Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

22.8.1954: Ο Μακάριoς ζητά από τov Γεvικό Γραμματέα τωv Ηvωμέvωv Εθvώv όπως η πρoσφυγή της Ελλάδας για τηv Κύπρo περιληφθεί στηv έvατη Γεvική Συvέλευση τωv Ηvωμέvωv Εθvώv.

S-1025

22.8.1954: Ο ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΖΗΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΝΙΚΟ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΟΠΩΣ Η ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΠΕΡΙΛΗΦΘΕΙ ΣΤΗΝ ΕΝΑΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ

Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ 22 8 1954

Η κατάθεση της προσφυγής για την Κύπρο από την Ελληνική Κυβέρνηση στα Ηνωμένα Εθνη, από την Ελληνική Κυβέρνηση στις 20 Αυγούστου 1954, συνοδεύθηκε με δηλώσεις στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη και με ενέργειες του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στην Κύπρο.

Στην Αθήνα ο υπουργός Εξωτερικών Στέφανος Στεφανόπουλος εξέφρασε την πεποίθηση ότι τα Ηνωμένα Εθνη θα αποδώσουν δικαιοσύνη στον Κυπριακό λαό.

Εξάλλου ο Γενικός Διευθυντής του υπουργείου του Αλέξης Κύρου, μιλώντας σε δημοσιογραφική διάσκεψη, καθώς έξω φοιτητές που είχαν οργανώσει συλλαλητήριο υπέρ της Κύπρου φώναζαν συνθήματα για την ένωση, είπε ότι η Ελλάδα θα δεχόταν διμερείς συνομιλίες με την Αγγλία αν κάτι τέτοιο σύστηναν τα Ηνωμένα Εθνη.

Ο Κύρου εξήγησε επίσης ότι με την προσφυγή της η Ελλάδα ζητούσε απλώς από τον ΟΗΕ να αναγνωρίσει ότι η διαμάχη για την Κύπρο είναι "διεθνές ζήτημα, η λύσις του οποίου θα προαγάγη την ειρήνην και ασφάλειαν".

Ο Κύρου απάντησε με με σιγουριά για ένα αμφιλεγόμενο θεμα: Τη στάση των ΗΠΑ έναντι της προσφυγής. Είπεν ότι η Ελλάδα ήταν βεβαία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν την προσφυγή της Ελλάδας.

Ελπίδες για υποστήριξη εξέφρασε και ο αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ Ξανθόπουλος Παλαμάς:

"Εάν η Γενική Συνέλευσις ήθελε να συμφωνήση να συζητήση το ζήτημα, η Ελλάς ενδέχεται να ζητήση από την Οργάνωσιν των Ηνωμένων Εθνών να διενεργήση δημοψήφισμα επί του ζητήματος εάν η Κύπρος πρέπει να ενωθή μετά της Ελλάδας ή να παραμείνη Βρεττανική αποικία.

Η αναληφθείσα υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως ενέργεια, δεν είναι αντιβρεττανικόν διάβημα. Εις την πραγματικότητα η προσφυγή εγένετο διά να διατηρηθή η ανέκαθεν υφισταμένη φιλία μεταξύ της Ελλάδος και της Βρεττανίας. Υπάρχει έντονος αντίδρασις εις την Ελλάδα κατά της αναπτυχθείσης εν Κύπρω βρεττανικής πολιτικής. Η Ελλάς ελπίζει ότι τα Ηνωμένα Εθνη θα την βοηθήσουν εις την επίλυσιν της καταστάσεως δεδομένου ότι αι ελληνοβρεττανικαί σχέσεις αρχίζουν να ασθενούν. Μεταβαίνομεν εις τον ιατρόν, εις την παρούσαν δε περίπτωσιν ο ιατρός είναιτα Ηνωμένα Εθνη.

Ελπίζομεν ότι οι Βρεττανοί φίλοι μας θα κατανοήσουν, ότι ακολουθούμεν πολιτικήν, η οποία πράγματι είναι φιλοβρετανική, την αντιβρεττανικήν πολιτικήν, ασκεί το Υπουργείον Αποικιών. Η βρεττανική Κυβέρνησις ικανοποίησε τα αιτήματα των Ινδιών, του Πακιστάν της Κεϋλάνης και της Βιρμανίας".

Σε σχετική ερώτηση ο Παλαμάς απάντησε:

"Η Ελλάς διά της παραπομπής του ζητήματος εις τα Ηνωμένα Εθνη δεν διατυπώνει αξίωσιν επί της κυριαρχίας της Κύπρου. Παν ό,τι ζητούμεν είναι ελευθερία διά την Κύπρον. Εις τον λαόν της Κύπρου εναπόκειται ν' αποφασίση εάν ελευθερία σημαίνει Ενωσιν μετά της Ελλάδος".

Πανηγυρικές εκδηλώσεις στον ιερό ναό Φανερωμένης με την ευκαιρία της κατάθεσης της προσφυγής για την Κύπρο από τον Στρατάρχη Παπάγο στις 20 Αυγούστου 1954

Στην ίδια την Κύπρο ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος έσπευσε αμέσως στις 22 Αυγούστου (ημέρα κατά την οποία έγινε η ευρεία συνάντηση στον ιερό ναό Φανερωμένης προς υποστήριξη της προσφυγής αλλά και για διαματυρία για τους αντιστασιακούς νόμους) να ενισχύσει την προσπάθεια του Παπάγου και με μια επιστολη του στο Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ τον πληροφορούσε ότι υποστήριζε την αίτηση της Ελληνικής Κυβέρνησης:

"Προς τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών

Μέγαρον Ηνωμένων Εθνών

Νέαν Υόρκην

Κύριε,

Το Κυπριακόν ζήτημα έχει εγγραφή υπό της Βασιλικής Ελληνικής Κυβερνήσεως προς συζήτησιν εις την ενάτην σύνοδον της Γενικής Συνελεύεως των Ηνωμένων Εθνών.

Η απόφασις των Ηνωμένων Εθνών θα επηρεάση ζωτικώς την ζωήν και το μέλλον του ελληνικού λαού της Κύπρου, του οποίου αι απόψεις δέον να ακουσθώσι και να ληφθώσιν υπ' όψιν κατά την συζήτησιν.

Εκ μέρους του Ελληνικού Κυπριακού λαού και ως εκλελεγμένος εθνικός Ηγέτης αυτού, επιθυμώ να θέσω ενώπιον υμών τα ακόλουθα:

1. Η νήσος Κύπρος είναι μη αυτοκυβερνωμένη περιοχή υπό την διοίκησιν του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας, κράτους μέλους των Ηνωμένων Εθνών.

2. Οι Ελληνες κύπριοι αποτελούντες τα 80.2% του όλου εκ 500 χιλιάδων κατοίκων της νήσου επανειλημμένως έθεσαν ενώπιον διαδοχικών βρεττανικών Κυβερνήσεων την αξίωσιν των προς αυτοδιάθεσιν και δι' ενός φανερού και αδιαβλήτου δημοψηφίσματος διενεργηθέντος την 15ην Ιανουαρίου 1950 το 95.7% των Ελλήνων κατοίκων ή τα 80% του όλου πληθυσμού της νήσου, εξέφρασαν την θέλησιν των να ενσωματωθώσιν εις το Ελληνικόν Κράτος διά της οργανικής ενώσεως της νήσου μετά της μητρός Πατρίδος, της Ελλάδος. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος τούτου ανεκοινώθη αρμοδίως εις την Βρεττανικήν Κυβέρνησιν και εις τον Γενικόν Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, προς τον οποίον παρεδόθησαν επίσης υπό Κυπριακής αντιπροσωπείας την 26ην Σεπτεμβρίου 1950 αι δέλτοι, αι περιέχουσαι τας υπογραφάς όλων των ψηφισάντων κατά το εν λόγω δημοψήφισμα και αι οποίαι φυλάττονται εισέτι παρά τη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών.

3. Η Βρεττανική Κυβέρνησις παρά ταύτα ηρνήθη επιμόνως να σεβασθή το δικαίωμα του Κυπριακού λαού προς αυτοδιάθεσιν.

4. Επειδή διά των άρθρων 1 (2) και 55 του Χαρτου των Ηνωμένων Εθνών, εις τον οποίον και η Μεγάλη Βρεττανία έχει την υπογραφήν της, ο σεβασμός της αυτοδιαθέσεως των λαών αναγνωρίζεται ως βασική αρχή και σκοπός των Ηνωμένων Εθνών, και

5. Επειδή η Γενική Συνέλευσις διά της αποφάσεως αυτής της 16ης Δεκεμβρίου 1952 συνιστά ότι τα Κράτη- μέλη "δέον να υποστηρίζωσι την αρχήν της αυτοδιαθέσεως όλων των λαών και Εθνών" και "δέον να αναγνωρίζωσι και προάγωσι την πραγμάτωσιν του δικαιώματος

ΕΘΝΟΣ 21 8 1954

της αυτοδιαθέσεως των λαών των μη αυτοκυβερνωμένων περιοχών, αίτινες ευρίσκονται υπό την διοίκησιν των, και δέον να διευκολύνωσι την ενάσκησιν του δικαιώματος τούτου, συμφώνως προς τας αρχάς και το πνεύμα του Χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και την ελευθέρως εκπεφρασμένην θέλησιν των ενδιαφερομένων λαών, της θελήσεως των λαών τούτων διαπιστουμένης διά δημοψηφισμάτων ή άλλων ανεγνωρισμένων δημοκρατικών μέσων, κατά προτίμησιν υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών", και

6. Επειδή δι' επιστολής ημών ημερομ. 24 Απριλίου 1953, ως εκπρόσωπος του ελληνικού Κυπριακού λαού και τη αιτήσει τούτου εκαλέσαμεν τον Κυβερνήτην της Κύπρου, ως αντιπρόσωπον της Βρεττανικής Κυβερνήσεως, εν τη Νήσω, όπως προαγάγη την πραγματοποίησιν του δικαιώματος του Κυπριακού λαού προς αυτοδιάθεσιν διά της αξιοποιήσεως του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος της 15ης Ιανουαρίου 1950 ή όπως ευκολύνη την ενάσκησιν του δικαιώματος τούτου παρέχων εις αυτόν την ευκαιρίαν ελευθέρας εκφράσεως της θελήσεως του διά νέου δημοψηφίσματος διενεργουμένου το ταχύτερον, συμφώνως προς την προαναφερθείσαν απόφασιν των Ηνωμένων Εθνών, και

7. Επειδή δι' επιστολής αυτού, ημερομηνίας 11ης Μαϊου 1953 ο Κυβερνήτης της Κύπρου απήντησεν ότι "η Κυβέρνησις της Αυτής Μεγαλειότητος δεν αποσκοπεί οιανδήποτε μεταβολήν εις την επί της Κύπρου κυριαρχίαν και θεωρεί το ζήτημα ως κλειστόν, και

8. Επειδή η Βρεττανική Κυβέρνησις παραβίασε περαιτέρω και έδειξε την περιφρόνησιν της προς τας αρχάς τους σκοπούς και το πνεύμα του Καταστατικού χάρτου των Ηνωμένων Εθνών και τας συστάσεις τας περιλαμβανομένας εις την προαναφερθείσαν απόφασιν της Γενικής Συνελεύσεως των Ηνωμένων Εθνών της 16ης Δεκεμβρίου 1952 διά της δηλώσεως αυτής εις την Βουλήν των Κοινοτήτων κατά την 26ην Ιουλίου 1954 ότι η Κύπρος ουδέποτε δύναται να ελπίζη εις πλήρη ανεξαρτησίαν, και

9. Επειδή το κεθεστώς αποικιακής δουλείας υπό το οποίον διατελεί η Κύπρος επεδεινώθη τελευταίως διά της αναβιώσεως ανελευθέρου και αντιδημοκρατικής νομοθεσίας, διά της οποίας καταπιέζεται η ελευθερία του λόγου και του τύπου και ήτις καθιστά απλήν συζήτησιν του κυπριακού ζητήματος έγκλημα "στάσεως" και αποσκοπεί εις την κατάπνιξιν της φωνής του Κυπριακού λαού, και

10. Επειδή η ως άνω πράξις αποτελεί περαιτέρω παραβίασιν και περιφρόνησιν των ιδεωδών των Ηνωμένων Εθνών, ως ταύτα εκτίθενται εις το προοίμιον του Καταστατικού των Χάρτου και εις τα άρθρα 1, 19, 20 της διακηρύξεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

11. Διά τούτο υποτηρίζομεν πλήρως την αίτησιν της Βασιλικής Ελληνικής Κυβερνήσεως, όπως το θέμα:

"Εφαρμογή υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, της αρχής ισότητος δικαιωμάτων και αυτοδιαθέσεως των λαών εις τον πληθυσμόν της νήσου Κύπρου" περιληφθή εις την ημερησίαν διάταξιν της Ενάτης Συνόδου της Γενικής Συνελεύσεως και αιτούμεθα όπως η παρούσα αίτησις όπως και το συνημμένον επεξηγηματικόν Υπόμνημα διανεμηθούν μεταξύ των Αντιπροσωπειών.

Με τας ευλογίας και τας ευχάς ημών

ΕΘΝΟΣ 4 9 1954

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΕΘΝΑΡΧΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΣ Γ.

(Μεταγλώττιση)

"Κύριε,

Το Κυπριακό ζήτημα έχει εγγραφεί από τη Βασιλική Ελληνική Κυβέρνηση προς συζήτηση στην ενάτη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.

Η απόφαση των Ηνωμένων Εθνών θα επηρεάσει ζωτικά τη ζωή και το μέλλον του ελληνικού λαού της Κύπρου, του οποίου οι απόψεις πρέπει να ακουσθούν και να ληφθούν υπόψη κατά τη συζήτηση.

Εκ μέρους του Ελληνικού Κυπριακού λαού και ως εκλεγμένος εθνικός Ηγέτης του, επιθυμώ να θέσω ενώπιον σας τα ακόλουθα:

1. Η νήσος Κύπρος είναι μη αυτοκυβερνώμενη περιοχή υπό τη διοίκηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρεττανίας και Βορείου Ιρλανδίας, κράτους μέλους των Ηνωμένων Εθνών.

2. Οι Ελληνες κύπριοι που αποτελούν τα 80.2% του όλου από 500 χιλιάδες κατοίκους της νήσου επανειλημμένα έθεσαν ενώπιον διαδοχικών βρεττανικών Κυβερνήσεων την αξίωση τους προς αυτοδιάθεση και με ένα φανερό και αδιάβλητο δημοψήφισμα που έγινε στις 15 Ιανουαρίου 1950 το 95.7% των Ελλήνων κατοίκων ή τα 80% του όλου πληθυσμού της νήσου, εξέφρασαν τη θέληση τους να ενσωματωθούν στο Ελληνικό Κράτος με την οργανική ένωση της νήσου με την μητέρα Πατρίδα, την Ελλάδα. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος τούτου ανακοινώθηκε αρμοδίως στη Βρεττανική Κυβέρνηση και στο Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, προς τον οποίον παραδόθηκαν επίσης από Κυπριακή αντιπροσωπεία στις 26 Σεπτεμβρίου 1950 οι δέλτοι, που περιέχουν τις υπογραφές όλων όσοι ψήφισαν κατά το δημοψήφισμα και οι οποίες φυλάσσονται ακόμη από τη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών.

3. Η Βρεττανική Κυβέρνηση παρ' όλ' αυτά αρνήθηκε επίμονα να σεβασθεί το δικαίωμα του Κυπριακού λαού προς αυτοδιάθεση.

4. Επειδή με τα άρθρα 1 (2) και 55 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, στον οποίο και η Μεγάλη Βρεττανία έχει την υπογραφή της, ο σεβασμός της αυτοδιάθεσης των λαών αναγνωρίζεται ως βασική αρχή και σκοπός των Ηνωμένων Εθνών, και

ΕΘΝΟΣ 15 9 1954

5. Επειδή η Γενική Συνέλευση με την απόφαση αυτή της 16 Δεκεμβρίου 1952 συνιστά ότι τα Κράτη- μέλη "πρέπει να υποστηρίζουν την αρχή της αυτοδιάθεσης όλων των λαών και Εθνών" και "πρέπει να αναγνωρίζουν και προάγουν την πραγμάτωση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης των λαών των περιοχών που είναι αυτοκυβερνώμενες, οι οποίες βρίσκονται υπό τη διοίκηση τους, και πρέπει να διευκολύνουν την ενάσκηση του δικαιώματος αυτού, σύμφωνα με τις αρχές και το πνεύμα του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και την εκφρασμένην ελεύθερα θέληση των ενδιαφερομένων λαών, της θέλησης των λαών τούτων διαπιστουμένης με δημοψηφίσματα ή άλλα ανεγνωρισμένα δημοκρατικά μέσα, κατά προτίμηση υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών", και

6. Επειδή με επιστολή μας ημερομ. 24 Απριλίου 1953, ως εκπρόσωπος του ελληνικού Κυπριακού λαού και με την αίτηση τούτου καλέσαμε τον Κυβερνήτη της Κύπρου, ως αντιπρόσωπο της Βρεττανικής Κυβέρνησης, στη Νήσο, όπως προαγάγει την πραγματοποίηση του δικαιώματος του Κυπριακού λαού προς αυτοδιάθεση με την αξιοποίηση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος της 15 Ιανουαρίου 1950 ή όπως ευκολύνει την ενάσκηση του δικαιώματος τούτου παρέχοντας σε αυτόν την ευκαιρία ελεύθερης έκφρασης της θέλησης του με νέο δημοψήφισμας διενεργούμενο το ταχύτερο, σύμφωνα προς την προαναφερθείσα απόφαση των Ηνωμένων Εθνών, και

7. Επειδή με επιστολή του, ημερομηνίας 11 Μαϊου 1953 ο Κυβερνήτης της Κύπρου απάντησε ότι "η Κυβέρνηση της Αυτής Μεγαλειότητας δεν αποσκοπεί οποιανδήποτε μεταβολή στην κυριαρχία επί της Κύπρου και θεωρεί το ζήτημα ως κλειστό, και

8. Επειδή η Βρεττανική Κυβέρνηση παραβίασε περαιτέρω και έδειξε την περιφρόνηση της προς τις αρχές τους σκοπούς και το πνεύμα του Καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στην προαναφερθείσα απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών της 16 Δεκεμβρίου 1952 με τη δήλωση της στη Βουλή των Κοινοτήτων κατά τις 26 Ιουλίου 1954 ότι η Κύπρος ουδέποτε δύναται να ελπίζει σε πλήρη ανεξαρτησία, και

9. Επειδή το κεθεστώς αποικιακής δουλείας υπό το οποίο διατελεί η Κύπρος επιδεινώθηκε τελευταία με την αναβίωση ανελεύθερης και αντιδημοκρατικής νομοθεσίας, με την οποία καταπιέζεται η ελευθερία του λόγου και του τύπου και η οποία καθιστά απλή συζήτηση του κυπριακού ζητήματος έγκλημα "στάσης" και αποσκοπεί στην κατάπνιξη της φωνής του Κυπριακού λαού, και

10. Επειδή η ως άνω πράξη αποτελεί περαιτέρω παραβίαση και περιφρόνηση των ιδεωδών των Ηνωμένων Εθνών, ως αυτά εκτίθενται στο προοίμιο του Καταστατικού τους Χάρτη και στα άρθρα 1, 19, 20 της διακήρυξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

11. Γι' αυτό υποτηρίζουμε πλήρως την αίτηση της Βασιλικής Ελληνικής Κυβέρνησης, όπως το θέμα:

"Εφαρμογή υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, της αρχής ισότητας δικαιωμάτων και αυτοδιάθεσης των λαών στον πληθυσμό της νήσου Κύπρου" περιληφθεί στην ημερήρισα διάταξη της Ενατης Συνόδου της Γενικής Συνέλευσης και αιτούμεθα όπως η παρούσα αίτηση όπως και το συνημμένο επεξηγηματικό Υπόμνημα διανεμηθούν μεταξύ των Αντιπροσωπειών".