Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

10.3.1971: Τo Αvώτατo απoρρίπτει με πλειoψηφία τις εφέσεις τωv τεσσάρωv καταδικασθέvτωv για τηv απόπειρα δoλoφovίας τoυ Αρχιεπισκόπoυ Μακαρίoυ. Με τηv απόφαση διαφώvησε o Πρόεδρoς τoυ Αvωτάτoυ Γεώργιoς Βασιλειάδης.

S-1845

10.3.1971: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ΜΕ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΙΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΕΝΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ. ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΔΙΑΦΩΝΗΣΕ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ

Γ. Βασιλειάδης, Πρόεδρος του Ανωτάτου. Διαφώνησε με την πλειοψηφία και υποστήριξε αποδοχή της έφεσης των καταδικασθέντων για την απόπειρα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου

Οι τέσσερις καταδικασθέντες για την απόπειρα εναντίον του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου που είχαν καταδικασθεί σε δεκατετραετή φυλάκιση (Γεώργιος Ταλιαδώρος, Αδάμος Χαρίτωνος και Αντωνάκης Γεναγρίτης και Αντωνάκης Σολομώντος) υπέβαλαν έφεση.

Η έφεση εκδικάστηκε από τους Δικαστές Γ. Βασιλειάδη (Πρόεδρο), Μ. Τριανταφυλλίδη, Ι. Ιωσηφίδη, Α. Σταυρινίδη και Τ. Χατζηαναστασίου.

Το Δικαστήριο διχάστηκε και εξέδωσε απόφαση κατά πλειοψηφία. Υπέρ της αποδοχής, ωστόσο, της προσφυγής, τάχθηκε μόνο ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Γ. Βασιλειάδης ο οποίος διαβάζοντας την απόφαση του δικαστηρίου ανέφερε (Φιλελεύθερος 11.3.1971):

"Η κατά πλειοψηφίαν ληφθείσα απόφασις του δικαστηρίου είναι ότι αι τέσσαρες εφέσεις αποτυγχάνουν και δέον να απορριφθούν. Η συζήτησις του θέματος μετά των συναδέλφων μου καθώς και η κατ' ιδίαν μελέτη αυτού με ωδήγησαν εις διαφωνίαν διά το αποτέλεσμα τούτο. Πρέπει να δώσω τους λόγους της διαφωνίας μου, αλλά δεν νομίζω αναγκαίον να εισέλθω εις λειπτομερείας.

Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι η καταδίκη εστηρίχθη κυρίως (αν όχι αποκλειστικώς) επί της γνώμης αστυνομικών εμπειρογνωμόνων διά δακτυλικά αποτυπώματα. Και ότι η προσαχθείσα μαρτυρία δεν εκρίθη εν τω συνόλω της εις το τέλος της διαδικασίας συμπεριλαμβανομένης της μαρτυρίας της υπερασπίσεως αλλ' εσταθμίσθη κατά την πορείαν της διαδικασίας επί εσφαλμένων νομικώς κριτηρίων.

Η υπόθεσις εναντίον των εφεσειόντων εστηρίχθη κυρίως επί της μαρτυρίας δια δακτυλικά αποτυπώματα και επί περιστατικής μαρτυρίας. Ουδείς από τους αυτόπτες μάρτυρας οίτινες είδον τέσσερα πρόσωπα να φεύγουν από την σκηνήν του εγκλήματος και περιέγραψαν τούτο εις την αστυνομίαν ανεγνώρισαν οιονδήποτε εξ αυτών, Και ουδείς ηδύνατο να βεβαιώση ότι οιοσδήποτε των κατηγορουμένων ήτο εν εκ των εν λόγω προσώπων.

Εις το κείμενον παραπομπών εις την απόφασιν του πρωτοδίκου δικαστηρίου ο δικηγόρος των εφεσειόντων έδειξε κατά την γνώμην μου ότι το παράπονον περί εκτιμήσεως της μαρτυρίας κατά την προσαγωγήν αυτής και ουχί εις το τέλος της όλης υποθέσεως είναι δικαιολογημένον.

Εν όψει της ευμενούς κρίσεως του δικαστηρίου διά την μαρτυρίαν της κατηγορίας σχετικώς με τα δακτυλικά αποτυπώματα, το πρωτόδικον δικαστήριον απέρριψεν ως εσφαλμένην και εντελώς αβάσιμον την σχετικήν μαρτυρίαν του εμπειρογνώμονος της υπερασπίσεως. Τούτο ετοποθέτησεν, ισχυρίζονται οι εφεσείοντες, εις μειονεκτικήν θέσιν την υπεράσπισιν των.

Επίσης παραπονούνται ότι με κριτήριον το τι ήτο κατά την γνώμην του δικαστηρίου πιθανώτερον (αντί του κριτηρίου της δυνατότητος, ήτοι εάν έστω και απίθανον, ήτο απλώς δυνατόν να συνέβη εκείνο το οποίον κατέθεσαν οι εφεσείοντεςκαι οι μάρτυρες των) το δικαστήριον κατέληξεν εις την καταδικαστικήν αυτού απόφασιν ήτις διά τον λόγον τούτον δεν δύναται νομικώς να ευσταθήση.

Ητο π.χ. δυνατόν να υπήρχαν πολλά όπλα ή παρόμοια σφαιροθήκη ή σφαίραι από όσα επέρασαν από τα χέρια των εφεσειόντων (ιδίως των υπ' αρ. 3 και 4 (Σολομώντος και Γεναγρίτου) προτού τοποθετηθούν εις τας αποθήκας της αστυνομίας ή διοχετευθούν εις την ποσότητα των όπλων άτινα ευρέθησαν υπό τον έλεγχον του τέως υπουργού επί των οποίων απέμειναν δακτυλικά αποτυπώματα. Τούτο δεν είναι απλώς δυνατόν. Είναι πολύ πιθανόν. Η δυνατότης αύτη ουδόλως φαίνεται να ηρευνήθη.

Τριανταφυλλίδης (άνω) και Ιωσηφίδης: Απέρριψαν την προσφυγή των τεσσάρων

Είναι δε πασιφανές πόσον μία τοιαύτη έρευνα θα συνετέλει εις την εξακρίβωσιν της αληθείας. Και θα εβοήθει την υπεράσπισιν, εάν παρόμοια αποτυπώματα ευρίσκοντο και επί άλλων όπλων.

Ητο επίσης πιθανόν το υπό έλεγχον του Ταλιαδώρου αυτοκίνητον ZDR320 να εχρησιμοποιήθη διά μετάβασιν εις την Αμμόχωστον ολίγας ημέρας προ του εγκλήματος. Τούτο εβεβαίωσαν τα πρόσωπα άτινα το εχρησιμοποίησαν, τα πρόσωπα άτινα το είδον εκεί, και οι αστυνομικοί οίτινες το ηρεύνησαν. Εγένετο παράπονον δι' εκείνην την έρευναν. Το δικαστήριον εθεώρησε τούτο μίαν απίθανον ιστορίαν. Αλλ' ασφαλώς τούτο δεν δύναται να αποκλεισθή ως αδύνατον.

Το αυτό δύναται να λεχθή διά την μαρτυρίαν εκείνων οίτινες είδον το αυτοκίνητον του Σολομώντος εις την Αμμόχωστον, την πρωίαν της 8ης Μαρτίου όστις είδε τον ίδιον τον Σολομώντος εις την Αμμόχωστον την πρωίαν εκείνην. Εκείνων οίτινες είδον εκεί τον Γεναγρίτην. Αι μαρτυρίαι αύται ηδύναντο να μη γίνουν καθ' ολοκληρίαν ή εν μέρει πιστευταί, ως απίθανοι, αλλά τοιαύτα γεγονότα δεν ήσαν αδύνατα.

Θα ηδύνατο τις να αναφερθή εις διάφορα άλλα παρόμοια παραδείγματα της διαφοράς μεταξύ του πιθανού και του δυνατού μιας μαρτυρίας εξ όλων εκείνων οίτινες απεκλείσθησαν από του δικαστηρίου, ως απίθανοι.

Κατόπιν εξετάσεως του θέματος μετά της δεούσης προσοχής κατέληξαν εις το συμπέρασμα ότι οι δύο βασικοί λόγοι αφ' ων εστηρίχθη η έφεσις ευσταθούν. Η δε συζήτησις του θέματος τούτου μετά των συναδέλφων μου, τόσον κατά την ακρόασιν της εφέσεως, όσον και μετά το πέρας αυτής, δεν με ωδήγησεν εις διάφορον συμπέρασμα. Φρονώ συνεπώς ότι η έφεσις και των τεσσάρων κατηγορουμένων δέον να γίνη αποδεκτή.

Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ (Περίληψη): Στην απόφαση του ο Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης αναφέρθηκε στην επιχειρηματολογία που πρέβαλαν οι συνήγοροι των τεσσάρων εφεσειόντων και τόνισε ότι δεν υπήρξε από μέρους τους ισχυρισμός, σύμφωνα με το σχετικό άρθρο του Περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο, εν όψει της ενώπιον του μαρτυρίας, δεν μπορούσε εύλογα να καταλήξει στην ετυμηγορία του για την ενοχή των εφεσειόντων. Ως εκ τούτου, πρόσθεσε, δεν ήταν αναγκαίον, να αναλύσει εκ νέου σε έκταση τα γεγονότα της υπόθεσης και την μαρτυρία γι' αυτούς.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του Σερ Χάρολτ Κάσσελ, συνήγορου υπεράσπισης, ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι υφίσταται λογική αμφιβολία σε περίπτωση κατά την οποία η εκδοχή της υπεράσπισης σε ποινική υπόθεση δεν φαίνεται να είναι πιθανή, αλλά μόνον λογικώς δυνατή, ο Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης παρατήρησε ότι ο ισχυρισμός αυτός ευσταθεί και ανεφέρθη στη νομολογία επί του προκειμένου. Αφ' ετέρου όμως συμφώνησε με το δικηγόρο της Δημοκρατίας Κ. Ταλαρίδη ότι η απόφαση του Κακουργιοδικείου έπρεπε να μελετηθεί στην ολότητα της, εξεταζόμενη δε έτσι καταδεικνύει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο είχε συνεχώς υπόψη του τον κανόνα για το βάρος τς απόδειξης και εφάρμοσε αυτόν ορθώς, και κατέληξε στην απόφαση του χωρίς οποιαδήποτε λογική αμφιβολία.

Περαιτέρω ο Μιχαλάκης Τριανταφυλίδης απέρριψε τον ισχυρισμό των συνηγόρων των εφεσειόντων για πρόωρα συμπεράσματα με βάση τη μαρτυρία της κατηγορίας και αποφάνθηκε

Οι καταδικασθέντες που υπέβαλαν έφεση, η οποία και απερρίφθη από το Ανώτατο: Ανω Ταλιαδώρος και Γεναγρίτης και κάτω Σολομώντος και Χαρίτωνος

ότι ήταν πρόδηλο σε ολόκληρο το κείμενο της απόφασης του Κακουργιοδικείου ότι οι πρωτόδικοι δικαστές κατέληξαν στην ετυμηγορία τους με βάση την ολότητα της μαρτυρίας που προσήχθη ενώπιον τους. Ο τρόπος διατύπωσης της απόφασης, είπε, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποδείκνυε και τον τρόπο του σκέπτεσθαι των δικαστών, οι οποίοι ως είναι φυσικό και επίσης πασιφανές, εν όψει του περιεχομένου της απόφασης τους, κατέληξαν πρώτο στην ετυμηγορία τους και στη συνέχεια διατύπωσαν την απόφαση τους.

Υπό το φως των ανωτέρω, οι εφέσεις των εφεσειόντων έπρεπε να απορριφθούν, είπε ο Μιχαλάκης Τριανταφυλλίδης.

Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΙΩΣΗΦΙΔΗ: Υπερ της απόρριφης της έφεσης τάχθηκε επίσης και ο δικαστής Ι. Ιωσηφίδης.

Στην αρχή της απόφασης του αναφέρθηκε στη μαρτυρία που παρουσιάστηκε τόσο από την κατηγορία όσο και την υπεράσπιση, στον ορθό νομικό κανόνα σε σχέση με το βάρος της απόδειξης και τα νομικά κριτήρια όσον αφορά τις εξηγήσεις της υπεράσπισης.

Αναφερόμενος στο παράπονο των εφεσειόντων ότι το δικαστήριο κατέληξε σε οριστικά συμπεράσματα σε σχέση με τα δακτυλικά αποτυπώματα των εφεσειόντων, αφού βασίστηκε στην μαρτυρία του αστυνόμου Δεκατρή, προτού σταθμίσει τη μαρτυρία της υπεράσπισης, είπε ο Ιωσηφίδης, θα εξετάσω την απόφαση του Κακουργοδικείου για να δω τον τρόπο αντιμετώπισης του θέματος αυτού από το δικαστήριο.

Το πρωτόδικο διαστήριο, πρόσθεσε, αφού συνόψισε τη μαρτυρία των δύο εμπειρογνωμόνων, του Αστυνόμου Δεκατρή και του εμπειρογνώμονα της υπεράσπισης Σπυρόπουλου, προέβη σε σύγκριση της μαρτυρίας αυτής και κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: "Η μαρτυρία του αστυνόμου Δεκατρή ήτο συγκεκριμένη και θετική και το δικαστήριο δύναται να βασισθή ασφαλώς επ' αυτής, δεν αποδεχόμεθα την μαρτυρίαν του Σπυρόπουλου, η οποία ήτο πλήρης αντιφάσεων εις τα σημεία όπου ο μάρτυς αυτός διαφωνεί μετά του Δεκατρή, ειδικώς δε με την ικανότητα του εμπειρογνώμονος να εκφράση γνώμην υπέρ του κατά πόσον δακτυλικά αποτυπώματα είναι πρόσφατα ή μη...".

Στο σημείο αυτό ο δικαστής Ιωσηφίδης παρατήρησε ότι η υπεράσπιση ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι ο Αστυνόμος Δεκατρής εσκεμμένα έδωσε ψευδή μαρτυρία. Ο μόνος εναντίον του ισχυρισμός, είπε, ήταν ότι δυνατόν να έσφαλε αναφορικά με τις γνώμες τις οποίες εξέφρασε ως ειδικός και ότι χειρίστηκε το όλο θέμα κατά μη επιστημονικό τρόπο.

Υπό τέτοιες συνθήκες δυνατό να δεχθώ την εισήγηση ότι το δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα νομικά κριτήρια ή όχι κατέληξε σε εσφαλμένα συμπεράσματα είπε ο δικαστής και κατέληξε:

Οι εφέσεις εναντίον καταδίκης για συνωμοσία δεν συζητήθηκαν από τον συνήγορο των εφεσειόντων ο οποίος δήλωσε ότι οι εφέσεις αυτές θα έπρεπε να απκολουθήση το αποτέλεσμα των εφέσεων κατά της καταδίκης στην κατηγορία για απόπειρα φόνου. Εν κατακλείδι λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου στην ολότητα της, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι το δικαστήριο εφάρμοσε τα ορθά νομικά κριτήρια και ότι δεν προκλήθηκε δικαστική πλάνη.

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΣΤΑΥΡΙΝΙΔΗ ΚΑΙ ΧΑΤΖΗΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ: Υπέρ της απόριψης της έφεσης τάχθηκαν και οι δικαστές Α. Σταυρινίδης και Τάσος Χατζηαναστασίου.

Ο Α. Σταυρινίδης ανέφερε: "Είχον την ευκαιρίαν να αναγνώσω την εμπεριστατωμένην ετυμηγορίαν του δικαστού κ. Τριανταφυλλίδη και συμφωνώ προς αυτήν θεωρώ μη αναγκαίον να προσθέσω ο,τιδήποτε".

Ο Τάσος Χατζηαναστασίου ανέλυσε σε έκταση την απόφαση του και κατέληξε:

"Αφού εξέτασα επισταμένως την ητιολογημένην απόφασιν του πρωτοδίκου δικαστηρίου και την προσαχθείσαν μαρτυρίαν, δι' ένα έκαστον των εφεσειόντων, κατέληξα εις το συμπέρασμα ότι δεν υφίστανται λόγοι δικαιολογούντες επέμβασιν μου και ως εκ τούτου αι εφέσεις εναντίον της καταδίκης απορρίπτονται".