Πρώτη Ηλεκτρονική Ιστορία της Κύπρου

image

Δωρεάν προσφορά σε ερευνητές, μελετητές, φοιτητές, μαθητές και δημοσιογράφους.

Από την Κύπρο στην αρχαιότητα, μέχρι την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αγγλοκρατία, η ΕΟΚΑ, το πραξικόπημα, το σχέδιο Ανάν, η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αρχείο Παναγιώτη Παπαδημήτρη

papademetris-pΜοναδικό αρχείο στο οποίο μπορείτε να προστρέξετε και να αναζητήσετε εύκολα και γρήγορα αυτό που θέλετε για μια περίοδο 8.000 ετών για την Ιστορία της Κύπρου.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

14.1.1929: Εvτovες διαφωvίες για τηv πoρεία τoυ αγώvα τωv Ελλήvωv Κυπρίωv. Οι βoυλευτές δέχovται σκληρές επιθέσεις για τη στάση τoυς έvαvτι της αγγλικής διoίκησης

S-449

14.1.1929: ΕΝΤΟΝΕΣ ΔΙΑΦΩΝΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ.- ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΔΕΧΟΝΤΑΙ ΣΚΛΗΡΕΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

 

Πάφου Ιάκωβος: Ζητεί όπως έχουν λόγο στα πολιτικά πράγματα και άλλοι παράγοντες, πέραν των βουλευτών

Οι Ελληνες βουλευτές και γενικά η πολιτική ηγεσία του τόπου δεν τα είχαν μόνο με τον Κυβερνήτη Σερ Ρόναλντ Στορρς, αλλά συγκρούονταν και μεταξύ τους.

 

Στα τέλη του 1928 και στις αρχές του 1929 είχε αρχίσει και πάλι να τίθεται θέμα ποια μορφή θα λάμβανε ο αγώνας των Κυπρίων μετά τις εξελίξεις που είχαν αρχίσει να πιέζουν ασφυκτικά τόσο πολιτικά, όσο και οικονομικά τον Κυπριακό λαό.

Η Αγγλία δεν ήθελε να ακούει για ένωση και απαντούσε στα επανειλημμένα υπομνήματα των Ελλήνων ότι το θέμα παρέμενε κλειστό.

Από την άλλη για να εξασφαλίσουν την υποστήριξη των Τούρκων, που τους είχαν τόση ανάγκη, για να προωθούν στο Νομοθετικό τα αιτήματά τους, άρχισαν να επιδεικνύουν κάποια κατανόηση στις θέσεις τους.

Αυτό συνέβαλε ώστε να προωθηθούν μερικά από τα βασικά αιτήματα όπως ήταν η κατάργηση της Δεκάτης και ο Υποτελικός φόρος.

Ομως η Βρεττανία δεν έδειχνε διατεθειμένη να προχωρήσει πέρα από αυτά και ιδιαίτερα δεν ήθελε με κανένα τρόπο να περιορίσει τα έσοδά της από φόρους που επέβαλλε στον Κυπριακό λαό. Ετσι ενώ τα έδινε από την μια τα έπαιρνε με άλλο τρόπο με τη σκληρή φορολογία.

Η διάσπαση στο μέτωπο των Ελλήνων έπαιρνε διαστάσεις. Οι βουλευτές ενεργούσαν κατά το δοκούν και πολλές φορές ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο, χωρίς σταθερή γραμμή, ενώ μερικοί βουλευτές προσπαθούσαν να παρακάμπτουν την ηγεσία της Εκκλησίας και να ηγηθούν αυτοί του αγώνα.

Είναι χαρακτηριστική η σύσκεφη στις 17 Νοεμβρίου 1928 που έγινε στην Ιερά Αρχιεπισκοπή, στην οποία οι βουλευτές είχαν αναφέρει ότι θα χειρίζονταν το θέμα του Ποινικού Νόμου και τα άλλα πολιτικά γενικά ζητήματα "γιατί οι ίδιοι ήσαν οι μόνοι αρμόδιοι" προκαλώντας τις έντονες διαμαρτυρίες των Εκκλησιαστικών καί δημοτικών αρχόντων.

Η κρίση προσλάμβανε διαστάσεις και αυτό έφερνε πολλές φορές τους βουλευτές αντιμέτωπους με το λαό που τους επέκρινε πολύ έντονα, ενώ η Εθνική Οργάνωση που είχε συσταθεί στις αρχές της δεκαετίας του 1920 είχε παρακαμφθεί ουσιαστικά και κανένα ουσιαστικό ρόλο δεν έπαιζε πλέον.

Η εφημερίδα "Ελευθερία" σε άρθρο της από τον Οκτώβρη του 1928 κατηγορούσε τους βουλευτές:

"Κατηγορούμεν τους βουλευτάς, ότι αναλαβόντες να διεξαγάγουν το μέγα πείραμα της συνεργασίας μετά της Κυβερνήσεως, ούτε την μεταξύ των συνεργασίαν προήγαγον εις ιεράν ενότητα, ως απαιτεί το κρίσιμον των Κυπριακών καιρών, ούτε το οικτρόν ναυάγιον των μετά της Κυβερνήσεως ερωτοτροπιών και συναδελφώσεων των ανομολογούσι πάντες προς διαφώτισιν του λαού.

Κατηγορούμεν τους βουλευτάς ότι ει και δεν έπεισαν την Κυβέρνησιν να λύση τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα της Κύπρου, εξακολουθούσι να τηρώσιν ακόμα απέναντι της αβροτάτην στάσιν.

Κατηγορούμεν τους βουλευτάς, ότι καίτοι είναι Ελληνες, ουδέ μίαν λέξιν είπον εις το Νομοθετικόν περί ενώσεως της Κύπρου μετά της Ελλάδος, διά δε του κακού τούτου παραδείγματος επιδρώσι κάκιστα επί του φρονήματος τους Ελληνικου λαού της Κύπρου.

Κατηγορούμεν τους βουλευτάς διά τα συγχοροχάρτια, τα οποία έδωσαν εις την Κυβέρνησιν άνευ σωστικών τουλάχιστον οικονομικών αναλλαγμάτων διά τον πόσχοντα λαόν.

 

Εφημερίδα "Ελευθερία", 15 2 1928

Κατηγορούμεν τους βουλευτάς, διότι απεσπάσθησαν της Εκκκλησίας και εστέρησαν τον κυπριακόν αγώνα του στοιχείου της ιερότητος και της επικλήσεως της ευλογίας του Θεού του δημιουργού και προστάτου της ελευθερίας των ατόμων και των εθνών.

 

Κατηγορούμεν τους βουλευτάς, ότι παρεμηνεύουν την δυσφορίαν του λαού και την αγανάκτησιν των δημοσιογραφικών του οργάνων διά την δεσποτικήν και ανελεύθερον διοίκησιν του αντί τουναντίον προβάλωσι ταύτην ως ασπίδα και να αυξήσωσι την δύναμιν των ως αντιπροσώπων του Ελληνικου λαού απέναντι των δεσποτών αυτού.

Και καλούμεν αυτούς να αρθώσι πολύ σύντομα εις το ύψος των γενναίων και σθεναρών αρχηγών και προμάχων των απαραγράπτων δικαίων των δούλων Ελλήνων της μεγαλονήσου, οπότε θα ίδωσιν ότι οι κατήγοροι των θα γίνουν συνήγοροι της αναμενομένης Ελληνοπρεπούς πολιτικής. Διότι, ας το γνωρίσουν και ας το μάθουν καλώς, ημείς ούτε ανάγκην έχομεν να δημοκοπήσωμεν ούτε την διάθεσιν έχομεν να παίζωμεν εν ου παικτοίς ασεβούντες προς τα ιερά και τα όσια ημών".

Η ίδια εφημερίδα ανέλαβε να ερευνήσει τις απόψεις των βουλευτών και των παραγόντων του τόπου γύρω από την πολιτική που έπρεπε να ακολουθείτο.

Το ερώτημα που έθεσε ήταν: " Ποία πρέπει να είναι η πολιτική κατεύθυνσις του ελληνικού πληθυσμού της Κύπρου η οποία συνάδει προς τας σημερινάς περιστάσεις και οποία δύναται να έχη καλύτερα αποτελέσματα διά το μέλλον της νήσου;"

Στην έρευνα απάντησαν αρκετοί βουλευτές και παράγοντες της ελληνικής κοινότητας.

Ο Μητροπολίτης Πάφου Ιάκωβος απαντούσε:

Εν Πάφω τη 15η Ιανουαρίου 1929.

Φίλτατε κ. Διευθυντά της "Ελευθερίας".

Ελαβον την από ημερ. 14 Ιανουαρίου 1929 επιστολήν σας, διά της οποίας ζητείτε την γνώμην μου "επί της πολιτικής κατευθύνσεως του ελληνικού πληθυσμού της Νήσου, η οποία συνάδει προς τας σημερινάς περιστάσεις και η οποία δύναται να έχη καλήτερα αποτελέσματα διά το μέλλον της νήσου".

Φρονώ αδιστάκτως ότι πάσα συζήτησις επί του αντικειμένου τούτου παρέλκει κατόπιν της επισήμου δηλώσεως των Ελλήνων βουλευτών κατά την τελευταίαν εν τη Αρχιεπισκοπή σύσκεψιν, ότι αυτοί και μόνοι είναι οι ρυθμισταί της πολιτικής κατευθύνσεως

του τόπου και ότι δεν είναι διατεθειμένοι να συμμορφωθώσι προς οιασδήποτε εισηγήσεις μη υπευθύνων.

Αν και φρονώ ότι η άποψις των κ.κ. βουλευτών είναι εσφαλμένη, διότι επί του πολιτικού της νήσου ζητήματος ηδύναντο να έχωσι γνώμην και άλλοι πράγοντες και δη η Ιεραρχία, η οποία επρωτοστάτησε πάντοτε εις πάσαν εθνικήν κίνησιν, και επί αιώνας διετέλεσεν όχι μόνον ο θρησκευτικός αλλά και ο πολιτικός οδηγός του τόπου, εν τούτοις εφ' όσον πάσα εισήγησις θα έχη μόνον πλατωνικήν σημασίαν, και οι πολιτικοί του τόπου ηγέται έχουσιν ήδη ειλημμένην απόφασιν ν' ακολουθήσουν την γραμμήν την οποίαν οι ίδιοι θα χαράξουν, έχω την ιδέαν ότι δεν είναι σκόπιμον οιαδήποτε εκ μέρους ημών γνωμοδότησις.

Καταλήγων εύχομαι όπως η λαϊκή αντιπροσωπεία φέρη εις αίσιον πέρας το βαρύ έργον το οποίον διά των δηλώσεων της ανέλαβε και όπως ανατείλωσι καλλίτεραι ημέραι εις την δεινώς χειμαζομένην Πατρίδα Μας"

Μετ'εγκαρδίων

Ο Πάφου ΙΑΚΩΒΟΣ

Την επομένη ο παλιός πολιτευτής Ν. Κλ. Λανίτης απαντούσε:

" Ευρισκόμεθα εντός νοσογόνων πολιτικών τελμάτων. Εάν η κατάστασις αυτή εξακολουθήση θα διατρέξη τον έσχατον κίνδυνον το πολιτικόν και εθνικόν μέλλον της

 

Θεοφάνης Θεοδότου: Ζητούσε αγώνα στη γραμμή της Ενωσης και ενιαίο πολιτικό μέτωπο με ενιαίο πολιτικό πρόγραμμα

Πατρίδος. Υπό τας περιστάσεις υπό τας οποίας ευρισκόμεθα υπέρτατον καθήκον των δημοσιογράφων είναι να παραμερίσουν κάθε άλλο ζήτημα, προ παντός δε τους προσωπικούς διαπληκτισμούς αρνούμενοι χώρον εις δημοσιεύματα προσωπικής φύσεως και να προσπαθήσωμεν όλοι να καταρτίσωμεν ενιαίον μέτωπον αμύνης υπέρ της εν διωγμώ ευρισκομένης πατρίδος και εθνικής ιδέας".

 

Ο πολιτικός Θεοφάνης Θεοδότου υποστήριξε την πολιτική της ένωσης και εισηγήθηκε ενιαίο πολιτικό μέτωπο και με ενιαίο πολιτικό πρόγραμμα:

"Κατά την ταπεινήν μου γνώμην μία μόνον πολιτική κατεύθυνσις δύναται να έχη αγαθά απελέσματα διά τον τόπον-η πολιτική της ενώσεως, η οποία πρέπει να επιδιωχθή απ' ευθείας και άνευ διαμέσων σταθμών, καθότι οι διάμεσοι σταθμοί ένεκεν του ανομοιογενούς πληθυσμού της Νήσου και της μεμελετημένης και ανενδότου προσπαθείας της βρεττανικής Κυβερνήσεως προς μετατροπήν του φρονήματος του Ελληνικού πληθυσμού της Νήσου ενδέχεται να βλάψωσι το ενωτικόν μας ζήτημα.

Φρονώ λοιπόν, ότι είναι επιτακτική ανάγκη και καθήκον απαραίτητον να σχητίσωμεν ενιαίον πολιτικόν μέτωπον με ενιαίον πρόγραμμα ενωτικόν, του οποίου την εκτέλεσιν να επιδιώξωμεν διά παντός νομίμου μέσου. Διά να φθάσωμεν όμως εις το σκοπούμενον τέρμα των αγώνων μας είναι ανάγκη να οργανωθώμεν κατά τρόπον τοιούτον ώστε μία θέλησις να κινή εις δράσιν σύσσωμον τον ελληνικόν πληθυσμόν της νήσου προς μίαν και την αυτήν κατεύθυνσιν. Τρέφω την πεποίθησιν ότι η ευτυχία της Κύπρου εξαρτάται από την ένωσιν με την Ελλάδα και από ηθικής και από υλικής απόψεως και διά τούτο οφείλομεν να επιδιώξωμεν ταύτην ανενδότως και άνευ διαμέσων σταθμών, δι' ον λόγον ανέφερα ανωτέρω".

Ο άνθρωπος των γραμμάτων και παράγων της Πάφου Λοϊζος Φιλίππου τόνιζε την ανάγκη να υπάρχει ένας ικανός Αρχηγός για τον Κυπριακό λαό:

Πάφος, 24 Ιανουαρίου, 1929

Αγαπητέ κ. Σταυρινίδη,

Ελαβον την υπό ημερομηνίαν 14/1/1929 επιστολήν σας. Νομίζω ότι είναι πρακτικώς άσκοπος η συζήτησις περί της τηρητέας πολιτικής κατευθύνσεως, αφ' ου οι λόγω αξιώματος εφαρμοσταί αυτής όχι μόνην δεν εζήτησαν κανενός την γνώμην, αλλά τουναντίον
επανειλημμένως εδήλωσαν ότι δεν δέχονται εισηγήσεις από κανένα και ότι αυτοί και μόνοι δέον εκάστοτε να ρυθμίζωσι κάθε πολιτικήν του τόπου ενέργειαν. Υπό τοιαύτας συνθήκας αι γνωμοδοτήσεις και αι εισηγήσεις είναι άσκοποι.

Οι βουλευταί ανέλαβον όλην την ευθύνην της διαχειρίσεως των Κυπριακών ζητημάτων και πρέπει να παραμείνωσιν ανεπηρέαστοι όπως φέρωσιν εις πέρας το μέγα και δύσκολον έργον των.

 

image004

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 4 6 1927

Αποφεύγοντες οιανδήποτε γνώμην επί της πολιτικής πορείας, την οποίαν ο τόπος πρέπει να ακολουθήση, δηλαδή την σύνταξιν ενός υπομνήματος προς τους βουλευτάς, δεν διστάζομεν να παρατηρήσωμεν ότι η κατάστασις μας καθε άλλο παρά ροδίνη. Ενώ ο αντικειμενικός σκοπός της Κυπριακής πολιτικής είναι α) η εθνική της νήσου ημών αποκατάστασις και β) εν αναβολή της εκπληρώσεως αυτής η αυτοδιοίκησις όχι μόνον ουδεμία σοβαρά και συστηματική εργασία γίνεται προς τας κατευθύνσεις αυτάς, αλλά τουναντίον δεικνύεται εις τα ύψιστα των ζητημάτων ασύγγνωστος αδιαφορία. Επί μήνας ολοκλήρους σκεπτόμεθα αν πρέπει να απαντήσωμεν εις ένα υπουργικόν έγγραφον, και ολόκληροι εβδομάδες απαιτούνται διά να υπογραφή μία διαμαρτυρία.

 

Πού άραγε οφείλεται η κατάστασις αυτή; Αφ' ενός ίσως εις το μεταπολεμικόν πνεύμα, το οποίον εμάρανε την πίστιν προς κάθε υψηλόν ιδεώδες και αφ' ετέρου εις το ότι εμορφώθη εισέτι παρ' ημίν μία τάξις εξ επαγγέλματος πολιτευομένων με ωρισμένας αρχάς, οι οποίοι θα αφιερώσουν εαυτούς εις την υπηρεσίαν του κοινού.

Οι πλείστοι εκ των πολιτευομένων της Νήσου απερροφημένοι από των βιωτικών ασχολιών δεν διαθέτουσιν απερίσπαστον την προσοχήν των εις τα μεγάλα ζητήματα του τόπου. Μία δε πολύ αισθητή έλλειψης παρ' ημίν είναι και η έλλειψις ενός ικανού αρχηγού με Παγκύπριον επιβολήν και κύρος, ο οποίος να αναλάβη εις χείρας του την υπόθεσιν της νήσου, και συγκεντρώνων παρά το πλευρόν του τον λαόν να δυνηθή να χειρισθή επιτυχώς και με επιδεξιότητα αυτήν. Είναι περιττόν να σημειωθή τι σημαίνει δι' ένα λαόν ένας μεγάλος αρχηγός. Δυστυχώς στερούμεθα αυτού, ίσως ο θεός "επιπέμψει τινα κηδόμενος ημών".

Τέλος ο Λουκής Ζ. Πιερίδης εισηγείτο από τη Λάρνακα ενημέρωση των ξενων και αποστολή νέας πρεσβείας στο Λονδίνο, η οποία να ζητούσε την αποστολή επιτροπής στο νησί για να εξετάσει τον τρόπο διοίκησης της νήσου επί τόπου:

Εν Λάρνακι τη 29 Ιανουαρίου 1929 Φίλε Κύριε Σταυρινίδη,

Ελαβον το γράμμα σας και ομολογώ ότι ευρίσκομαι εις δύσκολον θέσιν ν' απαντήσω. Φοβούμαι ότι ούτε η Ιεραρχία, ούτε οι αντιπρόσωποι και οι πολιτευταί της νήσου αντιμετώπισαν δεόντως την σοβαρότητα της σημερινής καταστάσεως.

Η Κύπρος από οικονομικής απόψεως βαίνει προς τον όλεθρον μετά σιδηροδρομικής ταχύτητος. Τόπος του οποίου η εισαγωγή υπερβαίνει σταθερώς την εξαγωγή κατά
εκατοντάδες χιλιάδων λιρών και ο προϋπολογισμός εξόδων απορροφά 15-20% της όλης ακαθαρίστου παραγωγής είναι καταδεδικασμένος εις χρεωκοπίαν.

Βεβαίως η κατάστασις δεν θα θεραπευθή ριζικώς παρά διά της μόνης φυσικής λύσεως, της Ενώσεως του τόπου μας με την Μητέρα Ελλάδα, αλλ' εν τω μεταξύ και μέχρις επιτεύξεως του ιερού μας τούτου πόθου, και επειδή αι υποδείξεις και ενέργειαι των αντιπροσώπων του τόπου οποιοιδήποτε και αν είναι ούτοι καταπατούνται και περιφρονούνται υπό των τοπικών αρχών, φρονώ ότι πρέπει επανειλημμένως να κρούωμεν τας θύρας της Κεντρικής Κυβερνήσεως και άλλων πολιτευομένων Αγγλων διά να καταγγέλλωμεν την κατάστασιν. Διά να επιτευχθή δε τούτο πρέπει:

α) να εκδίδηται είτε εν Λονδίνω είτε εν Κύπρω αγγλιστί εφημερίς υπό την εποπτείαν της Ιεράς Συνόδου ως όργανον των κυπριακών συμφερόντων, εν τη οποία εφημερίδι να εκδηλούνται πρωτίστως αι εθνικαί βλέψεις μας, αλλά και πάσα πολιτική και οικονομική κίνησις της Κύπρου και ήτις ν' αποστέλλεται δωρεάν εις εξέχοντας Αγγλους και μη πολιτευομένους εν Ευρώπη.

β) να επισκεφθή το Λονδίνον Κυπριακή Αντιπροσωπεία εκ των 2 ή 3 προσώπων, ήτις να εκθέση εις την Αγγλικήν Κυβέρνησιν τα της Κύπρου και να ζητήση παρ' αυτής όπως αποσταλή ενταύθα Βασιλική Επιτροπή, ήτις συνεργαζομένη μετά των αντιπροσώπων της νήσου να εξετάση την όλην κατάστασιν και τον τρόπον της διοικήσεως του τόπου.

Βεβαίως η εκπλήρωσις των υποδεικυομένων μέτρων δείται χρημάτων, άνευ των οποίων ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων.

Η Κυπριακή φιλοπατρία ας αντιμετωπίση νικηφόρως την κατάστασιν".