Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

15.11.1967: Η Εθvική Φρoυρά παρεμβαίvει στηv κρίση στηv Κoφίvoυ με επικεφαλής τov στρατηγό Γρίβα και εκκαθαρίζει τις θέσεις τωv Τoύρκωv στηv περιoχή.

S-1759

15.11.1967: Η ΕΘΝΙΚΗ ΦΡΟΥΡΑ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΚΟΦΙΝΟΥ, ΜΕ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΝ ΣΤΡΑΤΗΓΟ ΓΡΙΒΑ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΖΕΙ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

Μακάριος-Γρίβας: Δυο από τους πρωταγωνιστές που χειρίστηκαν την κρίση στην Κοφίνου

Η κρίση στην Κοφίνου στα μέσα Νοεμβρίου του 1967 ήταν αποφασιστικής σημασίας στις περαιτέρω εξελίξεις στο Κυπριακό, γιατί βόλεψε πολλούς: Η ελληνική Μεραρχία έφυγε από την Κύπρο, η οποία απογυμνώθηκε στρατιωτικά και μπορούσε να είναι πιο επιρρεπής σε πιέσεις σε μια περίοδο που οργίαζε το διεθνές πολιτικό παρασκήνιο για επιβολή λύσης στην Κύπρο και η χούντα -και γιατί όχι και η Κύπρος σε ένα βαθμό- απαλλάγηκαν για ένα μεγάλο διάστημα από το Στρατηγό Γρίβα, ο οποίος αναγκάστηκε να αποσυρθεί στην Αθήνα.

Ακόμα σε μια κρίση ο Βασιλιάς θα είχε την ευκαιρία να κινηθεί πιο ελεύθερα ύστερα από μια ενδεχόμενη μεταφορά δυνάμεων στον Εύρο για αντιμετώπιση τουρκικών σχεδίων, και να δράσει με λιγότερη πίεση εναντίον της χούντας και να επιβάλει σ' αυτήν τους όρους του, ενώ η Κύπρος πίστευε ότι θα είχε την άνεση να αναλάβει κάποιες πρωτοβουλίες με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να τα βρει με την τουρκοκυπριακή πλευρά σε μια ενδεχόμενη λύση μακρυά από την Ενωση.

Οποιος και να ήταν ο ιθύνων νους που κίνησε τα νήματα την περίοδο αυτή πέτυχε διάνα: Η Ελληνική Μεραρχία αποσύρθηκε από την Κύπρο, μαζί με τον Αρχηγό της ΑΣΔΑΚ Στρατηγό Γρίβα, ο Βασιλιάς διενήργησε πραξικόπημα εναντίον της χούντας, το οποίο, ωστόσο απέτυχε, ενώ άρχισαν να δρομολογούνται άλλες διαδικασίες για επίλυση του Κυπριακού μέσω ενός ενδοκυπριακού διαλόγου σε κατοπινό στάδιο.

Την κρίση της Κοφίνου μελέτησε- και έζησε από κοντά -ο δημοσιογράφος Πέτρος Πετρίδης, ο οποίος έγραψε στην Ιστορική Εγκυκλοπαίδεια της Κύπρου, περίοδος 1960-73, σελ. 252:

"Για την υπόθεση της Κοφίνου έχουν διατυπωθεί διάφορες εικασίες. Μια από αυτές ήταν ότι επρόκειτο για σχέδιο του Βασιλιά που απέβλεπε στην αποδυνάμωση της χούντας, για να βρει ο ίδιος την ευκαιρία να επιβληθεί.

Σύμφωνα με την άποψη αυτή που υποστήριζε ο Στρατηγός Γρίβας και το περιβάλλον του, το σχέδιο ήταν να δημιουργηθεί στην Κύπρο ένταση που θα είχε προεκτάσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, να δημιουργηθεί δηλαδή τέτοια ένταση που θα ανάγκαζε την χούντα να στείλει δυνάμεις στον Εβρο και σε άλλες περιοχές αντιπαρατάξεως, ώστε να βρουν την ευκαιρία οι βασιλόφρονες να κινηθούν πιο άνετα στην Αττική.

Σύμφωνα πάντα με την άποψη αυτή, αν μεταφέρονταν οι δυνάμεις στον Εβρο, ο βασιλιάς θα μπορούσε να αναλάβει την ηγεσία τους εκεί και να κινηθεί κατά των συνταγματαρχών στο ανυπεράσπιστο στρατόπεδο Αττικής.

Υποστηρίζεται αυτή η εκδοχή από το γεγονός ότι όταν έγινε το βασιλικό κίνημα στις 13 Δεκεμβρίου 1967, ξεκίνησε από τον Εβρο.

Για ενίσχυση της εκδοχής περί βασιλικού σχεδίου για δημιουργία αναταραχής στην Κύπρο γίνεται αναφορά σε δύο επισκέψεις στην Λευκωσία, σ' εκείνη δηλαδή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερώνυμου, στις 21 Σεπτεμβρίου και σ' εκείνο του αντιπροέδρου της ελληνικής Κυβερνήσεως και υπουργού Εθνικής Αμύνης στρατηγού Γρηγορίου Σπαντιδάκη στις 21 Οκτωβρίου 1967.

Σπαντιδάκις: Φέρεται ότι όταν ήλθε στην Κύπρο είχε ως στόχο να πει στον Μακάριο τι έπρεπε να κάμει ώστε να δοθεί η ευκαιρία στο Βασιλιά να δράσει εναντίον των συνταγματαρχών

Ο Ιερώνυμος ήταν πρωθιερέας στο παρεκκλήσι των ανακτόρων και οπωσδήποτε άνθρωπος του Βασιλιά, ενώ ο Σπαντιδάκης είχε στενές σχέσεις με τον Κωνσταντίνο.

Υποστηρίζεται ότι και οι δυο έφθασαν στην Κύπρο για να πείσουν τον Πρόεδρο Μακάριο ότι έπρεπε να γίνει και στην Κύπρο για να δοθεί η ευκαιρία στον Βασιλιά να δράσει. Και ήταν γνωστά τα φιλοβασιλικά φρονήματα του Αρχιεπισκόπου. Πάντως ο Πρόεδρος Μακάριος δεν φάνηκε ν' αντιδρούσε στην επιχείρηση της Κοφίνου.

Οταν ο υπουργός Εξωτερικών Σπύρος Κυπριανού πληροφορήθηκε για την έναρξη της επιχειρήσεως και έτρεξε ανήσυχος στο Προεδρικό για να επισημάνει τους κινδύνους και τις επιπλοκές που θα είχε, διαπίστωσε ότι ο Μακαριώτατος, δεν συμμεριζόταν τους φόβους του.

Ο υπουργός Εξωτερικών ρώτησε τον Πρόεδρο Μακάριο αν άξιζε να γίνει στρατιωτική επιχείρηση για την εκκαθάριση μια περιωρισμένης εστίας αναταραχής, έχοντας υπ' όψη ότι θ' αντιδρούσε η Τουρκία και θα σχηματίζονταν δυσμενείς εντυπώσεις σε μια περίοδο που βρισκόταν σε εξέλιξη πρωτοβουλία του Ου Θαντ.

Η απάντηση ήταν:

" Το θέλουν πάρα πολύ στην Αθήνα να γίνει αυτή η επιχείρηση και είναι βέβαιοι ότι δεν θα υπάρξουν επιπτώσεις".

Το ότι το ήθελαν πολύ στην Αθήνα είναι αναμφισβήτητο, το γιατί το ήθελαν, αν μάλιστα ληφθεί υπ' όψη ότι η μέχρι τότε τακτική ήταν τα τοπικά επεισόδια, ν' αντιμετωπίζονται μόνο από την αστυνομία, είναι ερώτημα στο οποίο η απάντηση δεν είναι κατηγορηματική, διατυπώνεται η άποψη ότι η επιχείρηση ήταν το σχέδιο της χούντας, για να υπάρχει πρόσχημα να αποσύρει την μεραρχία από την Κύπρο και να απαλλαγεί από τον Στρατηγό Γρίβα που είχε αρχίσει να της γίνεται ενοχλητικός.

Η δεύτερη αυτή άποψη φαίνεται να υποστηρίζεται από τα γεγονότα.

Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος, τότε Υπουργός Προεδρίας, είχε δηλώσει στον υπουργό Εξωτερικών Σπύρο Κυπριανού ότι το μεγαλύτερο σφάλμα που διέπραξε ποτέ η Ελλάδα ήταν όταν ο Παπανδρέου απέστειλε στην Κύπρο την Μεραρχία. Και είπε ότι έπρεπε να βρεθεί τρόπος για να φύγει ο ελληνικός στρατός από το νησί.

Ακόμα ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Παναγιώτης Πιπινέλης που ανέλαβε το υπουργείο όταν ξέσπασε η κρίση, δήλωσε στις 4 Δεκεμβρίου 1967 ότι η ελληνική Κυβέρνηση αντιμετώπιζε ανάκληση της Μεραρχίας πολύ πριν από την Κοφίνου "και για στρατιωτικούς λόγους".

Οι "στρατιωτικοί λόγοι" μπορεί να είναι διάφοροι: Πιέσεις πάνω στο στρατιωτικό καθεστώς από το ΝΑΤΟ, απειλές από την Τουρκία μαζί με την σκοπιμότητα να διαλυθεί μια πιθανή εστία απειλής για το καθεστώς. Η μεραρχία μακρυά από άμεση και στενή επιτήρηση θα μπορούσε να γίνει θερμοκήπιο για σχέδια εναντίον του καθεστώτος.

Η επιχείρηση δεν ήταν τυχαία και οι οδηγίες για τη μορφή και την έκταση της δόθηκαν από την Αθήνα, αλλά και η κυπριακή Κυβέρνηση δεν αντέδρασε στη διεξαγωγή της.

Κυβερνητικός επίσημος μόλις έληξε η στρατιωτική επιχείρηση κάμνοντας συστάσεις στους δημοσιογράφους να περιορισθούν μόνο στις επίσημες ανακοινώσεις και να μη κάμουν δραματικές περιγραφές, είπε χωρίς περιστροφές, ότι η όλη επιχείρηση έγινε με εντολή της κυπριακής Κυβερνήσεως.

Και αργότερα όταν η ευθύνη επιρρίφθηκε στον Στρατηγό Γρίβα, εκείνος επέμενε ότι την εντολή να γίνει η επιχείρηση την πήρε από την Κυπριακή Κυβέρνηση, αλλά και από την Αθήνα, με έγγραφη διαταγή του ΓΕΕΘΑ που έφερε ο συνταγματάρχης Σταθόπουλος.

Στην περιοχή της Κοφίνου υπήρχαν προβλήματα με τους Τούρκους από πολύ νωρίς, το 1967. Κατά διαστήματα οι τούρκοι δημιουργούσαν εμπόδια στη μετακίνηση των Ελλήνων της

ΚΥΠΡΟΣ 9 4 1967

περιοχής και απειλούσαν να κόψουν τη συγκοινωνία στο δρόμο Λευκωσίας- Λεμεσού που περνούσε μέσα από το χωριό.

ΧΑΡΑΥΓΗ 11 4 1967

Ακόμα στον Αγιο Θεόδωρο, λίγα χιλιόμετρα νοτιότερα, οι Τούρκοι δημιούργησαν προβλήματα στους κατοίκους. Η συνοικία τους βρισκόταν στην είσοδο του χωριού και από εκεί μπορούσαν να ελέγχουν κάθε κίνηση στον δρόμο. Ιδιαίτερα το στενό γεφύρι που αποτελούσε την "πύλη" από την οποία οι κάτοικοι θα πήγαιναν στα χωράφια τους ή θα έβγαιναν στον κύριο δρόμο.

Είχαν σημειωθεί διάφορα μικροεπεισόδια και οι τούρκοι εγκατέστησαν φυλάκια στα γύρω υψώματα του Αγίου Θεοδώρου και της Κοφίνου.

Για την ασφάλεια της περιοχής η Εθνική Φρουρά απέστειλε μονάδα των ΛΟΚ που είχε δυνατότητα αμέσως επεμβάσεως σε περίπτωση χειροτερεύσεως της καταστάσεως και απόπειρας των τούρκων να κόψουν τον δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 14 4 1967

Πολλές φορές η κυβέρνηση έκαμε παραστάσεις στην διεθνή ειρηνευτική δύναμη για την εγκατάσταση φυλακίων.

Στις 19 Σεπτεμβρίου ο υπουργός Εσωτερικών και αμύνης Πολύκαρπος Γιωρκάτζης κάλεσε στο γραφείο του τον αντιπρόσωπο του Γενικού Γραμματέως Οζόριο Ταφάλ, τον διοικητή της Δυνάμεως Στρατηγό Μάρτολα και τον νομικό σύμβουλο της Γκορζιέ και τους τόνισε ότι η Κυβέρνηση θεωρούσε αναφαίρετο δικαίωμα της να ενεργεί αστυνομικές περιπολίες στην περιοχή για την αφάλεια των κατοίκων.

Οι υπεύθυνοι του ΟΗΕ στην Κύπρο αναγνώρισαν το δικαίωμα αυτό και με τη σειρά τους ενημέρωσαν τον Γενικό Γραμματέα Ου Θαντ, που διαμήνυσε προς την Αγκυρα ότι τα Ηνωμένα Εθνη συμφωνούσαν πως η Κυπριακή αστυνομία είχε το δικαίωμα να κάμνει περιπολίες.

Ο Γιωρκάτζης προειδοποίησε ακόμα στη συνάντηση αυτή ότι σε περίπτωση τουρκικής αντιδράσεως, η Κυβέρνηση θ' αναλάμβανε δράση για να επιβάλει τον νόμο και την τάξη.

Μετά από ένα μήνα ο Γιωρκάτζης τόνιζε σε επιστολή του αυτή τη φορά (23.10.1967) προς το Διοικητή της ΟΥΝΦΙΚΥΠ ότι σε περίπτωση που οι τούρκοι θα έφερναν αντίσταση στο νόμιμο δικαίωμα της Αστυνομίας να κάμνει περιπολίες, η Εθνική Φρουρά θα βοηθούσε την Αστυνομία, κάμνοντας χρήση τέτοιας βίας, που να ήταν λογικά αναγκαία.

Την ίδια μέρα που ο Γιωρκάτζης δεχόταν τους επισήμους του ΟΗΕ, ζητούσε με επιστολή του τις απόψεις του Στρατηγού Γρίβα για την κατάσταση στην περιοχή Κοφίνου- Αγίου Θεοδώρου.

Σε επιστολή του προς τον Στρατηγό ο Γιωρκάτζης επεσήμανε ότι αν παρατεινόταν η κατάσταση που επικρατούσε στον Αγιο Θεόδωρο, υπήρχε κίνδυνος να αποκλεισθεί νόμιμα ο δρόμος με δυσμενείς επιπτώσεις για το ηθικό των κατοίκων ενώ οι τούρκοι θα ενθαρρύνονταν να επιχειρήσουν τη δημιουργία παρομοίων καταστάσεων σε άλλες περιοχές.

Ο Στρατηγός δεν συμφωνούσε αυτή τη φορά παρ' όλο που στην περίπτωση των υψωμάτων Μαρί είχε τηρήσει ακριβώς την άνετη στάση. Πρόβαλλε το θέμα της εμπλοκής της

Στρατηγός Μορώνης, αρχηγός της Εθνικής φρουράς. Εισηγήθηκε την κάλυψη της Αστυνομίας από την Εθνική φρουρά για επιβολή της ειρήνης στον Αγιο Θεόδωρο Κοφίνου

Εθνικής Φρουράς σε τοπικές διενέξεις, όπως είχε κάμει και στην περίπτωση του χωριού Αρσος, της επαρχίας Λάρνακας.

Χωρίς να απαντήσει επίσημα, πήγε στην Αθήνα στις 28 Σεπτεμβρίου για να εκφράσει την αντίθεση του, δεδομένου ότι την προηγούμενη ο (νέος) αρχηγός της Εθνικής Φρουράς Στρατηγός Μορώνης, είχε εισηγηθεί στην Κυπριακή Κυβέρνηση να εγκαταστήσει αστυνομικό σταθμό στον Αγιο Θεόδωρο.

Ο στρατηγός Γρίβας είχει ιδιαίτερη συνάντηση με τον Βασιλιά στις 3 Οκτωβρίου, την ίδια μέρα που το ΓΕΕΦ ζήτησε από το ΓΕΕΘΑ στην Αθήνα την έγκριση για να ενισχύσει την αστυνομία σε περίπτωση που οι τούρκοι θ' αντιδρούσαν στην εγκατάσταση του αστυνομικού σταθμού και στη διενέργεια περιπολιών από τις 9 Οκτωβρίου που είχε προγραμματισθεί να αρχίσει η λειτουργία του Σταθμού.

Η Κυβέρνηση είχε θέσει προθεσμία μέχρι τις 7 Οκτωβρίου για να ρυθμίσει η ΟΥΝΦΙΚΥΠ το θέμα.

Η ημερομηνία λειτουργίας του Αστυνομικού Σταθμού και της έναρξης περιπολιών μετατέθηκε τελικά για τις 2 Νοεμβρίου. Ο Γρίβας πήγε ακόμα μια φορά στο ΓΕΕΘΑ για να εκφράσει την αντίθεση του και να επισημάνει τους κινδύνους από την ανάμειξη της Εθνικής Φρουράς.

Οι αντιρρήσεις του δεν λήφθηκαν υπ' όψη και ο ίδιος προγραμμάτισε να γυρίσει στην Κύπρο στις 12 Οκτωβρίου. Ηταν την ημέρα που έπεσε κοντά στο Καστελλόριζο το αεροπλάνο των Βρετανικών Αερογραμμών,

Ο στρατηγός και μετά την επιστροφή του εξακολουθούσε να αντιτίθεται στην ανάμειξη της Εθνικής Φρουράς.

Στις 31 Οκτωβρίου 1967 έγινε στο Προεδρικό Μέγαρο πολιτικοστρατιωτική σύσκεψη για να μελετηθεί το θέμα. Η σύσκεψη συνέπεσε με τη σύλληψη, νωρίτερα το πρωί, του Ραούφ Ντενκτάς, ο οποίος είχε εισέλθει μυστικά στην Κύπρο και συνελήφθη στην περιοχή του Αγίου Θεοδώρου μαζί με δυο συνεργάτες του.

Ετσι το πραγματικό αντικείμενο της συσκέψεως, συσκοτίστηκε, γιατί υπήρχε η εντύπωση ότι συνεκλήθη για να μελετησει τη νέα αυτή εξέλιξη. Πάντως η απροσδόκητη σύλληψη του Ντενκτάς ωδήγησε και πάλι σε αναβολή της ενάρξεως των περιπολιών στην Κοφίνου για τις 9 Νοεμβρίου.

Στη σύσκεψη αυτή πήραν μέρος ο Πρόεδρος Μακάριος, ο Πρόεδρος της Βουλής Γλαύκος Κληρίδης, ο υπουργός Εσωτερικών και Αμύνης Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, ο Γενικός Διευθυντής του υπουργείου Αντώνης Αναστασίου και από στρατιωτικής πλευράς οι Στρατηγοί Γρίβας και Μορώνης και οι συνταγματάρχες Μπονάνος και Τσατσαφίνος.

Οι στρατιωτικοί εξήγησαν ότι σε περίπτωση αναλήψεως περιπολιών και ενδεχομένων επεισοδίων, οι μάχες δεν θα περιορίζονταν μόνο στον Αγιο Θεόδωρο, αλλά θα ξαπλώνονταν και στην περιοχήν Κοφίνου, αφού οι τούρκοι είχαν υπό τον έλεγχο τους τα γύρω υψώματα, όπως και στην περιοχή Μαρί δεκαπέντε περίπου χιλόμετρα πιο κάτω, (απ' όπου έλεγχαν και πάλι το δρόμο Λευκωσίας -Λεμεσού) γιατί ήταν φυσικό να αναμένεται ότι οι Τούρκοι θα προσπαθούσαν να αποκόψουν τον δρόμο Λεμεσού από τα υψώματα του χωριού τους.

Η σύσκεψη αποφάσισε ν' αρχίσουν οι περιπολίες από τις 2 Νοεμβρίου για να δοθεί καιρός στον Ου Θαντ να προσπαθήσει να ρυθμίσει το θέμα και να απαντήσει στη Κυβέρνηση την προηγούμενη. Πριν από την ανάληψη οποιασδήποτε δράσεως θα ενημερωνόταν η ελληνική Κυβέρνηση, για να μη βρεθεί προ απροόπου σε περίπτωση που οι ενδεχόμενες συγκρούσεις στην περιοχή θα οδηγούσαν σε γενικώτερη κρίση. Ετσι ουσιαστικά την τελική ευθύνη για την επιχείρηση θα είχε η Αθήνα, γιατί εκείνη θα ζύγιζε όλα τα δεδομένα και θα αποφάσιζε.

ο Στρατηγός Γρίβας παρόλο που συμφώνησε με την απόφαση της Κυπριακής κυβερνήσεως ν' αρχίσουν οι περιπολίες, ώστε να αποθαρρυνθεί η προσπάθεια των τούρκων να

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 15 11 1967

δημιουργήσουν παρόμοιες καταστάσεις και σ' άλλες περιοχές, εξακολουθούσε να εκφράζει φόβους για τις γενικώτερες στρατιωτικές αλλά και για τις πολιτικές επιπτώσεις.

` Αμέσως μετά τη σύσκεψη στο προεδρικό ενημέρωσε ο ΓΕΕΘΑ, χωρίς να αναφέρει τις προσωπικές του ενστάσεις. Αλλά έκαμε μια τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει την Αθήνα. Πληροφόρησε το ΓΕΕΘΑ ότι θα έστελλε τον διευθυντή του δευτέρου γραφείου, Συνταγματάρχη Τσατσαφίνο την επομένη για να εκθέσει όλα τα στοιχεία πριν ληφθεί η απόφαση.

Την 1η Νοεμβρίου ο Τσατσαφίνος έφθασε στην Αθήνα γύρω στο μεσημέρι και πήγε κατ' ευθείαν στο ΓΕΕΘΑ. Υστερα από μερικες ώρες ενημέρωσε το Στρατηγό Γρίβα:

"Σας μιλώ από την αίθουσα της συσκέψεως. Η ηγεσία του ΓΕΕΘΑ επιμένει να γίνει η επιχείρηση".

Ετσι ο Τσατσαφίνος επιβεβαίωσε την προηγούμενη εντολή και πληροφόρησε τον Στρατηγό ότι θα ακολουθούσε και έγγραφη διαταγή.

Παρ' όλες τις προσπάθειες του, ο Στρατηγός δεν κατόρθωσε να μεταπείσει το ΓΕΕΘΑ. Ο Στρατηγός Σπαντιδάκης επέμενε ιδιαίτερα να γίνει η επιχείρηση.

Η έγγραφη διαταγή έφθασε στις 8 Νοεμβρίου με σήμα προς τον Στρατηγό Γρίβα με τη εντολή να ενημερώσει το ΓΕΕΘΑ για τις λεπτομέρειες του σχεδίου για παροχή υποστηρίξεως προς την αστυνομία, όταν οι περιπολίες θ' άρχιζαν από τις 10 Νοεμβρίου.

Από τις 28 Οκτωβρίου το Τρίτο Γραφείο (επιχειρήσεων) του ΓΕΕΦ είχε ζητήσει από τις μονάδες Λεμεσού να μελετήσουν και να υποβάλουν σχέδια για την ενίσχυση της Αστυνομίας.

Αρχισε αμέσως η προετοιμασία για την αποστολή των αναγκαίων τμημάτων στην περιοχή, με σκοπό αρχικά την ενίσχυση της αστυνομίας και τελικά για εκκαθάριση της περιοχής αν αντιδρούσαν οι τούρκοι.

Με βάση τα σχέδια αυτά, τα τμήματα κινήθηκαν στην περιοχή Κοφίνου στις 9 Νοεμβρίου.

Την προηγούμενη ο Στρατηγός Γρίβας γνώρισε στο ΓΕΣ και στο ΓΕΕΘΑ το σχέδιο της επιχειρήσεως στην οποία δόθηκε η κωδικοποιημένη επωνυμία "Γρόνθος". Την επομένη το

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ 15 11 1967

σχέδιο επεστράφη εγκεκριμένο στο ΓΕΕΦ, με μερικές μικροτροποποιήσεις με εντολή να εφαρμοσθεί.

Σ' αυτό αντιμετωπίζονταν τρία διαφορετικά ενδεχόμενα:

1. Να παρεμποδισθεί η περίπολος της αστυνομίας ή να προσβληθεί η πυρά από τους τούρκους του Αγίου Θεοδώρου, όταν θα επιχειρούσε να μπει στο χωριό.

2. Να προσβληθεί όχι μόνο από τους τούρκους του Αγίου Θεοδώρου, αλλά και από τα υψώματα του χωριού.

3. Τα τμήματα της Εθνικής Φρουράς που θα εκινούντο για ενίσχυση της περιπόλου να προσβληθούν από την Κοφίνου.

Στην πρώτη περίπτωση, η δράση της Εθνικής Φρουράς θα περιοριζόταν στην εκκαθάριση του Αγίου Θεοδώρου και στην επιτήρηση του δρόμου Μαρί-Κοφίνου.

Στη δεύτερη περίπτωση θα εκκαθαρίζετο ο Αγιος Θεόδωρος και τα υψώματα, ενώ παράλληλα η Εθνική Φρουρά θα βρισκόταν σε άμεση ετοιμότητα, να εκκαθαρίσει και την Κοφίνου.

Στην τρίτη περίπτωση θα εκκαθαρίζονταν όλες οι εστίες των τούρκων, δηλαδή στον Αγιο Θεόδωρο, στην Κοφίνου και τα υψώματα των δύο χωριών.

Η σύλληψη του Ντενκτάς και η κράτηση του με διατάγματα από το δικαστήριο, δημιουργούσε περιπλοκές και ήδη η Αγκυρα απειλούσε με λήψη μέτρων, στις 12 Νοεμβρίου, όμως, ο Ντενκτάς βρισκόταν στην Αγκυρα. Ετσι ένα απρόβλεπτο εμπόδιο έφευγε από τη μέση.

Η επιχείρηση θα γινόταν. Στις 11 Νοεμβρίου 1967 ο Στρατηγός Γρίβας πληροφόρησε το ΓΕΕΘΑ ότι το σχέδιο θα εφαρμοζόταν. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και ότι είχαν ληφθεί και άλλα έκτακτα μέτρα, για την περίπτωση που η Τουρκία θα διενεργούσε αεροπορικές επιθέσεις, ή θα επιχειρούσε εισβολή όπως η διασπορά των μονάδων και η τοποθέτηση αντιαεροπορικών.

Το πρωί της 14ης Νοεμβρίου η Κυβέρνηση ειδοποίησε την ΟΥΦΙΚΥΠ ότι την ίδια μέρα θα άρχιζαν οι περιπολίες, για να εφαρμοσθεί έστω και με χρήση βίας, η συμφωνία ότι οι τούρκοι δεν θα δημιουργούσαν προσκόμματα στην ελεύθερη διακίνηση του πληθυσμού.

Γύρω στο μεσημέρι, δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς σταμάτησαν την κυκλοφορία στον δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού για κάθε ενδεχόμενο. Μια αστυνομική περίπολος κινήθηκε προς την τουρκική συνοικία, από την Σκαρίνου με την συνοδεία τεθωρακισμένων της Εθνικής Φρουράς. Μια άλλη κινήθηκε με τον ίδιο τροπο από την ελληνική συνοικία του Αγίου Θεοδώρου.

Οι Τούρκοι δεν αντέδρασαν. Στην πραγματικότητα, είχαν εγκαταλείψει τα φυλάκια τους. Η κατάσταση ήταν πολύ τεταμένη, αλλά οι κάτοικοι κυκλοφορούσαν ελεύθερα.

Στις 3 το απόγευα ο Στρατηγός Γρίβας μπήκε στο χωριό και μίλησε με αρκετούς τούρκους κατοίκους. Τους διαβεβαίωσε ότι δεν είχαν να φοβηθούν τίποτε αν δεν δημιουργούσαν επεισόδια.

Οι περιπολίες συνεχίστηκαν και το απόγευμα, χωρίς κανένα επεισόδιο,

Την Πέμπτη 15 Νοεμβρίου, οι τούρκοι τοποθέτησαν στη μέση του δρόμου ένα τράκτορ, γι' αυτό, εκτός από τα αστυνομικά οχήματα και τα τεθωρακισμένα, προστέθηκε στην περίπολο και ένας γερανός για να σηκώσει το τράκτορ. Οι τούρκοι όταν είδαν τον γερανό, σήκωσαν οι ίδιοι το τράκτορ από τη μέση του δρόμου. Ετσι η πρωινή περιπολία έγινε χωρίς και πάλι επεισόδια,.

Οταν οι αστυνομικοί αποχώρησαν, οι τούρκοι τοποθέτησαν και πάλι το τράκτορ στη μέση του δρόμου.

Δυο ειδήσεις από την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 18 11 1967

Το μεσημερι της ίδιας ημέρας το ΓΕΕΘΑ έστειλε σήμα στο ΓΕΕΦ ότι οι δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς θα έπρεπε ν' αποχωρήσουν από την περιοχή μέχρι το βράδυ, ίσως γιατί επικράτησαν δεύτερες σκέψεις ή ενδεχομένως γιατί έκριναν ότι αφού οι περιπολίες έγιναν κανονικά, δεν χρειαζόταν πια η παρουσία του στραρατού στην περιοχή.

Το σήμα όμως δεν εστάλη κατ' ευθείαν στην μοίρα που βρσκόταν στην περιοχή Κοφίνου, αλλά διαβιβάστηκε στο στρατόπεδο της στα Πολεμίδια. Μέχρι να φθάσει το σήμα στην Μοίρα είχε νυκτώσει.

Στο μεταξύ όμως, η κατάσταση εκεί είχε επιδεινωθεί ξαφνικά.

Στις 2 το απόγευμα οι δυο περίπολοι ξεκίνησαν και πάλι, η μια από την Σκαρίνου και η άλλη από την ελληνική συνοικία. Πρώτη έφθασε στο σημείο που βρισκόταν το τράκτορ η περίπολος από την Σκαρίνου. Οι τούρκοι είχαν ακροβολισθεί και τα μέλη της περιπόλου διατάχθηκαν να πάρουν θέσεις. Οπως είπαν αργότερα οι Τούρκοι που συνελήφθησαν, οι εντολές για την πρόκληση επεισοδίων είχαν φθάσει από την τουρκοκυπριακή ηγεσία στη Λευκωσία.

Εναντίον της ρίφθηκαν μερικοί πυροβολισμοί και επλήγη το τεθωρακισμένο της Εθνικής Φρουράς. Ετσι το πρώτο ενδεχόμενο που είχε προβλεφθεί στο σχέδιο συνέβαινε.

Τα τεθωρακισμένα άνοιξαν πυρ και σε μερικά λεπτά το κύριο πολυβολείο των τούρκων που βρισκόταν στο σχολείο, εξουδετερώθηκε. Το ίδιο και μερικά άλλα πολυβολεία στο χωριό.

Με τους πρώτους πυροβολισμούς μονάδα των Καταδρομών κινήθηκε από τα δυτικά και ανέβηκε σ' ένα ύψωμα στο οποίο βρισκόταν παρατηρητήριο των Ηνωμένων Εθνών. Οι τούρκοι άρχισαν να βάλλουν και από τα υψώματα. Ετσι ολοκληρώθηκε το δεύτερο ενδεχόμενο και οι μονάδες της Εθνικής Φρουράς κινήθηκαν κατά των υψωμάτων. Σε λίγο άρχισαν να βάλλουν και οι τούρκοι από την Κοφίνου. Σε μερικά λεπτά η μάχη γενικεύθηκε και μπήκε σε εφαρμογή το σχέδιο σε όλη του τη έκταση.

Ο Στρατηγός Γρίβας έφθασε στην περιοχή το απόγευμα για να επιβλέψει τη διεξαγωγή της επιχειρήσεως. Ενώ βρισκόταν εκεί έφθασε κατεπείγον σήμα από την Αθήνα να αποχωρήσουν αμέσως από την περιοχή όλες οι μονάδες του στρατού.

Εστεκαν όμως ακόμη μερικές εστίες αντιστάσεως στην Κοφίνου. Η επιχείρηση συνεχίστηκε μέχρι τις 9 μ.μ. Οι Τούρκοι σαρώθηκαν και τράπηκαν σε φυγή προς τα κοντινά τουρκικά χωριά. Στις 9 μ.μ. μια πράσινη φωτοβολίδα έδινε το σήμα καταπαύσεως του πυρός.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 19 11 1967

Το περίεργο είναι ότι σε λίγη ώρα πριν δοθεί το σήμα για κατάπαυση του πυρός η Αθήνα ζητούσε να πληροφορηθεί την εξέλιξη της επιχειρήσεως και ρωτούσε αν χρειάζονταν ενισχύσεις.

Στο διάστημα μέχρι να δοθεί η διαταγή για κατάπαυση του πυρός, κινήθηκε η Αγκυρα. Η χούντα υπέστη την πρώτη της διπλωματική ήττα, υποκύπτοντας στον εκβιασμό.

Η σοβαρότητα της καταστάσεως έγινε αντιληπτή, όταν οι δημοσιογράφοι γύρισαν από το πεδίο των επιχειρήσεων. Κλήθηκαν στο Γραφείο Δημοσίων Πληροφοριών και τους λέχθηκε ότι δεν θα έπρεπε να δημοσιεύσουν ο,τιδήποτε, τονίστηκε αυτό ιδιαίτερα, έξω από το επίσημο ανακοινωθέν. Η προσπάθεια που γινόταν ήταν να περιορισθούν οι εντυπώσεις για την έκταση των μαχών και για απώλειες.

Ετσι δεν δημοσιεύθηκε καν ο αριθμός των θυμάτων των ελληνικων δυνάμεων- ένας νεκρός, ο Ευγένιος Παναγιώτου, Καταδρομέας από την Πάχνα που σκοτώθηκε όταν πυροβολήθηκε σχεδόν εξ επαφής, ενώ έρριχνε χειροβομβίδα σε τουρκικό φυλάκιο και τρεις ελαφρά τραυματισμένοι αστυνομικοί, μέλη της εφεδρικής δυνάμεως, οι Σωτηράκης Νεοκλέους, από τον Υψωνα, Χαράλαμπος Χρίστου, από τον Αμίαντο και Κώστας Σοφοκλέους από τη Βάσα.

Εκτός από τη διαταγή για κατάπαυση του πυρός που είχε διαβιβασθεί λίγες ώρες πριν από τον τερματισμό της επιχειρήσεως ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Κόλλιας, έστειλε στον πρεσβευτή Μενέλαο Αλεξανδράκη, στις 2 την αυγή στις 16 Νοεμβρίου μήνυμα προς τον Πρόεδρο Μακάριο για την άμεση αποχώρηση της Εθνικής Φρουράς από τις θέσεις που είχαν καταληφθεί.

Ο Πρόεδρος Μακάριος ζήτησε να του δοθεί το μήνυμα γραπτώς. Και όταν το πήρε απάντησε ότι σαν Πρόεδρος της Δηημοκρατίας δεν ήταν διατεθειμένος να δώσει τέτοια διαταγή.

Το μήνυμα του Κόλλια περιείχε και την ανακοίνωση που θα έπρεπε να εκδώσει ο Μακαριώτατος:

"Συμφωνούσα προς έκκλησιν του κ. Ρασκ και των Ηνωμένων Εθνών, η Κυπριακή Κυβέρνησις ανακοινοί ότι η Εθνοφρουρά δεν προτίθεται να διατηρήση τας θέσεις τας οποίας κατέλαβε, εφ' όσον οι τουρκοκύπριοι θα συμφωνούν εις την εκτέλεσιν αστυνομικών περιπολιών".

Μετά την άρνηση του προέδρου Μακαρίου να συμμορφωθεί η ελληνική Κυβέρνηση έδωσε τη διαταγή απ' ευθείας στον Στρατηγό Γρίβα, μέσω του πρσβευτού Αλεξανδράκη:

"Εθνοφρουρά αποχωρήση από χωρία Κοφίνου- Αγιον Θεόδωρον εις θέσεις προ της ενάρξεως ποριπολιών. Εκτέλεσις άμα τη λήψει. Ανωτέρω ενέργεια περατωθή προ της 4ης π.μ. Αναφέρατε λήψιν και άμεσον εκτέλεσιν".

Αποχώρηση μέχρι τις 4 το πρωί, δηλαδή ούτε επτά ώρες μετά το τέλος της επιχειρήσεως.

Η Κυβέρνηση πληροφορήθηκε την αποχώρηση της Εθνικής Φρουράς όταν πια είχε συμπληρωθεί.

Ομως πολλά θα ακολουθούσαν ακόμη μέχρι να ξεκαθάριζε η κατάσταση.