Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

29.4.1950: Τo Εφετείo καλεί τov Κoμμoυvιστή δήμαρχo Λεμεσoύ Κώστα Παρτασίδη, τov αvτιδήμαρχo και πέvτε δημoτικoύς συμβoύλoυς vα αλλάξoυv τις ovoμασίες δύo δρόμωv και όταv αυτoί αρvoύvται καταδικάζovται σε φυλάκιση διαρκείας.

S-870

29.4.1950: ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΚΑΛΕΙ ΤΟΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗ ΔΗΜΑΡΧΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΚΩΣΤΑ ΠΑΡΤΑΣΙΔΗ, ΤOΝ ΑΝΤΙΔΗΜΑΡΧΟ ΚΑΙ ΠΕΝΤΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥΣ, ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΤΙΣ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΔΥΟ ΠΙΝΑΚΙΔΩΝ ΔΡΟΜΩΝ ΚΑΙ ΟΤΑΝ ΑΥΤΟΙ ΑΡΝΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΝΤΑΙ ΣΕ ΦΥΛΑΚΙΣΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ

Κώστας Παρτασίδης, δήμαρχος Λεμεσού: Φυλακίστηκε γιατί αρνήθηκε να επαναφέρει την ονομασία της οδού που είχε δοθεί στο δικτάτορα Ρίτσμοντ Πάλμερ

Για να τιμωρήσει τους Ελληνες κυπρίους για το ενωτικό δημοψήφισμα της 15ης Ιανουαριου 1950 ο Κυβερνήτης Αντριου Ράϊτ άρχισε να παίρνει πολύ αυστηρά μέτρα εναντίον των δυο παρατάξεων στο νησί.

Ηδη είχε απελάσει τον Δημοσιογράφο Παντελή Μπίστη και τον Γενικό Γρμαματέα της ΠΕΚ Σωκράτη Λοϊζίδη, δυο Ελληνες υπηκοόους, οι οποίοι είχαν παίξει σημαντικό ρόλο στη διενέργεια του δημοψηφίσματος και προώθηση της ενωτικής ιδέας.

Αλλά και η Αριστερά δεν επρόκειτο να γλυτώσει.

Ετσι ο Κυβερνήτης ανέσυρε από το συρτάρι του μια παλιά υπόθεση που στην αρχή δεν είχε δώσει και τόση σημασία και την προώθησε αποφασισμένος να κτυπήσει και αυτή την παράταξη.

Η υπόθεση αφορούσε την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού, που ελεγχόταν εξ ολοκλήρου από την Αριστερά, με δήμαρχο τον Κώστα Παρτασίδη, στέλεχος του ΑΚΕΛ, με την οποία είχαν αντικατασταθεί οι ονομασίες δύο δρόμων στη Λεμεσό.

Το Δημοτικό Συμβούλιο της Λεμεσού είχε θεωρήσει προσβολή του, δύο κεντρικοί δρόμοι της πόλης, να φέρουν τα ονόματα δύο ανθρώπων που είχαν πλήξει την Κύπρο και τη Βουλγαρία:

Ο πρώτος είχε διατελέσει κυβερνήτης της Κύπρου μετά τα Οκτωβριανά και είχε εφαρμόσει σκληρά μέτρα στο λαό ώστε το όνομα του να συνδεθεί τόσο πολύ με την περίοδο εκείνη που ονομάστηκε Παλμεροκρατία και έγινε συνώνυμη με τη δικτατορία.

Ο δεύτερος, ο Βασίλειος, ήταν ο γνωστός Βουλγαροκτόνος.

Ωστόσο ο σάλος που ακολούθησε ήταν για τον Πάλμερ και όχι για τον Βασίλειο.

Ενώ στα τέλη του 1949 ο Κυπριακός λαος οδηγείτο προς το ενωτικό δημοψήφισμα, ο Κυβερνήτης είχε διατάξει όπως αντικατασταθουν οι πινακίδες των οδών Τάκη Κυθραιώτη και 28ης Οκτωβρίου, που είχε τοποθετήσει προηγουμένως το Δημοτικό Συμβούλιο με τις ονομασίες των Βασιλείου του Μακεδόνος και του Σερ Ρίτσμοντ Πάλμερ.

Η αλλαγή των πινακίδων έγινε στις 2.30 το πρωί της 30ης Δεκεμβρίου από την Αστυνομία και μόλις το πληροφορήθηκε ο Δήμαρχος Κώστας Παρτασίδης έγινε θηρίο και διέταξε αμέσως να αντικατασταθούν, πράγμα που έγινε στις 7 Ιανουαρίου 1950 και επανήλθαν τα προηγούμενα ονόματα, δηλαδή Τάκη Κυθραιώτη και 28ης Οκτωβρίου.

Ταυτόχρονα ο Παρτασίδης με επιστολή του στο διοικητή και τον αστυνόμο Λεμεσού τόνιζε ότι η τοποθέτηση των πινακίδων είχε γίνει παράνομα.

Ο Κυβερνήτης που αναζητούσε ευκαιρία για να διώξει ένα σημαντικό στέλεχος της Αριστεράς, πιάστηκε από την απόφαση του Παρτασίδη και στις 17 Φεβρουαρίου, με διάταγμα " Εν Συμβουλίω", που αποτελούσε την πηγή από την οποία ο Κυβερνήτης αντλούσε όλη τη δύναμη του για να κάμνει ό,τι ήθελε, διέταξε και πάλι τον Παρτασίδη να αντικαταστήσει τις δύο πινακίδες, με τα ονόματα Βασίλειος Μακεδόνας και Σερ Χέρμπερτ Ρίτσμοντ Πάλμερ "εις περίοπτον θέσιν εις τους σχετικούς δρόμους, οι οποίοι ωνομάσθησαν αύται υπό του προηγουμένου συμβουλίου του ειρημένου δήμου τη εγκρίσει του Κυβερνήτου".

Ο Παρτασίδης αντιλήφθηκε από την πρώτη στιγμή ότι δεν επρόκειτο για τυπική ενέργεια του Κυβερνήτη, αλλά αυτή είχε βαθύτερους στόχους μια και ο Νόμος επέτρεπε στον Κυβερνήτη να τον οδηγήσει μέχρι τη φυλακή, αν δεν υπάκουε.

Είπε ο Παρτασίδης μόλις πήρε την επιστολή του Κυβερνήτη στις 22 Φεβρουαρίου:

Εφημερίδα "Νέος ΄Δημοκράτης" 30 4 1950

"Είναι φανερό στην προκειμένη περίπτωση πως δεν πρόκειται για μια τυπική ονομασία ενός δρόμου. Είμαι βέβαιος ότι το Δημοτικό Συμβούλιο στο οποίο θα τεθεί το ζήτημα την Παρασκευή, θα το εξετάσει με τον αρμόζοντα τρόπο και θα φανεί και σ' αυτή την περίπτωση αντάξιο των προσδοκιών του λαού".

Ο Παρτασίδης δεν ήταν διατεθειμένος να υποκύψει, το ίδιο και τα άλλα μέλη του δημοτικού συμβουλίου της Λεμεσού.

Ετσι το Συμβούλιο στη συνεδρία του της 24ης Φεβρουαρίου 1950 προχώρησε στην αντεπίθεση και απεφάσισε να ακυρώσει απόφαση του προηγουμένου Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης που είχε ληφθεί στις 20.12.1938, σύμφωνα με την οποία η οδός Γεωργίου Α. είχε μετονομασθεί σε οδό Σερ Χέρμπερτ Ρίτσμοντ Πάλμερ.

Επίσης αποφάσισε να πληροφορήσει το διοικητή Λεμεσού ότι εσφαλμένα είχε τεθεί από προηγούμενο Δημοτικό Συμβούλιο ότι η οδός Τάκη Κυθραιώτη έφερε προηγουμένως την ονομασία οδός Μακεδόνος.

Στην πραγματικότητα, ανέφερε, η απόφαση του δήμου, το μέρος του δρόμου που ονομάστηκε σε οδό Τάκη Κυθραιώτη και δεν εγκρίθηκε από τον Κυβερνήτη δεν είχε κανένα όνομα.

Και αναδιφώντας στα αρχεία του δήμου ο Κώστας Παρτασίδης ανακάλυψε ότι στις 13 Οκτωβρίου 1910 το Δημοτικό Συμβούλιο, υπό την προεδρία του τότε δημάρχου Χριστόδουλου Σώζου μετονόμαζε την οδό Ριχάρδου σε οδό Βασιλείου Μακεδόνος, αλλά στα αρχεία του δήμου δεν φαινόταν καθαρά ποια ήταν η οδός Ριχάρδου αλλά διαπιστωνόταν ότι η Πλατεία Ηρώων. στην οποία βρισκόταν η οδός Τάκη Κυθραιώτη, ήταν τότε χωράφι χωρίς δρόμους.

Ο Κυβερνήτης έδωσε προθεσμία στο Δημοτικό Συμβούλιο της Λεμεσού μέχρι τις 16 Μαρτίου για να προβεί στην αλλαγή των ονομασιών των δρόμων, αλλά το Δημοτικό Συμβούλιο κατέφυγε στο Εφετείο (Ανώτατο Δικαστήριο) προσβάλλοντας την απόφαση του Κυβερνήτη του εν Συμβουλίω.

Η αίτηση ακούστηκε στις 20 Απριλίου αλλά ο Γενικός Δημόσιας Κατήγορος Κρίτων Τορναρίτης αντίταξε στους δικηγόρους του Παρτασίδη και των άλλων Δημοτικών Συμβούλων, Ιωάννη Κληρίδη, Γ. Ποταμίτη και Χρ. Μητσίδη, ότι το Δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εξετάσει την ορθότητα ή όχι της απόφασης του Κυβερνήτη εν Συμβουλίω.

Το δικαστήριο απέρριψε τη αίτηση του Παρτασίδη, αλλά επιφύλαξε την έκδοση λεπτομερούς απόφασης του για αργότερα.

Στις 29 του ίδιου μήνα ο εφέτης Μ. Μελισσάς εκδίδοντας την απόφαση του τόνιζε ότι το διάταγμα του Κυβερνήτη εν Συμβουλίω καταχωρείτο και σαν διάταγμα του Δικαστηρίου και καλούσε τον Παρτασίδη και τους άλλους Δημοτικούς Συμβούλους Ευαγόρα Φυλακτού, Παντιά Ξ. Κωνσταντινίδη, Γεώργιο Χριστοδούλου, Χαράλαμπο Μ. Σολομωνίδη, Ζεκιά Πεξιέτ και Ναζίφ Ντενιζέρ όπως μέσα σε δεκαπέντε μέρες προχωρήσουν στην τοποθέτηση των πινακίδων, άλλως θα συνελαμβάνοντο, ενώ η περιουσία τους θα κατασχόταν.

Λίγο πριν εκπνεύσει το διάταγμα του δικαστηρίου το Δημοτικό Συμβούλιο Λεμεσού συγκάλεσε ευρεία σύσκεψη αριστερών και δεξιών στις 11 Μαϊου για μελέτη της κατάστασης.

"Νέος Δημοκράτης" 12 5 1950

Στη σύσκεψη παρέστησαν μόνο αριστεροί παράγοντες, ενώ οι δεξιοί όπως οι Ν. Κλ. Λανίτης, Σ. Τορναρίτης, Χριστιανός Ρωσσίδης, Αιμίλιος Φράγκος και Ηρακλής Μιχαηλίδης με επιστολές τους τόνιζαν ότι υποστήριζαν τη στάση του Δημοτικού Συμβουλίου, αλλά δεν μπορούσαν να παρευρεθούν στη σύσκεψη λόγω της ιδεολογικής τους αντίθεσης.

Ο Δήμαρχος Παρτασίδης ανεκοίνωσε στη σύσκεψη την οριστική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου να μη δεχθεί τους όρους του Κυβςρνήτη και θα ζητούσε από το Εφετείο να παραμερίσει το σχετικό διάταγμα.

Η καταχώρηση της αίτησης έγινε την ίδια μέρα, ενώ παράλληλα ο Παρτασίδης συγκάλεσε το βράδυ στο κινηματοθέατρο Ριάλτο της πόλης ευρεία σύσκεψη στην οποία κάλεσε το λαό να συμπαρασταθεί στο Συμβούλιο στον αγώνα του εναντίον του Κυβερνήτη.

Η αίτηση έπεσε στο κενό και σαν το Δημοτικό Συμβούλιο παρουσιάστηκε στις 3 Ιουνίου ενώπιον του Εφετείου που αποτελείτο από οτν Αρχιδικαστή Σερ Εντουαρτ Τζάκσον και τον Εφέτη Μ. Μελισσά, γνώριζε ότι δεν θα γλύτωνε από την καταδίκη, αλλά και δεν ήταν διατεθειμένο να δώσει διαταγή να τοποθετηθεί το όνομα του Πάλμερ στην οδό 28ης Οκτωβρίου.

Η δίκη ήταν δραματική και ο Αρχιδικαστής Τζάκσον απευθυνόμενος στον Παρτασίδη και τους άλλους Δημοτικούς Συμβούλους τους είπε:

"Παρουσιάζεσθε ενώπιον του δικαστηρίου για να δώσετε λόγω γιατί να μη τιμωρηθείτε που παρακούσατε διάταγμα του Δικαστηρίου. Να μη επαναλάβετε τους λόγους που αναφέρετε στην αίτηση σας, για να ακυρωθεί ή να τροποποιηθεί το διάταγμα του Κυβερνήτη εν Συμβουλίω, γιατί το ζήτημα, αν ο Κυβερνήτης καλά ή κακά έξέδωκε το διάταγμα εν Συμβουλίω, δεν αφορά το δικαστήριο αυτό που αποφάσισε ήδη πως δεν έχει δικαιοδοσία να το εξετάση.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Καλούμαι από το Ανώτατο Δικαστήριο μαζί με τα άλλα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού να δείξω λόγο, γιατί να μη τιμωρηθώ για παρακοή διαταγής του δικαστηρίου τούτου, σχετικά με την τοποθέτηση των ονομασιών των οδών Βασιλείου του Μακεδόνος και Σερ Χέρμπερτ Ρίτσμοντ Πάλμερ. Θέλω να τονίσω ότι όσον αφορά την τοποθέτηση της πινακίδας της ονομασίας της οδού Βασιλείου του Μακεδόνος, ούτε για μένα, ούτε για τ' αλλα μέλη του η Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού μπορεί να τίθεται ζήτημα παρακοής. Το άρθρο 115 (1) των Περί Δήμων Νόμων 1930-1948 επιβάλλει στα Δημοτικά Συμβούλια το καθήκον να έχουν τοποθετημένη σε περίοπτο μέρος την ονομασία ενός δρόμου.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Θέλετε να πείτε, ότι δεν παραμελήσατε το καθήκον σας;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Οχι. Οτι δεν παρήκουσα την απόφαση του δικαστηίου, Θελω να πω...

ΤΖΑΚΣΟΝ: Ισχυρίζεσθε ότι ο Κυβερνήτης ενήργησε εσφαλμένως;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Υπερασπίζομαι ότι δεν παρήκουσα διαταγή του δικαστηρίου.

ΤΣΑΚΣΟΝ: Οσα είπατε είναι απ' εκείνα που σας είπα πως έχουν ήδη αποφασισθεί από το δικαστήριο αυτό και συνεπώς δεν θέλω ν' ακούσω και πάλι.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Το Δικαστήριο με κάλεσε να απολογηθώ.

ΤΣΑΚΣΟΝ: Εχετε κάμει τίποτα με το διάταγμα σχετικά με την ονομασία του δρόμου;

Χαράλαμπος Σολομωνίδης: Καταδικάστηκε σε φυλάκιστη γιατί αρνήθηκε να εγκρίνει την επαναφορά της πινακίδας με την ονομασία του Σερ Ρίτσμοντ Πάλμερ σε οδό της Λεμεσού

ο Γενικός Εισαγγελέας επιμένει να θεωρεί το δρόμο που βρίσκεται μεταξύ των οδών Παύλου Μελά και Ανδρέα Δρουσιώτη, σαν τμήμα της οδού Βασιλείου του Μακεδόνος, εφ' όσον η ονομασία της οδού Βασιλείου του Μακεδόνος ήταν και είναι τοποθετημένη σε τρία περίοπτα μέρη στο δρόμο αυτό, δεν υπάρχει εκ μέρους του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού μη εκτέλεση ή παράβαση του καθήκοντος να τοποθετήσει την ονομασία της οδού Βασιλείου του Μακεδόνος και ότι ούτε εγώ ούτε τ' άλλα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού είμαστε ένοχοι οποιασδήποτε παρακοής".

Το Δικαστήριο δέχθηκε όμως το έγγραφο της απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου γιατί, όπως είπε ο Δικαστής Τζάκσον, περιεχόταν στη γραπτή απολογία που είχαν κάμει οι Δημοτικοί Σύμβουλοι, όταν είχαν υποβάλει αίτηση για ακύρωση ή τροποποίηση του διατάγματος του Κυβερνήτη.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Ζητώ απ' το δικαστήριο να μου επιτρέψει να συνεχίσω την απολογία μου πάνω στο σημείο αυτό.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Εξήγησα ότι δεν μπορείτε γιατί το ζήτημα αυτό έχει ήδη αποφασισθεί.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Εν πάση περιπτώσει δεν παράκουσα διαταγή του Δικαστηρίου στην προκειμένη περίπτωση. Εφ' όσον υπάρχουν τρεις πινακίδες σε περίοπτο μέρος, ούτε εγώ, ούτε το Δημοτικό Συμβούλιο παρακούσαμε διαταγή του δικαστηρίου.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Δεν μπορούμε να ακούσουμε το επιχείρημα αυτό. Ο Νόμος δίδει το δικαίωμα στον Κυβερνήτη να αποφασίσει αν παραμελήσατε το καθήκον σας ή όχι.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Νομίζω ότι το δικαστήριο έχει το δικαίωμα να αποφασίσει αν η διαταγή είναι εκτελεσμένη.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Το δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει αυτό, η υπόθεση σας είναι σοβαρή. Κινδυνεύετε. Πρέπει να πείτε στο δικαστήριο αν έχετε υπακούσει στη διαταγή του δικαστηρίου ή αν θα υπακούσετε.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Και στην περίπτωση που θα πω ότι το Δ. Σ. θ' αναρτήσει την πινακίδα Βασ. Μακεδόνος, δε θα πω σωστά, γιατί ήδη υπάρχουν τρεις πινακίδες αναρτημένες σε περίοπτα μέρη.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Από την ημέρα της έκδοσης του διατάγματος του κυβερνήτη αναρτήσατε πινακίδες σε κανένα μέρος της οδού Βασ. Μακεδόνος;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Το διάταγμα δε με διάτασσε να κάμω αυτό. Οι πινακίδες ήταν αναρτημένες και ειδοποίησα το διοικητή.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Το Δικαστήριο δε μπορεί να εξετάσει γεγονότα πριν από τις 17.2.1950 που εκδόθηκε το διάταγμα. Εχετε κάμει τίποτε μετά την 17.2.50;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Εχω πληροφορήσει το διοικητή ότι εκείνο που διατάχθηκα να κάμω, το έκαμε πριν χρόνια το Δ.Σ.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Εχετε κάμει τίποτα γιά ν' αλλάξετε την κατάσταση μετά την 17.2.50;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Οχι.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Εκείνο που πρέπει να κάμετε είναι να τοποθετήσετε τις πινακίδες σε περίοπτο μέρος του δρόμου. Αν το Δ.Σ. είναι διατεθειμένο να το κάμει, τότε θα σας δώσουμε προθεσμία.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Θα σας παρακαλέσω να μου λύσετε μια απορία. Αν ο κυβερνήτης διατάξει το Δ.Σ. να κάμει ένα αεροδρόμιο ή ένα δρόμο, το δικαστήριο έχει το δικαίωμα να εξετάσει αν το αεροδρόμιο έχει κατασκευασθεί;

ΤΖΑΚΣΟΝ: Το δικαστήριο δε θα κάμει παζαρλίκια. Το δικαστήριο δεν θα εξετάσει ερωτήσεις σχετικά με αεροδρόμια, αλλά το σημείο αυτό. Είσθε πρόθυμοι να εκτελέσετε τη διαταγή του δικαστηρίου, δηλαδή να αναρτήσετε τις πινακίδες στους δυο δρόμους.

"Νέος Δημοκράτης" 21 5 1950

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Μιλώ για την οδό Βασιλείου Μακεδόνος, Υπάρχουν πινακίδες. Αν η Κυβέρνηση θέλει κι άλλες ας μας πει πόσες θέλει να βάλουμε.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Είσθε πρόθυμος να τοποθετήσετε πινακίδες και στο μέρος του δρόμου που δεν υπάρχουν πινακίδες;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Αν το Δ.Σ. αποφασίσει να το ονομάσει οδό Βασ. Μακεδόνος και ο κυβερνήτης το εγκρίνει, πολύ ευχαρίστως.

ΤΖΑΣΟΝ: Δεν είναι απάντηση. Τώρα είσθε πρόθυμος να το κάμετε;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Με διατάσσετε να κάμω κάτι που δεν έχω υποχρέωση να κάμω.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Πρέπει να αντιληφθώ απ' ότι λέγετε, ότι δε θα υπακούσετε;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Εχετε τίποτε άλλο να πείτε;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Οσον αφορά την πινακίδα της οδού Σερ Χέρμπερτ Ρίτσμοντ Πάλμερ, επιθυμώ να δηλώσω τ' ακόλουθα: Είμαστε η αιρετή δημοτική αρχή της Λεμεσού, Οταν κατά την προεκλογική περίοδο παρουσιασθήκαμε μπροστά στο λαό υποσχεθήκαμε, πως θ' αγωνισθούμε κατά των ανελευθέρων νόμων, του παλμερισμού, ότι θ' αγωνισθούμε για την εθνική απελευθέρωση της πατρίδας μας. Ο λαός που είναι θανάσιμος εχθρός καθε μορφής δικτατορίας...

ΤΖΑΚΣΟΝ: Τι σχέση έχει αυτό με την υπόθεση; Είσθε πρόθυμοι να εκτελέσετε τη διαταγή του δικαστηρίου;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Οχι. Για τους λόγους που θα εξηγήσω.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Να πήτε τους λόγους που αφορούν εμάς. Τίποτε με το χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του Πάλμερ όταν ήταν Κυβερνήτης. Δεν θέλουμε ν' ακούσουμε τίποτε απ' αυτά.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Να μου επιτρέψετε να υπερασπίσω τον εαυτό μου.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Εξαρτάται τι είδους υπεράσπιση θα κάμετε.

Στη συνέχεια ο Παρτασίδης ζήτησε να του επιτραπεί να καταθέσει την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Λεμεσού μετά την έκδοση του διατάγματος του Κυβερνήτη εν Συμβουλίω, αλλά το δικαστήριο αρνήθηκε.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Είναι η απόφαση κατά την οποία το Δημοτικό Συμβούλιο αρνήθηκε και αρνείται να αναρτήσει τις πινακίδες της οδού Πάλμερ.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Είναι γιατί μισάτε τον Πάλμερ;

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Προσωπικά δεν έχω τίποτε μαζί του. Αν βρισκόμαστε στο δικαστήριο αυτό οφείλετε στο γεγονός και μόνο ότι υπάρχουν ανελεύθεροι νόμοι...

ΤΖΑΚΣΟΝ: Δεν έχουμε καθόλου σχέση μ' αυτά. Νομίζω ότι το Δικαστήριο θα σας αφαιρέσει το λόγο.

ΠΑΡΤΑΣΙΔΗΣ: Διαμαρτύρομαι γιατί μου αφαιρείται ο λόγος.

"Νέος Δημοκράτης" 28 3 1950

Στη συνέχεια μίλησε ο δικηγόρος του Δημοτικού Συμβούλου Ευαγόρα Φυλακτού, Χούρης, που είπε στο δικαστήριο ότι ο πελάτης του είχε ήδη παραιτηθεί γιατί διαφωνούσε με το Δημοτικό Συμούλιο και ότι δεν είχε καμμιά πρόθεση να παρακούσει διαταγή του Δικαστηρίου:

ΤΣΑΚΣΟΝ: Εξαρτάται απ' αυτόν να εκτελέσει τη διαταγή;

ΧΟΥΡΗΣ: Μάλιστα

Ο Δημοτικός Σύμβουλος Παντιάς Κωνσταντινίδης μιλώντας στη συνέχεια είπε:

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ: Πέρσι το 1949 κατεβήκαμε ως υποψήφιοι στις δημοτικές εκλογές. Μεταξύ των υποσχέσεων μας προς το λαό ήταν και η υπεράσπιση της εθνικής αξιοπρέπειας.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Το δικαστήριο δεν μπορεί να ακούσει πολιτικούς λόγους.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ: Αν αναρτούσαμε την πινακίδα του Πάλμερ, θα ήταν αντίθετο προς την επιθυμία του λαού, του οποίου ανελάβαμε να υπερασπίσουμε την εθνική αξιοπρέπεια.

ΤΖΑΚΣΟΝ: Δεν είσθε πρόθυμοι να εκτελέσετε τη διαταγή του δικαστηρίου;

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ: Αυτό είναι αντίθετο προς την επιθυμία του λαού, αντίθετα προς τις υποσχέσεις μας και κατά συνέπεια δεν μπορούμε να το κάμουμε.

Με όσα είπε ο Παρτασίδης και ο Κωνταντινίδης συμφώνησε και ο Γ. Χριστοφόρου που μίλησε στη συνέχεια. Το ίδιο και ο Χαράλαμπος Σολομωνίδης που πρόσθεσε:

"Οσον αφορά την οδό Βασιλείου Μακεδόνος αναφέρω μια Κυπριακή παροιμία. Θέλω να σε δέρω κι ας είναι η βέρκα μου ζαβή". Ο Κυβερνήτης μας έφερε στο δικαστήριο για να τιμωρηθούμε για μια πράξη που δεν κάμαμε, θα ήταν αιώνιο στίγμα αν αναρτούσαμε την πινακίδα του Πάλμερ.

Ο Ισίδωρος Μαρκουλής που απολογήθηκε στη συνέχεια είπε:

"Υπάρχουν άγραφοι νόμοι που είναι πιο σεβαστοί από τους γραπτούς. Αυτοί είναι η αγάπη προς την πατρίδα και το λαό. Σ' αυτούς τους νόμους υπακούοντας ήρθαμε εδώ".

Την ίδια στάση τήρησε και ο Οθων Οικονομίδης.

Στη συνέχεια ο Γ. Ποταμίτης, συνήγορος του Ζικιαή Πεξιέτ είπεν ότι ο πελάτης του απουσίαζε από τη συνεδρία του Δ.Σ. μετά το διάταγμα του Κυβερνήτη και ότι ήταν πρόθυμος να υπακούσει στην απόφαση του Δικαστηρίου.

Ο Κρίτωνας Τορναρίτης είπε στο δικαστήριο ότι έπρεπε να γίνει διάκριση, μεταξύ των δύο που έδειξαν προθυμία να υπακούσουν και των άλλων οι οποίοι αρνήθηκαν να υπακούσουν σε διαταγή του δικαστηρίου και το περιφρονούσαν.

Ο Τορναρίτης ζήτησε αθώωση των δύο, ενώ για τους άλλους είπεν ότι η ποινή που προβλεπόταν ήταν η φυλάκιση επ' αόριστο" μέχρις ότου αποκαθάρουν το παράπτωμα των είτε υπακούοντες στο διάταγμα, είτε δίδοντες έγγραφον υπόσχεση ότι θα εκτελέσουν αυτό".

ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ 4 3 1950

Ο αρχιδικαστής δέχθηκε την εισήγηση του Τορναρίτη και καταδίκασε τον Παρτασίδη, τον αντιδήμαρχο Γ. Χριστοφόρου και τους δημοτικούς συμβούλους Παντιά Κωνταντινίδη, Χαράλαμπο Σολομωνίδη, Ισίδωρο Μαρκουλλή και Οθωνα Οικονομίδη σε φυλάκιση επ' αόριστο, ενώ απάλλαξε τους Μυριάνθη και Πεξιέτ.

Είπε ο δικαστής (μεταγλώττιση από την επίσημη μετάφραση της εποχής 3.6.1950):

"Στις 17.2.1950 εκδόθηκε Διάταγμα του Κυβερνήτη εν Συμβουλίω σύμφωνα με τον περί Δήμων Νόμο. Το διάταγμα αυτό διάτασσε όπως ένα μήνα μετά την επίδοση του, το Δημοτικό Συμβούλιο Λεμεσού εκτελέσει το καθήκον του, δηλαδή της τοποθέτησης δυο πινακίδων σε δύο δρόμους της πόλης. Το Δημοτικό Συμβούλιο δεν υπάκουσε μέσα στον καθορισμένο χρόνο και λόγω αυτού το Διάταγμα του Κυβερνήτη καταχωρήθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο για να εκτελεσθεί ως εάν αυτό ήταν Διάταγμα του δικαστηρίου αυτού. Στις 25.4.1950 εκδόθηκε διάταγμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου που απευθυνόταν ονομαστικά στα εννέα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου και τα διάτασσε να αναρτήσουν τις πινακίδες σε δυο οδούς όπως ανέφερε το διάταγμα του Κυβερνήτη.

Στις 27.4.1950 οπισθογραφήθηκε ως διάταγμα του δικαστηρίου.

Τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου διατάσσονταν όπως υπακούσουν μέσα σε 15 ημέρες από την επίδοση του, δεν υπάκουσαν σε αυτό και στις 20.5. 1950 εκδόθηκε διάταγμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου με το οποίο διατάσσοντο οκτώ από αυτούς να δείξουν λόγο γιατί να μη τιμωρηθούν.

Εμφανίστηκαν σήμερα και βάσισαν τα επιχειρήματά τους σε δυο λόγους:

1. Οτι δεν παραμέλησαν να εκτελέσουν το καθήκον τους, σύμφωνα προς το Διάταγμα του Κυβερνήτη, και

2. Οτι εάν τοποθετούσαν τις πινακίδες, θα παρέβαιναν υποσχέσεις που δόθηκαν προεκλογικά στους εκλογείς τους.

Οσον αφορά τον πρώτο λόγο το Δικαστήριο αυτό τον εξέτασε και προηγουμένως, όταν οι δημοτικοί Σύμβουλοι έκαμαν αίτηση άρσης ή τροποποίησης του διατάγματος. Αποφασίστηκε τότε ότι το δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εξετάσει αυτόν και ότι το ζήτημα του κατά πόσον το Δημ. Συμβούλιο παραμέλησε το καθήκον του, ήταν της αρμοδιότητας του Κυβερνήτη εν Συμβουλίω.

Οσον αφορά το δεύτερο λόγο, αυτό είναι ζήτημα που το δικαστήριο δεν μπορεί να εξετάσει. Εξη από τους Δημοτικους Συμβούλους βάσισαν την υπεράσπιση τους στον ισχυρισμό ότι δεν μπορούν να συμμορφωθούν προς το Διάταγμα. Δύο άλλοι είναι σε διαφορετική θέση και δήλωσαν μέσω των δικηγόρων τους ότι δεν συμφωνούν προς τους άλλους και ότι δεν προτίθενται να παρακούσουν στο διάταγμα.

Ο Γεν. Αντεισαγγελέας δεν ζήτησε να ληφθούν μέτρα εναντίον τους και το δικαστήριο τους απαλλάσσει. Οσον αφορά τους υπόλοιπους έξη είναι φανερό ότι δεν μας άφησαν άλλην εκλογή από του να θεωρήσουμε ότι είναι ένοχοι περιφρόνησης του δικαστηρίου και να τους τιμωρήσουμε. Γι' αυτό διατάσσονται όπως αυτοί οι έξη φυλακισθούν στις κεντρικές φυλακές, μέχρις ότου αναλάβουν, είτε όλοι μαζί, είτε χωριστά, να συμμορφωθούν προς το Διάταγμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, της 25.4.1950 και να δώσουν εγγύηση η οποία να ικανοποιήσει ένα από τα μέλη του δικαστηρίου αυτού, ότι θα εκτελέσουν το διάταγμα. Οταν δοθεί υπόσχεση μαζί με την εγγύηση τότε οποιοσδήποτε προβεί σε αυτή, θα αποφυλακισθεί, εκείνος ή εκείνοι που δεν θα υπακούσουν θα παραμείνουν στη φυλακή, μέχρι νεότερης διαταγής".