηγούσε σε εμφύλιο πόλεμο.

Ο Γλαύκος Κληρίδης αφού πήρε τις διαβεβαιώσεις που ήθελε ανακοίνωσε τελικά τις επόμενες μέρες ότι θα παρέμενε συνομιλητής.

Μετά την απόφαση του Κληρίδη να παραμείνει συνομιλητής ο ρυθμός των συνομιλιών επιταχύνθηκε και στις 23 Μαϊου πήγε στην Αθήνα για συνομιλίες με την ελληνική Κυβέρνηση στις οποίες όπως αναφερόταν στο ανακοινωθέν γι' αυτές " επανεβαβεβαιώθη η γνωστή κοινή γραμμή του Εθνικού Κέντρου και της Κυπριακής Κυβέρνησης ότι η επιδιωκομένη διά των συνομιλιών συνταγματική ρύθμισις δέον να εδράζεται επί της αρχής ενιαίου, ανεξαρτήτου και κυριάρχου κυπριακού κράτους".

Οι συνομιλίες διακόπηκαν και πάλι για ένα μήνα και ξανάρχισαν στις αρχές Αυγούστου 1973. Από το σημείο αυτό άρχισαν να διαφαίνονται ευοϊκές προοπτικές για το αποτέλεσμα τους. Ο αντιπρόσωπος του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Οσόριο Ταφάλ, παρ' όλο που δεν ενεργούσε επίσημα σαν μεσολαβητής, έκαμε μια σημαντική εισήγηση που διευκόλυνε τις συνομιλίες, αφού η ελληνική πλευρά εγκατέλειψε την αρχική άρνηση της για την ύπαρξη Κεντρικού φορέα της Τοπικής Διοίκησης. Στις προηγούμενες φάσεις των συνομιλιών είχαν συζητηθεί διάφορες προτάσεις όπως ο διορισμός Υπουργού Τοπικής Διοίκησης που θα ήταν Ελληνας και ενός Υφυπουργού που θα ήταν Τούρκος ή η δημιουργία Υπουργείου ή Υφυπουργείου Τοπικής Διοίκησης, στο οποίο θα διοριζόταν Τούρκος. Αυτή ήταν και η πρόταση που είχε διαβιβάσει τον Ιούνιο του 1971 η ελληνική Κυβέρνηση με τον πρεσβευτή Χωραφά.

Η εισήγηση του Οσόριο Ταφάλ ήταν διαφορετική: Πρότεινε τα δύο Τμήματα της Βουλής το Ελληνικό και το Τουρκιικό, να ασκούν τον έλεγχο των αντίστοιχων οργάνων τοπικής διοίκησης. Ολοκληρη η Βουλή θα ενέκρινε τους βασικούς νόμους για την τοπική διοίκηση και τα δυο τμήματα της θα ενέκριναν την δευτερογενή νομοθεσία. Κάτω από τον έλεγχο τους θα λειτουργούσαν ειδικά γραφεία, που η φύση τους θα ήταν εκτελεστική, για την άσκηση του ελέγχου των τοπικών οργάνων.

Με τη συμβιβαστική αυτή πρόταση άρχισε να διαφαίνεται η επίτευξη συμφωνίας για το επίμαχο αυτό θέμα. Γύρω στο τέλος του 1973 η συμφωνία έγινε σχεδόν πραγματικότητα. Ο Γλαύκος Κληρίδης πίστευε πως η οριστικοποίηση των λεπτομερειών της ήταν ζήτημα δύο τριών μηνών.

Αυτό έγινε κατορθωτό γιατί:

1. Οι πλευρές συμφώνησαν στη συμβιβαστική λύση: Η Βουλή να έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να νομοθετεί για τα θέματα τοπικής δοίκησης, δηλαδή να εγκρίνει τον Οργανικό Νόμο και άλλους σχετικούς νόμους. Με βάση τον Οργανικό Νόμο και τους άλλους νόμους, τα δυο τμήματα, το Ελληνικό και το τουρκικό θα είχαν αρμοδιότητες να εγκρίνουν δευτερογενή νομοθεσία.

2. Τα δυο τμήματα ελληνικό και τουρκικό, της Βουλής, θα είχαν τον υπέρτατο έλεγχο και θα συντόνιζαν τα θέματα της τοπικης δικοίκησης.

3. Η τουρκική πλευρά εγκατέλειπε το αίτημά της για δημιουργία ομάδων χωριών με βάση τον πληθυσμό και δέχθηκε κάθε χωριό να αποτελει μονάδα τοπικής διοίκησης. Μονάδες τοπικής διοίκησης θα αποτελούσαν και τα δημαρχεία.

Τα μικτά χωριά θα αποτελούσαν ειδική περίπτωση και γι' αυτά τον έλεγχο θα είχε ολόκληρη η Βουλή, που θα ενεργούσε επίσης σαν συντοιστής και θα ενέκρινε τους κανονισμούς.

4. Οι εξουσίες των τοπικών συμβουλίων που θα εκλέγονταν από τους κατοίκους, θα ήταν οι ίδιες με εκείνες που είχαν και πριν από τις διακοινοτικές ταραχές.

Αυτή τη συμφωνία ήρθαν ν' ανατρέψουν οι προτάσεις που υπέβαλε στις 21 Δεκεμβρίου, 1973, η τουρκική πλευρά. Είχαν προηγηθεί οι προτάσεις της Ελληνικής πλευράς, στις 14 Δεκεμβρίου που βασίζονταν πάνω στη συμφωνία που είχε επιτευχθεί.

Ο Ντενκτάς στις προτάσεις, ζητούσε να επανεξετασθεί το όλο θέμα της Περιφερειακής Αυτονομίας, ώστε να διασφαλισθεί η ιδέα του συνεταιρισμού και του δικοινοτικού κράτους. Ζητούσε τα δύο τμήματα της Βουλής να έχουν εξουσία να εγκρίνουν πρωτογενή νομοθεσία και ακόμα εκτελεστικές, δικαστικές εξουσίες και άλλες εξουσίες, ενώ παράλληλα πρόβαλλε την αξίωση για χωριστές κοινοτικές αστυνομίες, δικαστήρια και ίδρυση χωριστών ραδιοσταθμών. Και ακόμα ζητούσε η τουρκική κοινότητα, μέσω του τουρκικού τμήματος της Βουλής, να έχει δικαίωμα διεθνούς παραστάσεως, δηλαδή να έρχεται σε απ' ευθείας επαφή με ξένες κυβερνήσεις και οργανισμούς.

Οι θέσεις αυτές αποτελούσαν πλήρη υπαναχώρηση από τα συμφωνηθέντα.

Η δικαιολογία του Ντενκτάς για το περιεχόμενο των προτάσεων του για την Περιφερειακή Αυτονομία παρ' όλο που δεχόταν τη φόρμουλα Ταφάλ, για την ανάθεση του ελέγχου των οργάνων τοπικής διοίκησης στα δύο τμήματα της Βουλής, ήταν ότι έπρεπε να ληφθούν υπ' όψη οι "Κυπριακές πραγματικότητες" δηλαδή τόσο η θέση των Τουρκοκυπρίων όσο και η κατάσταση ανάμεσα στους Ελληνες.

Αλλά ο Ντενκτάς επέμενε ότι θα έπρεπε να ασκείται μόνο δικαστικός έλεγχος της τοπικής διοίκησης, ενώ ο διοικητικός θα ασκείτο από τον Πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο σ' ότι αφορούσε τις αντίστοχες κοινότητες τους.

Είναι αξιοσημείωτο ότι και μετά την υποβολή των προτάσεων αυτών στις συνομιλίες εξακολουθούσε να σημειώνεται πρόοδος. Οι συνταγματολόγοι Δεκλερής και Αλντικαστί συνέχιζαν την εργασία τους και ετοίμαζαν κοινές φόρμουλες πάνω στα διάφορα σημεία του θέματος της τοπικής διοίκησης, η πρόοδος συνεχιζόταν και παρά τη διαφαινομένη μεταβολή στην τουρκικη πολιτική, που εκδηλώθηκε με την ανάθεση της εντολής σχηματισμού Κυβέρνησης στην Τουρκία στον Μπουλέντ Ετζεβίτ, αρχηγό του Λαϊκού Κόμματος στις 15 Ιανουαρίου 1974.