Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

9.2.1972: Η Αθήvα με τηλεγράφημα της πρoς τηv Κυπριακή Κυβέρvηση αξιώvει τηv παράδoση τωv τσεχoσλoβακικώv όπλωv στηv Εθvική Φρoυρά εvώ παράλληλα ζητά εκκαθαρίσεις στov κρατικό μηχαvισμό και τηv συγκρότηση Κυβέρvησης Εθvικής εvότητας

S-1886

9.2.1972: Η ΑΘΗΝΑ ΜΕ ΤΕΛΕΣΙΓΡΑΦΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΞΙΩΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΚΩΝ ΟΠΛΩΝ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ ΕΝΩ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΖΗΤΑ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΡΑΤΙΚΟ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΠΡΟΕΛΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤIΚΗΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΗΓΕΣΙΑΣ

Ο πρέσβης της Ελλάδας Κωνσταντίνος Παναγιωτάκος ( αριστερά) με τον διοικητή της Εθνικής φρουράς Στρατηγό Χαραλαμπόπουλο (κέντρο) και τον Επιτελάρχη της Εθνικής Φρουράς Ραγκούση κατά την αναχώρηση των δύο πρώτων στην Αθήνα για να συζητήσουν το θέμα των όπλων που εισήγαγε ο Πρόεδρος Μακάριος από τη Τσεχοσλοβακία

Η Εθνική Φρουρά είχε πληροφορηθεί την άφιξη των Τσεχοσλοβακικών όπλων που αγόρασε ο Πρόεδρος Μακάριος για αντιμετώπιση των παράνομων σχεδίων του Στρατηγού Γρίβα από τους ανθρώπους της που παρακολοθούσαν την εκφόρτωση. Αργότερα το πληροφορήθηκε και επίσημα. Την επομένη της εκφόρτωσης των όπλων στη περιοχή Ξερού ο αρχηγός της Εθνοφρουράς, Στρατηγός Χαραλαμπόπουλος, έγινε δεκτός, από τον Πρόεδρο Μακάριο. Εκεί θα πρέπει να έθεσε το θέμα και να ενημερώθηκε επίσημα.

Ο πρέσβης της Ελλάδας Κ. Παναγιωτάκος που επρόκειτο να φύγει οικογενειακώς στις 19 Φεβρουαρίου, μεταβαίνοντας στην Ελλάδα όπου μετατέθηκε, παρέτεινε ξαφνικά, την παραμονή του στην Κύπρο και στις 9 Φεβρουαρίου, πήγε στην Αθήνα με τον διοικητή της Εθνικής Φρουράς, ο οποίος την προηγούμενη είχε νέα συνάντηση με τον Πρόεδρο Μακάριο. Μαζί τους ήταν και ο διοικητής της ΕΛΔΥΚ συνταγματάρχης Παπαδάκης.

Τη συνέχεια των εξελίξεων και των αντιδράσεων της Αγκυρας, δίνει ο Π. Πετρίδης στην Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου, Περίοδος 1960-73 τόμος Β:

"Η Τουρκία χωρίς να προβεί ακόμα σε καμμιά δημόσια ανακοίνωση, είχε κάμει διάβημα προς την Ελλάδα, Βρετανία, Αμερική και Ηνωμένα Εθνη για την εισαγωγή των όπλων, με την προειδοποίηση ότι θα έπαιρνε όλα τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση ενόπλων συγκρούσεων στην Κύπρο, για να προστατεύσει στους τουρκοκυπρίους.

Οι διπλωματικοί κύκλοι της Αγκυρας "εξέφρασαν βαθειά ανησυχία για το σχηματισμό ενόπλων ομάδων στις τάξεις της ελληνοκυπριακής κοινότητος και υπέδειξαν ότι ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των ελληνοκυπρίων δυνατόν να επηρεάσει εμμέσως τη θέση των τούρκων και να θέσει σε κίνδυνο τις ενδοκυπριακές συνομιλίες που αναμένονταν ν' αρχίσουν σύντομα".

Μετά τα δαβήματα αυτά ο Γ. Γραμματέας του ΟΗΕ Κουρτ Βάλντχαϊμ έδωσε οδηγίες στον τότε αντιπρόσωπο του Οσόριο Ταφάλ να διερευνήσει το θέμα των όπλων.

Μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου καμμιά επίσημη επιβεβαίωση δεν υπήρξε για την εισαγωγή των όπλων. Ομως την ημέρα εκείνη το αθηναϊκό Πρακτορείο μετέδιδε από την Αθήνα ότι έγινε σύσκεψη εκεί και ότι "αντικείμενον της συσκέψεως ήτο η εξέτασις της δημιουργηθείσης εν Κύπρω καταστάσεως εκ της διαπιστωθείσης εισαγωγής εις την νήσον σοβαράς ποσότητος οπλισμού εκ Τσεοχλσοβακίας".

Αυτή ήταν η πρώτη επιβεβαίωση για την εισαγωγή των όπλων και γι' αυτή κατηγόρησε αργότερα το καθεστώς των Αθηνών, ο Πρόεδρος Μακάριος, γιατί ενώ είχε ενημερωθεί επίσημα για την εισαγωγή των όπλων και το θέμα θα μπορούσε να ρυθμισθεί μεταξύ των δύο κυβερνήσεων, η Αθήνα προτίμησε να το μετατρέψει σε διεθνές ζήτημα.

Ο Διοικητής της ΕΛΔΥΚ Συνταγματάρχης Παύλος Παπαδάκης αναχωχεί κι' αυτός στην Αθήνα για να συζητήσει το θέμα των όπλων που εισήγαγε ο Μακάριος στην Κύπρο για να αμυνθεί εαντίον των παρανόμων

Πράγματι η Λευκωσία προσπαθούσε να διευθετήσει το θέμα χωρίς μεγάλη φασαρία και αυτό ήταν το νόημα των επισήμων και επιμόνων διαψεύσεων της.

Ομως η Αθήνα δεν είχε τέτοια διάθεση, γιατί πίστευε ότι βρήκε την ευκαιρία να "ξεκαθαρίσει" μια και καλή με τη Λευκωσία.

Αυτό φαίνεται από την σύνθεση της συσκέψεως που έγινε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου, 1972, από την οποία προκύπτει επίσης η σοβαρότητα και η φύση των αποφάσεων που πήρε. Ολα τα "μεγάλα ονόματα" πήραν μέρος στη σύσκεψη: Ζωιτάκης, Παπαδοπουλος Παττακός, Μακαρέζος, Ξανθόπουλος Παλαμάς, Παναγιωτάκος, Οδυσσέας Αγγελής, αρχηγός ενόπλων δυνάμεων, Χαραλαμπόπουλος αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, Συνταγματάρχης Παπαδάκης, Επιτελάρχης της Εθνικής Φρουράς κατά το πραξικόπημα του 1974 και άλλοι αξιωματικοί.

Η σύσκεψη ήταν πολιτικοστρατιωτική και το ίδιο και η απόφαση την οποία μετέφερε την επομένη στη Λευκωσία ο Παναγιωτάκος.

Τη μεταφορά μηνύματος επιβεβαίωσε και ο Παναγιωτάκος όταν επέστρεψε στη Λευκωσία στις 10 Φεβρουαρίου.

Είπε στους δημοσιογράφους: "Μεταφέρω μήνυμα της Ελληνικής Κυβερνήσεως, το οποίον θα μεταφέρω αύριον προ τον Μακαριώτατον".

Δεν προσπάθησε όπως κάμνουν συνήθως, οι διπλωμάτες, να αποκρύψει ότι μετέφερε μήνυμα και ούτε είχε αμφιβολία ότι ο Πρόεδρος Μακάριος θα τον δεχόταν πράγματι την άλλη μέρα. Ο τόνος της δηλώσεως του ήταν επιτακτικός.

Και πράγματι στις 11 Φεβρουρίου 1972, ο Παναγιωτάκος επέδιδε στον πρόεδρο Μακάριο το μήνυμα των Αθηνών, που στην ουσία ήταν ένα τελεσίγραφο. Παρ' όλο που η Αθήνα διαφωνούσε με τον χαρακτηρισμό του σαν τελεσιγράφου "αρμοδία πηγή" υποδείκνυε ότι "αι συστάσεις που περιέχονται εις τούτο δεν στερούνται ουσίας, διότι το μήνυμα το αποστέλλει η Ελλάς".

Επαναλαμβανόταν, δηλαδή η ιστορία του προβαδίσματος και η θέση που είχε διατυπώσει ο Παπαδόπουλος τον Ιούλιο του 1971 ότι η Ελλάδα αποφάσιζε και η Λευκωσία εκτελούσε.

Αλλωστε η ιδία "αρμοδία πηγή" δεν άφηνε αμφιβολία ότι αυτό ήταν το νόημα:

"Ελλάς είναι το εθνικόν κέντρον του ελληνισμού και η Κύπρος ως τμήμα τούτου οφείλει να λαμβάνη σοβαρώς υπ' όψιν τας απόψεις του εθνικού κέντρου".

Και οι απόψεις του ήταν ουσιαστικά η φυγή του Μακαρίου.

Το κείμενο του μηνύματος των Αθηνών που δεν χαρακτηριζόταν σαν "τελεσίγραφο", αλλά σαν συστάσεις που όμως έπρεπε να ληφθούν υπ' όψη γιατί προέρχονταν από το Εθνικό Κέντρο, δόθηκε στην δημοσιότητα με την επικεφαλίδα: "Διακοίνωσις της Ελληνικής Κυβερνήσεως, επιδοθείσα προς τον Πρόεδρον Μακάριον την 11ην Φεβρουαρίου, 1972 και με την επεξήγηση:

" Επί σκοπώ επακριβούς κατατοπίσεως της κοινής γνώμης και ίνα τεθή τέρμα εις την διασποράν κακοβούλων πληροφοριών, επί του περιεχομένου και του πνεύματος της διακοινώσεως της επιδοθείσης υπό του Υφυπουργού Εξωτερικών κ. Παναγιωτάκου προς τον Αρχιεπίσκοπον Μακάριον, η Ελληνική Κυβέρνησις ήχθη εις την απόφασιν να δώση εις δημοσιότητα το πλήρες κείμενον της διακοινώσεως αυτής".

Αναφερόταν στο κείμενο της διακοίνωσης:

"1. Η Ελληνική Κυβέρνησις επιβεβειώσασα την πραγματοποιηθείσαν εισαγωγήν εις Κύπρον σημαντικής ποσότητος οπλισμού εκ Τσεχοσλοβακίας έσπευσεν ευθύς εξ αρχής να διαμαρτυρηθή προς την Κυπριακήν Κυβέρνησιν. Υπέμνησεν ότι η Ελλάς βαρύνεται εν

ΑΓΩΝ 24 2 1972

προκειμένω με ειδικάς ευθύνας διά την ασφάλειαν της Κύπρου, τόσον από εθνικής, όσον και από διεθνούς απόψεως.

2. Η Ελληνική Κυβέρνησις, έχουσα πλήρη συνείδησιν των σοβαρών κινδύνων τους οποίους ενέχει η ως άνω ενέργεια της κυπριακής κυβερνήσεως και αποβλέπουσα εις την κατά δυνατόν πρόληψιν αυτών υπέβαλεν εις τον Πρόεδρον της κυπριακής Δημοκρατίας την επίμονον σύστασιν όπως ο εισαχθείς οπλισμός παραδοθή προς φύλαξιν εις την Κυπριακήν Εθνοφρουράν. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ηρνήθη ν' αποδεχθή την σύστασιν αυτήν.

3. Εις δεύτερον ταυτόσημον κατηγορηματικόν διάβημα της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αντέταξε και πάλιν απόλυτον άρνησιν,

4. Κατόπιν τούτου, η Ελληνική Κυβέρνησις, έχουσα υπ' όψιν τας ειδικάς συνθήκας ασφαλείας, εφ'ας τελεί η Κύπρος και την επί του θέματος ευθύνην του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ζητεί από την Κυπριακήν Κυβέρνησιν όπως ο εισαχθείς οπλισμός τεθή άνευ αναβολής υπό τον έλεγχον και την φύλαξιν της Ειρηνευτικής Δυνάμεως των Ηνωμένων Εθνών.

5. Είναι γνωστή η οξεία κρίσις, η συνταράσσουσα τον Ελληνοκυπριακόν ελληνισμόν, Είναι επάναγκες όπως προληφθή προσφυγή εις την βίαν. Η δε τυχόν διανομή του εισαχθέντος οπλισμού προς χρησιμοποίησιν εις το εσωτερικόν ελληνοκυπριακόν μέτωπον θα απετέλει ενέργειαν εθνικώς ολεθρίαν, διότι θα έφερεν αφεύγκτως προς την αδελφοκτονίαν και την καταστροφήν.

6. Ο Κυπριακός ελληνισμός είναι τμήμα του Εθνους. Αυτό δεν πρέπει να λησμονήται. Οπως δεν πρέπει να λησμονήται ότι εθνικόν κέντρον είναι και παραμένουν αι Αθήναι. Παρά ταύτα, η Ελληνική Κυβέρνησις δεν έχει την στιγμήν αυτήν την πρόθεσιν επεμβάσεως εις τα εσωτερικά πράγματα του ελληνο-κυπριακού ελληνισμού. Ποιείται έκκλησιν εις την σωφροσύνην και τον πατριωτισμόν απάντων των εν Κύπρω υπευθύνων.

7. Η Ελληνική Κυβέρησις πιστεύει ότι επέστη η ώρα διά την συγκρότησιν μιας κυβερνήσεως εθνικής ενότητος, εξ όλων των παρατάξεων του εθνικόφρονος κυπριακού ελληνισμου. Μιας κυβερνήσεως, ήτις θα προήρχετο από την ελευθέραν πρωτοβουλίαν της πολιτικής και εκκλησιαστικής ηγεσίας. Εις ταύτην θα μετείχον πρόσωπα, εγνωσμένης σωφροσύνης, έχοντα ανεξαρτησίαν γνώμης, απηλλαγμένα μεσαλλοδοξίας και δυνάμενα να εργασθουν διά την αποκατάστασιν της διασπαθείσης εθνικής ενότητος.

8. Μία τοιαύτη εξέλιξις θα καθίστα δυνατόν την αρμονικήν συνεργασίαν και αμοιβαίαν εμπιστοσύνην μεταξύ Αθηνών και Λευκωσίας, εξ ενεργειών προς ας είναι ξένη η Ελλάς δεν δύναται να αποδεχθή οιανδήποτε ευθύνην, είτε επί του διεθνούς είτε επί του εθνικού πεδίου.

9. Η παρούσα διακοίνωσις, επιδοθείσα υπό του Υφυπουργού των Εξωτερικών κ. Παναγιωτάκου εις τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας, δεν απευθύνεται μόνον προς τον Κυπριακήν Κυβέρνησιν, αλλά και προς ολόκληρον τον Κυπριακόν λαόν, δεν αποτελεί συνεπώς απόρρητον έγγραφον και δύναται να δοθή εις την δημοσιότητα".

Πέντε είναι τα κύρια σημεία της διακοίνωσης:

1. Ζητούσε παράδοση του οπλισμού στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ.

ΑΓΩΝ 16 2 1972

2. Ζητούσε σχηματισμό "οικουμενικής κυβερνήσεως" με αποκλεισμό των κομμουνιστών.

3. Επιζητούσε να αφαιρέσει αρμοδιότητες από την πολιτική ηγεσία, δηλαδή ουσιαστικά τον Πρόεδρο Μακάριο, με την αξίωση όπως στην επιλογή των μελών της κυβέρνησης αυτής έχει λόγο και η "εκκλησιαστική ηγεσία", δηλαδή και οι Μητροπολίτες.

4. Αφηνε σαφώς να νοηθεί ότι η Ελλάς δεν θα έδιδε καμμιά βοήθεια σε περίπτωση που η Τουρκία, με το πρόσχημα της εισαγωγής όπλων επιχειρούσε ο,τιδήποτε στην Κύπρο.

5. Θεωρούσεε τις Συνθήκες σαν έγκυρες, εφ' όσο μιλούσε για ευθύνες, "επί διεθνούς πεδίου".

Πάντως υπήρχε κάποια διαφοροποίηση στις αξιώσεις από εκείνες που υποβλήθηκαν, παρά τις δαψεύσεις και από την Κυβέρνηση και από την ελληνική πρεσβεία, με προηγούμενα διαβήματα.

Αρχικά μαζί με την αξίωση για ανασχηματισμό της Κυβέρνησης, η Αθήνα είχε ζητήσει παράδοση του οπλισμού στην Εθνική Φρουρά.

Η απάντηση απορρηπτική, δόθηκε υπό μορφή σχολίων πάνω σε δημοσιεύματα εφημερίδων της αντπολίτευσης και ανέφερε:

"Η Εθνική Φρουρά είναι η στρατιωτική δύναμις του Κυπριακού κράτουςκαι προορισμός της εναι η άμυνα της νήσου. Η Κυβέρνησις έχει ως εκ τούτου υποχρέωσιν να εξοπλίση την Εθνικήν Φρουράν και να την έχη πάντοτε ετοίμην. Πέραν όμως τούτου, η Κυβέρνησις έχει και άλλας δυνάμεις αι οποίαι πρέπει καταλλήλως να εξοπλισθούν. Και αι δυνάμεις αυταί είναι η αστυνομία, η οποία είναι εντεταλμένη διά την εσωτερικήν ασφάλειαν...

Οι κύκλοι της αντιπολιτεύσεως επιδιώκουν να θέσουν τα όπλα υπό τον έλεγχον της Εθνικής Φρουράς εις αντιπαράθεσιν προς τον Πρόεδρον Μακάριον (σημ. δεν εννοούντο τα εισαχθέντα όπλα, για τα οποία η κυβέρνηση εξακολουθούσε να αρνήται ότι είχαν φθάσει και εξέφραζε δυσφορία γιατί η Αθήνα είχε μιλήσει κατηγορηματικά για εισαγωγή τους). Τούτο είναι απαράδεκτον και ανόητον. Εις ουδεμίαν χώραν του κόσμου κρατικόν όργανον, ως η Εθνική Φρουρά, επιδιώκει να θέση υπό την κηδεμονίαν και τον έλεγχον του τον Πρόεδρον του κράτους. Τοιαύτη ενέργεια θα απετέλει νέαν πηγήν ανωμαλίας εις τον τόπον. Περαν όμως τούτου, ουδείς υπεύθυνος ηγέτης, ιδίως του ύψους του Μακαρίου, θα απεδέχετο τοιαύτην διευθέτησιν".

Σχετικά με το θέμα ανσχηματισμού της Κυβέρνησης, η απάντηση ήταν κατηγορηματική:

"Η Κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει θέμα ανασχηματισμού της και δεν πρόκειται να πραγματοποιηθή οιοσδήποτε ανασχηματισμός".

Αλλά, ταυτόχρονα, επαναλαμβανόταν η προσφορά για υπουργοποίηση του Στρατηγού Γρίβα, αν παρουσιαζόταν και συμφωνούσε με την πολιτικήν του Προέδρου Μακαρίου.

Υπήρχε όμως, εκτός από το κείμενο της διακοινώσεως και κάτι που δεν αναφερόταν σ' αυτό: Ο Παναγιωτάκος-όπως αποκάλυψε αργότερα ο Πρόεδρος Μακάριος στην απάντηση του- του συνέστησε μετά τον ανασχηματισμό της Κυβέρνησης, να παραιτηθεί και ν' αποχωρήσει από την προεδρία.

Ο Πρόεδρος Μακάριος δεν βιάστηκε ν' απαντήσει. Εφάρμοζε τη γνώριμη τακτική του να καθυστερεί πιστεύοντας ότι με την πάροδο του χρόνου, τα προβλήματα εξαφανίζονταν, θα γίνονταν λιγότερο πιεστικά ή θα μπορούσαν να λυθούν πιο εύκολα και ανώδυνα.

Η Αθήνα έλεγε ότι το μήνυμα της δεν είχε τελεσιγραφικό χαρακτήρα και δεν έτασσε προθεσμίες για να γίνουν δεκτές οι ελληνικές συστάσεις που δεν ήταν μεν "επιτακτικές", αλλά "δεν στερούνται ουσίας διότι το μήνυμα το αποστέλλει η Ελλάς".

Ο Παναγιωτάκος την επομένη της επιδόσεως του μηνύματος έδωσε δημοσιογραφική διάσκεψη και ρωτήθηκε τι θα έκαμνε η Ελλάδα αν η κυπριακή Κυβέρνηση δεν δεχόταν τις συστάσεις. Η απάντηση του είχε ένα τόνο απειλής: "Ο καθένας ας αναλάβη τας ευθύνας του, εμείς σαν εθνικό κέντρο, είπαμε ό,τι είχαμε να πούμε".

Και για να μην υπάρξει αμφιβολία ότι πράγματι η διακοίνωση ήταν τελεσίγραφο και δεν μπορούσε να συζητηθεί, είπε ότι το περιεχόμενο της δεν αποτελούσε αντικείμενο διαλόγου και η Αθήνα δεν περίμενε απάντηση στις εισηγήσεις της, δηλαδή θα έπρεπε να γίνουν δεκτές χωρίς αντιρρήσεις.

Παρ' όλες τις διαμαρτυρίες του ότι δεν επενέβαινε στα εσωτερικά της Κύπρου, διατύπωσε, εν τούτοις την γνώμη ότι η Κυβέρνηση δεν αντιπροσώπευε όλο τον εθνικόφρονα κόσμο, δεν διέθετε ανεξαρτησία γνώμης και θα έπρεπε να αναθεωρηθεί.

Είπε επίσης ο Παναγιωτάκος ότι η αστυνομία ήταν επαρκώς εξωπλισμενη και δεν είχε ανάγκη από νέα όπλα.

Τα όπλα δεν είχαν εισαχθεί για την αστυνομία, άρα επρόκειτο να εξοπλίσουν παρακρατικές ομάδες. Δεν βλέπω, είπε, να εξεδηλώθη οποιαδήποτε μυστική κίνηση που να δικαιολογεί τον εξοπλισμό οποιωνδήποτε άλλων ομάδων.

Φυσικά με το "οποιαδήποε μυστική κίνσηση "εννοούσε τον Στρατηγό Γρίβα, και για να γίνει πιο σαφής στο θέμα αυτό, συνέχισε:

" Ο Στρατηγός Γρίβας δεν είναι ούτε εγκληματίας, ούτε συνωμότης, ούτε καταδιωκόμενος και είναι δικαίωμα του να ευρίσκεται εις Κύπρον και να μη θέλη να βγη από το σπίτι όπου διαμένει.

Ο Στρατηγός δεν εξεδήλωσε επιθυμία να μετάσχη της Κυβερνήσεως, έχει όμως απόλυτο διαίωμα αναμίξεως στην Κυπριακή Εθνική υπόθεση. Οσο για το υπουργείο Αμύνης που του είχε προσφερθή, αυτό, χωρίς το υπουργείο Εσωτερικών δεν είχε καμμιά σημασία "είναι ένα μηδενικο".

Ο Παναγιωτάκος είχε και μερικά καλά λόγια για τον Πρόεδρο της Βουλής Γλαύκο Κληρίδη και τις παρασκηνιακές προσπάθειες του για εκτόνωση της κρίσης, τις οποίες ερμήνευσε σαν αποδοχή της ανάγκης ανασχηματισμού της Κυβέρνησης, την οποία άλλωστε είχε αποδεχθεί και ο Πρόεδρος Μακάριος.

Υπάρχει εξήγηση για τα "καλά λόγια" του Παναγιωτάκου και για τον Γρίβα και τον Κληρίδη. Από τον πρώτο θα ζητούσε να κάμει πραξικόπημα και από τον δεύτερο να διαδεχθεί ίσως τον Πρόεδρο Μακάριο.