Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

14.3.1972: Ο Μακάριoς παραδίδει τα τσεχoσλoβακικά όπλα στηv ΟΥΝΦIΚΥΠ εvώ απαvτώvτας στηv αξίωση τoυ Γ. Παπαδόπoυλoυ για εκκαθαρίσεις τoυ τovίζει ότι στηv Κύπρo υπάρχει Δημoκρατία και όχι δικτατoρία και ότι όλα διέπovται από vόμoυς και διατάξεις.

S-1889

14.3.1972: Ο ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΠΑΡΑΔΙΔΕΙ ΤΑ ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΚΑ ΟΠΛΑ ΣΤΗΝ ΟΥΝΦΙΚΥΠ ΕΝΩ ΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΑΞΙΩΣΗ ΤΟΥ Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΕΚΚΑΘΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΟΝΙΖΕΙ ΟΤΙ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΥΠΑΡΧΕ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΟΤΙ ΟΛΑ ΔΙΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Ο Πρόεδρος Μακάριος στο μέσο του ζεύγους Κωνσταντίνου Παναγιωτάκου, πρέσβεως της Ελλάδας στην Κύπρο

Ο Πρόεδρος Μακάριος άφησε, με τη γνώριμη του τακτική, το χρόνο να περάσει και στις 13 Μαρτίου 1972, το υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε τελικά την απάντηση του προς το τελεσίγραφο της χούντας του Φεβρουαρίου.

Η απάντηση εγκρίθηκε καθ' ον χρόνο ανακοινωνόταν ότι είχαν γίνει τελικές διευθετήσεις για να τεθούν τα τσεχοσλοβακικά όπλα που είχε εισαγάγει ο Πρόεδρος Μακάριος για αντιμετώπιση της παρανομίας του Στρατηγού Γρίβα, ώστε να τεθούν υπό τον έλεγχο της ΟΥΝΦΙΚΥΠ.

Η απάντηση δόθηκε τη επομένη από τον πρεσβευτή Νίκο Κρανιδώτη προσωπικά στον πρωθυπουργό της χούντας Γεώργιο Παπαδόπουλο, αλλά δεν δόθηκε επίσημα στη δημοσιότητα.

Ο άνθρωπος του Γ. Γ. του ΟΗΕ στην Κύπρο κ. Γκουγιέρ στο μέσο των Γλαύκου Κληρίδη (αριστερά) και Ντενκτάς. Στο άκρο δεξιά ο αμερικανός πρεσβευτής κ. Πόπερ

Ωστόσο αποσπάσματά της δημοσιεύθηκαν στις 21 Μαρτίου στη γερμανική εφημερίδα "Σουντ Ντόϊτσε Τσαϊτούγκ".

Η εφημερίδα είχε δημοσιεύσει τα πιο "επίμαχα σημεία" δηλαδή εκείνα που διατύπωναν κατηγορίες εναντίον της χούντας.

Μερικά άλλα αποσπάσματα δημοσιεύθηκαν αργότερα.

Ανάλυση της επιστολής μαζί με ότι συνελέγη τότε παρατίθεται στην Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου, περίοδος 1960-73 , τόμος Β μαζί με ανάλυση από τον Πέτρο Πετρίδη:

Ανέφερε ο Πρόεδρος Μακάριος στην επιστολή του:

"ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Εν Λευκωσία τη 14η Μαρτίου 1972

Αγαπητέ κ. Πρόεδρε.

Εμελέτησα μετά πολλής προσοχής την επιδοθείσαν μοι υπό του υφυπουργού Εξωτερικών της Ελλάδος κ. Κ. Παναγιωτάκου διακοίνωσιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως υπό ημερομηνίαν 11 Φεβρουαρίου 1972. Το περιεχόμενο της διακοίνωσης συνεζητήθη και εν Υπουργικώ Συμβουλίω και ήκουσα επ' αυτού απόψεις. Απαντώ εις την διακοίνωσιν διά της παρούσης επιστολής μου προς την υμετέραν Εξοχότητα, καίτοι η διακοίνωσις δεν απευθύνεται μόνον εις εμέ ή την Κυπριακήν Κυβέρνησιν αλλά και προς ολόκληρον τον κυπριακόν λαόν.

1. Διά της εν λόγω διακοινώσεως η Ελληνική Κυβέρνησις διαμαρτύρεται διά την πρόσφατον εισαγωγήν οπλισμού εις Κύπρον και ζητεί δι' ους λόγους, εν τη διακοινώσει εκθέτει,

ΑΓΩΝ 20 2 1972

όπως ο οπλισμός ούτος τεθή υπό τον έλεγχον και την φύλαξιν της εν Κύπρω Ειρηνευτικής Δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών, επί του θέματος τούτου έχω να παρατηρήσω τα ακόλουθα:

α: Οταν η Ελληνική Κυβέρνησις συνέστησεν όπως παραδώσω προς φύλαξιν των εισαχθέντα οπλισμόν εις την Κυπριακήν Εθνοφρουράν, ηρνήθην να πράξω τούτο. Διότι ως λόγοι διά την παράδοσιν του οπλισμού ήσαν η εκφρασθείσα υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως υπόνοια περί διανομής του οπλισμού εις ανεύθυνα πρόσωπα ή η δημιουργία ιδιωτικού στρατού ή αστυνομίας εκ πραιτωριανών, δεν νομίζω ότι έπρεπε να υπάρξη τοιαύτη ταπεινωτική δι' εμέ σκέψις και υπόνοια..."

Στη συνέχεια της επιστολής του από πέντε σελίδες, ο Πρόεδρος Μακάριος διερωτάτο γιατί η Κυβέρνηση Παπαδοπούλου προτίμησε να δημιουργήσει δεθνές πρόβλημα σε βάρος της Κύπρου.

Η κατηγορία ήταν πολύ έμμεση αλλά σαφής: Το θέμα των όπλων ήταν μόνο για να πειθαναγκασθεί η Κύπρος να δεχθεί το σχέδιο της Λισσαβώνας, ή οποιαδήποτε άλλα σχέδια που, όπως είχε δηλώσει δημοσίως ο Αρχιεπίσκοπος "πιθανώς" να τεκταίνονταν σε βάρος της Κπρου.

Η επιστολή συνέχιζε:

β). Η Ελληνική Κυβέρνησις δεν τελεί εν πλήρει αγνοία της προσπαθείας προς εξεύρεσιν και αγοράν οπλισμού. Δεν θα ασχοληθώ, όμως εν τη παρούση επ' αυτού του θέματος. Προς πληρεστέραν ενημέρωσιν σημειώ ενταύθα ότι εις την σκέψιν περί προμηθείας οπλισμού ωδήγησεν η προ έτους περίπου συζητηθείσα άποψις, όπως αυξηθή εις αριθμόν ανδρών η αστυνομία, ή δημιουργηθή επικουρικόν αστυνομικόν σώμα, το οποίον θα εχρησιμοποιείτο εις ανάσχεσιν αυθαιρέτων ενεργειών των τουρκοκυπρίων προς επέκτασιν των θυλάκων των, συχναί δε πράγματι ήσαν αι περιπτώσεις, κατά τας οποίας οι τουρκοκύπριοι εδημιούγουν τετελεσμένα γεγονότα και επεξέτειναν εδαφικώς τον έλεγχον των, της Εθνοφρουράς δισταζούσης να επέμβη, διά να δημιουργηθή εντύπωσις στρατιωτικής επιχειρήσεως της δε αστυνομίας μη δυναμένης ως ολιγαρίθμου να αντιμετωπίση την κατάστασιν. Και διά την αύξησιν της αστυνομικής δυνάμεως απητείτο οπλισμός.

γ). Ανεξαρτήτως των ως άνω εκτεθέντων επί του θέματος του ολισμού δεν θα επεθύμουν την εις βάρος μου περαιτέρω εκμετάλλευσιν του ζητήματος και την συνέχισιν του δημιουργηθέντος επί διεθνούς κλίμακος θορύβου, επιζημίου διά την εθνικήν υπόθεσιν της Κύπρου, διά τούτο έδωκα οδηγίας όπως ο οπλισμός τεθή υπό τον έλεγχον της Ειρηνευτικής Δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών και εγένοντο ήδη αι δέουσαι διευθετήσεις.

2. Η ελληνική Κυβέρνησις εκφράζει την πεποίθησιν ότι επέστη η ώρα διά την συγκρότησιν μιας κυβερνήσεως εθνικής ενότητος, εξ όλων των παρατάξεων του εθνικόφρονος κυπριακού ελληνισμού. Μιας κυβερνήσεεως ήτις θα προήρχετο ως διατυπούται εν τη διακοινώσει, από την ελευθέραν πρωτοβουλίαν της πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας, περί Κυβερνήσεως εθνικής ενότητος ωμίλησεν εις εμέ, ως και εις άλλα πρόσωπα, ο υφυπουργός κ. Παναγιωτάκος εισηγούμενος μάλιστα συμμετοχήν και του ΑΚΕΛ. Διευκρίνιζεν όμως ο κ. Παναγιωτάκος ότι εξέφραζε προσωπικάς του απόψεις περί σχηματισμού Κυβερνήσεως εθνικής ενότητος, καίτοι εν τη πράξει παρουσίαζε δυσκολίας, δεν είναι αποκρουστέα, εφ' όσον κρίνεται εθνικώς επωφελής".

Για την αξίωση για ανασχηματισμό της Κυβέρνησης ο Πρόεδρος Μακάριος ανέφερε:

ΑΓΩΝ 23 2 1972

"Ο σχηματισμός της Κυπριακής Κυβερνήσεως αποτελεί κατά την συνταγματικήν τάξιν αποκλειστικόν δικαίωμα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ο κ. Παπαδόπουλος πρέπει να γνωρίζη ότι μια κυβέρνησις, η οποία θα διοριζεται από τας Αθήνας ή θα εξαρτάται από αυτάς, μόνον επιζημία διά την περαιτέρω εξέλιξιν της Κύπρου δύναται να είναι".

Ο Πρόεδρος Μακάριος απέρριπτε την ιδέα ανασχηματισμού της Κυβέρνησης παρά το γεγονός ότι είχε δώσει μεν ενδείξεις για μια μελλοντική αντικατάσταση Υπουργών στα πλαίσια συνηθισμένης ανανέωσης του υπουργικού Συμβουλίου.

Εκτός από τους ουσιαστικούς λόγους που ανέφερε παρέθετε και μερικούς που αφορούσαν πρακτικές δυσκολίες:

" Εκτός τούτου δεν είναι δυνατόν να φαντασθώ πως είναι δυνατόν να λειτουργήση μία Κυβέρνησις μερικά μέλη της οποίας θα είναι υπέρ της πολιιτικής της Ενώσεως ενώ άλλα υπέρ της ανεξαρτησίας της Κύπρου. Τοιούτον Υπουργικόν Συμβούλιον δεν αποτελεί πρόοδον.

"... Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν έχετε ως σκοπόν την έναρξιν αγώνος διά την Ενωσιν, τότε, τόσον εγώ όσον και ο κυπριακός λαός είμεθα έτοιμοι να αποδυθώμεν εις αγώνα, εάν η Ελληνική Κυβέρνησις τον υποστηρίξη.

Εις την διακοίνωσιν αναφέρεται ότι η τοιαύτη κυβέρνησις θα προήχετο από την ελευθέραν πρωτοβουλίαν της πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας, εάν καλώς αντιλαμβάνωμαι την έννοιαν αυτής της παραγράφου της διακοινώσεως, δέον όπως τους συνεργάτας μου εν τη κυβερνήσει υποδεικύουν η πολιτική και η εκκλησιαστική ηγεσία, αλλ' εις τοιαύτην περίπτωσιν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει τας προνοουμένας υπό του Συντάγματος ευθύνας και δεν αποτελεί τον εντελοδόχον του εκλέξαντος αυτόν λαού. Πολύτιμον δι' εμέ βοήθειαν θεωρώ τας συμβουλάς και γνώμας πολιτικών και εκκλησιαστικών ηγετών, ως και άλλων παραεκκλησιαστικών ηγετών ως και άλλων παραγόντων κατά την επιλογήν των υπουργών. Αλλ' επιφυλάττω ακέραιον το δικαίωμα της τελικής υπ' εμού επιλογής, Θα λάβω όμως υπ' όψιν την εισήγησιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως, τοσούτω μάλλον καθ' όσον αύτη αφορά εις την αρμονικήν συνεργασίαν μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας".

Στη συνέχεια αναφερόταν στην αξίωση του Παπαδόπουλου για προβάδισμα του εθνικού κέντρου στον χειρισμό του κυπριακού με την παρατήρηση ότι σ' αυτήν είχε απαντήσει απορριπτικά με την επιστολή του στις 4 Αυγούστου 1971, αλλά και με την προσθήκη δύο νέων σημείων:

1. Η ελληνοκυπριακή ηγεσία έχει το δικαίωμα αντίστασης σε περίπτωση κατά την οποία η Αθήνα ήθελε προβεί σε απαράδεκτη ανάμιξη στα εσωτερικά πράγματα της Κύπρου.

2. Η συνταγματική τάξη αποτελούσε αποκλειστικά υπόθεση του Κυπριακού λαού.

Πρόσθετε:

"3. Εις την διακοίνωσιν υπενθυμίζεται ότι ο κυπριακός ελληνισμός είναι τμήμα του Εθνους και δεν πρέπει επίσης να λησμονήται ότι εθνικόν κέντρον είναι και παραμένουν αι Αθήναι, επαναβεβαιούμεν διά πολλοστήν φοράν ότι είμεθα και αισθανόμεθα τμήμα του Εθνους οι Ελληνες Κύπριοι, και δεν λησμονούμεν ότι Εθνικόν Κέντρον είναι και παραμένουν αι Αθήναι. Η διά της διακοινώσεως, όμως υπενθύμισις ενέχει, ως αντιλαμβάνομαι, την έννοιαν ότι η

ΑΓΩΝ 15 2 1972

Ελληνική Κυβέρνησις, έχει λόγον επί των εσωτερικών ζητημάτων της Κύπρου πολύ δε περισσότερον έχει τον πρώτον και τελευταίον λόγον ως προς το είδος λύσεως του Κυπριακού ζητήματος. Τοιούτον θέμα ηγέρθη και προ τινος υπό της ελληνικής Κυβερνήσεως η δε απάντησις μου επ' αυτού περιέχεται εις επιστολήν μου προς την ημετέραν εξοχότητα, υπό ημερ. 4 Αυγούστου 1971. Θα ήθελον μόνον να προσθέσω ότι εάν η ακολουθητέα επί του κυπριακού γραμμή είναι η της Ενώσεως, τον πρώτον λόγον ή, ούτως ειπείν, το προβάδισμα έχουν αι Αθήναι. Πάντως οι Ελληνες Κύπριοι είναι πρόθυμοι να αναλάβουν ενωτικόν αγώνα, εάν δεν υπάρξει αποθάρρυνσις εξ Αθηνών, εάν η επί του κυπριακού γραμμή είναι κοινή, καθορισθείσα από κοινού υπό Αθηνών και Λευκωσίας, δεν υπάρχει θεμα προβαδίσματος. Εάν, όμως, αι Αθήναι αποδέχωνται λύσιν του κυπριακού μη αποδεκτήν υπό του ελληνισμού της Κύπρου, βαρύνουσα πρέπει να είναι η γνώμη των Ελλήνων κυπρίων, διότι αυτούς αφορούν αι επιπτώσεις εκ της οιασδήποτε λύσεως και αυτοί θα ζουν τας εξ αυτής δημιουγηθησομένας συνθήκας...".

Επίσης απέρριπτε την αξίωση για εκκαθάριση των δημοσίων υπηρεσιών από "ανεπιθύμητα πρόσωπα" επικαλούμενος τις "νομικές δυσκολίες". Αφηνε έτσι την πόρτα ανοικτή για απομάκρυνση προσώπων που δεν ήταν μέλη της Δημοσίας Υπηρεσίας, όπως για παράδειγμα Υπουργών.

Πρόσθετε:

"Εις την Κύπρον υπάρχουν νόμοι, διατάξεις και δικαστήρια, τα οποία φροντίζουν διά την νόμιμον κάλυψιν των ανωτέρων θέσεων της Πολιτείας".

Το σημείο αυτό αποτελούσε ράπισμα για τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, γιατί γινόταν σε αντιδιαστολή με την κατάσταση στην Ελλάδα. Ουσιαστικά ήθελε να του πει ότι στην Κύπρο υπήρχε δημοκρατία και όχι δικτατορία:

" Τα ανεπιθύμητα εις την Κυβέρνησιν των Αθηνών πρόσωπα έχουν ορισθή υπό οργάνων, τα οποία έχουν ως μέλη αποκλειστικώς και μόνον κυπρίους εθνικόφρονας".

5. Πλην της γραπτής διακοινώσεως ο κ. Παναγιωτάκος μου διαβίβασε και προφορικόν μήνυμα της Ελληνικής Κυβερνήσεως, το οποίον διατυπωμένον επί τεμαχίου χάρτου, μου ανέγνωσεν. Εάν καλώς αντελήφθην το περιεχόμενον του μηνύματος και εάν καλώς ενθυμούμαι, εξεφράζετο η άποψις ότι σχηματιζομένης κυβερνήσεως εθνικής ενότητος και μετεχόντων αυτής οπαδών του Στρατηγού Γρίβα πιθανώς ο Στρατηγός να έφευγεν εκ Κύπρου. Δεν δύναμαι όμως, μετά βεβαιότητος να είπω ότι αυτή πράγματι ήτο η ουσία του μηνύματος, διότι η λεκτική διατύπωσις του ήτο τόσον "διπλωματική" ώστε να μη είναι σαφώς αντιληπτή. Αλλ επεξηγών εις άλλους συνιμιλητάς του ο κ. Παναγιωτάκος το προφορικόν μήνυμα, είπεν ότι αποτελεί επιθυμίαν της Ελληνικής Κυβερνήσεως η αποχώρησις εκ του πολιτιστικού προσκηνίου τόσον εμού όσον και του Στρατηγού Γρίβα. Το ακατανόητον δι' εμέ είναι ότι ο κ. Παναγιωτάτος προέβαινεν εις έντονον διάψευσιν, οσάκις οι υπ' αυτού ενημερούμενοι, επί του περιεχομένου του μηνύματος, μετέδιδον την πληροφορίαν περί αποχωρήσεως μου, επιθυμίας ή ευχής της ελληνικής Κυβερνήσεως. Δεν θα παραλείψω να είπω ότι και εις Αθήνας ελέχθη εις ξένους διπωλμάτας ότι υπάρχοντος του Μακαρίου δεν λύεται το Κυπριακόν πρόβλημα. Δεν νομίζω, όμως ότι πρέπει να επεκταθώ περισσότερον επί του θέματος αυτού. Σημειώ μόνον ότι τα περί αποχωρήσεως μου λεχθέντα υπό του κ. Παναγιωτάκου ενέπνευσαν πιθανώς και τους τρεις Μητροπολίτας διά να

ΧΑΡΑΥΓΗ 2 3 1972

ζητήσουν την παραίτησιν μου εκ του Προεδρικού αξιώματος, ως ασυμβιβάστου προς τη Ιερατική μου ιδιότητα..."

Στην απαντητική του επιστολή προς τον Γεώργιο Παπαδόπουλο ο Πρόεδρος Μακάριος κατηγορούσε τις διπλωματικές και στρατιωτικές αρχές της Ελλάδας στην Κύπρο ότι απέστειλαν παραπλανητικές εκθέσεις στην Αθήνα σχετικά με την κατάσταση στην Κύπρο:

"Η υπηρεσία Α2 της ΕΛΔΥΚ υποστηρίζει παρανόμους ομάδας και άτομα τα οποία εξακολουθούν να παροσπαθούν να ανατρέψουν τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας και την Κυβέρνησιν.

Ο πρώην πρεσβευτής της Ελλάδας εις Κύπρον και νυν Υφυπουργός Εξωτερικών κ. Κ. Παναγιωτάκος ενεθάρρυνε τους τρεις Μητροπολίτας να ζητήσουν την παραίτησιν μου από το αξίωμα του Προέδρου".

Σχετικά με το θέμα του ανασχηματισμού της Κυβέρνησης σε συνδυασμό με την αξίωση για απομάκρυνση προσώπων που δεν ήταν επιθυμητά στην Αθήνα- αξίωση που διαβιβάστηκε προφορικά- ο Πρόεδρος Μακάριος ανέφερε ότι ο ίδιος ο Παναγιωτάκος του είχε εισηγηθεί να περιλάβει ένα κομμουνιστή στην Κυβέρνηση.

Του είχε ζητήσει, μετά τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης να παραιτηθεί.

"Τούτο" ανέφερε, "εγένετο παρουσία και άλλων προσώπων".

Ωστόσο ο Μακάριος έλεγε ότι θα λάμβανε υπ' όψη τις εισηγήσεις της ελληνικής Κυβέρνησης για το θέμα των όπλων και τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης:

"7. Σημειώ εν κατακλείδι και μερικάς προσωπικάς γνώμας και απόψεις αφορώσας εις τας σχέσεις Αθηνών και Λευκωσίας. Πιστεύω ότι σφάλλω εάν είπω ότι αποστελλόμεναι εκ Κύπρου εκθέσεις υπό ελλαδικών ενταύθα διπλωματικών και στρατιωτικών υπηρεσιών δίδουν εις την ελληνικήν Κυβέρνησιν εσφαλμένην εικόνα της καταστάσεως. Γνωρίζω καλώς ότι πολλάκις μεταδίδονται ες Αθήνας, εν σπουδή και ανεξελέγκτως πληροφορίαι μη ανταποκρινόμεναι προς την πραγματικότητα. Τοιαύται πληροφορίαι δημιουργούν, ως είναι φυσικόν, κλίμα καχυποψίας και ψυχρότητος. Επί πλέον δραστηριότητες ενταύθα ωρισμένων Ελλήνων αξιωματικών, ιδιαιτέρως δε των υπευθύνων του 2ου Επιτελικού Γραφείου, δημιουργούν καταστάσεις σκανδαλώδεις και πολύ παραβλαπτούσας την αρμονικήν συνεργασίαν μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου. Λυπούμαι επίσης να είπω ότι μερικοί Ελληνες αξιωματικοί ανεμίχθησαν εις το παρελθόν εις παρακρατικάς οργανώαεις, ως το "Εθνικόν Μέτωπον" είναι δε και σήμερον αμαμεμιγμένοι εις πολλάς παρανόμους δραστηριότητας και εκδηλώσεις.

Προσεπάθησα, κύριε Πρόεδρε, να εκφράσω εν συντομία τας απόψεις μου επί όλων των εν τη διακοινώσει σημείων, πέραν δε τούτων διετύπωσα και ωρισμένας παρατηρήσεις και γνώμας, επί θεμάτων και καταστάσεων σχετιζομένων προς την καλήν συνεργασίαν Ελλάδος και Κύπρου. Είμαι εις την διάθεσιν σας δι' οιασδήποτε περαιτέρω επεξηγήσεις ή εποικοδομητικήν ανταλλαγήν απόψεων.

Μετ' εγκαρδίων ευχών μου

+ Ο Κύπρου Μακάριος

ΧΑΡΑΥΓΗ 14 3 1972

Η απάντηση του Γεωργίου Παπαδόπουλου ήλθε αμέσως την επομένη 15 Μαρτίου 1971. Σ' αυτήν ο Γεώργιος Παπαδόπουλος κατηγορούσε τον Μακάριο ότι στην επιστολήν του διατύπωσε "σειράν αυθαιρέτους και απαραδέκτους εις τόνον ισχυρισμούς και ανθελλαδικάς αιχμάς" και του ζητούσε να πάρει σαφή θέση σχετικά με τη διακοίνωση του και να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες.

Οσον αφορά το θέμα του προβαδίσματος έλεγε:

" Εμμένομεν απαραγκλίτως εις τας θέσεις της 20ης Ιουλίου 1971".

Ο Παπαδόπουλος το έκαμε σαφές ότι δεν περίμενε νέα απάντηση από τον Πρέδρο Μακάριο. Το κείμενο της απάντησης θα δινόταν στη δημοσιότητα όπως και εκείνο της πρώτης διακοίνωσης, γεγονός ενδεικτικό ότι η χούντα ήταν αποφασισμένη να φθάσει στα άκρα:

Ανέφερε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος στην απάντηση του:

"Εν Αθήναις τη 15η Μαρτίου 1972

Μακαριώτατε,

Μετά λύπης διαπιστώ ότι η διά της από 14ης τρέχοντος πολυσελίδου επιστολης υμών, διδομένη απάντησις εις την ημετέραν διακοίνωσιν, ουδόλως δύναται να θεωρηθή ικανοποιητική ή έστω και εποικοδμητική. Επί τοσούτω μάλλον καθόσον περιλαμβάνει σειράν όλην αυθαιρέτων απαραδέκτων εις τόνον, ισχυρισμών, υπαινιγμών και ανθελλαδικών αιχμών, ας προτιμώ να αντιπαρέλθω, αρνούμενος να ανοίξω στερράν αντιδικαίαν κατά την κρίσιμον ταύτην καμπήν του εθνικού θέματος.

Οσον αφορά ειδικώτερον εις τα επί μέρους σημεία της από 11ης παρελθόντος Φεβρουαρίου διακοινώσεως ημών, θα επεθύμουν να φέρω εις γνώσιν της υμετέρας Μακαριότητος τα ακόλουθα:

1. Επί του θέματος του εισαχθέντος τσεχικού οπλισμού, δεν προετιθέμεθα θα χωρήσωμεν πέραν των όσων το αρμόδιον όργανον των Ηνωμένων Εθνών θεωρεί ή θα θεωρήση παραδεκτά.

2. Αναφορικώς προς το θέμα της ανασυνθέσεως της κυπριακής Κυβερνήσεως, εκτιμώ την υμετέραν διαβεβαίωσιν ότι θα λάβετε υπ' όψιν την σχετικήν εισήγησιν της ελληνικής Κυβερνήσεως. Ταχεία υλοποίησις αυτής θα αποκαταστήση την μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας συνεργασίαν.

3. Εν σχέσει προς το προβάδισμα του Εθνικού Κέντρου επί παντός θέματος γενικωτέρου εθνικού συμφέροντος, εμμένω απαρεγκλίτως, τόσον διά το παρόν όσον και διά το μέλλον, εις τα εν τω από 20ης Ιουλίου 1971 εμπιστευτικώ σημειώματι διαλαμβανόμενα.

Μετά του προσήκοντος σεβασμού

Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ.

Η Αθήνα θεώρησε τη διευθέτηση για τα τσεχοσλοβακικά όπλα ικανοποιητική και το θέμα πήρε τέλος. Ομως η Αθήνα περίμενε ακόμα και άλλα από τον Πρόεδρο Μακάριο σχετικά με το θέμα του ανασχηματισμού της Κυβέρνησης.