Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

11.1973: Η Διεθνής Επιτροπή Νομικών διαπιστώνει πράξεις βίας και εκφοβισμού εναντίον υπόπτων και κρατουμένων από μέλη των δυνάμεων ασφαλείας.

S-1982

6.11.1973: Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΩΝΕΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΥ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΥΠΟΠΤΩΝ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΜΕΛΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Υστερα από καταγγελίες της αντιπολίτευσης για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κρατουμένων κυρίως, η Διεθνής Επιτροπή Νομικών απέστειλε στην Κύπρο τον Αύγουστο του 1973 τον βρετανό νομικό Τζ. Γκάρρετ, ο οποίος μελέτησε την κατάσταση όπως διαμορφωνόταν.

Τα βασανιστήρια συλλαμβαννομένων ήταν κοινό μυστικό και αυτό μπορούσε κάποιος να το διαπιστώσει από την παρουσία κάποιου στο δικαστήριο για να δει απλώς συλληφθέντες να παρουσιάζονται σε άσχημη φυσική κατάσταση, σε σημείο που να μη μπορούν να περπατήσουν και να παρακολουθήσει καταθέσεις τους.

Στις 6 Νοεμβρίου 1973 η Επιτροπή εξέδωσε ένα μακροσκελές ανακοινωθέν με τίτλο "αναφορά επί καταγγελιών σχετικών με παραβάσεις διατάξεων της Νομίμου διαδικασίας εις Κύπρον".

Ωστόσο η Επιτροπή αναγνώριζε την πίστη της Κυβέρνησης στην αρχή της νομιμότητας και επεσήμανε το γεγονός ότι παρά τις δυσκολίες που υπήρχαν η κυβέρνηση δεν είχε κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Αναφερόταν στο ανακοινωθέν:

"Δέον να σημειωθή ότι υπάρχει εις την Κύπρον μεγάλη αφοσίωσις προς την αρχήν της Νομιμότητος, παρά τας επί μακρόν τεταμένας σχέσεις μεταξύ των ελληνικών και τουρκικών κοινοτήτων και μεταξύ τμημάτων της ελληνικής Κοινότητας, η Κυβέρνησις δεν εκήρυξε την χώραν εις κατάστασιν ανάγκης. Η στάσις αυτή συνεχίσθη και μετά την επιστροφή του Στρατηγού Γρίβα εις την νήσον, και τας παρανόμους ενεργείας του ιδίου και των οπαδών του όπως υποθάλψουν ένοπλον εξέγερσιν με σκοπόν την ανατροπήν της κυβερνήσεως ή την δημιουργίαν προκλήσεων ίνα αναγκάσουν την κυβέρνησιν όπως αντιδράση. Αι ενέργειαι αύται συνίσταντο εις αποπείρας δολοφονίας του Προέδρου της Δημοκρατίας, απαγωγήν ενός Υπουργού, επιδρομάς κατ' αστυνομκών σταθμών, ανατινάξεις αυτών, ξυλοδαρμούς των αστυνομικών και των υποστηρικτών της Κυβερνήσεως, καθώς και αρπαγάς όπλων και πυρομαχικών, παρ' όλα ταύτα ουδεμία στέρησις ή περιορισμός επήλθε επί των συνταγματικών δικαιωμάτων της ελευθερίας του λόγου του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι ή της ελευθερίας του τύπου, εις τον τύπον και αλλαχού ασκείται ελευθέρως κριτική κατά της κυβερνήσεως και των κυβερνητικών δυνάμεων. Οι πολίται εξακολουθούν να απολαμβάνουν της προστασίας της προβλεπομένης εκ του Νόμου, εν αντιθέσει προς γειτονικάς χώρας, δεν ισχύουν έκτακτοι διατάξεις συλλήψεως ή προφυλακίσεως. Ολοι οι συλλαμβανόμενοι προσάγονται ενώπιον των δικαστηρίων εντός 24 ωρών, και δεν επιτρέπεται η περαιτέρω κράτησις των άνευ δικαστικής αποφάσεως.

Αι καταγγελίαι αι οποίαι αποτέλεσαν το αντικείμενον της ερεύνης ανάγονται εις τον μήνα Φεβρουάριον 1973 και εντεύθεν υπήρξαν όμως πολυπληθέσταται κατά την περίοδον η οποία ηκολούθησε την παραγωγήν του Υυπουργού Δικαιοσύνης κ. Βάκη, υπό των δυνάμεων του Γρίβα, την 27ην Ιουλίου".

Στο ανακοινωθέν στη συνέχεια γινόταν αναφορά στην επίσκεψη στην Κύπρο του Γκάρεττ και προστίθετο:

"Η κυπριακή Κυβέρνησις του παρέσχε πάσαν δυνατήν βοήθειαν και διευκόλυνσιν, εγένετο δεκτός υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου της Βουλής, των Υπουργών επι των Εσωτερικών, Εξωτερικών και του Γενικού Εισαγγελέως. Επετράπη ες αυτόν πάσα ελευθερία κινήσεως καθώς η δυνατότης να συνομιλήση καθ' οιουδήποτε ιδιαιτέρως (ο κ. Γκάρεττ συνηντήθη επίσης με τον Ραούφ Ντενκτάς).

Την 24ην Αυγούστου ο κ. Γκάρρετ έδωσε συνέντευξιν εις τον τύπον διά να εξηγήση τον σκοπόν της επισκέψεως του. Εκαμεν έκκλησιν διά την παύσιν της βίας οποθενδήποπε προερχομένην, καθώς και διά την απελευθέρωσιν του Υπουργού Δικαιοσύνης. Ο κ. Βάκης απελύθη 48 ώρας μετά τη συνέντευξιν ταύτην, χωρίς όμως να δύναται κανείς να βεβαιώση ότι τούτο υπήρξε άμεσως συνέπεια της συνεντεύξεως. Ο κ. Γκάρρετ εδήλωσεν ότι ήτο πρόθυμος να συναντηθή μεθ' οιουδήποτε και να ερευνήση παν παράνομον, εφ' όσον ο χρόνος και αι δυνατότητες του επέτρεπον, ήτο εξ ίσου πρόθυμος να ερευνήση καταγγελίας κατά δυνάμεων της αντιπολιτεύσεως, όσον και των κυβερνητικών δυνάμεων ή εξστρεμιστών οπαδών της Κυβερνήσεως. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εγένοντο πολλαί πράξεις βίας και εκφοβισμοί υπό εξτρεμιστών ανηκόντων εις αμφοτέρας τας παρατάξεις. Πάντως καμμία εκ των ως άνω περιπτώσεων δεν κατηγγέλθη εις τον κ. Γκάρρετ και δι' αυτόν τον λόγον και μόνον αι έρευναι του περιωρίσθησαν εις καταγγελίας γενομένας κατά των επισήμων Κυβερνητικών δυνάμεων, επίσης δεν του εζητήθη να ερευνήση κατηγορίας κατά των διοικητικών αρχών της τουρκικής κοινότητος.

Εις τον κ. Γκάρεττ εγένοντο καταγγελία διά βίαν και κακήν ματαχείρισιν επί 100 περίπου προσώπων. Ελαβε γραπτώς λεπτομερείς δηλώσεις αι οποίαι αφιέρων περίπου 40 εξ αυτών, συνωμίλησε δε αυτοπροσώπως και έλαβε καταθέσεις εξ 11 κρατουμένων εις τας φυλακάς καθώς και εξ ωρισμένων απολυθέντων εκ των φυλακών. Συνηντήθη και ήκουσεν μεγάλον αριθμόν προσώπων συμπεριαλμβανομένων και αστυνομικών και φίλων των μηνυτών, μελών του δικηγορικού συλλόγου καθώς και μελών της υπεπιτροπής των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Αι ερευνηθείσαι μηνύσεις αφεώρων κατά το πλείστον, κακήν μεταχείρισιν κατά την σύλληψιν και κατά την διάρκειαν των 24 ωρών που μεσολάβησαν μέχρι την προσαγωγήν των ενώπιον του δικαστηρίου. Εις μερικάς περιπτώσεις υπήρξαν ισχυρισμοί ότι και άλλα έκτροπα συνέβησαν κατά την μεταφοράν κρατουμένων εκ των φυλακών διά νέαν ανάκρισιν. Εις καμμίαν περίπτωσιν δεν κατηγγέλθη ότι έγιναν κακομεταχειρίσεις κατά κρατουμένων εις τας φυλακάς, ούτε υπάρχει καταγγελία περί παρατεταμένων συστηματικών και εξειδικευμένων βασανιστηρίων, όπως έχει αποδειχθή πειστικώτατα ότι συμβαίνει τελευταίως εις πολλάς χώρας. Το μεγαλύτερον μέρος των καταγγελιών αφεώρων ωμήν βίαν και απειλάς, συνήθως κατά την στιγμήν της συλλήψεως.

Αι προσφερθείσαι εις τον κ. Γκάρρετ αποδείξεις εδόθησαν κυρίως από την πλευράν των μηνυτών. Ορισμέναι εκ των δηλώσεων εφάνησαν εις τον κ. Γκάρεττ πολύ πειστικαί, εθεώρησε δε ότι ενισχύονται λόγω του ότι επαναλαμβάνοντο πολλάκις, ότι εγένοντο παρεμφερείς δηλώσεις, ότι υπήρξεν εις ωρισμένας περιπτώσεις ιατρική διαπίστωσις και ότι ο ίδιος ο κ. Γκάρεττ προέβη εις ωρισμένας διαπιστώσεις ιδίοις όμμασιν. Ούτος κατέληξεν ότι και λαμβανομένης υπόψιν της δυνατότητος υπερβολών, πολλαί εκ των μηνύσεων είναι βάσιμοι κατά τας γενικάς γραμμάς".

Τα γενικά συμπεράσματα του Τζ. Γκάρεττ ήσαν τα ακόλουθα:

" 1. Πράξεις βίας και εκφοβισμού εναντίον υπόπτων και κρατουμένων διεπράχθησαν υπό μελών των δυνάμεων ασφαλείας.

2. Τα υπάρχοντα μέσα διά την διερεύνησιν των μηνύσεων εναντίον αυτών των δυνάμεων είναι ανεπαρκή και ατελέσφορα.

3. Αι δυνάμεις αύται ώφειλαν να υπόκεινται εις αυστηρότερον έλεγχον και πειθαρχίαν.

4. Αι εις την διάθεσιν των πολιτών δικαστικαί διαδικασίαι διά την προστασίαν των δικαιωμάτων, πρέπει να χρησιμοποιούνται έτι περισσότερον.

Η Διεθνής Επιτροπή Νομικών εμελέτησεν προσεκτικώς την έκθεσιν του κ. Γκάρρεττ και τα προς υποστήριξιν συλλεχθέντα τεκμήρια καθώς και πληροφορίας του τύπου σχετικάς με περαιτέρω εξελίξεις. Η Επιτροπή δέχεται τα συμπεράσματα του κ. Γκάρρετ και δίδει περαιτέρω ωρισμένα παραδείγματα και σχόλια επ' αυτών".

Περαιτέρω το ανακοινωθέν αναφερόταν σε σχόλια για διάφορες πτυχές εσωτερικών θεμάτων της Κύπρου.

Για τπ Εφεδρικό ανέφερε:

"Η πείρα εις πολλάς χώρας δεικνύει πως ειδικαί τοιαύται αστυνομικαί δυνάμεις τείνουν να διαπράττουν υπερβάσεις κατά την σύλληψιν και ανάκρισιν υπόπτων, εάν δεν έχουν εκπαιδευθή μετά προσοχής και επιμελείας εις ορθάς αστυνομικάς μεθόδους και δεν υπόκεινται εις πειθαρχικόν έλεγχον πεπειραμένων αξιωματικών αστυνομίας".

Κατέληγε η έκθεση:

"Οπως δεικνύουν πρόσφατα άρθρα εφημερίδων αυξάνεται η ανησυχία της δημοσίας κοινής γνώμης εις Κύπρον όσονα φορά την αδυναμίαν τερματισμού των κακομεταχειρίσεων των κρατουμένων υπό της αστυνομίας και εντοπίσεως των υπευθύνων. Αι κυβερνητικαί αρχαί εις το να απαντούν ότι ουδεμία των κατηγοριών απεδείχθη εκ της φύσεως του θέματος, μόνον αποφασιστικαί και ανεξάρτητοι έρευναι δύνανατι να αποδείξουν την αλήθειαν επ' αυτών των θεμάτων μετά βεβαιότητος,.

Εξ άλλου δεν είναι δυνατόν να αναμένεται η προσκόμισις πειστικών στοιχείων υπό του μηνύοντος. Προτέινεται ότι μόνον πραγματική απόφασις βελτιώσεως της πειθαρχίας και συμπεριφοράς των δυνάμεων ασφαλείας συνοδευομένης υπό καταλλήλου διαδικασίας, ανεξάρτητον και δημοσίαν έρευναν δύναται να αποστιγματίσουν την νόμιμον διαδικασίαν εις Κύπρον".