Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

10.9.1967: Καταρρέoυv oι συvoμιλίες μεταξύ της χoύvτας και της τoυρκoκρατίας στov Εύρo, για τηv Εvωση και oι Κύπριoι αρχίζoυv vα πιστεύoυv ότι τo κυπριακό δεv θα λυθεί με ελλαδoτoυρκικές συvoμιλίες ή με λύση Εvωσης.

S-1754

10.9.1967: ΚΑΤΑΡΡΕΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΧΟΥΝΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΟΙ ΚΥΠΡΙΟΙ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΤΙ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΔΕΝ ΘΑ ΛΥΘΕΙ ΜΕ ΕΛΛΑΔΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ή ΜΕ ΛΥΣΗ ΕΝΩΣΗΣ

Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας Κόλλας (αριστερά) και Ντεμιρέλ της Τουρκίας ανταλλάσσουν θερμή χειραψια στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Εύρο. Στο κέντρο με μαύρα γιαλιά ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος

Η Χούντα της Ελλάδας που προέκυψε από το πραξικόπημα της 21ης Απριλιου 1967 διακήρυσσε από την αρχή ότι στόχος της ήταν η επίτευξη της Ενωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.

Ο στόχος αυτός τέθηκε παρά τις επανειλημμένες δηλώσεις της Αγκυρας ότι δεν θα αποδεχόταν ποτέ την Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Οι στρατιωτικοί πίστευαν ότι θα επιτύγχαναν κάτι που οι πολιτικοί δεν μπόρεσαν να επιτύχουν μετά από τόσες συνομιλίες.

Υστερα από διάφορες προκαρκτικές επαφές στις 7 Ιουλίου 1967 ο υπουργός Εξωτερικών Οικονόμου- Γκούρας συναντήθηκε στη Νέα Υόρκη με τον τούρκο ομόλογο του Τσαγλαγιαγκίλ και συζήτησαν το θέμα της συνέχισης του ελληνοτουρκικού διαλόγου.

Από τη συνάντηση των δυο αντιπροσωπειών στην Κεσάν, στο τουρκικό έδαφος

Τα πράγματα προχώρησαν σε κάποιο βαθμό, και το θέμα του διαλόγου συζητήθηκε στην Κύπρο κατά την επίσκεψη του υπουργού προεδρίας της Ελλάδας Γεώργιου Παπαδόπουλου, το δεύτερο δεκαήμερο του Αυγούστου του 1967, με τον Πρόεδρο Μακάριο.

Στις 6 Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε επίσημα στην Αθήνα και την Αγκυρα ότι ο διάλογος θα άρχιζε με συνάντηση των δυο πρωθυπουργών Κωνσταντίνου Κόλλια και Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ και με επισήμους από την κάθε πλευρά στον Εβρο στις 9 Σεπτεμβρίου.

Οι συνομιλίες θα πραγματοποιούνταν στην πόλη Κεσάν της Ανατολικής Θράκης το Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου κοντά στα ελληνοτουρκικά σύνορα και θα συνεχίζονταν την επομένη 10 Σεπτεμβρίου στην ελληνική πόλη Αλεξανδρούπολη, κοντά στα ίδια σύνορα.

Της ελληνικής αντιπροσωπείας θα ηγείτο ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Κόλλιας και σ' αυτήν θα συμμετείχαν ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Αμυνας αντιστράτηγος Σπαντιδάκης, ο υπουργός Προεδρίας Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο υπουργός Εξωτερικών Παύλος Οικονόμου Γκούρας, ο μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Χριστόπουλος, ο πρέσβης της Ελλάδας στην Αγκυρα Μιλτιάδης Δελιβάνης και οι ανώτατοι διπλωματικοι υπάλληλοι του υπουργείου Εξωτερικών Βύρων Θεοδωρόπουλος, Μιχαήλ Κοτάκης και Ευστάθιος Λαγάκος.

Την τουρκική ανπροσωπεία αποτελούσαν ο πρωθυπουργός Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, ο υπουργός Εξωτερικών Ιχσάν Σάμπρι Τσαγλαγιαγκίλ, ο Γενικός Γραμαματέας του υπουργείου Εξωτερικών Γκιουνεράλπ και ο αναπληρωτής του Τουρκμέν, ο πρέσβης της Τουρκίας στην

Οι πρωθυπουργοί της Ελλάδας αι της Τουρκίας Κόλλιας και Ντεμιρέλ χαιρετούν την ελληνική σημαία στην Αλεξανδρούπολη. Κάτω οι δυο πρωθυπουργοί με το Μητροπολίτη Αλεξανδρούπολης

Αθήνα Τουλούϊ, ο νομικός σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών Σουάτ Μπιλκέ, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Ιχτσέν και ο διευθυντής του τμήματος Κυπριακών υποθέσεων του υπουργείου Μπουλάκ.

Την προηγουμένη της συνάντησης ενώ οι χουντικοί των Αθηνών τηρούσαν κάποια συγκρατημένη αισιοδοξία και απέφευγαν δηλώσεις, οι τούρκοι πολιτικοί αποκάλυψαν τις προθέσεις τους.

Ο πρωθυπουργός Κόλλιας απαντώντας κατά την άφιξη του στην Αλεξανδρούπολη σε προσφώνηση του δημάρχου της πόλης ανέφερε: "Με ηνωμένας τας καρδίας θα βαδίσωμεν προς την νέαν Ελλάδα".

Εξάλλου ο υπουργός Εξωτερικών Οικονόμου Γκούρας δήλωσε:

" Βαδίζομεν προς ένα ιστορικόν γεγονός, και ελπίζομεν ότι θα επιτύχη".

Από τουρκικής πλευράς δεν έγινε καμιά δήλωση αλλά ανεπίσημες τουρκικές πηγές άφηναν να νοηθεί κατά τρόπο κομπαστικό ότι "θέμα γνησίας ένωσεως δεν πρόκειται να συζητηθή υπό των δύο πρωθυπουργών", αλλά αντιθέτως" "τόσον ο τουρκικός τύπος όσον και ηγέται της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως εις την Τουρκίαν αναφέρουν ότι κατά τας συνομιλίας θα συζητηθή θέμα καντονίων, αν δεν παρατηρηθή επιμονή εξ ελληνικής πλευράς δι ενωτικήν λύσιν, αύτη κατά την τουρκικήέ άποψιν πρέπει να είναι διπλή".

Για την πορεία των συνομιλιών ο Πέτρος Πετρίδης σημείωνε στην Ιστορική Εγκυκλπαίδεια της Κύπρου, τόμος 1960-73 σελ. 241:

"Στις συνομιλίες ο τούρκος πρωθυπουργός επανέλαβε τη θέση της χώρας του για συγκυριαρχία στην Κύπρο. Σαν διαζευτική λύση θα δεχόταν την Ενωση αλλά όπως δήλωσαν τουρκικες πηγές μόνο με αντάλλαγμα τις δυο αγγλικές βάσεις, πρόσθετο έδαφος που θα αποτελούσε το 10% του κυπριακού εδάφους, διοικητική αυτονομία στους τουρκοκυπρίους, σε περιοχές που θα είχαν την μορφή απαραβίαστον καντονίων και τουρκική υπηκοότητα για τους τουρκοκύπριους οι οποίοι θα μετακινούνταν στα αμιγή καντόνια.

Ο Ντεμιρέλ ούτε καν δέχθηκε να συζητήσει το ελληνικό σχέδιο για Ενωση με αντάλλαγμα την παραχώρηση της βάσεως Δεκέλειας.

Το κοινό ανακοινωθέν των συνομιλιών επιβεβαίωσε το αδιέξοδο και παρόλο που μιλούσε για συνέχιση του διαλόγου, ουσιαστικά επισφράγισε τον τερματισμό του:

"... Οι πρόεδροι των δύο Κυβερνήσεων επεσκόπησαν τας διμερείς σχέσεις εις ον σημείον ευρίσκονται σήμερα, Λαμβάνοντες υπ' όψιν τα κύρια στοιχεία των ελληνοτουρκικών διαφορών, εξέφρασαν την πεποίθησιν των ότι τα μακροχρόνια συμφέροντα των δύο χωρών απαιτούν την σύσφιγξιν των δεσμών φιλίας, καλής γειτονίας και συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, εν τω πνεύματι της εγκαρδιότητος, το οποίον εδημιούργησαν οι δύο μεγάλοι πολιτικοί

Εφημερίδα ΚΎΠΡΟΣ 11 9 1967: Δύο ακόμα φωτογραφίες με τις αντιπροσωπείες Ελλάδας και Τουρκίας στις συνομιλίες του Εύρου

άνδρες, Ατατούρκ και Βενιζέλος, λαμβανομένου υπ' όψιν και του γογονότος ότι ανήκουν εις την αυτήν συμμαχίαν.

Εν τω αυτό πνεύματι οι Πρόεδροι των δύο Κυβερνήσεων εξέθεσαν εν λεπτομερεία τας απόψεις των επί του θέματος της Κύπρου και υπεγράμμισαν τη μεγίστην σημασίαν, την οποίαν η κοινή γνώμη των δύο χωρών αποδίδει εις το πρόβλημα τούτο.

Ανεγνώρισαν ότι η αποκατάστασις καλών σχέσεων και εγκαρδιότητος μεταξύ των δύο χωρών εξαρτάται κατά πρώτον λόγον από μίαν δικαίαν λύσιν του προβλήματος τούτου.

Συνεφώνησαν συνεπώς όπως συνεχίσουν διά των καταλλήλων οδών την διερεύνησιν των δυνατοτήτων προσεγγίσεως των απόψεων επί του θέματος αυτού. Ανεγνώρισαν ωσαύτως την ανάγκην όπως λάβουν τα κατάλληλα μέτρα άτινα θα απέτρεπον την αύξησιν της εντάσεως εν Κύπρω και θα διαφύλατταν και διηυκόλυνον τας καταβαλλομένας προσπαθείας προς επίτευξιν ειρηνικής και συμπεφωνημένης λύσεως".

Μετά τη συνάντηση ο πρωθυπουργός της Τουρκίας Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ συνώψισε τις θέσεις που υποστήριξε στις συνομιλίες και είπε ότι η χώρα του δεν θα δεχόταν ποτέ την ένωση και ότι οι συμφωνίες της Ζυρίχης και Λονδίνου δεν θα μεταβάλλονταν χωρίς τη συμφωνία των Τούρκων.

Η συνάντηση, είπε, απέτυχε γιατί η ελληνική πλευρά επέμενε σε μια λύση στην οποία η Τουρκία ήταν υποχρεωμένη να απαντήσει "ναι" ή "όχι".

Η τουρκική θέση ήταν ότι στο κυπριακό υπήρχαν ωρισμένα στοιχεία από τα οποία θα έπρεπε να ξεκινήσει η αναζήτηση λύσεως. Και αυτά ήταν η αρχή της διασφαλίσεως των δικαιωμάτων, συμφερόντων και ασφάλειας των τουρκοκυπρίων.

Και ακόμα:

"Τα ιστορικά δικαώματα της Τουρκίας επί της νήσου και η σημασία της από απόψεως ασφαλείας της Τουρκίας είναι επίσης εν στοιχείον το οποίον έχομεν πάντοτε υπ' όψιν όταν ζητώμεν ένα τρόπον λύσεως του προβλήματος".

Ο Κόλλιας υποστήριξε ότι η συνάντηση ήταν πράξη πολιτικής σκοπιμότητας και υπήρξε χρήσιμη, γιατί δόθηκε η ευκαιρία να εκτεθούν οι απόψεις των δύο πλευρών, ώστε να "επιδιωχθεί η κατάλληλη προσέγγιση για διευθέτηση των διαφορών που υπάρχουν".

Οι προτάσεις που υπέβαλε για το κυπριακό, στις οποίες, όπως είπε, εμμένει σταθερά "συνδυάζουν το δίκαιον με την σκοπιμότητα και τον πολιτικόν ρεαλισμόν και περιέχουν όλας τας εγγυήσεις ειρηνικής διαβιώσεως και ευημερίας του κυπριακού λαού, συγχρόνως εξυπηρετούν τας ανάγκας σταθερότητος και ασφαλείας των ενδιαφερομένων μερών εις την νευραλγικήν αυτήν περιοχήν όπου υπάρχει κίνδυνος διεισδύσεως ξένων επικινδύνων επιρροών".

Το αδιέξοδο στον Εύρο οδήγησε σε άλλες σκέψεις και οδήγησε την ηγεσία στην Κύπρο να στραφεί προς άλλες οδούς για την επίτευξη λύσης στο κυπριακό και ιδιαίτερα την εγκατάλειψη της ιδέας της Ενωσης.

Οπως σημειώνει ο Πέτρος Πετρίδης:

"Η Κύπρος δεν πίστευε πια ότι η Ενωση θα μπορούσε να επιτευχθεί με τον διάλογο και ακόμα ότι ούτε πως το Κυπριακό μπορούσε να λυθεί σε απ' ευθείας συνομιλίες Ελλάδος και Τουρκίας.

Η κυπριακή κυβέρνηση άρχισε να προσανατολίζεται προς άλλες διαδικασίες.

Στις 26 Οκτωβρίου 1967 ο Πρόεδρος της Βουλής Γλαύκος Κληρίδης σε ομιλία του στον Στρόβολο, είπεν ότι δεν μπορούσε πια να συγκαλυφθεί ότι ο ελληνοτουρκικός διάλογος κατέληξε σε αδιέξοδο. Η Τουρκία, είπε, τον χρησιμοποίησε για να κερδίσει χρόνο και για να δολιδοσκοπήσει μέχρι ποίου σημείου θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν οι αξιώσεις της. Και

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 13 Σεπεμβρίου 1967

όταν εφάνη ότι οι εδαφικές της αξιώσεις δεν θα ικανοποιούνταν τον ωδήγησε σε αδιέξοδο. Ενώ η Ελλάδα και η Κύπρος περίμεναν εξελίξεις από τον διάλογο που ήταν εκτός πραγματικότητας και "διά του αυτοεγκλωβισμού μας εντός των στενών πλαισίων του διαλόγου παρεμείναμεν αδρανεις "η Τουρκία έμεινε ανενόχλητη να εξασφαλίζει διπλωματικά οφέλη,

Και σε άμεση απάντηση προς την άποψη του αντιπροέδρου της ελληνικής Κυβέρνησης Στρατηγού Σπαντιδάκη ότι η Τουρκία θα αντιλαμβανόταν την ανάγκη για άμεση ρύθμιση του προβλήματος δήλωσε:

"Πιστεύω ακραδάντως ότι δεν δικαιολογείται η εκφραθείσα ελπίς ότι η Τουρκία χάριν της ελληνοτουρκικής φιλίας και σχέσεων καλής γειτονίας των δύο χωρών, ή χάριν κοινών ελληνοτουρκικών η συμμαχικών συμφερόντων θά αναθεωρήση την στάσιν της επί του κυπριακού και θα επανέλθη εις τον διάλογον με λιγικωτέρας αξιώσεις".

Για τους λόγους αυτούς εξέφρασε την πεποίθηση ότι έπρεπε να γίνει επανεκτίμηση και να ληφθούν σοβαρές αποφάσεις για ανάληψη νέων πρωτοβουλιών:

"...Εάν εξακολουθήσωμεν να παραμένωμεν προσηλωμένοι εις διαδικασίας και σαφώς αποδειχθείσας εσφαλμένας, όχι μόνον δεν θα πραγματοποιήσωμεν την Ενωσιν, αλλά θα οδηγηθώμεν εις την διχοτόμησιν".

Ο Πρόεδρος Μακάριος μάλιστα στις 4 Νοεμβρίου σε ομιλία του στην Παλλουριώτισα απέρριψε κατηγορηματικά κάθε ιδέα επαναλήψεως του διαλόγου ή των συνομιλιών μεταξύ της Ελλάδος, Τουρκίας και Βρεττανίας όπως είχε δηλώσει ο Πρόεδρος της Τουρκίας Στρατηγός Σουνάϊ:

"Ελέχθη ότι ο αποθανών διάλογος θα αναστηθή τώρα ως τρίλογος. Οιαιδήποτε συνομιλίαι παραγνωρίζουσαι τον πρωτίστως ενδιαφερόμενον κυπριακόν λαόν, στερούνται οιασδήποτε σημασίας ή αξίας, τον πρώτον και κύριον λόγον έχει ο κυπριακός λαός. Αυτός μόνος έχει το δικαίωμα να αποφασίση διά το μέλλον. Η κλεις της λύσεως του κυπριακού δεν θα κατασκευασθή εις πολιτικά χαλκεία, οιασδήποτε ξένης πρωτευούσης, αλλ' ευρίσκεται εν Κύπρω".